Κινέζοι άποικοι, Πορτογάλοι εξερευνητές, Ιάπωνες αποικιοκράτες, η Ολλανδική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών — όλοι αυτοί ήρθαν πρώτα στην Ταϊβάν για το εμπόριο και αυτό το εμπόριο με τη σειρά του ανέκαθεν δημιουργούσε προβλήματα στις κινεζικές αρχές. Οι Κινέζοι της ενδοχώρας κατέστρεψαν το κύριο ολλανδικό οχυρό στο νησί, το Φρούριο Ζεελάντια το 1662 και εκδίωξαν τους ενοχλητικούς εμπόρους. Αυτό δεν σταμάτησε τους Βρετανούς από το να απαιτήσουν, περίπου 200 χρόνια αργότερα, το άνοιγμα του κοντινού λιμανιού Kaohsiung στα ευρωπαϊκά πλοία. Μέχρι σήμερα παραμένει το μεγαλύτερο λιμάνι του νησιού, διαχειριζόμενο το 57% του θαλάσσιου εμπορίου της Ταϊβάν.  

Η Κίνα φαίνεται να έχει μια σειρά από επιλογές για να παρεμποδίσει το εμπόριο της Ταϊβάν, από έναν πλήρη αποκλεισμό έως μια πιο περιορισμένη «καραντίνα» που θα προσπαθούσε να επιβάλει τον κινεζική κυριαρχία επί της Ταϊβάν και των γύρω υδάτων με στενότερο τρόπο, όπως με τον ισχυρισμό δικαιώματος ελέγχου πλοίων με προορισμό την Ταϊβάν ή τον περιορισμό της ροής συγκεκριμένων αγαθών. Το 2022 η ερευνητική εταιρεία Rhodium Group υπολόγισε το άμεσο κόστος ενός αποκλεισμού για την παγκόσμια οικονομία σε πάνω από 2 τρισ. δολάρια, βασισμένο σε σχετικά συντηρητικές παραδοχές. Ένα τόσο σοβαρό τίμημα μπορεί να προκαλούσε μια αντιπαραγωγική αντίδραση εναντίον της Κίνας. Το πλεονέκτημα της «καραντίνας» είναι ότι μπορεί να προσαρμοστεί ανάλογα με την ένταση της διεθνούς αντίδρασης και τη σοβαρότητα των οικονομικών συνεπειών. 

Ένας προφανής στόχος είναι οι εξαγωγές ημιαγωγών της Ταϊβάν. Η TSMC, μια ταϊβανέζικη εταιρεία, παράγει περίπου το 90% των πιο προηγμένων τσιπ στον κόσμο πάνω στο νησί. Κάποιοι Ταϊβανέζοι το βλέπουν αυτό ως μια «ασπίδα από πυρίτιο» που τους προστατεύει από τον εξαναγκασμό. Τα τσιπ της Ταϊβάν είναι τόσο απαραίτητα για την παγκόσμια οικονομία και για κρίσιμες υποδομές πληροφορικής, ώστε οι σύμμαχοι της Ταϊβάν δεν θα είχαν άλλη επιλογή από το να τη βοηθήσουν να σπάσει οποιονδήποτε κινεζικό αποκλεισμό ή καραντίνα. 

Άλλοι παρατηρητές πιστεύουν το αντίθετο: ακριβώς επειδή τα τσιπ της Ταϊβάν είναι τόσο αναντικατάστατα, ο κόσμος ίσως ενδώσει στις κινεζικές απαιτήσεις, απλώς για να εξασφαλιστεί η σταθερή ροή τους. Εξάλλου μόνο το 7% των καθαρών πωλήσεων της TSMC προέρχεται από κινεζικές εταιρείες, σε σύγκριση με το 77% προς εταιρείες της Βόρειας Αμερικής. Οι δυτικοί πελάτες θα άρχιζαν να διαμαρτύρονται στο πρώτο σημάδι διακοπής της παροχής. Θυμούνται με τρόμο την έλλειψη τσιπ του 2021, η οποία εκτιμάται ότι προκάλεσε απώλειες πωλήσεων 500 δισ. δολαρίων. Η Κίνα ίσως ακόμη προσπαθούσε να ενορχηστρώσει την πώληση της TSMC σε κινεζικές οντότητες με αντάλλαγμα την άρση μιας καραντίνας, σύμφωνα με αναλυτές του αμερικανικού think tank Baker Institute. 

Τα τσιπ δεν είναι η μόνη εξαγωγή της Ταϊβάν. Τα λιμάνια του νησιού διαχειρίστηκαν πάνω από 500 δισ. δολάρια σε εμπόριο το 2022, συμπεριλαμβανομένων διαμετακομίσεων. Μια πιο ευρεία καραντίνα θα μπορούσε να επηρεάσει ακόμη και τη ναυσιπλοΐα που απλώς διέρχεται από το Στενό της Ταϊβάν, το κανάλι των 180 χιλιομέτρων που χωρίζει την Ταϊβάν από την Κίνα. Κάθε χρόνο περίπου το μισό του παγκόσμιου στόλου κοντέινερ και σχεδόν όλα τα μεγαλύτερα πλοία του κόσμου διέρχονται από αυτό. 

