Επιτρέψτε μου να το πω. Είναι εντάξει να κατηγοριοποιούμε τους ανθρώπους. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, είναι απαραίτητο ώστε να μπορέσουμε να προσανατολιζόμαστε. Για παράδειγμα, αν ένα άτομο μάς φαίνεται ύποπτο, εμπιστευόμαστε το ένστικτό μας και κρατάμε αποστάσεις. Η ουσία της λεγόμενης «διαίσθησης» είναι ότι καθοδηγούμαστε πάντα από τις ασυνείδητες γνωστικές στρεβλώσεις της αντίληψής μας, πιο γνωστές ως ασυνείδητες προκαταλήψεις. Αξιολογούμε καταστάσεις και ανθρώπους μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, με βάση όσα έχουμε βιώσει και μάθει.
Για παράδειγμα, αν δούμε ένα άτομο σε αναπηρικό καροτσάκι, σχεδόν αυτόματα σκεφτόμαστε να βοηθήσουμε καθώς τις πλείστες φορές συνδέουμε αυτές τις ομάδες ανθρώπων με την αδυναμία. Χωρίς να μπορούμε να το επηρεάσουμε, αυτού του είδους οι συσχετισμοί επηρεάζουν τα συναισθήματά μας, τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν τις αποφάσεις μας. Το μεγαλύτερο μέρος αυτής της διαδικασίας συμβαίνει υποσυνείδητα – και λαμβάνει χώρα σε κάθε εγκέφαλο. Ο ψυχολόγος, Daniel Kahneman έγραψε για τον ασυνείδητο σχηματισμό αυτών των προκαταλήψεων: «Η νοητική εργασία που παράγει εντυπώσεις, διαισθήσεις και πολλές αποφάσεις λαμβάνει χώρα σιωπηλά στο πνεύμα μας». Ονομάζει αυτά τα συστηματικά σφάλματα ως προκαταλήψεις, οι οποίες σε ορισμένες περιστάσεις προκύπτουν με έναν προβλέψιμο τρόπο.
Εφόσον λοιπόν γνωρίζουμε ότι ενδέχεται να παραπλανηθούμε από τις προκαταλήψεις μας, μήπως αυτό σημαίνει ότι πρέπει να σταματήσουμε να «ακούμε» το ένστικτό μας; Μήπως θα έπρεπε να πάψουμε να καμαρώνουμε για την «υγιή κοινή λογική» μας που βασίζεται στις σπουδές, τη δουλειά, αυτό που αποκαλούμε κοινωνική μόρφωση και τις εμπειρίες μας γενικότερα στη ζωή; Και πώς μπορεί κανείς να καταλάβει αν η διαίσθησή του είναι σωστή;
Πιστεύω ότι δεν μπορούμε ποτέ να ξέρουμε με σιγουριά. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε, ωστόσο, είναι να αναπτύξουμε την ευαισθητοποίησή μας. Φανταστείτε το μυαλό σας σαν ένα συρτάρι – να είστε συνειδητοποιημένοι σχετικά με αυτά που τοποθετείτε σε αυτό το συρτάρι και φροντίστε να αφήνετε πάντα λίγο χώρο σε αυτό. Σκεφτείτε για παράδειγμα πώς μπορεί να σας βλέπει εσάς μια οικονομική μετανάστρια από τη Νιγηρία. Θα έχει μπροστά της μια ομοιογενή ομάδα όπου εύκολα μπορεί να κάνει τσουβαλιάσματα. Προνομιούχοι λευκοί άνθρωποι. Δηλαδή θα «διαβάσει» τους ανθρώπους ως προνομιούχους και λευκούς. Αλλά τι ακριβώς σημαίνει «διαβάζω»;
Όταν αντικρίζουμε έναν άνθρωπο, του αποδίδουμε αυτόματα μια κατηγορία. Αν αντίστοιχα οι Έλληνες δουν για πρώτη φορά την ίδια οικονομική μετανάστρια να κάθεται απέναντί τους στο μετρό, πιθανότατα να «διαβάσουν» μια ετεροφυλόφιλη, μαύρη, cis-gender γυναίκα. Γιατί; Ετεροφυλόφιλη, επειδή αυτός είναι ο κανόνας, μαύρη λόγω του μαύρου χρώματος του δέρματός της, cis-gender γυναίκα (το φύλο που μου αποδίδεται μετά τη γέννησή μου είναι το φύλο με το οποίο ταυτίζομαι), επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν στα δυαδικά φύλα και θα δουν σε αυτήν μια γυναίκα. Κάποιες από αυτές τις εικασίες θα μπορούσαν να είναι ορθές, αλλά κάποιες όχι. Ωστόσο, ανάλογα με το ποια είναι, οι άνθρωποι δημιουργούν άλλους συνειρμούς για το άτομο που βλέπουν με βάση τα χαρακτηριστικά της: ξένη, φτωχή, φυγάς, δεν καταλαβαίνει ελληνικά, κοινωνικά αδύναμη.
