Σε καφέ στην πλατεία Μαβίλη, τρία κορίτσια καπνίζουν, πίνουν καφέ και κουβεντιάζουν. «Ρε μπρο, εγώ της είπα να χαλαρώσει λίγο με τον άλλον, το’ χει ξεφτιλίσει». Ζητώ αναπτήρα και ανταλλάσσονται χαμόγελα. «Κορίτσια, πόσων χρονών είστε;» «17» «Άντε, καλή ψήφο!»
Αμήχανα γέλια. Και, στα μάτια της μίας, μια μικρή απορία. Να εικάσω ότι δεν θα ψηφίσει; Ότι δεν τη νοιάζει;
Δεν την αδικώ.
Από την άλλη, δε νιώθει οργή; Το δυστύχημα στα Τέμπη (έρευνα έδειξε ότι το 59% των νέων αποδίδει την ευθύνη για τα Τέμπη στην κυβέρνηση), η ακρίβεια, οι χαμηλοί μισθοί, το σκηνικό σήψης τριγύρω δεν την κινητοποιεί να πάει στις κάλπες και να ψηφίσει, έστω τιμωρητικά;
Οι δεκαεφτάχρονοι πολίτες που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά φέτος γεννήθηκαν το 2006. Δύο χρόνια μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες δηλαδή. Καλά καλά, δεν ήξεραν να γράφουν το όνομά τους όταν «ήρθε» (όταν καταλάβαμε ότι έχουμε) κρίση. Είναι μια πιο σκληραγωγημένη γενιά, όχι τόσο πολιτικοποιημένη, αλλά αρκετά ευαίσθητη σε ζητήματα περιβάλλοντος, φιλοζωίας και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τα παιδιά αυτά μεγάλωσαν εν πολλοίς ψηφιακά. Χειρίζονται άριστα τις νέες πλατφόρμες, τους αρέσει η εικόνα, βαριούνται γρήγορα, έχουν κουραστεί από το δήθεν, χρειάζονται να γελούν και δεν πολυπιστεύουν στην διάκριση αριστερά-δεξιά-τους θυμίζει τον παππού και την γιαγιά τους, κάτι μακρινό, κάτι αραχνιασμένο.
Είναι πιθανό να παρακολούθησαν για πρώτη φορά στην ζωή τους συνέντευξη του πρωθυπουργού όταν εκείνος μίλησε στη Νεφέλη Μεγκ. Όπως επίσης, είναι πιθανό να κατέβηκαν στον δρόμο για πρώτη φορά φέτος, με αφορμή το σιδηροδρομικό δυστύχημα. Να φώναξαν για τα Τέμπη πριν προλάβουν να φωνάξουν για το Πολυτεχνείο.
Τι θα ψηφίσουν, λοιπόν, αυτά τα παιδιά φέτος;
Όλες οι δημοσκοπήσεις που έλαβαν χώρα είτε από «καθεστωτικά» media είτε από ανεξάρτητους οργανισμούς (βλ. Eteron) έδειξαν λίγο πολύ κάποια πράγματα, διαμόρφωσαν μια γενική εικόνα σε σχέση με την ψήφο της νεολαίας. Βέβαια, πρέπει να σημειωθεί ότι κάποιες από τις έρευνες δεν αφορούν μόνο τους δεκαεφτάχρονους συμπολίτες μας, αλλά τους νέους γενικά: από 17 ως 35 ή από 17 ως 30.
Όλα δείχνουν πως λιγότεροι νέοι ψηφίζουν ΝΔ από ό, τι ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον από άποψης πρόθεσης. Στο συγκεκριμένο ηλικιακό γκρουπ, υπάρχει διαφορά σε σχέση με την ψήφο του γενικού πληθυσμού, έτσι όπως την εντοπίζουν οι έρευνες της κοινής γνώμης. Ο ΣΥΡΙΖΑ προηγείται της Νέας Δημοκρατίας, ενώ στον γενικό πληθυσμό ισχύει το αντίστροφο.
Άλλες δημοσκοπήσεις (σχετικά με το πόσο θα εμπιστεύονταν οι νέοι για πρωθυπουργό τους τον Τσίπρα ή τον Μητσοτάκη) έχουν αναδείξει τον Τσίπρα συμπαθέστερο.