Η Κίνα έχει δυνάμει αρκετούς τρόπους να επιβάλει τη συμμόρφωση χωρίς να στέλνει θαλάσσια αστυνομία να επιβιβάζεται σε κάθε διερχόμενο πλοίο. Τα κινεζικά λιμάνια αντιστοιχούν περίπου στο 40% της παγκόσμιας κυκλοφορίας κοντέινερ. Οι κινεζικές εταιρείες επίσης κατέχουν ή διαχειρίζονται 115 λιμάνια εκτός ενδοχώρας. Η κινεζική νομοθεσία δίνει στην αρχή θαλάσσιας ασφάλειας την εξουσία να τιμωρεί εταιρείες των οποίων τα πλοία εισέρχονται σε περιορισμένες στρατιωτικές ζώνες. Η απειλή αποκλεισμού από κινεζικά λιμάνια ίσως αρκεί για να συμμορφωθούν οι περισσότερες ναυτιλιακές εταιρείες. 

Οι ναυτιλιακές θα μπορούσαν να προσπαθήσουν να ανακατευθύνουν τα πλοία τους. Σε οποιοδήποτε σενάριο αποκλεισμού ή καραντίνας, τα ασφάλιστρα για το στενό της Ταϊβάν λογικά θα εκτοξευτούν, προσφέροντας ένα ακόμη κίνητρο για παράκαμψη. Οι στρατιωτικές ασκήσεις με πραγματικά πυρά το 2022 δίνουν μια πρόγευση: πάνω από 200 πλοία αναγκάστηκαν να εκτραπούν για να αποφύγουν έξι ζώνες που η Κίνα κήρυξε απαγορευμένες, σε ύδατα που κανονικά θεωρούνται διεθνή. Ελάχιστα τόλμησαν να αγνοήσουν την απαγόρευση σύμφωνα με το περιοδικό Lloyd’s List. Έκτοτε τα ασφάλιστρα αυξήθηκαν, έστω και από χαμηλή βάση. 

Δεν υπάρχουν εύκολες εναλλακτικές στο στενό της Ταϊβάν. Μία επιλογή είναι το στενό Λουζόν, μεταξύ νότιας Ταϊβάν και Φιλιππίνων. Οι ναυτιλιακές προτιμούν το στενό της Ταϊβάν επειδή προσφέρει κάποια προστασία από τυφώνες, ιδιαίτερα συχνούς μεταξύ Ιουνίου και Οκτωβρίου, περίοδο αιχμής για μεταφορές προς τις ΗΠΑ ενόψει εορτών. Άλλες διαδρομές είναι πιο περίπλοκες με αποτέλεσμα υψηλότερα κόστη. 

Όλοι αυτοί οι μηχανισμοί πίεσης προς την Ταϊβάν και τους συμμάχους της θα έβλαπταν και την ίδια την Κίνα. Οι περιορισμοί στο εμπόριο δεν θα προκαλούσαν μόνο αναταράξεις λόγω άμεσων οικονομικών συνεπειών, αλλά και γιατί θα υποδήλωναν αυξημένο κίνδυνο πολέμου — κάτι που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κατακόρυφη πτώση των τιμών περιουσιακών στοιχείων στην Κίνα και σε φυγή ξένων επενδυτών. Aυτό θα είχε ως αποτέλεσμα τους αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίων της Κίνας και θα επιβάρυναν το γουάν. Η αναστάτωση στη ναυτιλία θα μπορούσε επίσης να διακόψει πάνω από 1 τρισ. δολάρια κινεζικών εισαγωγών και εξαγωγών που διέρχονται από το στενό κάθε χρόνο. Η κινεζική βιομηχανία ίσως δυσκολευτεί να αποκτήσει βασικές πρώτες ύλες, όπως σιδηρομετάλλευμα από την Αυστραλία. Για μια οικονομία που ήδη υποφέρει από μείωση επενδύσεων και αδύναμη καταναλωτική εμπιστοσύνη, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές. 

Η Κίνα πιθανότατα αντέχει οικονομικό πόλεμο καλύτερα από τις ΗΠΑ. Κυρίως η ευελιξία της καραντίνας επιτρέπει στην Κίνα να ξεκινήσει ήπια και να αυξάνει σταδιακά την πίεση, σχεδόν ανεπαίσθητα, ώστε να προκαλέσει τη μικρότερη δυνατή αντίδραση. Ο χρόνος θα δείξει που και πως θα καταλήξει αυτό το κεφάλαιο. 

*Με στοιχεία από τον Economist. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.