Τα politics του βαδίσματος
Αν νομίζετε ότι πολιτική αρχίζει και τελειώνει στα κόμματα, κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Ή τουλάχιστον, δεν είναι μόνο αυτό. Η πολιτική, ή τα politics όπως θα έλεγε ένας απόφοιτος ανθρωπιστικών σπουδών, είναι μια έννοια που πέραν της συμβατικής πολιτικής, συμβαίνει παράλληλα έξω και πέρα από τον μαντρότοιχο του κοινοβουλίου. Ο όρος – ομπρέλα περιλαμβάνει το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται και των διαδικασιών που ακολουθούνται, μέσω των οποίων, ομάδες ανθρώπων οργανώνονται και λειτουργούν, προκειμένου να πετύχουν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο και με το μικρότερο δυνατό κόστος τους σκοπούς που επιδιώκουν σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων.
Είναι με άλλα λόγια όλοι εκείνοι οι τρόποι που μας επιτρέπουν να συνυπάρχουμε. Περιλαμβάνουν από γεωπολιτικές αποφάσεις, μέχρι την ηλικία που θα πάρουμε σύνταξη, το πώς είναι σχεδιασμένα τα δημόσια πάρκα, μέχρι και τον τρόπο που το φυσικό φως του ήλιου διαχέεται σε ένα κτίριο. Είναι όλα εκείνα από τα οποία -όπως θα επικαλούνταν η συμειολογία- συντίθεται η κοινωνική ζωή. Είναι ο τρόπος αναπαλαίωσης των νεοκλασικών κτιρίων (κι ενίοτε η κατεδάφισή τους), είναι το πώς είναι βαλμένες οι πλάκες στα πεζοδρόμια. Τα politics, επιπλέον διεισδύουν σε ακόμα πιο μοριακό επίπεδο, από τον τρόπο που οδηγούμε, στο πώς τρώμε και χορεύουμε, μέχρι τον τρόπο που περπατάμε-στο οποίο και θα σταθούμε.
Η σημειολογία της κίνησης
Ας πάρουμε λοιπόν το βάδισμα ως πολιτισμικό προϊόν και ως μέσο συνύπαρξης. Άλλοτε συνεργατικό κι άλλοτε εχθρικό. Από το θεατράλε βάδισμα των τσολιάδων έξω από τη βουλή, μέχρι τα παιδιά που κάνουν skateboard έξω από το μετρό του Συντάγματος, κι από το στρατιωτικό περπάτημα των ΜΑΤ σε μια πορεία, μέχρι τους αθλητικούς τύπους που τρέχουν με τα σορτσάκια τους και τους ηλικιωμένους που περπατούν από το σπίτι τους μέχρι τη λαϊκή, κάθε τρόπος εκφοράς του βαδίσματος φέρει τη δική του όχι μόνο αισθητική, αλλά και αστική σημειολογία.
Από τους ορισμούς της σημειωτικής που έχουν κατά καιρούς προταθεί, ξεχωρίζει εκείνος του Umberto Eco: «η σημειωτική μελετά κάθε πολιτισμική διαδικασία ως διαδικασία επικοινωνίας». Αναζητά το νόημα σε όλες τις μορφές της πολιτισμικής έκφρασης, σε όλα τα πολιτισμικά προϊόντα. Συνεπώς, το βάδισμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πολιτισμικό προϊόν. Πέρα όμως από πολιτισμική διαδικασία, ο τρόπος που περπατάμε, είναι προπάντων, όπως αναφέραμε στην αρχή, κι ένας τρόπος αλληλεπίδρασης κι επικοινωνίας. Συμβολικός και μη.
Θεωρώντας ότι το περπάτημα κάθε ανθρώπου πρέπει να είναι εξίσου εύγλωττο με τη φυσιογνωμία του, ο Μπαλζάκ επικαλείται τον Δημοσθένη, ο οποίος κατηγορούσε τον Νικόβουλο επειδή περπατούσε άτσαλα, κάτι που πρόδιδε την έλλειψη καλών τρόπων.
