Το καλαθάκι της ΔΕΘ απ’ ότι φαίνεται φέτος θα είναι γεμάτο εκπλήξεις. Τόσες πολλές που η σκέψη του και μόνο γεννά αυτόματα δεκάδες ερωτήματα, τα οποία μας κάνουν να αναρωτιόμαστε: Μπορεί μια πολιτική εξαγγελία να γίνει πιο συναρπαστική από το νέο επεισόδιο της αγαπημένης μας σειράς; Μπορεί η ελληνική πραγματικότητα να μας φέρει σε μια κατάσταση υπαρξιακής αγωνίας, όπως όταν φανταζόμαστε (γιατί μόνο στη φαντασία μπορεί να παίξει αυτή η ειρωνεία) τη στιγμή που προσπαθούμε να αποφασίσουμε τι να παραγγείλουμε στο hipster εστιατόριο, όπου κάθε πιάτο έχει περιγραφή τόσο μακροσκελή που μοιάζει με μικρή νουβέλα;

Λίγο ή πολύ, μια τέτοια στιγμή να την έχουμε ζήσει όλοι. Οπότε φανταστείτε το εξής: κάθεστε σε ένα τραπέζι με ένα ακαταλαβίστικο μενού, γεμάτο πιάτα με εξωτικά ονόματα που ακούγονται πιο πολύ σαν τίτλοι από θεατρικές παραστάσεις παρά σαν κάτι που θέλεις όντως να φας. «Τι να διαλέξω; Την Κεφαλλονίτικη χορτοσαλάτα με βινεγκρέτ από μαύρο κουκουνάρι ή το vegan παστίτσιο με μπέικον από κολοκύθα;». Αλλά, ναι, κάπως έτσι είμαστε εμείς οιΈλληνες, εγκλωβισμένοι ανάμεσα σε επιλογές που δεν καταλαβαίνουμε και σε διλήμματα που δεν θα έπρεπε να υπάρχουν καν. Από την μία μοστράρουμε στα προφίλ μας τη συνέντευξη που μόλις δώσαμε στους Κολοσσούς των ελληνικών media και από την άλλη το παίζουμε επαναστάτες, προοδευτικοί, επιμελητές ανεξάρτητων φεστιβάλ, πουλώντας μούρη και φτηνό χιούμορ όπου μας βολεύει… γιατί εξάλλου το καλό, το έξυπνο, το ακριβό χιούμορ στοιχίζει και είναι προνόμιο λίγων. 

Και σαν να μην έφτανε αυτή η στιγμιαία γαστρονομική αμηχανία, ξαφνικά συνειδητοποιούμε ότι η Ρουμανία, που παλιά τη θεωρούσαμε μια «φτωχή» χώρα της Ανατολικής Ευρώπης, τώρα μας έχει περάσει και στη λίστα με το ΑΕΠ. Είναι σαν να συνειδητοποιείς ότι στο hipster εστιατόριο, το νεράκι που παραγγέλνεις για να το παίξεις safe (στην τσέπη σου), κοστίζει τελικά περισσότερο από το πιο ακριβό πιάτο στο μενού! Και η ερώτηση που πλανιέται στον αέρα, σαν φάντασμα από τις παλιές καλές εποχές της ευημερίας: Πώς φτάσαμε ως εδώ; Μήπως τελικά δεν είναι μόνο το καλαθάκι της ΔΕΘ που είναι γεμάτο με μικρές, πικρές γεύσεις από μακρινές αναμνήσεις; Μήπως η πραγματική πρόκληση δεν είναι να καταλάβουμε πώς να μοιράσουμε τα ελάχιστα που έχουμε, αλλά να βρούμε τρόπους να γεμίσουμε αυτό το καταραμένο καλαθάκι;

