Έχετε ποτέ σκεφτεί το παράλογο, ως έννοια, και το θέατρο που έχει στηθεί γύρω από αυτό; Όπως το έθεσε ο Αλμπέρ Καμύ, «το Παράλογο είναι το διαζύγιο μεταξύ του ανθρώπου και της ζωής του». Και αυτό ζούμε σήμερα όλοι μας σε αυτή τη χώρα (και την εποχή).
«Οι άνθρωποί μου, ο φίλοι μου, αλλά κι εγώ, είμαστε φτωχοί. Τα χρήματά μας δεν αρκούν για να ζήσουμε με αξιοπρέπεια τις 30 ημέρες του μήνα. Γνωρίζουμε καλά από θυσίες και μικροστερήσεις. Δεν έχουμε όλες αμάξι, ούτε ζούμε όλοι στο ενοίκιο. Κάποιοι έχουμε να φροντίσουμε κάποιο ζώο, άλλοι συγκατοικούμε με το ταίρι μας και υπάρχει μια μοιρασιά, μια ανακούφιση. Είναι αδιανόητα δύσκολο και πιεστικό να ζεις στην Αθήνα σε συνθήκες αξιοπρέπειας, ας πούμε σε ένα σπίτι 50 τετραγωνικών, έχοντας 800 ή 900 ή στην καλύτερη 1000 ευρώ.Ακόμα και αν το σπίτι είναι δικό σου, τα χρήματα φτάνουν οριακά τις περισσότερες φορές. Εννοείται πως αν δεν είναι δικό σου, κάνεις ζογκλερικά, υπολογισμούς και «κόψε ράψε» για να βγει ο μήνας. Δηλαδή, δεν πληρώνεις πάντα στην ώρα σου το κινητό, για να κερδίσεις χρόνο να πάρεις δώρο στον ξάδερφο που έχει γενέθλια και να περιμένεις και ένα ποσό που σου ήρθε ουρανοκατέβατο και να τα μοντάρεις όλα και να…Λαχάνιασμα. Αυτό ζούμε. Λαχάνιασμα. Τρέμουμε να ανοίξουμε τον λογαριασμό της ΔΕΗ. Μας πιάνει σύγκρυο. Μιλάμε για άτομα που εργαζόμαστε. Που δίνουμε 6, 7, 8, 9 ώρες την ημέρα σε μια δουλειά. Που δουλεύουμε και υπερωρίες, καμιά φορά. Ή που καθόμαστε καμιά ώρα παραπάνω «για να βγει το θέμα», «για να είναι όλα τέλεια για την πρεμιέρα», «γιατί έσπασε η βρύση και πρέπει όλοι να βοηθήσουμε» και τα λοιπά. Η συντριπτική πλειοψηφία από εμάς σκέφτεται αν θα πάρει δεύτερο ποτό, αποφεύγει εξόδους στα τέλη του μήνα και πιθανώς δεν τρώει ακριβώς ό, τι θέλει, κάνει εκπτώσεις και εκεί, γιατί και το σούπερ μάρκετ έχει πάει στον Θεό. Άνθρωποι δηλαδή οι οποίοι δουλεύουν (όχι άνεργοι με επίδομα) αγχώνονται και ζορίζονται για το έξτρα τους, για αυτό που κάνει την ζωή «ζωένια»», γράφαμε προ ενός έτους σε αυτό εδώ το site.
Ο Καμύ έχει, ασφαλώς, απόλυτο δίκιο: το μόνο νόημα (αλλά την ίδια στιγμή, ένα σισύφειο φιλοσοφικό μαρτύριο, αν το σκέφτεσαι κάθε βράδυ…) είναι η συνειδητοποίηση ότι δεν υπάρχει κανένα εγγενές νόημα (ηθική, αξιακή κρίση, σκοπός) σε οτιδήποτε κάνουμε, αλλά επιλέγουμε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε.
Η ζωή με το Παράλογο απαιτεί, ακατά τον Καμύ, τρία πράγματα: την απελπισία, την απόρριψη και την εξέγερση. Αυτά ορίζονται ως εξής:
Απελπισία: η ύπαρξη περιορισμών πέρα από τον έλεγχό μας, όπως το να δουλεύουμε για να πληρώνουμε λογαριασμούς που διατηρούν μια υποτυπώδη κοινωνικοοικονομική δομή.
Απόρριψη: αναγνώριση και αποδοχή της πλήρους απουσίας κάθε ελπίδας. Στη ζωή και την καθημερινότητά μας.
