Αντιδημοφιλής άποψη alert: δεν υπάρχει μόνο «αντρικό βλέμμα». Υπάρχει και «γυναικείο βλέμμα». Είναι λογικό, εφόσον η κοινωνία μας και η ψυχοσύνθεσή μας ερείζονται σε μεγάλο βαθμό στο σεξ, στον έρωτα, στην φυσική έσω διεργασία της ανάγκης μας για αναπαραγωγή, για εξέλιξη.
Το «γυναικείο βλέμμα» κατέστησε σέξυ τα λαϊκά αγόρια με τις καδένες και τα καρό πουκάμισα και το δασύτριχο στήθος και το βλέμμα το μισόκλειστο. Έτσι ήταν οι εργάτες στην ύπαιθρο, οι γυναίκες δεν υπήρξαν αυτές οι καταπιεσμένες θηλυκότητες που θέλουν ορισμένες ατζέντες να παρουσιάζουν, όλες και όλοι ξέρουμε ιστορίες από τους παππούδες μας, πώς μια Χάιδω ερωτεύτηκε έναν Παναή λουσμένο στο φως από το λιοπύρι, ιδρωμένο, βαρύ κι ασήκωτο, λόγω κούρασης, όχι λόγω τοξικής αρρενωπότητας. Πώς μια Μαρία έδωσε την καρδιά της και την ζωή της (εθελοντικά) σε έναν Μιχαλιό που ξύπναγε χαράματα κι έστριβε αργά τσιγάρο στην αυλή πριν φύγει για τα κοπάδια του.
Το αντρικό πρότυπο του ερεθισμού και της παραφοράς πήρε πολλές μορφές και διαστάσεις ανά τα χρόνια και ανά τους τόπους, επηρεασμένο σαφέστατα και από την ποπ κουλτούρα. Φιλήδονοι Έλβις, αγριωποί Κοβάλσκηδες, αιώνιοι έφηβοι εραστές αλά Τζέημς Ντην, ομορφάσχημοι Μπελμοντό με βλέμμα που καίει, πλούσιοι γιάπηδες αμερικανόστροφοι, αλήτες Λατίνοι με τζίβες, κιθάρες, χαϊμαλιά, νέρντουλες γλυκούληδες, από όλα έχει ο μπαξές. Στην Ελλάδα, το σινεμά και το πάλκο ανέδειξε αρσενικά πρότυπα τύπου Κούρκουλος, Παπαμιχαήλ, Βόγλης και τύπου Στέλιος, Στράτος, αλλά και Τόλης.
Η μπάλα χάθηκε ανάμεσα 90s και early 00s, για να βρει βηματισιά του ονείρου από το 2010 μέχρι σήμερα σε ένα επανεφυρεθέν λαϊκό-αλήτικο-ρομαντικό-αγνό στο βάθος-επικίνδυνο στην όψη αρσενικό πρότυπο μέσα από τα πρόσωπα και τις φιγούρες των τράπερς. Οι τράπερς πέτυχαν αυτό που δεν κατάφεραν οι ράπερς παρά τις μεγαλόφωνες ονειρώξεις τους στα τραγούδια τους για ουρά από γκόμενες και παρά τις σιγανές υποσχέσεις τους περί ατόφιου ρομαντισμού και παιδικότητας κάτω από τα φαρδιά τους: τους τράπερς τους ερωτεύτηκαν συλλήβδην τα κορίτσια της γενιάς τους. Περισσότερο από τους ίδιους, την ιδέα τους. Την ιδέα τράπερ.
Μην εξεγείρεστε, εξηγούμαι πάραυτα. Δεν μιλώ για τους ήδη ξεπερασμένους τράπερς που υμνούν κωλαράκια που μοιάζουν σαν καρδιά (αν και αυτοί οι ίδιοι επανέρχονται με νέο ρεπερτόριο καλύτερα προσαρμοσμένο στις σημερινές επιταγές περί ισότητας και σεβασμού στον άνθρωπο και τα φύλα). Δεν μιλώ για τυχόν ομοφοβικές, γλειώδεις περσόνες που ακκίζονται σε τηλεοπτικά πλατώ και που σινφάρουν κόκες στα κλαμπ. Μιλώ για τους τράπερς τύπου Sidarta. Τους όμορφους, γλυκούς, τρυφερούς νέους, μεταξύ 20 και 30 μάξιμουμ, που κάνουν την καρδιά τους μια σφιχτή μπάλα στις χούφτες τους και από εκεί στάζουν αίμα και αλήθειες. Το vibe είναι αλήτικο, είναι ερεθιστικό και ξεσηκωτικό, έχει μια βρομιά, μια τάση προς την ηδονή και τη νύχτα και το πρόσκαιρο. Αλλά ο πυρήνας είναι ευαισθησία, σοβαρότητα, πολλές υποσχέσεις, βλέμμα κουταβιού, εξομολόγηση ανάγκης για αγκαλιά.