Θεωρία του Βαδίσματος
Το ειρωνικό εγχειρίδιο “θεωρία του βαδίσματος” πέρα από την ψυχολογία της επιστήμης, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ πραγματεύεται πολλές από τις σκέψεις που ανέκαθεν τον απασχολούσαν και τις οποίες βρίσκουμε διάσπαρτες στα φιλοσοφικά του έργα: σκέψεις σχετικά με την κίνηση, την ανάλωση της ζωτικής ενέργειας, τις σχέσεις ανάμεσα στην εσωτερική υπόσταση του ανθρώπου και τις εξωτερικές του αντιδράσεις, τη φιλοσοφία των καθημερινών κινήσεων. Όλα δοσμένα με μια περιπαικτική καταγραφή όσων χαρακτηρίζουν το πνεύμα και τα ήθη του Παρισιού τη δεκαετία του 1830.
Για τον Μπαλζάκ, το βάδισμα είναι «ο προπομπός της σκέψης και της ζωής». Όπως λέει χαρακτηριστικά, «Αποφάσισα απλώς να καταγράφω τα εξωτερικά αποτελέσματα των κινήσεων του ανθρώπου, όποια κι αν ήταν η φύση τους, να τα σημειώνω, να τα ταξινομώ κι ύστερα, όταν θα ολοκλήρωνα την ανάλυση, να αναζητήσω τους νόμους…».
Πήγε, λοιπόν την επόμενη μέρα και κάθισε σε μια καρέκλα στο βουλεβάρτο της Γάνδης, με σκοπό να μελετήσει το βάδισμα όλων των Παρισινών, που για κακή τους τύχη, θα περνούσαν από μπροστά του κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Κι εκείνη τη μέρα συνέλεξε τις πιο παράξενες παρατηρήσεις που είχε κάνει στη ζωή του. Όπως ομολογεί με χιουμοριστική διάθεση, «επέστρεψα στο σπίτι παραφορτωμένος, σαν τους βοτανολόγους που βγαίνουν να συλλέξουν φυτά», και συνεχίζει, «παρασύρονται και κόβουν τόσα πολλά, ώστε αναγκάζονται να τα δώσουν στην πρώτη αγελάδα που δα δουν μπροστά τους».
Θεωρώντας ότι το περπάτημα κάθε ανθρώπου πρέπει να είναι εξίσου εύγλωττο με τη φυσιογνωμία του, ο Μπαλζάκ επικαλείται τον Δημοσθένη, ο οποίος κατηγορούσε τον Νικόβουλο επειδή περπατούσε άτσαλα, κάτι που πρόδιδε την έλλειψη καλών τρόπων.
Ο Μπαλζάκ στην Αθήνα
Τι θα συνέβαινε λοιπόν αν ακολουθούσαμε τη διαδικασία του μεγάλου Γάλλου ρεαλιστή λογοτέχνη; Αν παίρναμε μια καρέκλα και καθόμασταν στο Σύνταγμα, παρατηρώντας το βάδισμα των Αθηναίων που θα περνούσαν από μπροστά μας.
Στα ΜΜΜ
Άνθρωποι που προσπαθούν να μπουν προτού βγει ο κόσμος. Ενώ βλέπουν ότι πρόκειται να βγει κόσμος, πασχίζουν να μπουν πρώτοι.
Ένα άλλο πάγιο φαινόμενο είναι να είσαι όρθιος μπροστά στην πόρτα σε λεωφορείο που πηγαίνει τερματικό και να σηκώνεται κόσμος από τα καθίσματα 30 δευτερόλεπτα πριν φτάσει και να λέει «συγνώμη, να περάσω;».
