Ένα από τα καλύτερα πράγματα στο να ζει κανείς στην Ευρώπη είναι… η Αμερική. Αντιμέτωποι με μια υποτονική εγχώρια χρηματιστηριακή αγορά, οι Ευρωπαίοι επενδυτές μπορούν να ανακατευθύνουν τις αποταμιεύσεις τους προς τον δείκτη S&P 500. Οι κάτοικοι απολαμβάνουν την προστασία της αμερικανικής αμυντικής ομπρέλας χωρίς να πληρώνουν το κόστος. Σε περιόδους κρίσης, οι κεντρικές τράπεζες της ηπείρου βασίζονται σε γραμμές ανταλλαγής νομισμάτων (swap lines) από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Και όλα αυτά ενώ απολαμβάνουν καλύτερο φαγητό, ομορφότερες πόλεις και ανώτερες πολιτιστικές εμπειρίες. 

Όμως η Αμερική, υπό την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ, απειλεί τώρα να αποσύρει πολλές από αυτές τις έμμεσες επιδοτήσεις. Οι επιθέσεις της κυβέρνησής του στην επιστήμη που περιλαμβάνουν δραστικές περικοπές στους προϋπολογισμούς των σχετικών ιδρυμάτων, ενδέχεται να πλήξουν τη μεγαλύτερη “παρακαταθήκη” απ’ όλες: την επιστημονική ισχύ των ΗΠΑ. 

Η Αμερική είναι μια υπερδύναμη στην έρευνα. Διαθέτει τα καλύτερα πανεπιστήμια. Αντιπροσωπεύει μόλις το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού, αλλά παράγει το ένα τρίτο των επιστημονικών εργασιών υψηλού αντίκτυπου. Επιπλέον, αντιστοιχεί στο ένα τρίτο των παγκόσμιων δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη (R&D). 

Οι ίδιοι οι Αμερικανοί ωφελούνται περισσότερο από την επιστημονική τους υπεροχή. Ένας μέσος Αμερικανός ιατρικός ερευνητής κερδίζει περίπου 100.000 δολάρια ετησίως —περίπου 60% περισσότερα από τον μέσο εργαζόμενο. Όμως, όπως γνωρίζουν οι οικονομολόγοι, η γνώση είναι δημόσιο αγαθό: η επιστήμη έχει τεράστια οφέλη «διαρροής μέσω αντιγραφής». Το 2004 ο Γουίλιαμ Νόρντχαους του Γέιλ υποστήριξε ότι οι εταιρείες αποκομίζουν μόλις το 2,2% της συνολικής απόδοσης από τις καινοτομίες τους. Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας λήγουν και ακόμη και πριν από αυτό, οι ανταγωνιστές αντιγράφουν τις ιδέες. Έτσι η καινοτομία ανεβάζει το επίπεδο ζωής όλων, καθώς περισσότερες επιχειρήσεις γίνονται παραγωγικότερες και οι πολίτες επωφελούνται από καλύτερα αγαθά και υπηρεσίες. Οι μέσοι μισθοί στην Αμερική είναι εξαιρετικά υψηλοί. 

Οι οικονομολόγοι έχουν αφιερώσει λιγότερο χρόνο στο θέμα των διεθνών ωφελειών από την επιστήμη. Παρ’ όλα αυτά, η Αμερική σχεδόν σίγουρα έχει πλεόνασμα στο «ισοζύγιο επιστήμης» με τον υπόλοιπο κόσμο, προσφέροντας πολλά περισσότερα στους ξένους απ’ όσα λαμβάνει. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα, το μέγεθος αυτής της επιδότησης σίγουρα έχει αυξηθεί. Τρεις βασικοί μηχανισμοί ξεχωρίζουν — και όλοι πλέον απειλούνται: 

Πρώτον, οι άνθρωποι. Τα αμερικανικά επιστημονικά ιδρύματα είναι ένα “χωνευτήρι ταλέντων”. Υπάρχουν σήμερα διπλάσιοι αλλοδαποί φοιτητές απ’ ό,τι στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Πολλοί από αυτούς, αφού αποφοιτήσουν επιστρέφουν στις χώρες τους μεταφέροντας μαζί τους ιδέες κι επιστημονικό υπόβαθρο. Εκτιμάται ότι περίπου το 15% των αποφοίτων του MIT ζουν στο εξωτερικό. Αυτό σημαίνει ότι το «ακατέργαστο υλικό» της μελλοντικής επιστημονικής προόδου έχει ήδη «διαρρεύσει» από την Αμερική προς άλλες χώρες. 

Δεύτερον, οι νέες ιδέες. Όταν ένας επιστήμονας δημοσιεύει μια εργασία στο διαδίκτυο σχεδόν οποιοσδήποτε στον κόσμο μπορεί να τη διαβάσει. Παραδοσιακά η έρευνα ήταν μια εσωτερική υπόθεση κάθε χώρας. Μια βιβλιομετρική μελέτη διαπίστωσε ότι το 1996 μόνο περίπου το 40% των παραπομπών σε αμερικανικές επιστημονικές δημοσιεύσεις προέρχονταν από ξένους ερευνητές. Πιο πρόσφατα η παγκοσμιοποίηση της επιστημονικής γνώσης έχει ενταθεί. Μέχρι το 2019 οι ξένοι επιστήμονες αντιστοιχούσαν σε περίπου το 60% των παραπομπών σε αμερικανικές δημοσιεύσεις. Έτσι σε μεγάλο βαθμό οι επιστήμονες του υπόλοιπου κόσμου στηρίζονται στους «ώμους γιγάντων» από την Αμερική. 