Ίσως, τελικά, η Ελλάδα να είναι σαν το κρυφό πιάτο του μενού που δεν αναγράφεται πουθενά: έχει μέσα όλα τα βασικά υλικά, αλλά λείπει το κύριο συστατικό. Λείπει εκείνη η «μαγική σάλτσα» που δίνει νοστιμιά και νόημα σε κάθε μπουκιά –είτε αυτή είναι η ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο (με περισσότερη ενσυναίσθηση και αλληλεγγύη), είτε μια αρπαχτή ή μια ακόμα δουλειά που να μπορεί να καλύψει και κάτι παραπάνω από τα βασικά. Ίσως το καλαθάκι της ΔΕΘ να είναι, τελικά, το πιο δύσκολο πιάτο στο μενού μας: γεμάτο μικρές δόσεις ρεαλισμού, μια δόση αισιοδοξίας και πολλή, μα πάρα πολλή, φιλοσοφική πείνα.

Γι’ αυτό λοιπόν, ας το σκεφτούμε φιλοσοφικά. Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, μας λένε, θα αυξηθεί. Αλλά ας πούμε την αλήθεια: Πόσο ακριβώς είναι το “ελάχιστο” όταν κάθε καφές με γάλα αμυγδάλου κοστίζει σχεδόν όσο το μεροκάματο; Και για το επίδομα ανεργίας; Το νέο σχέδιο προβλέπει την αναδιάρθρωση του τρόπου καταβολής του, με αποτέλεσμα όσο περνάει ο καιρός να μειώνεται, σαν να σου λέει: «Φίλε, αν μέχρι τώρα δεν έχεις βρει δουλειά, ίσως ήρθε η ώρα να δοκιμάσεις την καριέρα του επαγγελματία ινφλουένσερ ή να γίνεις πλανόδιος μουσικός ή (πιο σωστά) φιλόσοφος των social media».

Φυσικά, δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε ότι θα υπάρχουν σχέδια και για τη στέγαση; Ε, πως, δεν γίνεται να ξεχάσουμε το πολυπόθητο κεραμίδι πάνω από το κεφάλι μας! Κάτι ακούγεται για ένα νέο σχέδιο “Στέγη 2”, κάτι σαν sequel ταινίας δράσης που υπόσχεται περισσότερους δικαιούχους. Αλλά με όλα αυτά τα κριτήρια που πρέπει να πληροί κανείς, είναι σαν να διαγωνίζεσαι για το πρωταγωνιστικό ρόλο σε κάποιο ριάλιτι επιβίωσης. Και, φυσικά, τα αντικίνητρα για το Airbnb αυξάνονται. Εδώ πια το κράτος γίνεται αυστηρό, σαν να λέει στους ιδιοκτήτες: «Ή νοικιάζετε μακροχρόνια ή ετοιμαστείτε για φορολογική πανωλεθρία».

Αναρωτιόμαστε: Είναι όλα αυτά απλά μια αφορμή για να κάνουμε τα μαθηματικά μας να μοιάζουν με προβλήματα λογικής σε τεστ IQ ή υπάρχει κάτι βαθύτερο; Ίσως το καλαθάκι της ΔΕΘ να είναι τελικά μια μεταφορά για το πώς θα ήθελαν να είναι η καθημερινότητά μας: λίγο από όλα, γεμάτη επιλογές, αλλά πάντα με μια μικρή αίσθηση ότι κάτι σημαντικό μας λείπει… όπως η απάντηση στο αιώνιο ερώτημα: «Πώς θα βρούμε μια δουλειά που πληρώνει αρκετά ώστε να μπορούμε να αγοράσουμε όλο το περιεχόμενο του καλαθιού;»