Αυτοί που στις κυλιόμενες σκάλες στέκονται στην μέση ή στην αριστερή πλευρά, δημιουργώντας ουσιαστικά συμφόρηση και μπλοκάροντας τον δρόμο σε όσους βιάζονται και επιλέγουν να περπατούν στις κυλιόμενες.
Άνθρωποι που δεν σε αφήνουν να βγεις από τα ΜΜΜ.
Γυναίκα με καροτσάκι μπαίνει στο τραμ και κανείς δεν κάνει στην άκρη να περάσει, ούτε την μετακινούνται από τη θέση για τα καρότσια/ΑΜΕΑ.
Φασέα με ακουστικά και backpack που σε κτυπάει στο πρόσωπο με την τσάντα της χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα, ενώ κουνάει το κεφάλι με ένα τραγούδι της Billie Elish.
Στον δρόμο
Ζευγαράκια που περπατάτε πιασμένοι χεράκι-χεράκι σαν ΕΑΑΚΙΤΕΣ που πιάνονται αλυσίδα μπροστά από την αμερικανική πρεσβεία να εμποδίζουν την διέλευση των πάσης κατεύθυνσης περαστικών σε στενά, πεζοδρόμια, περάσματα και διασταυρώσεις, διαμορφώνοντας ένα αδιαπέραστο ανθρώπινο τείχος.
Παρέες των 4-5 ατόμων που περπατάνε ο ένας δίπλα από των άλλον οριζοντίως στα στενά, φράσσοντας ουσιαστικά τον δρόμο σε όσους έρχονται από απέναντι.
Επιστρέφουμε στα ζευγάρια, που σε ένα πολύ μικρό στενάκι κρατάνε τόσο σφιχτά χέρια που δημιουργούν μπροστά σου ένα ανθρώπινο χταπόδι, κάτι σαν τον Κθούλου που ζητάει για διόδια τα πολτοποιημένα σου κόκαλα.
Αυτοί που καθώς περπατούν, σταματούν απότομα μπροστά σου και σκύβουν για να δέσουν το παπούτσι τους, πιο αιφνιδιαστικά κι από αντάρτικο πόλης, με αποτέλεσμα να πέσεις πάνω τους και ίσως ακολουθήσει και μια μίνι καραμπόλα.
Όσοι αποφασίζουν να κάνουν μια στάση να «τα πούνε» μεταξύ τους, κάνοντας ουσιαστικά το πεζοδρόμιο το τσιφλίκι τους. Το ίδιο ισχύει και όσους αράζουν έξω από τα μπαρ, αναγκάζοντάς σε ουσιαστικά να περπατήσεις στη μέση του δρόμου.
Αυτοί που προσπαθείς να τους προσπεράσεις γιατί θες να πας πιο γρήγορα και αρχίζουν να σε μαρκάρουν αμυντικά σαν σε αγώνα μπάσκετ.
Οι άνθρωποι που ενώ σε βλέπουν να αγωνίζεσαι με 15 σακούλες σουπερμάρκετ στα χέρια, ενώ τα δάκτυλά σου έχουν γίνει πρασινομαβί από την μη κυκλοφορία του αίματος, έχουν τη φαεινή ιδέα να σταθούν μπροστά σου –μπλοκάροντάς σου τον δρόμο- για να φωτογραφηθούν σε ένα uber instagramable σημείο της πόλης.
Εκείνοι οι άνθρωποι που στις διαβάσεις πεζών, προσβάλλονται από το «σύνδρομο του κάβουρα», κι αρχίζουν να περπατούν μονίμως πλαγιόστροφα με σκοπό να πάνε για παράδειγμα, απέναντι και αριστερά, με αποτέλεσμα να ξεκληρίζουν όλους τους συνανθρώπους τους που αγωνίζονται να περάσουν απέναντι, που μοιάζουν σαν τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στον Τιτανικό. Πέρα από το ότι είναι άκρως αντικοινωνικό και αγενές, είναι και επικίνδυνο, καθώς σε αφήνει εκτεθειμένο στη μέση του δρόμου να κινδυνεύεις από τα διερχόμενα αμάξια.
