Μεγαλώνοντας, συναντάς υπέροχες καταστάσεις, ζεις καταπληκτικές στιγμές, βρίσκεις περισσότερο από ποτέ τον εαυτό σου. Παράλληλα, μπορεί να φοβάσαι όλο και περισσότερο το πέρασμα του χρόνου, την φθορά, τις χαμένες ευκαιρίες. Ή να νοσταλγείς πιο ανέμελα χρόνια, σημεία της ζωής σου όπου ένιωθες πως έχεις επιλογές, τουλάχιστον περισσότερες από ό, τι έχεις τώρα.
Καμιά φορά, βέβαια, μόνο η σκέψη να γυρίσεις πίσω στα θρανία ή τα φουσκωμένα συναισθήματα των άγριων νιάτων (με σερί μερόνυχτα χωρίς ύπνο, πενιχρά οικονομικά, αγωνία για τα πάντα, στρες με τις σπουδές) σε κάνει να βλέπεις τον χρόνο που περνάει με πιο γλυκό και ευγνώμον μάτι.
Τι άλλο μας συμβαίνει μέσα μας, καθώς μεγαλώνουμε; Πόσο ισχύουν τα κλισέ περί «παραξενέματος», ας πούμε; Γινόμαστε πιο εκλεκτικοί, πιο γκρινιάρηδες, πιο συγκεκριμένοι; Ή μήπως ξέρουμε τι θέλουμε, θέτουμε με σαφέστερο τρόπο τα όριά μας και πορευόμαστε αναλόγως, όντας, την ίδια στιγμή και λιγότερο απόλυτοι σε κάποια θέματα, πιο ανοιχτοί να ακούσουμε μια άλλη άποψη, πιο διαθέσιμοι να βγούμε από την comfort zone μας;
Τρεις συντάκτριες του Olafaq.gr που πέρασαν τα 30 μιλούν και γράφουν ανοιχτά γι’ αυτό το θέμα και, σε ορισμένα σημεία, οι απόψεις τους συγκλίνουν.
Γεωργία Δρακάκη, 31
Καθώς μεγαλώνω, εξοικειώνομαι με την ιδέα του να χάνω μάχες και αυτό να με κάνει καλύτερη από ό, τι αν τις κέρδιζα. Μαθαίνω, μάλιστα, σιγά σιγά, να ξεχωρίζω και ποιες μάχες πρέπει να δίνω, ποιες πρέπει να αφήνω, ποιες να αναβάλλω. Παραξενεύω ίσως λίγο με το θέμα των νυχτερινών εξόδων. Ποτέ δεν ήμουν εκείνο το ατίθασο νιάτο που χτυπιόταν σε συναυλίες και club, αλλά όσο μεγαλώνω τόσο περισσότερο εκτιμώ τα πιο ήρεμα μέρη, εκείνα που ξέρω ότι θα βρω να κάτσω, να πιω, να φάω, να ακούσω την μουσική που μου αρέσει. Είμαι κάπως πιο συγκεκριμένη, γιατί ο χρόνος και το χρήμα δεν περισσεύουν (ω, ναι, το’ χω εμπεδώσει λίγο πολύ τούτο) και θέλω όταν βγαίνω να περνάω καλά, καλά με τους όρους μου. Σε κάποια άλλα θέματα, είμαι πιο διαλλακτική, λιγότερο ακραιφνής. Παλιά, διαφωνούσα και σηκωνόμουν από τα τραπέζια. Ή με προσέβαλε κάποιος και απαντούσα, χυνόμουν στον καυγά, δεν σήκωνα μύγα στο σπαθί. Όχι ότι τώρα σηκώνω άπειρες μύγες, αλλά, να, είναι αυτό που λέγαμε πιο πάνω για τις μάχες. Κάποιες φορές, κάνω πράξη την θεωρία ότι η σιωπή είναι η καλύτερη απάντηση. Παραμένω από μικρή λάτρης του τυχαίου, της περιπέτειας, του να μας βρει το ξημέρωμα κάπου, ακόμα και μακριά από το σπίτι, του να βρίσκουμε δημιουργικές λύσεις για την καθημερινότητα. Απλώς, δεν επιλέγω το ίδιο συχνά να ταλαιπωρώ τον εαυτό