Ζούμε σε μια εποχή όπου η πραγματικότητα μοιάζει να καταρρέει κάτω από το βάρος της ίδιας της ταχύτητας με την οποία τρέχει. Η ροή της πληροφορίας είναι τόσο καταιγιστική, που το κεφάλι μας δεν προλαβαίνει να την απορροφήσει, αλλά ούτε να τη νοηματοδοτήσει. Οι ειδήσεις κατακερματίζονται σε δεκάδες ειδησεογραφικά μπακάλικα – ή ίδια είδηση αναμασημένη σε δεκάδες εκδοχές και clickbait τίτλους που οι πιτσιρικάδες copywriters δεν έχουν την εμπειδία να χειριστούν σωστά, αλλά εσύ διαλέγεις όποιο είναι πιο κοντά σε σένα και ψωνίζεις από εκεί – οι εικόνες μετατρέπονται σε τυχαία στιγμιαία κολάζ – από ανθρώπους που ποτέ δεν έχουν πιάσει μεταλικό ψαλίδι στα χέρια τους ούτε τα δαχτυλά τους έχουν κολλήσει ποτέ από την UHU – και η κάθε αφήγηση διαλύεται πριν καλά-καλά σχηματιστεί. Ωστόσο, στη θέση της αφήγησης, εκείνης της παλιάς τέχνης που έδινε νόημα στις ζωές μας, ξεχύνεται μια αλγοριθμική λαίλαπα – μια ανελέητη, αυτοτροφοδοτούμενη μηχανή περιεχομένου. Το κάθε τι αντικαθίσταται πριν προλάβει να διαμορφωθεί, πριν ακόμα αποκτήσει το βάρος μιας σκέψης, μιας ανάμνησης ή ενός συναισθήματος. Αυτή η συνεχής ανανέωση δεν είναι απλώς ένας μηχανισμός που έχουμε μάθει να αποκωδικοποιούμε σε ταχύτατο scrolling, είναι ένας κυκλώνας που παρασύρει κάθε σταθερότητα, μια σιωπηλή τυραννία που καταργεί την ουσία της εμπειρίας.

Η εξωπραγματικότητα που βιώνουμε στις ροές μας αποκαλύπτει μια βαθύτερη σύνθεση της σύγχρονης (και πάντα αγαπημένης) ποπ κουλτούρας, όπου οι φανταστικές διαστάσεις της πραγματικότητας συγχωνεύονται με την καθημερινότητα. Στο σόου SS25 Pradarave των Miuccia Prada και Raf Simons, τα μοντέλα δεν κατεβαίνουν ανέμελα σε μια ακόμα εντυπωσιακή πασαρέλα, γίνονται απλώς φορείς ενός ρυθμού που αναβλύζει από την ψυχή των παλιών rave, υπογραμμίζοντας την επαναλαμβανόμενη μαντινάδα «η δύναμη της πραγματικότητας, σε έναν κόσμο του φανταστικού». Και αρκεί αυτή η φράση για να αναλογιστούμε τις διακυμάνσεις μεταξύ του πραγματικού και του φανταστικού, καθώς οι παλμοί της μουσικής γίνονται η ίδια η ζωή μας. Και το καλύτερο είναι ότι δεν χρειάζονται πια ναρκωτικά για να περάσεις

Το σινεμά από την πλευρά του κάνει ό,τι μπορεί κι αυτό για να παραμορφώσει την πραγματικότητα μέσα από έναν φακό που συνδυάζει το όνειρο με την καθημερινότητα, ακριβώς όπως μας έδειξε κατάμουτρα το “I Saw the TV Glow”. Ο Harmony Korine, σε μια πρόσφατη συνέντευξή του, αναρωτιέται: «Είναι κάτι από όλα αυτά αληθινό; Δηλαδή, κάθεστε πραγματικά εκεί;». Αναρωτιέμαι κι εγώ μερικές φορές το ίδιο πράγμα. «Είναι όντως αλήθεια αυτό που διαβάζω;». Η ερώτηση κρύβει μια αγωνία, μια αναζήτηση για την αλήθεια σε έναν κόσμο όπου οι ψηφιακές οθόνες έχουν γίνει η μόνη μας αληθινή συντροφιά, η νέα μας καθημερινότητα. Και ναι, είτε μας αρέσουν τα βίντεο παιχνίδια είτε όχι, η ζωή μας έχει μετατραπεί σε ένα παιχνίδι, γεμάτο κύριους και δευτερεύοντες χαρακτήρες, όπου όλοι αυτοί που δεν κρατούν ένα χειριστήριο, περιφέρονται γύρω μας, λένε αστεία ή μαλακίες για να περάσει η ώρα, προσδιορίζοντας τη θέση μας – κολλημένοι, εθισμένοι, παγιδευμένοι – σε αυτή τη συνεχόμενη ροή περιεχομένου.

