Στη σύγχρονη Ουγγαρία του Βίκτορ Όρμπαν, η εξουσία δεν φοράει πια στολή στρατηγού, ούτε κρατάει σκήπτρο. Φοράει κουστούμι νομοθέτη και κουνάει το δάχτυλο σαν πατέρας που (και καλά) νοιάζεται. Η απαγόρευση του Pride στη Βουδαπέστη δεν ήταν απλώς μια ακόμα επίθεση στην LGBTQ+ κοινότητα. Ήταν μια κραυγαλέα προσπάθεια του καθεστώτος να μετατρέψει την πολιτική σε θέατρο φόβου, με σκηνικό την “προστασία των παιδιών” και πρόφαση τον “εκφυλισμό των αξιών”.

Αλλά κάτω από αυτή τη δήθεν ηθική επιφάνεια, κρύβεται ο αληθινός μηχανισμός: ένας αυταρχισμός που τρέφεται από την ανασφάλεια, που ενισχύεται από την παραπληροφόρηση και που εδραιώνεται με όπλο τον αποπροσανατολισμό. Όταν η διαφθορά ξεχειλίζει, η οικονομία παραπαίει και η πολιτική φθορά παραμονεύει, ένας αποδιοπομπαίος τράγος είναι πάντα χρήσιμος. Φυσικά, ο Όρμπαν δεν στοχεύει τη διαφορετικότητα γιατί φοβάται τους ανθρώπους που αγαπούν αλλιώτικα. Τους σημαδεύει γιατί του είναι πολιτικά χρήσιμοι. Γιατί η ορατότητά τους ενοχλεί ένα αφήγημα που στηρίζεται στο πολιτικό βόλεμα.

Όμως, η ιστορία έχει μια ειρωνική επιμονή: εκεί που η εξουσία προσπαθεί να επιβάλει σιωπή, γεννιέται η πιο ηχηρή απάντηση. Οι περισσότεροι από 100.000 άνθρωποι που βγήκαν στους δρόμους της Βουδαπέστης δεν ήταν μόνο ακτιβιστές ή μέλη της LGBTQ+ κοινότητας. Ήταν πολίτες που είπαν «όχι» στο φόβο. Ήταν δάσκαλοι, μαθητές, οικογένειες, νέοι και ηλικιωμένοι που αρνήθηκαν να επιτρέψουν στο κράτος να υπαγορεύσει ποιο σώμα αξίζει ορατότητα και ποια ζωή δικαιούται ελευθερία.

Και το έκαναν με τον πιο ευγενή τρόπο: περπατώντας. Ούτε κρατώντας πανό μίσους, ούτε φωνάζοντας κραυγές μίσους αλλά δίνοντας αγκαλιές, φιλιά, βλέμματα. Κάπως έτσι ανατράπηκε θριαμβευτικά η προπαγάνδα: όχι με σφαίρες, αλλά με αληθινή υπερηφάνεια.

Ο Όρμπαν βλέπει τον κόσμο με στρατηγική ψυχρού πολέμου. Ο εχθρός του είναι πάντα “εκ των έσω”, και πάντα “ξένος” ταυτόχρονα… Εκείνος ο ασαφής “Άλλος” που φταίει για όλα. Οι γκέι, οι γυναίκες, οι ξένοι, οι φιλελεύθεροι, οι δημοσιογράφοι. Όλοι μπορούν να μετατραπούν σε κατηγορία κινδύνου, αρκεί να εξυπηρετούν το αφήγημα του. Είναι η λογική του ολοκληρωτισμού σε περιτύλιγμα “παραδοσιακών αξιών”.

Αυτός είναι και ο λόγος που η απαγόρευση της Pride παρέλασης δεν είναι απλώς ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είναι καθαρά πολιτικό ζήτημα. Είναι η σύγκρουση ανάμεσα στην κοινωνία που απαιτεί χώρο και στη εξουσία που επιμένει να χτίζει τοίχους. Είναι η προσπάθεια μιας κυβέρνησης να ορίσει ποιοι πολίτες “χωρούν” στο έθνος και ποιοι περισσεύουν.

Όμως το μήνυμα εστάλη. Το “Budapest Pride Freedom” έγινε σύμβολο αντίστασης. Και η ειρωνεία δεν θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη: η ίδια η απαγόρευση, η απειλή προστίμων και φυλάκισης, ενίσχυσε αυτό που ήθελε να καταστείλει. Έκανε τη σιωπηλή μειονότητα πλειοψηφία. Έκανε τον φόβο αγώνα.

Και κάτι τελευταίο: όταν η εξουσία επιβάλλει φίμωση και η κοινωνία απαντά με φωνή, τότε, όπως έχει δείξει η Ιστορία, το ρολόι της αλλαγής έχει ήδη ξεκινήσει να χτυπά. Όχι από πολιτικά γραφεία, αλλά από τα πεζοδρόμια.

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.