Απραξία, ραστώνη, οκνηρία, νωθρότητα. Γιατί θεωρείται τόσο αρνητική έννοια αυτή της τεμπελιάς από τον δυτικό πολιτισμό; Μήπως ήρθε η ώρα να αναθεωρήσουμε;

H τεμπελιά δεν είναι απλά μια ακόμη «ανθρώπινη κατάσταση». Είναι μια τέχνη χαμένη -και εξίσου πολύτιμη. Γιατί είναι πια τόσο κακή η νωθρότητα και η απροθυμία; H τεμπελιά, κοινώς; Σε όλες αυτές τις λεκτικές εκδοχές, η αδράνεια είναι κάτι που οι υπεύθυνοι ενήλικες πρέπει να αποφεύγουν επιμελώς.

Οι προτροπές προς την εργασία ως το… μονοπάτι προς την αλήθεια, το νόημα, την αρετή και τη σωτηρία υποδηλώνουν ότι η σύγχρονη αποτίμηση της εργασίας είναι -αν και όχι καθολική- κάτι περισσότερο από την κληρονομιά μιας και μόνο πολιτισμικής παράδοσης. Στο επικό ποίημα «Έργα και Ημέρες» του ποιητή Ησίοδου, που γράφτηκε τον 8ο αιώνα π.Χ., μαθαίνουμε ότι «Όταν εργάζεσαι, θα αγαπηθείς πολύ περισσότερο από τους θεούς». Η εργασία ήταν επίσης ο δρόμος για τους αναζητητές της διαφώτισης στην Ιαπωνία του 1300. Όπως εξηγούσε ο μοναχός και ποιητής Kenkō, «είναι κακό πράγμα να αφήνεις μέχρι και το μικρότερο κομμάτι γης να μένει αδρανές».

Βέβαια, όπως γράφει η ιστορικός Andrea Komlosy, «η εργασία αποδεικνύεται ότι είναι ένας μεγάλος γλωσσικός χαμαιλέοντας: ο καθένας έχει τους δικούς του, διαφοροποιημένους ορισμούς, οι οποίοι και οι ίδιοι βρίσκονται σε συνεχή μεταβολή». Ο ορισμός της εργασίας  κυμαίνεται από τις δραστηριότητες επιβίωσης έως την πολιτιστική έκφραση και την εξασφάλιση πολυτέλειας και κύρους, από τη διαβίωση έως την ανταλλαγή στην αγορά και την άσκηση εξουσίας. Ένας ευρύς όρος, λοιπόν, που μας φέρνει πέρα από τη μισθωτή και βιομηχανοποιημένη εργασία.

Τούτων λεχθέντων, οι κοινωνιολόγοι και οι απανταχού ιστορικοί έχουν πλέον καταλήξει σχεδόν ομόφωνα ότι η τεμπελιά δεν είναι απλώς μια ψυχολογική αναγκαιότητα, απαραίτητη για την οικοδόμηση ενός ολοκληρωμένου ανθρώπου, αλλά αποτελεί, επίσης, ένα είδος πολιτικού χώρου, ενός χώρου τόσο απαραίτητου για τη λειτουργία μιας πραγματικής δημοκρατίας. Η τεμπελιά και η αδράνεια παρέχει στους ανθρώπους την ευκαιρία να προβληματιστούν σχετικά με τις αξίες τους, τις πεποιθήσεις τους, μέχρι και τις δεσμεύσεις τους απέναντι σε άλλους.

Αν το καλοσκεφτούμε, η αδράνεια και η τεμπελιά από μόνη της είναι ένας ζωοποιός παράγοντας δράσης και προόδου. Από το αδρανές έδαφος της φαντασίας μας, ξεπηδάνε συχνά οι πιο δημουργικές σκέψεις. Αντιθέτως, η συνεχής απασχόληση, είτε πρόκειται για μισθωτή εργασία είτε για εμπορευματοποιημένες μορφές αναψυχής, δεν αφήνει χώρο για να διαμορφώσουμε τις δικές μας αξίες, απόψεις και ηθικές κρίσεις και έτσι μας αφήνει ανεπαρκώς εξοπλισμένους να συμβάλουμε όσο μπορούμε καλύτερα σε μια ατομική, κοινωνική και πολιτική ζωή.

Η περίπτωση της Εμμα Γκόλντμαν

Λόγια σοφίας μας έρχονται από τα έργα της αναρχικής Έμμα Γκόλντμαν. Η Γκόλντμαν γεννήθηκε στη Λιθουανία το 1869, που τότε ανήκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία, κατέφυγε στις ΗΠΑ για να γλιτώσει από τα πογκρόμ κατά των Εβραίων της δεκαετίας του 1880 που ακολούθησαν τη δολοφονία του Τσάρου. Έγινε εργάτρια σε ένα εργοστάσιο ενδυμάτων στη Νέα Υόρκη και, αμέσως μετά, οργανώτρια εργατικών συνεταιρισμών. Για την Γκόλντμαν, ο αναρχισμός συνδύαζε μια σφοδρή πίστη στην αξία του ατόμου, ενώ ο δρόμος προς την αρμονία, εξηγούσε στα γραπτά της, ήταν η κατάργηση της θρησκείας, της ιδιοκτησίας και της κυβέρνησης: δηλαδή, ένα τρίο προβληματικών δυνάμεων που κυριαρχεί στο μυαλό, το σώμα και το πνεύμα.