Εδώ βρίσκεται η ουσία της σύγχρονης ύπαρξης: η συνεχής αναζήτηση για νόημα (και σύνδεση) σε έναν κόσμο που δεν μπορεί να ξεχωρίσει το αληθινό από το ψεύτικο. 

Αυτή η αλγοριθμική λαίλαπα δεν είναι ουδέτερη. Είναι μια σχεδιασμένη στρατηγική, ένας μηχανισμός που αποσκοπεί όχι μόνο στην ατελείωτη κατανάλωση, αλλά ουσιαστικά στην εξάντληση της προσοχής μας και, τελικά, στον κατακερματισμό κάθε εσωτερικής συνοχής. Γιατί η ταχύτητα, όπως και να το κάνουμε, είναι εχθρός της εμβάθυνσης, και έτσι το επιφανειακό αντικαθιστά το ουσιαστικό, και η συνεχής εναλλαγή (σε σκέψεις, ιδέες, συνθήματα, απόψεις, εικόνες, φίλους, γνωστούς, εραστές) σκοτώνει την ίδια την ιδέα της μνήμης.

Στην καρδιά αυτής της εποχής βρίσκεται η τεχνητή νοημοσύνη, όχι αυτή των μεγάλων τεχνολογικών γιγάντων, η δική μας τεχνητή νοημοσύνη που είναι εκπαιδευμένη από το σύγχρονο εγωκεντρικό κενό μας, που είναι cool γιατί λειτουργεί σαν καθρέφτης της δήθεν κοινοτικής μας σκέψης – αυτής που κάθε μέρα κάνει πλιάτσικο στα ερείπια του Facebook και του Instagram και του TikTok και αμφιταλαντεύεται μεταξύ άνιας και απάθειας –  που είναι δημιουργός μιας παράλληλης, κατασκευασμένης πραγματικότητας του εαυτού μας, προσαρμοσμένου στα κοινοτικά πρότυπα να είμαστε cool, να είμαστε καλλιτεχνικοί, να είμαστε στοχαστικοί. Όμως, τα δεδομένα (και αυτά που παράγουμε εμείς οι ίδιοι και τα ξένα που καταναλώνουμε) δεν είναι πλέον αντικατοπτρισμός του κόσμου ούτε του εαυτού μας, αλλά ένας επιμελημένος μύθος, σχεδιασμένος να ελκύει την προσοχή και να διατηρεί τη συνεχή κατανάλωση. Κι έτσι γινόμαστε παρατηρητές ενός κόσμου που δεν μπορεί να βιώσει, δεν μπορεί να αισθανθεί, παρά μόνο να εκφραστεί σε συμπαθητικά comments του στυλ «συγχαρητήρια», «συλληπητήρια», «χρόνια πολλά», και να καταναλώσει αποσπασματικά, σαν θεατής σε μια ατελείωτη οθόνη που λάμπει συνεχώς μπροστά μας.

Η αποσύνδεση από την πραγματικότητα είναι περισσότερο υπαρξιακή παρά τεχνολογική. Είμαστε ναυαγοί σε μια θάλασσα βαθιά από πληροφορίες, ανήμποροι να δούμε οποιαδήποτε ακτή. Οι σχέσεις μας με τον κόσμο, τους άλλους, ακόμα και τον εαυτό μας, φαίνονται παραμορφωμένες, σαν να υπάρχουν πίσω από μια οθόνη που φωτίζει το σκοτάδι μας. Αυτό που κάποτε θεωρούσαμε «αληθινό» τώρα μοιάζει με απλό κατασκεύασμα, μια ψευδαίσθηση που διατηρείται ζωντανή από την ταχύτητα μιας γρήγορης, σπασμωδικής, πρόωρης εκσπερμάτισης των μέσων.