Γιατί, δεν τελειώνουν εδώ οι εκπλήξεις. Πρέπει να σκεφτούμε και τα επόμενα καλοκαίρια μας, και τις επόμενες διακοπές μας. Και αν πρέπει να παραδεχθούμε κάτι για το φετινό καλοκαίρι, αυτό είναι ότι ο μεγάλος πρωταγωνιστής ήταν ο υπερ-τουρισμός. Σαν τον μαϊντανό στα γεμιστά. Μόνο που φέτος ήταν παντού, εμφανιζόταν εκεί που δεν τον περίμενες, και πάντα θα υπήρχε κάποιος (κι εμείς ακόμα) που θα γκρίνιαζε για αυτόν. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση αποφάσισε να αναλάβει δράση για αυτόν τον απρόσκλητο καλεσμένο. Πώς; Μα, φυσικά, με έναν φόρο! Εξετάζεται λοιπόν το ενδεχόμενο να επιβληθεί φόρος στις κρουαζιέρες. Ναι, καλά ακούσατε. Η κρουαζιέρα μπορεί να γίνει ένα ακόμα πιο πολυτελές άθλημα, όπου πληρώνεις επιπλέον για την προνομιακή θέση του «γιατί-είμαστε-όλοι-εδώ-και-βασανιζόμαστε;».

Φανταστείτε την σκηνή: Οι τουρίστες πάνω στο πλοίο κοιτάζουν τον απέραντο γαλάζιο ορίζοντα και αναρωτιούνται αν το “all-inclusive” πακέτο τους περιλαμβάνει και τον νέο τουριστικό φόρο. Βγαίνει ο καπετάνιος στο μικρόφωνο: «Κυρίες και κύριοι, καλή σας ημέρα! Σας ενημερώνουμε ότι εκτός από την χρέωση για τη σουίτα σας, το μασάζ με ηφαιστειακές πέτρες και το καθημερινό τζετ σκι, θα σας προσθέσουμε και τον φόρο για το ηλιοβασίλεμα. Ναι, τώρα θα πληρώνετε για τη θέα του ηλιοβασιλέματος στην Σαντορίνη. Γιατί τίποτα σε αυτό το ταξίδι δεν είναι δωρεάν, εκτός από τον αέρα – προς το παρόν».

Και βέβαια, οι εταιρείες κρουαζιέρας θα βρουν τρόπους να το διαχειριστούν. Ίσως το αποκαλέσουν «Φόρος Αειφορίας», ή «Eco-Experience Charge», γιατί όλοι ξέρουμε πως το να πληρώνεις έναν φόρο σε κάνει να νιώθεις κάπως πιο ηθικός, λίγο πιο «πράσινος». Θα το γράψουν και στα φυλλάδια τους με χρυσά γράμματα: «Μια μικρή συμβολή για να σώσουμε τον πλανήτη, ενώ πίνετε το κοκτέιλ σας στο τζακούζι της πλώρης».

Και οι ντόπιοι; Αυτοί θα κάθονται στις καφετέριες, θα πίνουν το φραπέ ή το φρέντο τους και θα αναρωτιούνται πόσος χρόνος τους απομένει μέχρι να δουν να καταφτάνει ο φόρος για τις ψαρόβαρκες. Γιατί, άλλωστε, αν είσαι τουρίστας, και έχεις δει μια τράτα στον ορίζοντα, δεν πρέπει να πληρώσεις ένα κάτι τις για αυτή την αυθεντική ελληνική εμπειρία που απαθανατίζεις για πάντα στο Instagram;

Αλλά, ίσως να είμαστε άδικοι. Ίσως ο φόρος να είναι το πρώτο βήμα προς έναν πιο βιώσιμο τουρισμό. Ή ίσως απλώς να βρεθούμε με περισσότερους φόρους και ακόμη περισσότερα κρουαζιερόπλοια. Το μόνο σίγουρο είναι ότι επόμενο φθινόπωρο δεν είναι απλώς μια άλλη εποχή του χρόνου· θα είναι το σκηνικό ενός μακροσκελούς δράματος που γράφεται αργά, με τα σκληρά πλήκτρα μιας παλιάς και σκονισμένης γραφομηχανής. Σαν μια ηχώ από τη χώρα της μηδενικής αντίστασης, το μέλλον αυτό φέρνει μια περίεργη αίσθηση άβολης νοσταλγίας –σαν να θυμόμαστε ένα όνειρο που ποτέ δεν ήταν δικό μας, ή έναν εφιάλτη που δεν μπορούμε να αποφύγουμε.