τέχνη
A lion and a lioness sleeping in the Serengeti

Ερχόμενοι στο σήμερα, πρέπει να αναρωτηθούμε: ποιοι κοινωνικοί κανόνες και νόρμες έχουν νόημα και αξία και ποιοι διαιωνίζουν την ανισότητα; Είναι η διαρκής εργασία ένας από αυτούς; Σε ποιο σημείο αντικαθιστούμε τον σεβασμό στην όποια εξουσία με τη δική μας αυτόνομη σκέψη – και, αντίστοιχα, τι μπορεί να προκύψει αν επιλέξουμε το δικό μας ξεχωριστό μονοπάτι;

Ο πολιτικός επιστήμονας Τζέιμς Σκοτ προτρέπει σε μια καθημερινή εξάσκηση «αναρχικής γυμναστικής», μια μορφή επαναστατικής δράσης μικρής κλίμακας που στρέφεται κατά της εξουσίας- οραματίζεται μικρές πράξεις παράβασης του νόμου, σε περιπτώσεις όπου αυτό δεν θα έθετε σε κίνδυνο τους άλλους ή δεν θα υπονόμευε την κοινωνική ευημερία. Κατά τον διανοητή, μια μικρή παράβαση του νόμου είναι απαραίτητη για να σπάσει ο ασφυκτικός κλοιός της άδικης πολιτικής και κοινωνικής εξουσίας. Και η τεμπελιά είναι μια από αυτές τις μικρές παραβάσεις που πρέπει να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να πράττει.

Η πολύτιμη και χαμένη τέχνη της τεμπελιάς

Στους ορισμούς και τις συζητήσεις μας, τείνουμε να θεωρούμε την εργασία και την απουσία εργασίας, ή την αδράνεια, με αμιγώς ανθρώπινους όρους. Λες και η τεμπελιά είναι μια, σχεδόν αποκλειστική, ανθρώπινη κατάσταση που δεν συμβαίνει αλλού. Όμως τα περισσότερα από τα υπόλοιπα έμβια ζώα διάγουν ζωές ατέρμονης τεμπελιάς και ραστώνης.

Κατά τον Αλμπέρ Καμύ, η αδράνεια ήταν μια πράξη υπαρξιστική: Αφήνοντας τον εαυτό μας να τεμπελιάζει, τον γνωρίζουμε καλύτερα. Και ίσως αυτή είναι η ουσία της ανάγκης για τεμπελιά και αδράνεια: η ευκαιρία να σκεφτούμε, να αναρωτηθούμε και να φανταστούμε – ο χώρος για να αυξήσουμε την αυτοπεποίθησή μας και να προ(σ)καλέσουμε την αμφιβολία.

Ναι, ασφαλώς και η εργασία μπορεί να μας δώσει νόημα, αξιοπρέπεια, ανεξαρτησία, σύνδεση.  Μπορούμε να φροντίσουμε τους άλλους μέσω της εργασίας μας- μπορούμε μέχρι και να βρούμε τη θέση μας στον κόσμο. Η εργασία  είναι απολύτως αναγκαία -για εμάς και από εμάς.

Ωστόσο, η εργασία και η απραξία ή η δράση και η τεμπελιά δεν είναι τόσο διαφορετικές όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Είμαστε αρκετά έξυπνοι στο να αναγνωρίζουμε την «πολιτική της εργασίας». Η διερεύνηση της απραξίας πρέπει ομοίως να θεωρηθεί ως ένα σοβαρό πολιτικό εγχείρημα, ενσωματωμένο στη μελέτη περί εργασίας. Πρέπει να σκεφτούμε τόσο ποια είδη εργασίας όσο και ποια είδη «αναστολών της εργασίας» χρειάζονται για να προχωρήσουμε μπροστά ως κοινωνίες.

Πώς οι δυτικές κοινωνίες θα δώσουν στους πολίτες τους τον απαιτούμενο εκείνο χώρο και χρόνο προκειμένου να «αναπνεύσουν» σε ψυχοσωματικοπνευματικό (πολυ)επίπεδο.

Για να το πω όπως πραγματικά το σκέφτομαι: όταν η ανθρώπινη παραγωγικότητα και η ανθρώπινη εργασία είναι πολύ συχνά η αιτία τόσων ζημιών, γιατί παρουσιάζεται τόσο συχνά ως λύση για τη διάσωση του πλανήτη; Και γίνεται να υπάρξουν στο κοντινό μέλλον κάποιες πιο βιώσιμες μορφές εργασίας που να ενσωματώνουν μέσα τους – κανονικά και δίχως ενοχές και κοινωνικές τύψεις – το στοιχείο της τεμπελιάς;

Και, εντέλει, αν δεν πιστεύετε εμένα, θυμηθείτε την επιγραφή στην είσοδο του ναζιστικού στρατοπέδου συγκέντρωσης του Άουσβιτς: «Η εργασία απελευθερώνει». Οι Ναζί είχαν καταλάβει κάτι εντελώς λάθος.