Με αφορμή τις έντονες αποδοκιμασίες που ακούστηκαν από τους Κοσοβάρους χθες βράδυ στο γήπεδο «Fadil Vokrri» της Πρίστινα κατά την ανάκρουση του ελληνικού εθνικού ύμνου σκέφτηκα πως μια ακραία μορφή φασισμού είναι το γιουχάισμα των νεκρών ενός έθνους. Γιατί ο εθνικός ύμνος, δεν αφορά κυρίως τους ζωντανούς. Ο εθνικός ύμνος, είναι φόρος τιμής στους απλούς ανθρώπους που χάθηκαν στην πορεία της ιστορίας πολεμώντας για την πατρίδα τους ή για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, πολεμούσαν για την ελευθερία τους, την οποία τα επεκτατικά καθεστώτα τους στερούσαν αναγκάζοντάς τους να πολεμήσουν και να πεθάνουν εις το όνομα μιας πατρίδας, ενώ η ουσία βρισκόταν αλλού. Προσωπικά με ενοχλεί, όταν σε κάποια ανάκρουση εθνικού ύμνου οποιασδήποτε χώρας,υπάρχει κάποιος που γιουχάρει. Το γιουχάισμα δεν είναι κανονικότητα. Το γιουχάισμα είναι ακρότητα και δεν έχουμε το δικαίωμα να αποδοκιμάζουμε τίποτα από αυτά που δεν μας αρέσουν προσβάλλοντας σύμβολα που για κάποιους είναι ιερά.
Aρχικά, να ξεκαθαρίσω ότι όπου ελληνικός εθνικός ύμνος, βάζω τον οποιονδήποτε εθνικό ύμνο. Δεν το συγκεκριμενοποιώ στον ελληνικό, καθώς το ίδιο ακριβώς πιστεύω για κάθε ύμνο, κάθε χώρας.
Με τον τρόπο αυτό υπερτονίζω πως το κείμενο αυτό δεν έχει καμία εθνικιστική διάθεση υπέρ της γαλανόλευκης, αλλά μια διάθεση να σεβαστούμε όλοι, τους νεκρούς όλων, γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο ιερό από την θυσία της ανθρώπινης ζωής. Και γι αυτό θα πρέπει όλοι μας, να σεβόμαστε την κάθε ανάκρουση κάθε εθνικού ύμνου γιατί αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους που έδωσαν τις ζωές τους για κάτι πολύ αμφίβολο τελικά.
Δεν είναι λοιπόν οι πατρίδες, είναι οι άνθρωποι. Δεν είναι οι σημαίες, είναι οι ψυχές. Δεν είναι τα εθνόσημα, είναι οι ζωές που χάθηκαν για την νοθευμένη έννοια της ελευθερίας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που σε ένα γήπεδο ποδοσφαίρου ακούγονται αποδοκιμασίες από έναν λαό κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου ενός άλλου. Και χθες το ξαναείδαμε. Οι Κοσοβάροι γιούχαραν τους Έλληνες. Γιατί θα αναρωτηθεί κανείς; Έχουμε ακόμα κάτι να χωρίσουμε; Κι έστω ότι στα μυαλά κάποιων έχουμε να χωρίσουμε, κανονικοποιεί αυτό τρόπους αντίδρασης όπως οι μαζικές αποδοκιμασίες κοινώς το γιουχάισμα κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου; Δεν μαθαίνουμε τίποτα από τις εικόνες των σύγχρονων πολέμων που γίνονται μόλις λίγα χιλιόμετρα μακριά μας, δηλαδή στην Ουκρανία την ίδια στιγμή που εμείς μπορούμε να βλέπουμε ακόμα μπάλα; Θέλουμε να κλιμακώνουμε τις αντιδράσεις σε ότι δεν μας αρέσει παίζοντας κάθε φορά με τα όρια ξεκινώντας από τη γιούχα και φθάνοντας δυνητικά μέχρι μια εχθροπραξία;
To κακό με τα εθνικά σύμβολα, ανάμεσά τους και με τους ύμνους είναι ότι τα έχουν καπηλευτεί οι επιτήδειοι για να τα χρησιμοποιήσουν ως όπλα προπαγάνδας. Ακόμη κι εγώ που αυτή τη στιγμή γράφω απαλλαγμένη από κάθε εθνικιστικό συναίσθημα κινδυνεύω να κατηγορηθώ ως εθνικίστρια επειδή αναφέρομαι σε αυτά. Οι φασίστες έχουν κάνει καλά τη δουλειά τους. Έχουν διαστρεβλώσει τις έννοιες σε τέτοιο βαθμό που ακόμα κι αν τις αγγίξουμε, υπάρχει ο φόβος ότι θα γίνουμε σαν αυτούς. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι θα έγραφα το ίδιο ακριβώς κείμενο αν γιούχαρε οποιοσδήποτε λαός τον εθνικό ύμνο οποιουδήποτε άλλου λαού. Δεν το συγκεκριμενοποιώ στον ελληνικό από τους Κοσοβάρους, το χθεσινό περιστατικό αποτελεί απλώς την αφορμή. Και δείχνει πόσο καλά μπολιασμένο είναι το δηλητήριο στις ψυχές μερικών οι οποίοι παίζουν το παιχνίδι των Κυβερνήσεων.