Ας φανταστούμε για λίγο αυτό το μέλλον. Δεν θα είναι τίποτα άλλο παρά μια ενορχηστρωμένη χορογραφία της κυριαρχίας του καθημερινού. Οι καμπάνιες για το “Καλαθάκι της ΔΕΘ” δεν θα είναι παρά μια αναπαράσταση ενός μοντερνιστικού φιάσκου που προσπαθεί να μας πείσει πως η ευημερία μπορεί να επιτευχθεί με μικρές, διακριτές αγορές σε “λαϊκές” (και φιλικές προς κάθε χρήστη) τιμές. Μα ποιον κοροϊδεύουμε; Ο καπιταλιστικός λαβύρινθος συνεχίζει να μετατοπίζει τις εισόδους και τις εξόδους του, αφήνοντας μας εγκλωβισμένους στην αέναη αναζήτηση μιας διεξόδου που ολοένα απομακρύνεται.

Η σύγχρονη οικονομία μάς προτείνει και άλλες λύσεις. Πιο περίπλοκες, πιο εκλεπτυσμένες, πιο προκλητικές. Τι σημαίνει, όμως, αυτή η νέα φορολογική πολιτική για τις κρουαζιέρες; Θα μου πείτε αυτός ο έξτρα φόρος θα βαραίνει μόνο τους προνομιούχους που μπορούν να πάνε σε κρουαζιέρες. Αλλά ένας φόρος είναι μια νέα επιβολή, ένα νέο βάρος στους ήδη λυγισμένους ώμους της οικονομίας. Μιας οικονομίας που σε μέρες σαν κι αυτές μας έχει αφήσει σύξυλους με ένα χρέος που θα πληρώνουμε για μια ζωή και για μια επιθυμία να ξεφύγουμε. Ο φόρος της περιπλάνησης, το τίμημα της φυγής. Αλλά και αυτή η φυγή είναι μια ψευδαίσθηση. Μπορείς να φύγεις από την πόλη, από τη δουλειά, από τη ρουτίνα, αλλά δεν μπορείς να φύγεις από το σύστημα που δημιουργεί την ανάγκη για φυγή.

Το “Στέγη 2” είναι το νέο όνειρο για τους λίγους, το νέο φάρμακο για τους πολλούς. Σαν ένα ακόμα ηρεμιστικό που προσφέρεται από το κράτος σε αυτούς που δεν έχουν την πολυτέλεια να ονειρεύονται. Μια υπόσχεση για πιο προσιτή στέγαση, που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μια μεταμφίεση των ίδιων παλιών αλυσίδων. Και καθώς ανακαινίζουμε τα κλειστά διαμερίσματα για να τα ρίξουμε στην αγορά, ξεχνάμε πως οι πιο κλειστές πόρτες είναι αυτές της συνείδησής μας.

Το κοντινό μέλλον, αυτό που έρχεται, δεν είναι παρά μια επιχείρηση μαζικής επιτήρησης. Ένας χορός από κρουαζιερόπλοια, φόρους, καλαθάκια και ανακαινισμένα διαμερίσματα. Κάθε πολιτική, κάθε κίνηση, κάθε απόφαση είναι μια νέα μορφή καταπίεσης που ντύνεται με τα ρούχα της ελευθερίας. Και εμείς, οι παίκτες σε αυτό το θέατρο του αέναου παραλογισμού, πνιγόμαστε από την ίδια μας την αναπνοή. Φυσικά, το ερώτημα δεν είναι πώς θα προσαρμοστούμε καλύτερα σε αυτή την αποσύνθεση, αλλά πώς θα την εγκαταλείψουμε, πώς θα δημιουργήσουμε μια νέα πραγματικότητα, πέρα από το πλαίσιο της καταναλωτικής δυσφορίας και της μαζικής εξαθλίωσης. Γιατί το φθινόπωρο δεν είναι απλά μια εποχή που ακολουθεί το καλοκαίρι. Είναι ο χρόνος της συγκομιδής. Και η μόνη συγκομιδή που απ’ ότι φαίνεται πραγματικά αξίζει είναι αυτή της απελευθέρωσης.

 

➸ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookTwitter και Instagram.