Το νέο ανδρικό πρότυπο θέλει τους άνδρες συμφιλιωμένους με την θηλυκή τους πλευρά. Όχι δυνάστες, όχι επιβήτορες. Ανθρώπους, καλλιτέχνες, εραστές και φίλους και συντρόφους γυναικών. Απλούς, προσηνείς, με αληθινά προβλήματα και έννοιες. Αυτό το πρότυπο δεν θα μπορούσε να σαρκωθεί καλύτερα από ό, τι στα νέα αγόρια που κάνουν τραπ και ντρέπονται και λίγο που κάνουν τραπ (σας εξηγώ παρακάτω), αλλά γουστάρουν κιόλας και όλο αυτό γίνεται ένα θανατηφόρο μιξ γκριλ για κορίτσια, γυναίκες, θηλυκότητες, αλλά και queer άτομα με έλξη προς τον cis straight σεξουαλικό προσανατολισμό του δυνάμει εραστή τους.
Και πια με την μουσική, το πράγμα έχει ανοίξει. Όλοι ακούμε όλα, ή καλύτερα οι περισσότεροι ακούμε πολλά. Θα ακούσουμε την δική μας αγαπημένη μουσική, αλλά θα επισκεφθούμε και τις δουλειές φίλων μουσικών, θα κλέψει κάτι το αυτί μας από το ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο, από το κομμωτήριο, από το καφέ που θα κάνουμε το ραντεβού μας. Η τραπ κοπανήθηκε αγρίως από εγχώριους διανοούμενους, δήθεν μουσικόφιλους της βαθιάς ποιότητας που θεωρούν ότι οι νέοι οφείλουν να προσέρχονται σε αραχνιασμένα πολιτιστικά κέντρα και να ακούν Μάνο Χατζιδάκι. Η τραπ μπήκε και στο στόχαστρο της πολιτικής ορθότητας-ναι, το βρισίδι, ο μισογυνισμός και η ματσίλα ξεχείλιζαν στα πρώτα δείγματα της εν Ελλάδι εμφάνισής της.
Χωρίς να είμαι μελετήτρια της τραπ, θεωρώ πως το τοπίο έχει αλλάξει. Γιατί μπορεί, όπως λέι ο μέγιστος Τσιώλης δια στόματος Μπακιρτζή, οι άνθρωποι να μην συχγωρούν εκείνους που από έρωτα εκπέσανε, αλλά οι άνθρωποι τραβιούνται σαν τις νυχτοπεταλούδες από το φως, από ανθρώπους που τραγουδούν τον έρωτα, την καψούρα, το πάθος. Τα μόνα θέματα του καλλιτέχνη, αλλά και της ίδιας της ζωής μπορούν να τακτοποιηθούν κάτω από τις κατηγορίες έρωτας και θάνατος. Η τωρινή, φρέσκια, σπαρταριστή τραπ, αυτή που αρχίζει να αφορά και να ξεφεύγει από τα όρια των συνοικιακών μαζώξεων στα πάρκα με το κινητό στο τέρμα, μιλάει για έρωτα με όρους τωρινούς. Τα νέα παιδιά ερωτεύονται όπως περίπου περιγράφουν τα τραπ τραγούδια. Δηλαδή, και τα τραπ τραγούδια περιγράφουν τον έρωτα όπως συμβαίνει σήμερα (”είσαι δεκάρι εσύ μωρό μου/έχεις την προσοχή μου”), αλλά και ο έρωτας συμβαίνει όπως περιγράφεται στα τραπ τραγούδια. Η ζωή μιμείται την τέχνη και το αντίστροφο. Μονίμως, αδιαλείπτως, θεσπέσια.