Και παράλληλα έρχομαι να αναρωτηθώ: Oι Κοσοβάροι έχουν επιλύσει όλα τους τα εσωτερικα προβλήματα στο Κοσσυφοπέδιο, το μερικώς αυτό αναγνωρισμένο κρατίδιο των Βαλκανίων, που το μόνο που τους έχει απομείνει είναι οι διπλωματικές του σχέσεις με την Ελλάδα; Ή μήπως ο λόγος που αποδοκίμασαν τον εθνικό μας ύμνο είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει μέχρι στιγμής την ανεξαρτησία του, καθώς όπως υποστηρίζει η ελληνική πλευρά, η αναγνώριση αυτή θα έχει δυνητικές επιπτώσεις στο Κυπριακό καθώς και στη Θράκη ενώ παράλληλα η Ελλάδα αποτελεί ιστορική σύμμαχο της Σερβίας; Παρόλα αυτά,τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει το Κοσσυφοπέδιο de facto και συζητά σε επίπεδο κορυφής, αναγνωρίζοντας μέχρι πρότινος ως ηγέτες κράτους και συνομιλητές της ακόμα και κατηγορούμενους για εγκλήματα πολέμου, όπως τον Χασίμ Θάτσι. Αυτά όμως και πάλι, είναι πολιτικά παιχνίδια τα οποία δεν θα έπρεπε να φτάνουν στην κερκίδα και στον αθλητισμό. Ο αθλητισμός υποτίθεται πως θα έπρεπε να ενώνει τους λαούς. Σε τελευταία ανάλυση, με το να γιουχάρει κάποιος τον εθνικό ύμνο της Ελλάδας, δεν θα βοηθήσει ως προς τίποτα αυτές τις διπλωματικές υποθέσεις. Το μόνο που θα κάνει είναι να δημιουργήσει αχρείαστες εντάσεις.
Κι αν ακολουθήσουμε αυτό το σκεπτικό, ότι δηλαδή οι Κυβερνήσεις τα χουνε κάνει μαντάρα μεταξύ τους, δεν θα πάψουμε να διαιωνίζουμε το πρόβλημα προς πάσα κατεύθυνση. Κι εμείς έχουμε πρόβλημα με μερικές δεκάδες άλλα έθνη αν σκαλίσουμε σε βάθος την ιστορία, και όλοι έχουν με όλους. Το θέμα είναι τι γίνεται τώρα, ή και από δω και πέρα. Και σίγουρα δεν λύνεται με το να γιουχάρουμε τους εθνικούς ύμνους σε αγώνες των αντιπροσωπευτικών συγκροτημάτων. Αντιθέτως, έτσι τρίβουν τα χέρια τους όλοι αυτοί που τους συμφέρει να διαιωνίζεται η διχόνοια. Είναι σαν να τους βλέπω να παρακολουθούν χαιρέκακα στιγμές σαν τη χθεσινή. Την ημέρα που ο κάθε ένας από εμάς συνειδητοποιήσει πως οι εθνικοί ύμνοι θα πρέπει να μας ενώνουν επειδή μας θυμίζουν τις απώλειές μας και όχι να μας χωρίζουν γιατί έτσι θα μας οδηγήσουν σε καινούριες, ο κόσμος μας θα γίνει καλύτερος. Αν οπωσδήποτε θέλουμε να γιουχάρουμε κάποιον, τότε, ας γιουχάρουμε εκείνους που μας βάζουν να σκοτωνόμαστε. Εκεί ίσως και να γιουχάρω πρώτη.