Την Τρίτη 21 Μαρτίου, έφτασε στο αποκορύφωμά της η μακροχρόνια εκστρατεία ποινικοποίησης της ομοφυλοφιλίας και της στοχοποίησης των ατόμων της LGBTQ κοινότητας στην Αφρική. Οι νομοθετικές αρχές της Ουγκάντα ψήφισαν έναν σαρωτικό νόμο κατά των ομοφυλοφίλων και προβλέπει επιβολή ποινής ισόβιας κάθειρξης, αλλά και θανατική ποινή.
Η απόπειρα σύναψης σχέσεων μεταξύ ανθρώπων του ίδιου φύλου θα αντιμετωπίζεται με ποινή φυλάκισης 7 ετών, ενώ η θανατική ποινή, σύμφωνα με τους New York Times, θα εφαρμόζεται σε άτομα που καταδικάζονται για «επιβαρυμένη ομοφυλοφιλία». Με αυτή την κατηγορία θα δολοφονούνται τα άτομα που προχώρησαν σε ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές πράξεις ενώ έχουν μολυνθεί από τον ιό του HIV ή τις πραγματοποίησαν σε παιδιά, σε άτομα με αναπηρία ή στον οποιονδήποτε παρά τη θέλησή του.
Όμως, η Ουγκάντα, δεν είναι η μοναδική αφρικανική χώρα η οποία υιοθετεί ένα «κυνήγι μαγισσών» προς τα άτομα της LGBTQ κοινότητας. Αντίστοιχη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αντιμετωπίζουν οι ομοφυλόφιλοι και στην Κένυα, την Γκάνα και τη Ζάμπια.
Στις 17 Απριλίου του 2022, η Sheila Adhiambo Lumumba, μια 25χρονη non-binary λεσβία, βρέθηκε δολοφονημένη στην Karatina της Κένυας. Η Lulumba είχε εξαφανιστεί για αρκετές ημέρες πριν βρεθεί το πτώμα της, το οποίο, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Al Jazeera, ήταν βιασμένο, στραγγαλισμένο, μαχαιρωμένο αρκετές φορές στον λαιμό και τα μάτια, ενώ επίσης τα πόδια της ήταν σπασμένα.
Μετά τις σχετικές ανακοινώσεις από τις αστυνομικές αρχές της χώρας, ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων ξεσηκώθηκαν και το #JusticeForSheila έγινε trending στο κενυατικό Twitter. Η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Κένυας (Kenya Human Rights Commission), σε μια προσπάθεια να κατευνάσει τις αντιδράσεις και την παγκόσμια κατακραυγή για την άγρια δολοφονία της Lumumba, κάλεσε τις αρχές να ερευνήσουν τα αίτια της αποτρόπαιας πράξης. Ακολούθησε η Αμνηστία της Κένυας (Amnesty Kenya) διαβεβαιώνοντας ότι «κανείς δεν αξίζει μια τόσο σκληρή μεταχείρισης», ενώ η Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Γκέι και Λεσβιών (National Gay and Lesbian Human Rights Commission) περιέγραψε τον θάνατό της ως «μέρος ενός μοτίβου επιθέσεων και βίας κατά των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων στη χώρας».
Στην Κένυα -όπως σε άλλες χώρες της Αφρική- το ομοφυλοφιλικό σεξ αποτελεί ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με φυλάκιση έως και 14 χρόνια. Μπορεί αυτοί οι νόμοι να υπάρχουν εδώ και αρκετά χρόνια, ωστόσο, συντηρούνται και υποστηρίζονται ανοιχτά από τους προέδρους των χωρών.
Ο Yoweri Museveni της Ουγκάντα, είχε δηλώσει το 2009 ότι «οι Ευρωπαίοι ομοφυλόφιλοι στρατολογούν στην Αφρική» και ότι οι ομοφυλοφιλικές σχέσεις είναι ενάντια στο θέλημα του Θεού, ενώ, ταυτόχρονα, συνεχίζει να υποβαθμίζει τις προσωπικότητες των πολιτικών αντιπάλων του -την Πλατφόρμα Εθνικής Ενότητας (National Unity Platform)- χρησιμοποιώντας τις λέξεις «γκέι» και «ομοφυλόφιλοι».
Στην Κένυα, ο πρόεδρος Uhuru Kenyatta, το 2018 είχε σχολιάσει στο CNN πως «δεν υπάρχει θέμα» σχετικά με την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των ΛΑΟΤΚΙ ατόμων, καθώς δεν θεωρεί «την ομοφυλοφιλία ανθρώπινο δικαίωμα».
Σε αντίθεση με τους παραπάνω προέδρους, ο Nana Akufo-Addo της Γκάνας, κρατάει μία πιο μετριοπαθής στάση απέναντι στα ανθρώπινα δικαιώματα και όσον αφορά αυτά της LGBTQ κοινότητας, έχει αφήσει να εννοηθεί ότι η νομιμοποίηση της ομοφυλοφιλίας είναι αναπόφευκτη, κάποια στιγμή στο (απροσδιόριστο) μέλλον, αφού «δεν αποτελούν μέρος της κυβερνητικής ατζέντας του προς το παρόν», ενώ το 2018 είχε δηλώσει πως υπό την ηγεσία του δεν θα αποποινικοποιηθεί ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Η αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Kamala Harris, στην επίσημη επίσκεψη που πραγματοποίησε προχθές, 28 Μαρτίου, στην Γκάνα, δήλωσε πως υποστηρίζει «πολύ έντονα» τα δικαιώματα των ΛΑΟΤΚΙ ατόμων και θα υποστηρίξει «την ελευθερία και τον αγώνα για την ισότητα όλων των ανθρώπων».