Κι αυτοί που μιλούν για τον έρωτα, γίνονται λαϊκά είδωλα. Θέλουμε να φοράμε τα ρούχα τους, να οδηγούμε τις μηχανές τους, να τα φτιάξουμε μαζί τους ή με τύπους που τους μοιάζουν, θέλουμε να πάρουμε λίγη από την λάμψη τους που δεν σκάει, στην εποχή μας, γκλιτεράτη και απόκοσμη, άνωθεν και ψηλομύτα, σκάει σαν χτύπημα πόρτας από τον σέξι γείτονα που μας λέει: «Καλημέρα, ελπίζω να μην ενοχλώ. Παίζει λίγο αλεύρι;»
Για να καταλάβετε τι προσπαθώ να πω εδώ πέρα, πρέπει να ακούσετε Sidarta
Όταν πρωτάκουσα Sidarta, προσπάθησα να φύγω από την ηχητική βαβούρα της παραγωγής (έξοχες είναι οι παραγωγές του, εγώ δεν είμαι συνηθισμένη σε αυτόν τον ήχο) και να σταθώ στον στίχο. Σας παραθέτω ατάκτως εριμμένα:
Δεν θέλω άλλα μυστικά να κρατήσω αναμνηστικά/Θα στα πω όλα τώρα σήμερα/Και ας είναι να μην με ξαναδείς
Για ένα βράδυ/Θέλω ένα βράδυ ακόμα μαζί σου/Βρες με κι αφήσου
Baby, εγώ για σένα περνάω θάλασσες/μου’ πες ότι δεν θ’ αλλαζες/αν μ’ αγαπάς να φύγω άσε με
Είσαι ευχή μου που’ χει έρθει/Σαν αστέρι όταν πέφτει
Το σύμπαν του Sidarta είναι διάστικτο από ερωτικές ιστορίες σε ένα μοτίβο που μάλλον αφορά ένα πρόσωπο, με το οποίο μοιράστηκαν μια ιστορία την οποία κατανοούμε σε διάφορες φάσεις. Στην πρώτη γνωριμία, στο μαζί, στο πρόσκαιρο και στο οριστικό χώρια. Ιστορίες που έχουμε ζήσει όλοι, ιδίως εμείς οι νεότεροι. Ερωτευόμαστε ένα πρόσωπο κι ας πλαγιάζουμε και με άλλα. Οι εραστές κι οι έρωτές μας. Εκείνος ή Εκείνη και ”οι άλλοι”, ”οι άλλες”. Η απεύθυνση είναι σε β’ ενικό, ο Sidarta δεν μιλάει για την πάρτη του, για τα brands που φοράει, για τα λεφτά που βγάζει, για τα γκομενάκια που ρίχνει στο κρεβάτι. Γράφει ερωτικά στιχάκια σ’ Εκείνη κι ακόμα κι αν Εκείνη είναι μια τραπ μυθοπλασία, αξίζει τον κόπο.
Τα τραγούδια του είναι, αυτό που λέμε, αφιερώσιμα. Και τα video clip που τα συνοδεύουν καλοδουλεμένα, μοιάζουν με ταινίες μικρού μήκους όχι με soft πορνό. Δεν έχουμε τίποτα με το πορνό, απλώς κούρασε κάπως η σύνδεσή του με την μουσική βιομηχανία. Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται, πλέον, ούτως ή άλλως ο κάπως πιο aggressive και μάτσο Saske. Μοιάζει επίγονος του Παντελίδη, αλλά είναι τραπ. Κι ο Sigma με τον Light επίσης φτιάχνουν σοβαρά πράγματα. Ακούστε, χωρίς παρωπίδες, αν μπορείτε και θέλετε, αυτό το κομμάτι. Λέγεται AGAPI. Ναι, Αγάπη. Πολλά 19χρονα κλαίνε και καλά κάνουν-το είδα ιδίοις όμμασι το καλοκαίρι στο Bolivar σε μια μάζωξη τράπερ, όπου συνέβαινε το αδιαχώρητο. Ήξεραν απ’ έξω τους στίχους όλους, συμμετείχαν, παθιάζονταν. Πόσο γεροντίστικο και κλειστόμυαλο θα ήταν να κάναμε απλώς μια γκριμάτσα απαξίωσης; Προτιμώ να σκύψω στο φαινόμενο και να επιχειρήσω να το κατανοήσω. Αν μπορώ να το απολαύσω κιόλας, έχει καλώς.
Ο Sidarta κυκλοφόρησε νέο κομμάτι. Δείτε τους στίχους. Χωρίς τη γνώση της μελωδίας, θα μπορούσε να είναι ένα απλό ποίημα που έγραψε κάποιος προφανώς νέος άνθρωπος. Ή λαϊκό τραγούδι. Ή ακόμα και ποπ-ροκ. Γιατί όχι; Τίτλος: SPITI.