Μετά έρχεται η σειρά των τουριστών. Οι τουρίστες έχουν ένα πολύ μοναδικό τρόπο να αποικούν τον χώρο. Κλείνουν ολόκληρα πεζοδρόμια με σημαιάκια και ομπρελίνα με τους τουριστικούς τους οδηγούς και τα γκρουπς τους επιβάλλουν την εξουσία του όχλου σπρώχνοντας τους ταλαίπωρους ιθαγενείς στην άκρη του δρόμου να παίζουμε τη ζωή μας κορόνα γράμματα στις διασταυρώσεις και με τα ρούχα μας να γλείφουν τα εισερχόμενα αμάξια. Πόσες και πόσες φορές είδα το τέλος της ζωής μου όταν γκρουπς από την Αμερική, την Γερμανία και την Αγγλία επιβάλλουν την τουριστική εξουσία στους δρόμους του Αθηναϊκού κέντρου.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, το Αθηναϊκό κέντρο προσφέρεται άψογα για μια μπαλζακική επιτόπια παρατήρηση. Το μετρό, τα πεζοδρόμια, οι κυλιόμενες σκάλες και τα πεζοδρόμια, μοιάζουν με ένα πεδίο μάχης, όπου δυστυχώς καθημερινά η κανονικοποίηση της βίας θεριεύει. Για να είμαστε όμως δίκαιοι και προς τις ευγενικές μειοψηφίες, ο Μπαλζάκ, πέραν της συγκρουσιακής σημειολογίας, θα παρατηρούσε και ανθρώπους που κινούνται με συνεργατική διάθεση. Εκείνους που θα σου κρατήσουν την πόρτα ανοιχτή για να περάσεις, εκείνους που σε ένα πολύ στενό πεζοδρόμιο με παρκαρισμένα αμάξια θα σταματήσουν για να περάσεις πρώτος, και σε περίπτωση που το κάνεις εσύ, θα σε ευχαριστήσουν με ένα γλυκό χαμόγελο.
Κάποιοι από εσάς θα αναρωτηθούν σε τι οφείλεται αυτή η συγκρουσιακή σημειολογία του βαδίσματος στην Αθήνα. Μπορεί οι άνθρωποι να έχουν μπουχτίσει, να αδιαφορούν για τους άλλους και για την αρμονική συνύπαρξη μαζί τους. Μήπως είμαστε μια κοινωνία ακραία εγωκεντρική; Μήπως ζούμε στο matrix του ατομικισμού;
Ο ατομικός ψυχισμός ωστόσο δεν παράγεται σε ένα κενό κοινωνικών σχέσεων αλλά σε συνάρτηση, αναδρά με αυτές –τις συνθήκες εργασίας και τις συνθήκες ζωής γενικότερα. Από αυτές εξαρτώνται οι δυνατότητες των ατόμων να συνεργαστούν αρμονικά σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Κάτι που στο τέλος της ημέρας, όσο ακραίο κι αν ακούγεται, αποκρυσταλλώνεται στον τρόπο που περπατάμε στον δρόμο.
Έτσι, το πώς επιλέγει ο καθένας να βαδίσει λέει πολλά για το ποιόν του. Το βάδισμα είτε θα συντηρεί τον ανταγωνισμό και την ανθρωποφαγία, είτε θα αποδομεί τη σημερνή κατάσταση πραγμάτων προάγοντας τη συνεργασία.
Διαλέξτε πλευρά και keep walking!