Ποιος έχει μυήσει τους Αφρικανούς στην ομοφοβία;
Η Αφρική λόγω της αποικιοκρατίας έχει βαθιές συνδέσεις με τον ευαγγελικό Χριστιανισμό, ένα θρησκευτικό κίνημα που έχει τις ρίζες του στους Προτεστάντες των ΗΠΑ και επεκτάθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Όταν ο σοδομισμός χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει και να καταδικάσει την ομοφυλοφιλία, η ευρωπαϊκή αποικιοκρατία χρησιμοποίησε την εκκλησία για να επιβάλει την θανατική ποινή στους ανθρώπους που σήμερα λέμε ότι ανήκουν στην LGBTQ κοινότητα.
Η ρητορική βασίζεται στην διαμόρφωση ενός προτύπου για τον «άσωτο υιό», όπως αυτός περιγράφεται στην Βίβλο, σύμφωνα με την οποία οι ομοφυλόφιλοι γίνονται αποδεκτοί μόνο αν απαρνηθούν την σεξουαλικότητά τους.
Πριν οι Ευρωπαίοι φτάσουν στην Αφρική και χτίσουν την βρετανική τους κυριαρχία, η στάση απέναντι στον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα του φύλου ήταν πιο «χαλαρή». Απόδειξη γι’ αυτό είναι τα διάφορα ευρήματα από αρχαιολογικές ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί αλλά και η προσεκτική ανάγνωση της ιστορίας. Στην Αίγυπτο έχουν ανακαλυφθεί σώματα ανδρών που αγκαλιάζονται ως εραστές και χρονολογούνται στο 2400 π.Χ., ενώ και άλλοι πολιτισμοί εκείνης της εποχής τιμούσαν το «τρίτο φύλο» μέσα από θεότητες που απεικόνιζαν και τα δύο φύλα, όπως η θεά της μητρότητας Mut και η Sekhmet, θεά του πολέμου –και οι δύο έχουν εμφανιστεί σε έργα τέχνης με πέος σε στύση.
Τον 16ο αιώνα, ο λαός της Imbangala της Αγκόλας είχε «άνδρες ντυμένους με γυναικεία ρούχα», οι οποίοι πολύ συχνά αποτελούσαν το «τρίτο μέλος» μιας σχέσης. Οι φυλές Igbo και Yoruba, που βρίσκονται τώρα κυρίως στην σημερινή Νιγηρία, δεν είχαν ένα δυαδικό σύστημα φύλων και συνήθως δεν απέδιδαν ταυτότητα φύλου στους ανθρώπους κατά την γέννησή τους, αλλά αργότερα στην ζωή τους. Ομοίως, οι άνθρωποι των Dagaaba στην Γκάνα, απέδιδαν το φύλο με βάση «την ενέργεια» του ατόμου και όχι την ανατομία του. Στο βόρειο Σουδάν, οι κόρες στα βασιλικά παλάτια είχαν γυναίκες σκλάβες για να κάνουν σεξ.
Για αιώνες, σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο υπήρχε μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση στις σεξουαλικές και έμφυλες ταυτότητες. Πολλές αφρικανικές χώρες δεν έβλεπαν το φύλο του ατόμου με τον τρόπο που το αντιμετώπιζαν οι Ευρωπαίοι αποικιοκράτες τους, ούτε συσχέτιζαν την ανατομία με την ταυτότητα φύλου. Σε καμία αφρικανική χώρα πριν από την αποικιοκρατία δεν βλέπουμε διώξεις ατόμων λόγω της σεξουαλικότητάς τους, ούτε νόμους κατά αυτών.
Ο ιστορικός Marc Epprecht εξετάζοντας την ανθρωπολογία στην υποσαχάρια Αφρική τον 16ο αιώνα, διαπίστωσε ότι υπήρχαν ομοφυλοφιλικές σχέσεις πριν την επέμβαση των ευρωπαίων -δεν ήταν μία «εισαγόμενη» τάση δηλαδή- καθώς και, σκοπίμως, παραβιάζονταν διάφορα δυτικά ταμπού κατά του πρωκτικού σεξ μεταξύ ανδρών ως μέρος τελετουργιών. Τέτοιες καταγραφές είχαν γίνει και από τον Βρετανό περιηγητή Andrew Battell, ο οποίος είχε αναδείξει και τις σεξουαλικές προτιμήσεις του λαού της Imbangala στην Ανγκόλα.
