Ο Ανάχαρσις τον 6ο π.χ. αιώνα, είχε πει:
«Ο νόμος είναι σαν τον ιστό της αράχνης. Οι μικρές μύγες πιάνονται, ενώ οι μεγάλες σχίζουν το δίχτυ και φεύγουν».
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός αναλυτής για να κρίνει τη σημειολογία των εικόνων που περνούν τις τελευταίες μέρες από το News Feed μας. Μια εικόνα μπορεί να κρύβει μέσα της χίλιες λέξεις λέει το γνωστό ρητό, κι εγώ θα έλεγα ότι ίσως κρύβει ακόμα περισσότερες.
Εδώ και 14 χρόνια κάθε Δεκέμβρη, βλέπουμε την φωτογραφία του νεκρού Αλέξη Γρηγορόπουλου, πεσμένο στον πεζόδρομο της Κωλέττη. Από το 2018 μια σπαρακτική εικόνα εμφανίζεται στην ροή των ειδήσεων, στην οποία βλέπουμε ένα παπούτσι πεταμένο στον πεζόδρομο της οδού Γλάδστωνος, ό,τι απέμεινε απ’ τον Ζακ Κωστόπουλο στον τόπο που ξεψύχησε λίγο πριν σφουγγαρίσουν τα αίματα μαζί με τα στοιχεία από το σημείο του φονικού, ενώ πιο πρόσφατα βλέπουμε όλο και πιο συχνά τη ρετουσαρισμένη φωτογραφία του χτυπημένου γεμάτο αίματα, σαν νεκρού προσώπου του αναρχικού Γιάννη Μιχαηλίδη, την ίδια στιγμή που καθημερινά παρελαύνουν μπροστά από τα μάτια μας τα φωτογραφικά φιλιά του Δημήτρη Λιγνάδη στον πλαστικό Παρθενώνα με παρουσία γνωστής Υπουργού.
Ο Επαμεινώνδας Κορκονέας που δολοφόνησε τον Αλέξη Γρηγορόπουλο είναι πλέον ελεύθερος καθώς ο πρότερος σύννομος βίος του αναγνωρίστηκε ως ελαφρυντικό κατά πλειοψηφία. Παράλληλα, ο κοσμηματοπώλης και ο μεσίτης που κρίθηκαν ένοχοι για τον θάνατό του Ζακ, με την κατηγορία της «θανατηφόρας σωματικής βλάβης κατά παραυτουργία» αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Από την άλλη, ο Γιάννης Μιχαηλίδης συνεχίζει να βρίσκεται στην κρίσιμη κατάσταση μιας απεργίας πείνας, γιατί ζητά να ισχύσει το αυτονόητο: η αποφυλάκισή του στα 3/5 της ποινής που του επιβλήθηκε για ληστεία και στα 2/5 της ποινής που ο ίδιος εξέτισε ήδη για απόδρασή του το 2019, την ίδια στιγμή που ο Δημήτρης Λιγνάδης, ο παιδοβιαστής που καταδικάστηκε για δύο βιασμούς ανηλίκων, πέρασε σήμερα το μεσημέρι την πύλη εξόδου των φυλακών Κορυδαλλού, καθώς εξασφάλισε το ποσό των 30 χιλιάδων ευρώ που όρισε χθες το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ως εγγύηση για την αποφυλάκιση του.
Στην τελευταία εικόνα του, ο πρώην διευθυντής του Εθνικού θεάτρου παρουσιάζεται καθαρός, με ξυρισμένο πρόσωπο, σιδερωμένο γαλάζιο πουκάμισο, μπεζ παντελόνι, και καινούργια παπούτσια, κρατώντας ένα μπλε σακίδιο να εξέρχεται τις πύλες των φυλακών Κορυδαλλού, έτοιμος να επιστρέψει στην κοινωνία, και δεν διστάζει να κάνει δηλώσεις στις οποίες επικροτεί τη δικαιοσύνη για αμεροληψία της, λέγοντας:
«Ποτέ δεν πίστευα ότι η ελληνική δικαιοσύνη θα παρασυρθεί και δεν παρασύρθηκε, όπως ίσως να συνέβη με ένα μεγάλος μέρος της κοινωνίας», και συνέχισε υποστηρίζοντας πως θα δικαιωθεί στο Εφετείο.