✥Δείτε επίσης: Κοινωνία της κόπωσης: Γιατί η σύγχρονη εποχή εξελίσσεται σε μια κατάσταση γενικής εξάντλησης;
Τα politics του βαδίσματος
Αν νομίζετε ότι πολιτική αρχίζει και τελειώνει στα κόμματα, κάνετε πολύ μεγάλο λάθος. Ή τουλάχιστον, δεν είναι μόνο αυτό. Η πολιτική, ή τα politics όπως θα έλεγε ένας απόφοιτος ανθρωπιστικών σπουδών, είναι μια έννοια που πέραν της συμβατικής πολιτικής, συμβαίνει παράλληλα έξω και πέρα από τον μαντρότοιχο του κοινοβουλίου. Ο όρος – ομπρέλα περιλαμβάνει το σύνολο των μέτρων που λαμβάνονται και των διαδικασιών που ακολουθούνται, μέσω των οποίων, ομάδες ανθρώπων οργανώνονται και λειτουργούν, προκειμένου να πετύχουν με τον αποτελεσματικότερο τρόπο και με το μικρότερο δυνατό κόστος τους σκοπούς που επιδιώκουν σε διάφορους τομείς δραστηριοτήτων.
Είναι με άλλα λόγια όλοι εκείνοι οι τρόποι που μας επιτρέπουν να συνυπάρχουμε. Περιλαμβάνουν από γεωπολιτικές αποφάσεις, μέχρι την ηλικία που θα πάρουμε σύνταξη, το πώς είναι σχεδιασμένα τα δημόσια πάρκα, μέχρι και τον τρόπο που το φυσικό φως του ήλιου διαχέεται σε ένα κτίριο. Είναι όλα εκείνα από τα οποία -όπως θα επικαλούνταν η συμειολογία- συντίθεται η κοινωνική ζωή. Είναι ο τρόπος αναπαλαίωσης των νεοκλασικών κτιρίων (κι ενίοτε η κατεδάφισή τους), είναι το πώς είναι βαλμένες οι πλάκες στα πεζοδρόμια. Τα politics, επιπλέον διεισδύουν σε ακόμα πιο μοριακό επίπεδο, από τον τρόπο που οδηγούμε, στο πώς τρώμε και χορεύουμε, μέχρι τον τρόπο που περπατάμε-στο οποίο και θα σταθούμε.
Η σημειολογία της κίνησης
Ας πάρουμε λοιπόν το βάδισμα ως πολιτισμικό προϊόν και ως μέσο συνύπαρξης. Άλλοτε συνεργατικό κι άλλοτε εχθρικό. Από το θεατράλε βάδισμα των τσολιάδων έξω από τη βουλή, μέχρι τα παιδιά που κάνουν skateboard έξω από το μετρό του Συντάγματος, κι από το στρατιωτικό περπάτημα των ΜΑΤ σε μια πορεία, μέχρι τους αθλητικούς τύπους που τρέχουν με τα σορτσάκια τους και τους ηλικιωμένους που περπατούν από το σπίτι τους μέχρι τη λαϊκή, κάθε τρόπος εκφοράς του βαδίσματος φέρει τη δική του όχι μόνο αισθητική, αλλά και αστική σημειολογία.
Από τους ορισμούς της σημειωτικής που έχουν κατά καιρούς προταθεί, ξεχωρίζει εκείνος του Umberto Eco: «η σημειωτική μελετά κάθε πολιτισμική διαδικασία ως διαδικασία επικοινωνίας». Αναζητά το νόημα σε όλες τις μορφές της πολιτισμικής έκφρασης, σε όλα τα πολιτισμικά προϊόντα. Συνεπώς, το βάδισμα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πολιτισμικό προϊόν. Πέρα όμως από πολιτισμική διαδικασία, ο τρόπος που περπατάμε, είναι προπάντων, όπως αναφέραμε στην αρχή, κι ένας τρόπος αλληλεπίδρασης κι επικοινωνίας. Συμβολικός και μη.
Θεωρώντας ότι το περπάτημα κάθε ανθρώπου πρέπει να είναι εξίσου εύγλωττο με τη φυσιογνωμία του, ο Μπαλζάκ επικαλείται τον Δημοσθένη, ο οποίος κατηγορούσε τον Νικόβουλο επειδή περπατούσε άτσαλα, κάτι που πρόδιδε την έλλειψη καλών τρόπων.