Οι Αμερικανοί καταναλωτές επίσης επιδοτούν την έρευνα και ανάπτυξη (R&D). Αυτό είναι πιο γνωστό στην περίπτωση των φαρμάκων. Οι συνταγογραφούμενες φαρμακευτικές αγωγές είναι πιο ακριβές εντός των ΗΠΑ απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Ουσιαστικά οι Αμερικανοί καταναλωτές πληρώνουν για την έρευνα που τις δημιουργεί. Και αυτό το μοτίβο εμφανίζεται και αλλού. Τα στοιχεία από τους εθνικούς λογαριασμούς δείχνουν ότι κατά μέσο όρο, οι αμερικανικές εταιρείες αποκομίζουν αποδόσεις επί του εγχώριου κεφαλαίου που είναι πάνω από 50% υψηλότερες απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Έτσι, ενώ οι Αμερικανοί χρηματοδοτούν την εταιρική έρευνα και ανάπτυξη, ο υπόλοιπος κόσμος απολαμβάνει τα οφέλη. 

Τρίτον, οι νέες τεχνολογίες. Όλες οι άλλες χώρες αντλούν εδώ και καιρό από το «πηγάδι» των αμερικανικών καινοτομιών. Έτσι ξαναχτίστηκε η Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γάλλοι διευθυντές χαλυβουργίας επισκέπτονταν εργοστάσια χάλυβα στις ΗΠΑ για να αντιγράψουν τις διαδικασίες. Οι επικεφαλής της βρετανικής αυτοκινητοβιομηχανίας στράφηκαν σε Αμερικανούς διευθυντές για να βελτιώσουν την αποδοτικότητα των εργοστασίων τους. Οι οικονομολόγοι δυσκολεύονται να μετρήσουν πως η αμερικανική τεχνολογία διαχέεται σήμερα στο εξωτερικό. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η ίδια η κυβέρνηση των ΗΠΑ την προσφέρει δωρεάν στον κόσμο, όπως με το GPS. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας Covid-19, η Αμερική χάρισε εμβόλια σε φτωχές χώρες. Πολλές αμερικανικές εταιρείες τεχνητής νοημοσύνης (AI) κυκλοφορούν τα μοντέλα τους ως «ανοιχτού κώδικα». Ακόμη και όταν οι αμερικανικές επιχειρήσεις προσπαθούν να προστατεύσουν την πνευματική τους ιδιοκτησία, οι ξένοι ανταγωνιστές βρίσκουν τρόπους να την παρακάμψουν — όπως συνέβη με αρκετές εταιρείες κινητών τηλεφώνων που αντέγραψαν την αισθητική της Apple. 

Σύμφωνα με τη Nancy Stokey του Πανεπιστημίου του Σικάγο, ένας ποσοτικός τρόπος μέτρησης της τεχνολογικής διάχυσης είναι μέσω των κεφαλαιουχικών αγαθών στα οποία ενσωματώνονται συχνά νέες τεχνολογίες. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 έως το 2024 η Αμερική εξήγαγε σχεδόν 5 τρισεκατομμύρια δολάρια σε υψηλής τεχνολογίας κεφαλαιουχικά αγαθά —περισσότερα από οποιαδήποτε άλλη χώρα— διαδίδοντας τον αμερικανικό τρόπο σε κάθε γωνιά της Γης. Ένα άλλο υποκατάστατο μέτρο είναι οι άμεσες ξένες επενδύσεις. Αυτό συμβαίνει όταν ένας Αμερικανός αγοράζει πλειοψηφικό πακέτο μετοχών σε μια ξένη επιχείρηση ή χτίζει μια νέα βιομηχανική εγκατάσταση στο εξωτερικό — και συχνά εισάγει νέα τεχνολογία ως μέρος της συμφωνίας. Οι άμεσες επενδύσεις των Αμερικανών στο εξωτερικό ανέρχονται σε περίπου 10 τρισεκατομμύρια δολάρια, ποσό μακράν μεγαλύτερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα. 

Αν ο κ. Τραμπ υλοποιήσει τις προτεινόμενες περικοπές του και το αμερικανικό επιστημονικό σύστημα κλονιστεί, μπορεί κάποια άλλη χώρα να αναλάβει τον ρόλο του ηγέτη; Πολλοί Αμερικανοί επιστήμονες δηλώνουν ότι θέλουν να εγκαταλείψουν τη χώρα, κάποιοι το έχουν ήδη κάνει. Η Κίνα, η οποία με βάση ορισμένα κριτήρια επιστημονικής ισχύος ξεπερνά ήδη την Αμερική, ίσως ελπίζει να επωφεληθεί, ωστόσο λίγοι ξένοι επιθυμούν να κάνουν διδακτορικό στην Κίνα. Ένα κλειστό πολιτικό σύστημα επιβραδύνει τη διάχυση των καινοτομιών πέρα από τα διεθνή σύνορα. Το ίδιο ισχύει και για το γλωσσικό εμπόδιο. 

Ακόμα κι αν η Κίνα άλλαζε, δεκαετίες έρευνας δείχνουν ότι σπάνια όλα τα παραπάνω αναπαράγονται με επιτυχία. Όπως δεν μπορείς να ξεριζώσεις το Χόλιγουντ και να το μεταφέρεις αλλού, έτσι και οι επιστήμονες που εγκαταλείπουν το Μπέρκλεϊ και τη Βοστώνη δεν θα συνεχίσουν το έργο τους με τον ίδιο τρόπο όταν φτάσουν στο Πεκίνο ή ακόμα και στο Λονδίνο. Αν το αμερικανικό επιστημονικό σύστημα «φταρνιστεί», ο υπόλοιπος κόσμος θα «αρρωστήσει». 

*Με στοιχεία από τον Economist. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.