Από την άλλη, το μεγάλο λάθος της τεχνολογίας δεν είναι η εξέλιξη της – καλά κάνει και αναπτύσσεται, καλά κάνει και είναι πανάκριβη. Αλλά ένα μέρος αυτού του παιχνιδιού της που όλοι παίζουμε, είτε με κάποιο χειριστήριο βίντεο παιχνιδιού είτε με ένα iPhone στο χέρι, είναι πως αντί να φέρει την πραγματικότητα πιο κοντά μας, μοιάζει να την απομακρύνει. Η ίδια μας η ύπαρξη γίνεται ένα pixel, μια μικρή αντανάκλαση που χάνεται μέσα στον τεράστιο ωκεανό δεδομένων. Με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο φιλοσοφικό ερώτημα της εποχής μας να μην είναι πλέον πώς να κατανοήσουμε τον κόσμο, αλλά πώς να τον αισθανθούμε ξανά. Πώς να ανακτήσουμε την επαφή με τη γη, τον ουρανό, την αφή, τις αισθήσεις, την καύλα, τη δίψα, και, ναι, τον χρόνο, που χάνονται μέσα στη θολή, άυλη πραγματικότητα της ψηφιακής εποχής.

Το 1978, πολύ πριν το Internet μας πάρει σβάρνα και μας ρουφήξει σε μια δίνη από pixels και αλγορίθμους, ο σπουδαίος Βιλέμ Φλούσερ, ένας από τους πιο οξυδερκείς θεωρητικούς της επικοινωνίας και στοχαστές των μέσων, προέβλεψε αυτό που σήμερα βιώνουμε ως καθημερινότητα: την εξάτμιση της πραγματικότητας μέσα από έναν χείμαρρο τεχνικών εικόνων και μηνυμάτων. «Οι τεχνικές εικόνες», έγραψε, «αναδιαρθρώνουν μαγικά την πραγματικότητά μας, μετατρέποντάς την σε ένα “παγκόσμιο σενάριο εικόνας”». Σήμερα, αυτή η «ψευδο-μαγεία» δεν είναι απλώς πανταχού παρούσα – είναι ο τρόπος με τον οποίο υπάρχουμε. Οι οθόνες μας έχουν γίνει καθρέφτες μιας παραμορφωμένης φαντασίας, όπου το αληθινό και το ψευδές μπλέκονται σε έναν παραλογισμό που πλέον μοιάζει φυσικός. Οι viral τάσεις όπως η «μετατόπιση της πραγματικότητας» και τα χιλιάδες κρυφο-ερωτικά subliminals στο TikTok και το Instagram, αναδεικνύουν το πιο σκοτεινό πρόσωπο αυτής της εποχής: την πλήρη υποταγή μας σε μια παγίδα αυτοκατασκευασμένων μυθολογιών. Άρα, τι είναι πιο επικίνδυνο; Το γεγονός ότι αποδεχόμαστε αυτές τις παραισθήσεις ως πραγματικότητα ή ότι τις επιδιώκουμε με μανία, καταναλώνοντας εικόνες που δεν μπορούμε πια να αποκωδικοποιήσουμε;

Η προειδοποίηση του Φλούσερ αντηχεί σήμερα πιο απειλητική από ποτέ: «Η ανθρώπινη φαντασία έχει μετατραπεί σε παραίσθηση». Όταν η μαγεία των εικόνων αντικαθιστά τη μαγεία του πραγματικού, δεν χάνουμε μόνο το έδαφος κάτω από τα πόδια μας, χάνουμε και το μυαλό μας. Δεν ζούμε πια σε καμία πραγματικότητα, ζούμε απλά στη σκιά της. Και κάθε refresh στο feed μας βυθίζει πιο βαθιά σε μια κουνελότρυπα χωρίς πάτο.

Ίσως η απάντηση να βρίσκεται στην ίδια την πράξη της επιβράδυνσης και όχι της αγωνίας και της βιασύνης «να τελειώσουμε όλοι μαζί σαν ένας». Να σταθούμε, έστω και για λίγο, απέναντι από αυτή την καταιγίδα πληροφορίας και να ξαναβρούμε τη σιωπή, το βλέμμα, την ανάσα, την αληθινή επαφή, την αληθινή φιλία, όχι αυτή που κρύβεται πίσω από τα επιφανειακά “likes”. Να ξαναχτίσουμε το “πραγματικό” όχι ως μια αντικειμενική αλήθεια, αλλά ως μια εμπειρία – βαθιά, προσωπική και αδιαμεσολάβητη. Γιατί, ίσως τελικά, η πραγματικότητα δεν χάνεται – απλώς περιμένει να την ξαναθυμηθούμε.

 

➪ Διαβάστε επίσης: ChatGPT: Ο προσωπικός σας ψυχοθεραπευτής