Θεωρία του Βαδίσματος
Το ειρωνικό εγχειρίδιο “θεωρία του βαδίσματος” πέρα από την ψυχολογία της επιστήμης, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ πραγματεύεται πολλές από τις σκέψεις που ανέκαθεν τον απασχολούσαν και τις οποίες βρίσκουμε διάσπαρτες στα φιλοσοφικά του έργα: σκέψεις σχετικά με την κίνηση, την ανάλωση της ζωτικής ενέργειας, τις σχέσεις ανάμεσα στην εσωτερική υπόσταση του ανθρώπου και τις εξωτερικές του αντιδράσεις, τη φιλοσοφία των καθημερινών κινήσεων. Όλα δοσμένα με μια περιπαικτική καταγραφή όσων χαρακτηρίζουν το πνεύμα και τα ήθη του Παρισιού τη δεκαετία του 1830.
Για τον Μπαλζάκ, το βάδισμα είναι «ο προπομπός της σκέψης και της ζωής». Όπως λέει χαρακτηριστικά, «Αποφάσισα απλώς να καταγράφω τα εξωτερικά αποτελέσματα των κινήσεων του ανθρώπου, όποια κι αν ήταν η φύση τους, να τα σημειώνω, να τα ταξινομώ κι ύστερα, όταν θα ολοκλήρωνα την ανάλυση, να αναζητήσω τους νόμους…».
Πήγε, λοιπόν την επόμενη μέρα και κάθισε σε μια καρέκλα στο βουλεβάρτο της Γάνδης, με σκοπό να μελετήσει το βάδισμα όλων των Παρισινών, που για κακή τους τύχη, θα περνούσαν από μπροστά του κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Κι εκείνη τη μέρα συνέλεξε τις πιο παράξενες παρατηρήσεις που είχε κάνει στη ζωή του. Όπως ομολογεί με χιουμοριστική διάθεση, «επέστρεψα στο σπίτι παραφορτωμένος, σαν τους βοτανολόγους που βγαίνουν να συλλέξουν φυτά», και συνεχίζει, «παρασύρονται και κόβουν τόσα πολλά, ώστε αναγκάζονται να τα δώσουν στην πρώτη αγελάδα που δα δουν μπροστά τους».
Θεωρώντας ότι το περπάτημα κάθε ανθρώπου πρέπει να είναι εξίσου εύγλωττο με τη φυσιογνωμία του, ο Μπαλζάκ επικαλείται τον Δημοσθένη, ο οποίος κατηγορούσε τον Νικόβουλο επειδή περπατούσε άτσαλα, κάτι που πρόδιδε την έλλειψη καλών τρόπων.
Ο Μπαλζάκ στην Αθήνα
Τι θα συνέβαινε λοιπόν αν ακολουθούσαμε τη διαδικασία του μεγάλου Γάλλου ρεαλιστή λογοτέχνη; Αν παίρναμε μια καρέκλα και καθόμασταν στο Σύνταγμα, παρατηρώντας το βάδισμα των Αθηναίων που θα περνούσαν από μπροστά μας.
Στα ΜΜΜ
Άνθρωποι που προσπαθούν να μπουν προτού βγει ο κόσμος. Ενώ βλέπουν ότι πρόκειται να βγει κόσμος, πασχίζουν να μπουν πρώτοι.
Ένα άλλο πάγιο φαινόμενο είναι να είσαι όρθιος μπροστά στην πόρτα σε λεωφορείο που πηγαίνει τερματικό και να σηκώνεται κόσμος από τα καθίσματα 30 δευτερόλεπτα πριν φτάσει και να λέει «συγνώμη, να περάσω;».