Ωστόσο, οι ανθρωπολόγοι του 19ου αιώνα σπάνια κατέγραφαν, σκοπίμως, τον τρόπο με τον οποίοι οι λαοί της Αφρικής αντιμετώπιζαν τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα του φύλου. Οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί εκείνης της εποχής θεωρούσαν γενικά την ομοφυλοφιλία «αφύσικη» και ικανή «να ανθίσει σε παρακμιακούς πολιτισμούς». Στους μαύρους Αφρικανούς είδαν μία πρωτόγονη αρρενωπότητα η οποία φυσικά θα εξυπηρετούσε πλήρως την δουλεία, ενώ ορμώμενοι από την πατριαρχική απόδοση θρησκευτικών πεποιθήσεων θεωρούσαν πως η διαθεσιμότητα των γυναικών της Αφρικής ήταν δεδομένη, άρα, δεν υπήρχε ανάγκη οι άνδρες να κάνουν σεξ μεταξύ τους.
Τότε, οι Δυτικοί απέδωσαν την «διαφθορά» της σεξουαλικότητας ως ερέθισμα που ήρθε στην Αφρική από τους Άραβες μέσω των μουσουλμάνων, κάτι πολύ «βολικό» για το ποιος τελικά θα επικρατούσε στην μεγάλη ήπειρο. Η μάχη των θρησκειών, η δουλεία, η αποικιοκρατία γενικότερα, έφερε στην Αφρική την ομοφοβία και έριξε στην πυρά τους ανθρώπους που αντιμετώπιζαν την σεξουαλικότητά τους μέσα από άλλο πρίσμα και που, μέχρι πρότινος, ένιωθαν ασφαλείς στις κοινότητές τους.
Η εξάπλωση των φονταμενταλιστικών χριστιανικών αντιλήψεων από τους Βρετανούς σήμαινε ότι μεγάλο μέρος της Αφρικής έχασε την προηγούμενη πολιτιστική του στάση απέναντι στον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ταυτότητα φύλου και αναγκάστηκε να υιοθετήσει νέες αξίες από τους Βρετανούς αποικιοκράτες τον 19ο και 20ό αιώνα. Η ομοφοβία επιβλήθηκε νομικά από τους αποικιοκράτες διοικητές και τους χριστιανούς ιεραποστόλους. Το 1910, οι χριστιανοί αποτελούσαν περίπου το 9% του πληθυσμού της υποσαχάριας Αφρικής -μέχρι το 2010, το ποσοστό αυτό είχε εκτοξευθεί στο 63%. Οι νόμοι κατά των ΛΟΑΤΚΙ δεν γράφτηκαν μόνο στα συντάγματα των χωρών, αλλά εντυπώθηκαν και στο μυαλό πολλών Αφρικανών, και μετά το πέρασμα αρκετών γενεών, αυτό έγινε δόγμα.
Σύμφωνα με τον Epprecht, κατά την δεκαετία του 1970, πολλοί Ευρωπαίοι και Αμερικανοί ανθρωπολόγοι άρχισαν επιτέλους να αναγνωρίζουν την ποικιλία των σεξουαλικών σχέσεων στην υποσαχάρια Αφρική, κάτι καθόλου τυχαίο, αφού αυτό συνέβη σε μια περίοδο αποαποικιοποίησης της ηπείρου και του σχετικού αυξανόμενου «ανοίγματος» στη Δύση.
Δυστυχώς, η αφρικανική ομοφοβία είναι ένα μείγμα αντι-νεοαποικιοκρατίας, πολιτικής και θρησκείας, που επιδεινώνεται από την κρίση του AIDS. Αυτή έχει οδηγήσει τους Αφρικανούς να συνδέουν τον ιό HIV και το θάνατο ως συνέπεια του να είσαι ομοφυλόφιλος, παρόμοια με την αμερικανική στάση απέναντι στο AIDS κατά τη διάρκεια της κρίσης του στις ΗΠΑ την δεκαετία του 1980.
Έτσι, ενώ πολλές από τις χώρες είναι πλέον (θεωρητικά) ανεξάρτητες, εξακολουθούν να ποινικοποιούν την ομοφυλοφιλία και έχουν συντηρήσει ομοφοβικούς νόμους από την εποχή της αποικιοκρατίας. Πολλοί Αφρικανοί πιστεύουν πλέον ότι η αντι-ομοφυλοφιλική στάση είναι μέρος του πολιτισμού τους και η συσχέτιση της ομοφυλοφιλίας ως κάτι «δυτικό» βρίσκει ανταπόκριση σε όλη την πρώην Κοινοπολιτεία και ιδιαίτερα στα κράτη της Αφρικής και της Καραϊβικής. Η Ευρώπη και η Αμερική μέσω μιας διαχρονικής πλύσης εγκεφάλου, αλλοίωσης πολιτισμού και προπαγάνδας, κατάφερε να «μπολιάσει» την ομοφοβία στις χώρες της Αφρικής και τώρα που η αποικιοκρατία μοιάζει με παρελθόν, το στίγμα της παραμένει έντονο στους λαούς της, αλλά με έναν άλλο τρόπο.
➪Με πληροφορίες από: New York Times, Al Jazeera, Foreign Policy, Wikipedia, Healty Policy News, Amnesty International, Stonewall, JStor Daily