Επανάσταση: «αγκαλιάζοντας» αυτό που δεν μπορούμε να αλλάξουμε για να εξακολουθήσουμε να ζούμε μια ικανοποιητική ζωή χωρίς περισπασμούς και ψεύδη, ενώ εξακολουθούμε να αισθανόμαστε το βάρος, την ένταση και το μέγεθος της ανούσιας αυτής συνειδητοποίησης.
Η Χάνα Άρεντ προσέγγισε το καίριο και έντονο ζήτημα της σχέσης του ανθρώπου με τη ζωή του ελαφρώς διαφορετικά, γράφοντας γι’ αυτό το θέμα στην «Ανθρώπινη Κατάσταση» πάνω από μια δεκαετία μετά τον «Μύθο του Σίσυφου» του Καμύ.
«Με τον όρο vita activa» [ενεργή ζωή], έγραψε η Άρεντ, «θέλω να προσδιορίσω τρεις θεμελιώδεις ανθρώπινες δραστηριότητες: την εργασία, το έργο και τη δράση». Και κατόπιν ορίζει αυτές τις δραστηριότητες ως εξής.
Εργασία: οι φυσικές, βιολογικές ενέργειες που αναλαμβάνει ο άνθρωπος.
Έργο: οι επιφανειακές ενέργειες του ανθρώπου που επιτρέπουν την ύπαρξη ενός τεχνητού κόσμου.
Δράση: ο συνδυασμός της εργασίας και του έργου όπως σχετίζεται με το συλλογικό: με τους ανθρώπους, όχι με τον Άνθρωπο. Η συγγραφή της ιστορίας και η δημιουργία πολιτισμών είναι το αποκορύφωμα της Δράσης.
Που τέμνεται η σκέψη της Άρεντ και του Καμύ; Ότι αμφότεροι αναγνωρίζουν την ύπαρξη ενός κόσμου εντελώς αντίθετου από αυτόν που θέλει να ζήσει ο «δυτικός» άνθρωπος. Για την Άρεντ, ο άνθρωπος αναγνωρίζει αλλά δεν συμμετέχει αποκλειστικά σε έναν φυσικό κόσμο, και για τον Καμύ, ο άνθρωπος αναζητά το νόημα σε έναν κόσμο κενό νοήματος.
Αμφότεροι φυσικά καταλήγουν στο μόνο κοινό που ενώνει όλη την ανθρωπότητα: τον Θάνατο ως την μόνη κατάληξη του κάθε Ανθρώπου. Οπότε τι μένει στον ίδιο τον άνθρωπο να κάνει μέσα στην σισύφεια καθημερινότητά του; Ο Καμύ το λέει ξεκάθαρα, ενώ η Αρεντ προκεκαλυμμένα: να αποδεχτούμε όλοι μας μια τεχνητή και χωρίς νόημα ύπαρξη που θα μας αποφέρει κάτι που να ξεφεύγει από τον (πρόωρο ή μη) θάνατό μας.
Το Παράδοξο και το Παράλογο με το Θάνατο
Η Arendt υποστηρίζει το δικό της Παράλογο που σχετίζεται με το δίπολο γέννηση/θάνατος: αν και πεθαίνουμε, συνεχίζουμε να δημιουργούμε συνεχώς. Οι ενέργειές μας και οι πράξεις μας ράβονται πάνω στο ύφασμα του χρόνου και γίνονται μόνιμα μοτίβα του μέλλοντος.
Πώς ορίζουμε όμως ένα έργο, ένα δημιούργημα της ανθρώπινης σκέψης ή δράσης ως «αιώνιο» [Εternal] και πότε ως «αθάνατο» [γιατί υπάρχει ξεκάθαρη διάκριση, κατά τους δυο φιλοσόφους και συγγραφείς];
Η Άρεντ υποστήριζε ότι τα πάντα στη φύση είναι αθάνατα [immortal] επειδή υπόσχονται μια αναγέννηση και μια διαρκή ανανέωση. Το λουλούδι που μεγαλώνει, ανθίζει και μαραίνεται, θα μεγαλώσει ξανά την άνοιξη.
