Κάποτε η φιλία είχε φωνή κι η παρέα δύναμη. Μύριζαν καπνό από τσιγάρα που έσβηναν πάνω σε τραπέζια, γέλια που σβήνανε στην αυγή, φράσεις που ειπώθηκαν με τα μάτια. Τώρα πολλές φορές έχει κουδούνισμα κι οι λέξεις μετατρέπονται σε αντιδράσεις: καρδιές, δάκρυα, φατσούλες που γελούν πίσω από την ασφάλεια της οθόνης κι όμως, δεν είναι πια το ίδιο.  

Ο άνθρωπος που έζησε τη μετάβαση ξέρει. Έζησε τις εποχές των ολονύκτιων συζητήσεων στα παγκάκια, τις σιωπές που δεν έμοιαζαν αμήχανες, τις παρουσίες που δεν χρειάζονταν ειδοποιήσεις κι ύστερα ήρθε η τεχνολογία. Φιλική, άμεση, διαθέσιμη. Ένα μέσο που στην αρχή έμοιαζε με γέφυρα, μα όσο περνούσαν τα χρόνια γινόταν η ίδια η συνάντηση. 

Ομαδικές συνομιλίες. Τρία, τέσσερα, πέντε άτομα, μερικές φορές και είκοσι. Μια παρέα σε εικονικές φυσαλίδες. Κάθε τόσο ένα μήνυμα, ίσως μια φωτογραφία, μια ευχή, ένα νέο, ένα link. Η αίσθηση μιας κάποιας συνέχειας. Ότι είμαστε ακόμα εδώ, πως κάπως κρατιόμαστε. 

Κι είναι αλήθεια: ο κόσμος τρέχει. Μεγάλωσαν όλοι. Άλλος άλλαξε πόλη, άλλος χώρα, άλλος απέκτησε οικογένεια, άλλος άλλαξε δουλειά, άλλος απλώς κουράστηκε. Οι αυθόρμητες συναντήσεις του χθες έγιναν συντονισμένα μηνύματα:
«Παιδιά, μήπως σας βολεύει μέσα με τέλη Σεπτέμβρη;» – «Τι λέτε για αρχές του ’26;» 

Μια παρέα, λοιπόν, που κάποτε λειτουργούσε από μόνη της, τώρα χρειάζεται οργάνωση, υπομονή, logistics. Δεν είναι κακό. Είναι απλώς η πραγματικότητα. Μα μέσα σε αυτήν τη μετάβαση, η εγγύτητα έγινε ψηφιακή. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζει κανείς. 

Μιλά με τους φίλους του κάθε μέρα. Όχι πάντα με λέξεις. Κάποιες φορές με ένα emoji. Κάποιες άλλες με ένα «χαχα» κάτω από ένα meme. Η επαφή διατηρείται. Όμως κάτι λείπει. Το αδιόρατο βάθος μιας στιγμής. Το βλέμμα που λέει «σε καταλαβαίνω». Η σιωπή που μοιράζεται και δεν παγώνει. 

Η αλήθεια είναι πως το group chat δεν είναι παρέα. Είναι ο ίσκιος της και όσο κι αν προσφέρει παρηγοριά, φέρνει και την απουσία στο φως. Το συνειδητοποιεί κανείς όταν βλέπει φωτογραφίες παιδιών που δεν γνώρισε ακόμη. Όταν μαθαίνει για δουλειές, αρραβώνες, χωρισμούς μέσα από οθόνες. Όταν λέει «μπράβο», αλλά δεν αγγίζει τον ώμο. 

Δεν φταίει το μέσο. Ούτε το WhatsApp, ούτε το Messenger, ούτε οι εφαρμογές. Το ζήτημα είναι πως συνηθίστηκε η απομάκρυνση. Πώς οι σχέσεις έγιναν διαχειρίσιμες, πιο ασφαλείς ίσως, μα και πιο άχρωμες. 

Δε φταίει κανείς συγκεκριμένα. Είναι η εποχή, είναι η κούραση, είναι κι εκείνο το βάρος που νιώθει κανείς όταν πρέπει να ανταποκριθεί σε είκοσι μηνύματα, τη στιγμή που δεν μπορεί ούτε στον εαυτό του να απαντήσει. 

Για άλλους το chat είναι ημερολόγιο. Για άλλους, θεραπευτήριο. Άλλοι μιλούν μόνο με εικόνες και βιντεάκια, άλλοι δεν μιλούν καθόλου, αλλά πατούν «μου αρέσει» σε κάτι τυχαίο, μήνες μετά. Και μέσα σε όλα αυτά, αναρωτιέται κανείς:
 

Μπορεί μια ομαδική συνομιλία να καλύψει τις συναισθηματικές ανάγκες όλων; 

Πιθανότατα όχι κι όμως συνεχίζει να είναι το σημείο αναφοράς. Το ψηφιακό σαλόνι όπου όλοι περνούν για λίγο. Αλλά δεν κάθονται ποτέ πραγματικά κι έπειτα υπάρχουν και τα πράγματα που δεν λέγονται εκεί μέσα. Ένα πένθος. Μια απόλυση. Ένας χωρισμός. Πώς χωρά μια πληγή σε μια γραμμή κειμένου; Πώς απαντάς με ένα emoji στην απώλεια; 

Κι όμως μέσα σε αυτή τη συνθήκη υπάρχει και η ευκαιρία για επιστροφή. Όχι ρετρό. Όχι τεχνοφοβική. Αλλά ανθρώπινη. Μια υπενθύμιση πως η φιλία, για να αντέξει θέλει παρουσία. Όχι τέλεια, όχι συχνή, αλλά αληθινή. 

Να σηκώσει κανείς το τηλέφωνο. Όχι για να στείλει μήνυμα, αλλά για να μιλήσει. Να οργανώσει μια συνάντηση. Όχι για να βγει φωτογραφία, αλλά για να μοιραστεί έναν καφέ, έναν περίπατο, μια ανάμνηση που δεν θα αποθηκευτεί στο cloud. 

Η φιλία, όπως κάθε ζωντανό πράγμα χρειάζεται χώρο και φως και καμιά φορά, δεν αρκεί το πράσινο φωτάκι του «συνδεδεμένος», χρειάζεται να είσαι εκεί με σώμα και ψυχή. 

*Mε στοιχεία από το TIME.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.