Ανάλογα με την εμφάνιση ή την ομιλία και την προφορά ενός ατόμου, συνδέουμε ορισμένα χαρακτηριστικά μαζί του. Αυτά μπορεί να είναι θετικά ή αρνητικά που επηρεάζονται από την ταυτότητα, δηλαδή την ηλικία, την εθνική καταγωγή, την εθνικότητα, την αναπηρία, το φύλο, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή την κοινωνική τάξη. Όπως δείχνει αυτή η (ελλιπής) καταγραφή, υπάρχουν πολλές διαφορετικές διαστάσεις που συνθέτουν κάθε άτομο. Έτσι, η μαύρη μετανάστρια που μπορεί να δούμε στο μετρό, δεν είναι μόνο αυτό που βλέπουν οι άνθρωποι με την πρώτη ματιά, αλλά επίσης μητέρα, σύζυγος, φοιτήτρια, επιχειρηματίας, φυσιολάτρης, ποδοσφαιρίστρια, παθιασμένη ερασιτέχνης μαγείρισσα, με δυσανεξία στη λακτόζη, αντιρατσίστρια και τόσα άλλα. Για να μάθουμε αυτά τα πράγματα για εκείνη, δεν αρκεί να την κοιτάξουμε ή να την ακούσουμε να μιλά για λίγο.
Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε όταν συναντάμε αγνώστους ή υποτιθέμενες «ομοιογενείς ομάδες»; Η πρότασή μου θα ήταν να εισπνεύσουμε, να εκπνεύσουμε και να αποδεχτούμε ότι σκεφτόμαστε με τον τρόπο που σκεφτόμαστε – κάνοντας κατηγοριοποιήσεις. Ως επόμενο βήμα μπορούμε να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε τι πιστεύουμε και γιατί. Γιατί δεν μας αρέσει κάποιος; Γιατί πιστεύουμε ότι αυτό το άτομο είναι αδύναμο, δυνατό, πλούσιο, φτωχό, επικίνδυνο ή ακίνδυνο; Αν τυχόν σκεφτούμε ότι ίσως δεν έχουμε δίκιο, μπορούμε απλώς να κάνουμε μια συζήτηση με το άτομο που βρίσκεται απέναντί μας. Τόσο παράλογο θα ήταν αυτό;
Προσωπικά, προσπαθώ πάντα να προσεγγίζω μια καινούργια γνωριμία με την σωκρατική αρχή: «Το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν ξέρω τίποτα», προσπαθώντας να «διαβάσω» όλο προσεκτικά τις διαφορετικές πτυχές του κάθε ατόμου. Θυμάμαι όταν η μητέρα μου διατηρούσε ένα κατάστημα σε ένα εμπορικό κέντρο στην Λευκωσία, την θυμάμαι πάντα να μιλά με τους ανθρώπους που περνούσαν από το μαγαζί για να ζητήσουν μια «μικρή βοήθεια». Συγκεκριμένα με έναν μεσήλικα άνδρα που περνούσε τουλάχιστον 2-3 φορές την εβδομάδα και ζητούσε πάντα «ένα άδειο φακελάκι» (στο κατάστημα πωλούσε ευχετήριες κάρτες), θυμάμαι συζητούν πάντα για ώρα. Όταν την ρωτούσα, «καλά, τι συζητάτε τόσες ώρες;», μου απαντούσε, «όλοι έχουν μια ενδιαφέρουσα ιστορία να μοιραστούν αν είσαι ανοιχτός να ακούσεις».