Τραγουδάνε ακριβώς πάνω σε αυτό οι Joy Division [τεράστιοι θαυμαστές και οπαδοί τόσο της Αρεντ, όσο και του Καμύ] στο επικό τραγούδι τους «The Eternal»:
«Η πομπή προχωρά, οι φωνές τελείωσαν
Procession moves on, the shouting is over
Ο έπαινος στη δόξα των αγαπημένων προσώπων έχει φύγει τώρα
Praise to the glory of loved ones now gone
Μιλώντας δυνατά καθώς κάθονται γύρω από τα τραπέζια τους
Talking aloud as they sit round their tables
Σκόρπια λουλούδια που έπλυνε η βροχή
Scattering flowers washed down by the rain
Στάθηκε δίπλα στην πύλη στους πρόποδες του κήπου
Stood by the gate at the foot of the garden
Βλέποντάς τους να περνούν σαν σύννεφα στον ουρανό
Watching them pass like clouds in the sky
Προσπαθήστε να φωνάξετε μέσα στην ένταση της στιγμής
Try to cry out in the heat of the moment
Διακατέχεται από μια μανία που καίει από μέσα
Possessed by a fury that burns from inside
Αποδεχτείτε σαν κατάρα μια άτυχη συμφωνία
Accept like a curse an unlucky deal
Παίζεται δίπλα στην πύλη στους πρόποδες του κήπου
Played by the gate at the foot of the garden
Η θέα μου απλώνεται από τον φράχτη μέχρι τον τοίχο
My view stretches out from the fence to the wall
Καμία λέξη δεν μπορούσε να εξηγήσει, καμία πράξη δεν μπορούσε να καθορίσει
No words could explain, no actions determine
Βλέποντας μόνο τα δέντρα και τα φύλλα καθώς πέφτουν
Just watching the trees and the leaves as they fall».
Το τραγούδι αυτό αντικατοπτρίζει με άψογο τρόπο τα προλεγόμενά μας περί σισύφειας καθημερινότητας μέσα στο παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης. Οι στίχοι του τα περιέχουν όλα όσα αναφέρει η Αρεντ: λουλούδια, το Αιώνιο, το Αθάνατο και κυρίως «μια άδικη συμφωνία» [την ζωή του καθενός μας] που έρχεται στην ύπαρξή μας «σαν κατάρα» [μια πόσο μα πόσο Καμυ-κή σκέψη!].
«Ενσωματωμένο σε ένα σύμπαν όπου τα πάντα ήταν αθάνατα, η ανθρώπινη θνητότητα έγινε το σήμα κατατεθέν της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο θάνατος, λοιπόν, έχει σημασία μόνο στο πλαίσιο της θνητότητας», παρατήρησε η Άρεντ.
«Αν ήμουν ένα δέντρο ανάμεσα στα δέντρα, μια γάτα ανάμεσα στα ζώα, αυτή η ζωή θα είχε νόημα, ή μάλλον αυτό το πρόβλημα [της αναζήτησης νοήματος] δεν θα προέκυπτε, γιατί θα ανήκα σε αυτόν τον κόσμο. Θα έπρεπε να είμαι αυτός ο κόσμος στον οποίο αντιτίθεμαι τώρα με όλη μου τη συνείδηση και όλη μου την επιμονή στην εξοικείωση», γράφει, αντίστοιχα, ο Καμύ πάνω στο ίδιο πλαίσιο.
Η σκέψη αμφότερων και εδώ τέμνεται σε ένα σημείο: ενώ ο άνθρωπος έχει μια γραμμική ζωή [γεννιόμαστε σε έναν συγκεκριμένο τόπο και χρόνο και μετά πεθαίνουμε], ο ίδιος αυτός άνθρωπος γίνεται αιώνιος όταν οι πράξεις του γίνονται αθάνατες.
Και κάπως έτσι δημιουργείται το Παράδοξο και μαζί το Παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης: η αθανασία όλων μας να ανήκει στον κύκλο της ζωής. Αν ενεργούμε καθημερινά – διαμέσου της έμφυτης ή επίκτητης δημιουργικότητάς μας – με έναν τρόπο που συνεχίζεται και μετά το θάνατό μας, τότε έχουμε γίνει αιώνιοι μέσω αυτών των αθάνατων (επαναλαμβανόμενων) ενεργειών.
Σκεφτείτε το παραπάνω τραγούδι: οι μελωδίες, οι στίχοι και τα νοήματα των Joy Division ξεπέρασαν τους ίδιους, δίνοντάς μας την ευκαιρία να συνομιλούμε, με τις σκέψεις μας, μαζί τους, σχεδόν μισόν αιώνα μετά την διάλυσή τους. Και αυτό ακριβώς είναι το αιώνιο, το eternal, στο οποίο αναφέρεται ο Ian Curtis.