μου με αϋπνία, υπερβολική κατανάώση αλκοόλ και ακρότητες σε θέμα κατανάλωσης φαγητού. Όχι, τρία σακούλια τσίτος μαζί με μηλίτες και στριφτά τσιγάρα δεν θα καταναλώσω πια σε ένα βράδυ αναλύοντας επί σειρά ωρών ένα γκομενικό ζήτημα. Και αυτό μου αρέσει! Μου αρέσει πολύ που μεγαλώνω, έχω πάθει ένα μικρό ταράκουλο που όχι απλά πάτησα τα 30, αλλά κοντεύω να κλείσω και τα 31, από την άλλη νιώθω πιο «ο εαυτός μου» από ποτέ. Και νομίζω πως αυτό θα συνεχίσει να πηγαίνει έτσι…Είναι ίσως που κατάλαβα στ’ αλήθεια τι είναι αυτό, αυτά που με κάνουν στ’ αλήθεια χαρούμενη, που μου δίνουν γνήσιους λόγους να σηκώνομαι κάθε πρωί από το κρεβάτι. Πολύτιμο συναίσθημα, δεν τ’ αλλάζω για να είμαι 18 και να βολοδέρνω στην Ίο μεθυσμένη με καλούα. (ή μήπως να τ’ άλλαζα, ρε παιδιά;)
Εύα Αναστασιάδου, 35
Ναι, όσο μεγαλώνω παραξενεύω. Αρκετές φορές το έχω αναφωνήσει στην καθημερινότητά μου. Δεν αντέχω τον ήλιο, τη ζέστη. Συχνά σκέφτομαι τις εποχές που περπατούσα με τις ώρες, ή έκανα γυμανστική στη ζέστη και δεν σκεφτόμουν καν ότι ζεσταίνομαι. Πλέον, λίγο να ξεπεράσει η θερμοκρασία του σώματός μου τα επιτρεπτά για τα νεύρα μου όρια (και πιστέψτε με είναι πολύ περιορισμένα) γίνομαι σμπαράλια. Το ίδιο ισχύει και με το κρύο. Ειδικά με την υγρασια του νοτιά. Όπως μου χε πει κάποια στιγμή ένας ψαράς στον Πόρο, «Δεν έχει μπέσα ο νοτιάς». Ναι, ξέρω, παραξένεψα. Τα ίδια λέμε. Ίσως κομμάτι της παραξενιάς βέβαια να είναι απόρροια των πιο αυστηρών επιλογών που κάνω πλέον, γιατί μεγαλώνοντας έχω κατασταλάξει στο τι θέλω, τι μου αρέσει, πώς προτιμώ να περνώ τον λιγοστό ελεύθερο χρόνο μου και σπάνια θα τον θυσιάσω για κάτι που δεν με ψήνει ιδιαίτερα. Δε θα πάω σε μαγαζί που ξέρω ότι δε θα περάσω καλά (είτε λόγω μουσικής, κόσμου κλπ), δε θα βγω με παρέα που δε γουστάρω φουλ, δε θα πάω σε έξοδο απλά για να πάω. Άλλος το λέει προτεραιότητες, άλλος παραξενιά. Αγαπώ τα ταξίδια, τις νέες εμπειρίες και τη μουσική, αλλά τα αγαπώ με τον δικό μου τρόπο και τις δικές μου συνθήκες. Όχι, πια δε θα ταξιδέψω εύκολα με 234 μέσα, θα ψάξω να βρω το πιο άνετο. Λέω πιο πολλά όχι και κάθε μέρα μαθαίνω εκ νέου και ένα κομμάτι του εαυτού μου που αλλάζει και γίνεται πιο ιδιότροπο, ή απλά πιο έμπειρο. Είναι ωραίο να μεγαλώνουμε και να μη γερνάμε. Και ναι, το ξέρω ότι καμιά φορά γίνομαι παράξενη, αλλά προσπαθώ να περιορίζω την γκρίνια και απλά να βιώσω όσο το δυνατόν καλύτερα την ηλικιακή φάση που γουστάρω εμένα και τον εαυτό μου όπως είναι, που δεν κάνω αξιακές εκπτώσεις, με σέβομαι και με ακούω. Αυτή είναι άλλωστε και η μαγεία των χρόνων.