«Δεν είναι η στιγμή να πω πολλά πράγματα, θα έρθουν και αυτές οι στιγμές», πρόσθεσε, υποστηρίζοντας για τους κατήγορούς του ότι «1,5 χρόνο έπαιζαν μόνοι τους μπάλα. Τώρα δικαιούμαι να μιλάω κι εγώ».
Και δεν κάνει εντύπωση ο στόμφος του και ο θρασύτατος και αμετανόητος λόγος του, καθώς φαινεται όπως δείχνουν και οι φωτογραφίες με το πρωθυπουργικό ζεύγος, ότι ο παιδοβιαστής έχει γενικά «πλάτες» από πίσω του, και όχι τις οποιεσδήποτε «πλάτες», αλλά τις πλάτες στελεχών του κράτους. Στελέχη που ίσως γνωρίζουμε, ίσως και όχι, αλλά δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία. Σημασία έχει να μη ξεχνάμε πως στο Εθνικό διορίστηκε με «συνοπτικές» διαδικασίες κατόπιν υπουργικής απόφασης, αλλά και τις δηλώσεις γνωστού Υπουργού περί σκευωρίας εναντίον του κατηγορούμενου ώστε να πληγούν τα σχέδια της κυβέρνησης για το Ελληνικό. Παράλληλα δεν θα πρέπει να ξεχνάμε το ρεπορτάζ γνωστού καναλιού με τίτλο «Γνωστός σκηνοθέτης στο μάτι του κυκλώνα για το… τίποτα», που αναφερόταν σε «γνωστό σκηνοθέτη» για τον οποίο «οι καταγγελίες για συμμετοχή σε κύκλωμα ανηλίκων, φαίνεται να μην στέκουν», καταλήγοντας ότι «ουδέποτε ο Δ. Λιγνάδης κλήθηκε από τις αρχές και ουδέποτε οι αρχές έκριναν ότι η καταγγελία ήταν σοβαρή», φτάνοντας μάλιστα στο συμπέρασμα των «fake news».
Ωστόσο, αυτό που πρέπει να κρατήσουμε εδώ, είναι το γεγονός ότι ο Λιγνάδης, ό,τι και να είναι, ό,τι και αν κάνει από εδώ και μπρος, τα εγκλήματα του, κάποια τουλάχιστον έχουν αναγνωριστεί. Όμως τα ελαφρυντικά, όσο εξοργιστικά και αν είναι, είναι προϊόντα ενόρκων, και αυτό πρέπει να μας θυμίζει κάτι: η κοινή γνώμη δεν είναι ομοιογενώς ενάντια ακόμα σε ζητήματα βιασμών και λοιπών εγκλημάτων. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας εξακολουθεί να είναι ανεκτικό, να μη τα θεωρεί εγκλήματα σοβαρά και αυτό πρέπει να μας βάζει σε σκέψεις, πως ακόμη υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει. Πολλή δουλειά ακόμα στο δρόμο και στις κουβέντες, πέρα από τον κλειστό κύκλο συμφωνούντων, που όλες και όλοι κλεινόμαστε μερικές φορές. Είναι ίσως μια τέτοια υπόσχεση η καλύτερη δεδομένων των συνθηκών- ότι τέτοια ζήτημα στο μέλλον η θα αποτραπούν ή θα αντιμετωπίσουν ΜΜΕ μεγαλύτερη σοβαρότητα. Γιατί αυτό που είδαμε, ήταν δεν ήταν καθόλου, μια αντικειμενικά “σοβαρή” απόφαση.
Το καθαρό και φρεσκοξυρισμένο πρόσωπο ενός βιαστή, ξεπλύθηκε από πολλούς, κι αυτό δεν το ξεχνάμε. Το δικαστικό σύστημα δείχνει ξεδιάντροπα τα δόντια του σε όσους δεν ανήκουν σε πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές κλίκες, ελίτ πλουσίων.