Αυτοί που στις κυλιόμενες σκάλες στέκονται στην μέση ή στην αριστερή πλευρά, δημιουργώντας ουσιαστικά συμφόρηση και μπλοκάροντας τον δρόμο σε όσους βιάζονται και επιλέγουν να περπατούν στις κυλιόμενες.
Άνθρωποι που δεν σε αφήνουν να βγεις από τα ΜΜΜ.
Γυναίκα με καροτσάκι μπαίνει στο τραμ και κανείς δεν κάνει στην άκρη να περάσει, ούτε την μετακινούνται από τη θέση για τα καρότσια/ΑΜΕΑ.
Φασέα με ακουστικά και backpack που σε κτυπάει στο πρόσωπο με την τσάντα της χωρίς να καταλαβαίνει τίποτα, ενώ κουνάει το κεφάλι με ένα τραγούδι της Billie Elish.
Στον δρόμο
Ζευγαράκια που περπατάτε πιασμένοι χεράκι-χεράκι σαν ΕΑΑΚΙΤΕΣ που πιάνονται αλυσίδα μπροστά από την αμερικανική πρεσβεία να εμποδίζουν την διέλευση των πάσης κατεύθυνσης περαστικών σε στενά, πεζοδρόμια, περάσματα και διασταυρώσεις, διαμορφώνοντας ένα αδιαπέραστο ανθρώπινο τείχος.
Παρέες των 4-5 ατόμων που περπατάνε ο ένας δίπλα από των άλλον οριζοντίως στα στενά, φράσσοντας ουσιαστικά τον δρόμο σε όσους έρχονται από απέναντι.
Επιστρέφουμε στα ζευγάρια, που σε ένα πολύ μικρό στενάκι κρατάνε τόσο σφιχτά χέρια που δημιουργούν μπροστά σου ένα ανθρώπινο χταπόδι, κάτι σαν τον Κθούλου που ζητάει για διόδια τα πολτοποιημένα σου κόκαλα.
Αυτοί που καθώς περπατούν, σταματούν απότομα μπροστά σου και σκύβουν για να δέσουν το παπούτσι τους, πιο αιφνιδιαστικά κι από αντάρτικο πόλης, με αποτέλεσμα να πέσεις πάνω τους και ίσως ακολουθήσει και μια μίνι καραμπόλα.
Όσοι αποφασίζουν να κάνουν μια στάση να «τα πούνε» μεταξύ τους, κάνοντας ουσιαστικά το πεζοδρόμιο το τσιφλίκι τους. Το ίδιο ισχύει και όσους αράζουν έξω από τα μπαρ, αναγκάζοντάς σε ουσιαστικά να περπατήσεις στη μέση του δρόμου.
Αυτοί που προσπαθείς να τους προσπεράσεις γιατί θες να πας πιο γρήγορα και αρχίζουν να σε μαρκάρουν αμυντικά σαν σε αγώνα μπάσκετ.
Οι άνθρωποι που ενώ σε βλέπουν να αγωνίζεσαι με 15 σακούλες σουπερμάρκετ στα χέρια, ενώ τα δάκτυλά σου έχουν γίνει πρασινομαβί από την μη κυκλοφορία του αίματος, έχουν τη φαεινή ιδέα να σταθούν μπροστά σου –μπλοκάροντάς σου τον δρόμο- για να φωτογραφηθούν σε ένα uber instagramable σημείο της πόλης.
Εκείνοι οι άνθρωποι που στις διαβάσεις πεζών, προσβάλλονται από το «σύνδρομο του κάβουρα», κι αρχίζουν να περπατούν μονίμως πλαγιόστροφα με σκοπό να πάνε για παράδειγμα, απέναντι και αριστερά, με αποτέλεσμα να ξεκληρίζουν όλους τους συνανθρώπους τους που αγωνίζονται να περάσουν απέναντι, που μοιάζουν σαν τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στον Τιτανικό. Πέρα από το ότι είναι άκρως αντικοινωνικό και αγενές, είναι και επικίνδυνο, καθώς σε αφήνει εκτεθειμένο στη μέση του δρόμου να κινδυνεύεις από τα διερχόμενα αμάξια.