Επίσης, οι νέοι φαίνεται πως προτιμούν το ΜΕΡΑ 25 από το ΚΙΝΑΛ (ΠΑΣΟΚ). Οι δεκαεφτάχρονοι πιθανώς να μην πιάνουν ούτε καν τα αστεία που διαμείβονται τα τελευταία χρόνια, εν είδει ποπ κουλτούρας, για το ΠΑΣΟΚ στα social media και στο αστείο κομμάτι του ελληνικού Internet. Ποιο ΠΑΣΟΚ, δηλαδή, ποιο ΚΙΝΑΛ;
Από την άλλη, η νεολαία δεν είναι και εντελώς αδιάφορη προς ολοκληρωτικά και ναζιστικά κατάλοιπα της Χρυσής Αυγής. Το κόμμα Κασιδιάρη έπιασε σε μια από τις στατιστικές των ημερών ένα θεαματικότατο 6,4%. ( Δημοσκόπηση Opinion Poll για το TheTOC) Ναι, κάποιοι νέοι αγανακτούν και εναποθέτουν την σωτηρία τους σε μια «καθαρότερη» Ελλάδα.
Οφείλουμε να αναφερθούμε και σε ένα μεγάλο ποσοστό αναποφάσιστων, της τάξης του 20%. (Δημοσκόπηση Opinion Poll για το TheTOC) Πιθανώς, μέσα εκεί μπορεί να βρίσκονται και εκείνες, εκείνοι που δεν θα πάνε καν να ψηφίσουν. Πολλά νέα παιδιά και ιδίως τα δεκαεφτάχρονα που ακόμα δεν έχουν διαμορφώσει ολοκληρωμένη κοινωνικοπολιτική συνείδηση είναι λογικό να επηρεάζονται και από την ψήφο της οικογένειας ή κάποιου από τους γονείς.
Επίσης, αρκετοί γονείς συζητούν για πολιτική με τα παιδιά τους. Δεν είναι βέβαιο ότι το κάνουν όλοι, πάντως είναι πολύ λογικό να σκεφτούμε ότι ένας μπαμπάς ή μία μαμά θα επηρεάσει το βλαστάρι να ψηφίσει κάτι που εκείνος ή εκείνη κρίνει σωστότερο. Φυσικά, η πολιτική συνείδηση δεν είναι κάτι που διαμορφώνεται μερικές μέρες πριν τις εκλογές, αλλά σε καθημερινή βάση. Είναι, δε, συχνό και το φαινόμενο τα παιδιά, οι νέοι να πηγαίνουν λίγο ή πολύ κόντρα στους γονείς, χωρίς ιδιαίτερη σκέψη. Είναι δεξιός ο μπαμπάς; Θα ψηφίσω αριστερά. Πιθανότατα και το αντίστροφο.
Το έτερο συχνό (και θλιβερό) φαινόμενο είναι οι πολιτικοί να θυμούνται τους νέους κατά την προεκλογική περίοδο. Να κάνουν πως νοιάζονται για τους νέους. Έχουμε γράψει κάποιες σκέψεις γι’ αυτό θέμα, εδώ, με αφορμή δηλώσεις του Κώστα Μπακογιάννη.
Ο Αλέξης Τσίπρας τάζει πολύ άμεσα κατώτατο μισθό 850 ευρώ. Ο Μητσοτάκης κάνει λόγο για 950 ευρώ στο τέλος της τετραετίας. Το ΚΚΕ δεν ασχολείται με την ΛΟΑΤΚΙ+ ατζέντα, που είναι αρκετά έως πολύ σημαντικό ζήτημα για τη νεολαία. Οι περισσότεροι πολιτικοί μοιάζουν στους νέους διεφθαρμένοι, καθώς έχει επικρατήσει ένας μηδενισμός και μια προχειρότητα σε σχέση με το τσουβάλιασμα των πολιτικών και των ευθυνών τους: «όλοι ίδιοι είναι/όλοι είναι καθάρματα/η εξουσία τους αλλοιώνει όλους».
Οι νέοι αυτής της γενιάς (είτε είναι 17, είτε 18, είτε εικοσάρηδες) δεν έχουν την ελπίδα που μπορεί να είχαν οι λίγο μεγαλύτεροί τους. Ακόμα και το κεφάλαιο του Covid-19 είναι πολύ βασικός παράγοντας για την σύσταση μιας αναχωρητικότητας από νωρίς. Οι περισσότεροι ακούν ξένη μουσική, βλέπουν ξένο stand up, ονειρεύονται να φύγουν από την Ελλάδα, βαριούνται την τηλεόραση, δημιουργούν νέα είδωλα, θέλουν απλώς την ησυχία τους, θέλουν απλώς να νιώσουν λίγο ασφαλείς για να ζήσουν κάποια όνειρά τους.