Κάθε νύχτα κι άλλο σπίτι
Μα δεν μου λείπει το παλιό μου
Στο πρόσωπό μου έχω λύπη
Τώρα που τίποτα δεν λείπει
Και τίποτα δεν με γεμίζει
Ξέρω καλά θες να γυρίσεις
Κανείς δεν θα είναι να σου ανοίξει
Αυτός που ξέρεις έχει φύγει
Τώρα δεν γράφω για εσένα με έχεις πείσει
Δεν κράτησα ούτε το όνομα σου το ‘χω σβήσει
Ξεκίνησα από το χάραμα φτάνω στην δύση
Αυτά που κάνεις είναι επίτηδες θες να εκδικείσαι
Αυτά που σου ‘πα κράτησέ τα θα με θυμηθείς
Πες μου ποιος άλλος σαν εμένα σε έχει αγαπήσει
Θα δεις στο τέλος την αλήθεια μα θα ‘χει αργήσει
Σε δέχομαι με όλα τα λάθη σου όταν πέφτει η νύχτα
Και, μετά, έρχεται ο αλβανικός στίχος και το αποτέλεσμα της ένωσης αυτών των δύο κουλτούρων είναι αξιοσημείωτο. Πολλοί αλβανόφωνοι τράπερ κάνουν δουλίτσα πάνω στην τραπ. Κάτω από τις φόρμες τους και τα bomber jackets τους είναι αγόρια των καιρών τους. Όταν ήμουν στο Bolivar, μίλησα στον Sidarta, του είπα ότι τον θεωρώ έναν ποιητή της εποχής του, ντράπηκε τόσο πολύ, το βλέμμα του είχε συστολή και φως. Όταν ανέβηκε στην σκηνή, δεν τραγούδησε καλά-ακούμε την φωνή του με όλα αυτά τα εφέ από τις ηχογραφήσεις. Δε νοιαζόταν ιδιαίτερα κανείς. Έχουν αλλάξει οι κανόνες στο παιχνίδι της μουσικής βιομηχανίας, έχουν αλλάξει οι όροι της καλλιτεχνικότητας.
Θα δείξει ο καιρός αν η τραπ ήρθε για να μείνει. Είναι ένα σημάδι των γρήγορων καιρών μας. Ο έρωτας πάντως, όπως τραγουδήθηκε από ρεμπέτες, λαϊκούς αοιδούς, εντέχνους και (τ)ράπερ είναι Ένας, Αδιαίρετος, Ασυναγώνιστος. Το χάσιμο στα μάτια κάποιας, το σπάσιμο των κανόνων για κάποιον, η ορμή, η ανάγκη για ένωση των σωμάτων (κι αν το κάναμε/ σε λίγο θέλω πάλι), ο βαθύς πόνος που φέρνει η απόσχιση, η μοναξιά του χωρισμού, το φλερτ με το γκρεμό, η ανάγκη για το μαζί, την αλήθεια.
Μπορεί όλα αυτά τα συναισθήματα να μην οδηγούν σε γάμους, σε δημιουργία οικογένειας, μπορεί να είναι βραχύβια, να είναι πράγματα του ενός μήνα, ίσως και της μίας βραδιάς, αλλά υπάρχουν ακόμα εκεί έξω. Η αλητεία παραχωρεί την θέση της στον ρομαντισμό, ο ρομαντισμός και η αγάπη είναι επιτέλους cool ξανά-εννοώ επισήμως, δημοσίως, προβεβλημένα. Αντιμετωπίζω την τραπ αυτού του είδους ως μία μικρή νίκη του Έρωτα στα χρόνια της Ψηφιακής Χολέρας, κι όχι ως καλλιτεχνικό είδος. Δεν σκέφτομαι τους τράπερ ως καλλιτέχνες (συγγνώμη, δεν μπορώ), τους σκέφτομαι ως αγγελιοφόρους της καύλας, της χαράς, της ένωσης των σωμάτων σε εποχές όπου η αυτο-αγάπη, το υπερβολικό therapy talk και οι απόπειρες αποτοξίνωσης των συναισθημάτων μας πάνε να πλήξουν την ζωή μας, τις καρδιές μας.
Όταν κοιτάζω άλλη βλέπω εσένα, αμαρτία μου/Με θολώνεις λέω πού έχω μπλέξει, Παναγία μου/Γι’ αυτό τα βράδια δεν μπορώ να βρω την ηρεμία μου/Δεν την πείθουνε τα λόγια ούτε τα λουλούδια
Βρείτε μου ένα κορίτσι, μια γυναίκα, σας παρακαλώ, που δεν θα ήθελε να έχει νιώσει κάποιος έτσι για εκείνη. Α, ρε Sidarta.