Μετά έρχεται η σειρά των τουριστών. Οι τουρίστες έχουν ένα πολύ μοναδικό τρόπο να αποικούν τον χώρο. Κλείνουν ολόκληρα πεζοδρόμια με σημαιάκια και ομπρελίνα με τους τουριστικούς τους οδηγούς και τα γκρουπς τους επιβάλλουν την εξουσία του όχλου σπρώχνοντας τους ταλαίπωρους ιθαγενείς στην άκρη του δρόμου να παίζουμε τη ζωή μας κορόνα γράμματα στις διασταυρώσεις και με τα ρούχα μας να γλείφουν τα εισερχόμενα αμάξια. Πόσες και πόσες φορές είδα το τέλος της ζωής μου όταν γκρουπς από την Αμερική, την Γερμανία και την Αγγλία επιβάλλουν την τουριστική εξουσία στους δρόμους του Αθηναϊκού κέντρου.
Συμπεράσματα
Συμπερασματικά, το Αθηναϊκό κέντρο προσφέρεται άψογα για μια μπαλζακική επιτόπια παρατήρηση. Το μετρό, τα πεζοδρόμια, οι κυλιόμενες σκάλες και τα πεζοδρόμια, μοιάζουν με ένα πεδίο μάχης, όπου δυστυχώς καθημερινά η κανονικοποίηση της βίας θεριεύει. Για να είμαστε όμως δίκαιοι και προς τις ευγενικές μειοψηφίες, ο Μπαλζάκ, πέραν της συγκρουσιακής σημειολογίας, θα παρατηρούσε και ανθρώπους που κινούνται με συνεργατική διάθεση. Εκείνους που θα σου κρατήσουν την πόρτα ανοιχτή για να περάσεις, εκείνους που σε ένα πολύ στενό πεζοδρόμιο με παρκαρισμένα αμάξια θα σταματήσουν για να περάσεις πρώτος, και σε περίπτωση που το κάνεις εσύ, θα σε ευχαριστήσουν με ένα γλυκό χαμόγελο.
Κάποιοι από εσάς θα αναρωτηθούν σε τι οφείλεται αυτή η συγκρουσιακή σημειολογία του βαδίσματος στην Αθήνα. Μπορεί οι άνθρωποι να έχουν μπουχτίσει, να αδιαφορούν για τους άλλους και για την αρμονική συνύπαρξη μαζί τους. Μήπως είμαστε μια κοινωνία ακραία εγωκεντρική; Μήπως ζούμε στο matrix του ατομικισμού;
Ο ατομικός ψυχισμός ωστόσο δεν παράγεται σε ένα κενό κοινωνικών σχέσεων αλλά σε συνάρτηση, αναδρά με αυτές –τις συνθήκες εργασίας και τις συνθήκες ζωής γενικότερα. Από αυτές εξαρτώνται οι δυνατότητες των ατόμων να συνεργαστούν αρμονικά σε ένα κοινωνικό πλαίσιο. Κάτι που στο τέλος της ημέρας, όσο ακραίο κι αν ακούγεται, αποκρυσταλλώνεται στον τρόπο που περπατάμε στον δρόμο.
Έτσι, το πώς επιλέγει ο καθένας να βαδίσει λέει πολλά για το ποιόν του. Το βάδισμα είτε θα συντηρεί τον ανταγωνισμό και την ανθρωποφαγία, είτε θα αποδομεί τη σημερνή κατάσταση πραγμάτων προάγοντας τη συνεργασία.
Διαλέξτε πλευρά και keep walking!
✥Δείτε επίσης: Κοινωνία της κόπωσης: Γιατί η σύγχρονη εποχή εξελίσσεται σε μια κατάσταση γενικής εξάντλησης;