Θέλουν απλή, κατανοητή γλώσσα, θέλουν στην πράξη μέτρα που τους ευνοούν ως σπουδαστές, ως πρωτάρηδες εργαζόμενους, θέλουν έγνοια και φροντίδα σε καθημερινή βάση. Δεν μπορούν να παρακολουθήσουν το κανάλι της Βουλής, όση συνείδηση, όση όρεξη και να έχουν για να επιχειρήσουν να καταλάβουν σε τι κόσμο και σε τι σύστημα τους γεννήσαμε. Από αυτήν την άποψη, κάνουν καλά οι πολιτικοί (κοιτώντας την δουλειά τους, την ατζέντα τους και τα ψηφαλάκια τους) που διεισδύουν μέσω των επικοινωνιολόγων τους στο Internet: podcasts, tik tok, youtube, Instagram lives και τα λοιπά.
Είναι επίσης ευχάριστο το ότι για πρώτη φορά οι δεκαεφτάρηδες έχουν το δικαίωμα να επιλέξουν τους εκπροσώπους τους στην Βουλή. Είναι τα ζωντανά κύτταρα της κοινωνίας, είναι το μέλλον. Αν ήταν όμως στο χέρι τους, αισθάνομαι ότι οι περισσότερες εξ αυτών θα επιθυμούσαν μια εκ θεμελίων αλλαγή του συστήματος και πράγματα που δεν μπορεί να τάξει κανένα κόμμα: ίσως σχολικά μαθήματα online, δωρεάν πρόσβαση στις συναυλίες των αγαπημένων τους καλλιτεχνών, περισσότερο καθαρό δημόσιο χώρο, φθηνότερο καφέ και ενεργειακά ποτά, νομιμοποίηση της κάνναβης, περισσότερη δικαιοσύνη, λιγότερες φωνές και υστερίες στον δημόσιο λόγο, λιγότερες ομιλούσες γραβάτες και περισσότερη ελεύθερη τέχνη και διασκέδαση.
Οι δεκαεφτάρηδες δε νοιάζονται, ως γενιά συνολικά, για τις φετινές εκλογές. Είναι Μάης, τους περιμένει μια ζωή ολόκληρη, έχουν κατάθλιψη, έχουν στρες για τις εξετάσεις τους, για το αν θα κάνουν επιτέλους σεξ φέτος. Η πολιτική, καλώς ή κακώς, αδυνατεί να αγγίξει ουσιαστικά όλο αυτό το φάσμα. Η πολιτική, καλώς ή κακώς, δεν θεωρείται για τους νέους (και ιδίως τους πολύ νέους) δόκιμος και εύκρατος τρόπος να αλλάξουν ή να καλυτερεύσουν τα πράγματα. Τους περισσότερους τους μπερδεύει.
Αφήστε που η γενιά των δεκαεφτάρηδων-έχουμε εμείς, οι προηγούμενες γενιές ευθύνη-αναγκάστηκε να στραφεί στον πυρήνα του εαυτού της. Άτομα ξεχωριστά, διαφορετικά, μοναδικά (μες στα κοινά τους) και όχι συλλογικότητες, συνδικάτα, σωματεία. Περσόνες, micro-celebrities, εικονολάτρισσες, δημιουργοί ψηφιακού περιεχομένου και όχι επαναστάτες, ρέμπελοι, αντιρρησίες.
Οι σημερινοί νέοι σκρολάρουν στο Tik Tok, δεν διαβάζουν κρυφά Αυγή, ούτε αγωνιούν να υψώσουν την ελληνική σημαία στην Ακρόπολη. Ίσως όταν οι σημερινοί 17ρηδες πενηνταρίσουν, δεν θα υπάρχουν καν οι εκλογές στις κάλπες ως σχήμα και ως δυνατότητα.
Ίσως η ίδια η δημοκρατία να έχει αμφισβητηθεί, ίσως η επανάσταση και η Αλλαγή δεν θα γράφονται σε αφίσες στον δρόμο, αλλά θα βιώνονται ως πραγματικότητες κάθε μέρα.
Μέχρι τότε, καλή ψήφο σε νέους, γέρους και παιδιά.
ΥΓ: Εννοείται, και μπορεί να αναλυθεί σε επόμενο κείμενό μας, ότι αν σύσσωμοι οι δεκαεφτάρηδες πήγαιναν στις κάλπες, θα μπορούσαν να αλλάξουν πολλά σε αυτές τις εκλογές. Και, γιατί όχι, σε αυτόν τον τόπο. Το θέμα είναι μετά την κάλπη όμως. Άντε και ψήφισες, μετά πώς παραμένεις ενεργός επηρεαστής των εκπροσώπων που εξέλεξες;