Χριστιάνα Στυλιανού, 38
Όσο μεγαλώνω πρώτα και κύρια, εξοικειώνομαι με την ιδέα του θανάτου. Με γνώμονα αυτό, αρχίζω να μαλακώνω, γίνομαι πιο διαλεκτική με βεβαιότητες του παρελθόντος. Σε θέματα που σε μικρότερη ηλικία δεν δεχόμουν μύγα στο σπαθί μου, τώρα ίσως υπάρχει μεγαλύτερο περιθώριο για κάποια μυγάκια, κάποια ζουζούνια και άλλα έπεα πτερόεντα (σε άλλα πάλι παραμένω ο ίδιος βράχος που ήμουν στα 20). Η πύκνωση των εμπειριών, τα πολλαπλά κτυπήματα λειτουργούν ως μια «διαπαιδαγώγηση απαλότητας». Αποδέχεσαι περισσότερο τον εαυτό σου με τις πληγές, τα ελαττώματα και την συνειδητοποίηση ότι η επανάσταση μάλλον δεν θα έρθει ποτέ, κι εσύ δεν θα ζήσεις τις μεγάλες φαντασμαγορίες που ονειρευόσουν στην εφηβεία. Αντ΄ αυτού, μαθαίνεις πως να εντάσσεις ρωγμές στην καθημερινή σου ζωή. Πως να θέτεις σε εφαρμογή την αλληλεγγύη στους χώρους εργασίας, πως να μοχθείς για τον έρωτα και να τον στηρίζεις σαν προσωπική επιλογή χωρίς να περιμένεις φιοριτούρες, ενώ ξέρεις με βεβαιότητα ότι η φιλία είναι πράγμα ριζοσπαστικό!
Μεγαλώνοντας γίνεσαι πιο παράξενός ναι, ξέρεις ακριβώς τι θέλεις, κι ακόμη περισσότερο τι ΔΕΝ θέλεις. Γίνεσαι όλο και πιο ιδιόμορφος και γεροπαράξενος, γιατί ξέρεις ότι ακολουθείς ένα μοτίβο που δεν θα σε εκθέσει πρακτικά και συναισθηματικά σε άβολες καταστάσεις. Ίσως επειδή το πέρας του χρόνου σε φέρνει ενώπιον του φόβου της ύπαρξης. Γι’ αυτό παραξενέυουμε μάλλον. Πέρα όμως από το φόβο, αντλούμε ελπίδα και θάρρος από πράγματα που μας συντροφεύουν γλυκά μέχρι το θάνατο. Οι φίλοι, η μουσική, η ταινίες, ο έρωτας, και προπάντων η αγάπη.
Όπως το θέτει ο φιλόσοφος και θεολόγος Πάουλ Τίλιχ, «Το θάρρος της υπάρξεως» είναι η αντίσταση στην αγωνία της μοίρας του σύγχρονου ανθρώπου, η αντίδραση στην αγωνία του θανάτου, στην αγωνία ελλείψεως νοήματος, στην αγωνία της ενοχής. Θάρρος έχει όποιος «βλέπει την άβυσσο με μάτια αετού, όποιος με νύχια αετού πιάνει την άβυσσο», όποιος υψώνεται πέρα από τις περιστάσεις και υπερβαίνει το μηδέν με τη μετοχή του στη θεϊκή ουσία.
Ο Τίλιχ, πολύ εύστοχα, ορίζει το θάρρος ως μία αρετή, ένα μέσο με το οποίο υπερβαίνουμε τους περιορισμούς των υπαρξιακών μας δεδομένων, επιβεβαιώνοντας την ύπαρξή μας, κατευθυνόμενοι προς την αυτοπραγμάτωση. Να μια ιδέα για να ξεπεράσουμε τη συλλογική φοβία «ότι γερνάμε».