Και είναι αλήθεια. Οι άνθρωποι δεν είναι προϊόντα που «κόπηκαν» κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση από μια γραμμή παραγωγής σε κάποιο εργοστάσιο της Φορντ. Οι άνθρωποι είναι ξεχωριστοί και ο καθένας φέρει τη δική του προσωπική ιστορία και όλες εκείνες τις ιδιαιτερότητες που τον συνθέτουν. Αν δώσουμε χώρο ή είμαστε ανοιχτοί να γνωρίσουμε τους άλλους, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα συμβαίνει κάτι υπέροχο. Παρά τις πολυάριθμες διαφορές μας, οι ομοιότητες σταδιακά γίνονται ορατές.
Ένας ανύπαντρος πατέρας, ένας άλλος με μια μη ορατή αναπηρία, μια τρανς γυναίκα από τη Νιγηρία, μια Κύπρια μετανάστρια στην Ελλάδα (που όλως παραδόξως δεν είναι πλούσια), μια Εβραία που υποστηρίζει την αυτοδιάθεση του Παλαιστινιακού λαού. Ξαφνικά ο κόσμος που είναι γεμάτος με τόσους διαφορετικούς ανθρώπους δεν είναι πλέον παράξενος ή τρομακτικός, μεταβάλλεται σε ένα πεδίο όπου μπορούμε να ανακαλύψουμε πολλές ομοιότητες και τελικά να αισθανθούμε ότι ανήκουμε σε αυτόν τον κόσμο και ότι καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον. Αυτή είναι ίσως και η έννοια της αλληλεγγύης στην πράξη.
Αν δεν είναι τόσο εύκολο για εμάς να γνωρίσουμε καινούργιους ανθρώπους, υπάρχουν άλλες δυνατότητες να αποκτήσουμε εικόνα της πραγματικότητας της ζωής διαφορετικών ανθρώπων και έτσι να αποβάλλουμε σταδιακά τις προκαταλήψεις μας. Μπορούμε να ταξιδέψουμε αν έχουμε τη δυνατότητα, κι αν δεν την έχουμε να διαβάσουμε βιβλία ή καταχωρήσεις σε blogs, να παρακολουθήσουμε ντοκιμαντέρ και ταινίες ή να ακολουθήσουμε διάφορους λογαριασμούς στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μπορούμε επίσης να επισκεφθούμε το 25ο Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Αθήνας που θα πραγματοποιηθεί σε λίγες μέρες στο Πάρκο Γουδί, να μιλήσουμε με άλλους ανθρώπους, να χορέψουμε μαζί τους και να δοκιμάσουμε τα φαγητά τους. Με αυτόν τον τρόπο μαθαίνουμε επίσης συμβολισμούς, έννοιες και αυτοπροσδιορισμούς που μας βοηθούν να βρούμε μια κοινή γλώσσα. Και τότε, ίσως την επόμενη φορά που θα γνωρίσουμε έναν καινούργιο άνθρωπο, ο φόβος μας για το «καινούργιο» και οι αναστολές μας ίσως να είναι λιγότερες.
✥ Δείτε επίσης: Γιατί δεν πρέπει να φοβάστε τις συζητήσεις με αγνώστους