«They’re doing that all time. They think that their dick is big» (Το κάνουν αυτό όλη την ώρα. Νομίζουν ότι το πέος τους είναι μεγάλο). Με αυτήν ακριβώς την ατάκα ξεκίνησε η βραδινή ξενάγηση κάποιων τουριστών στον λόφο του Λυκαβηττού πριν λίγες μέρες, όταν ένα «κωλοφτιαγμένο» αυτοκίνητο, όπως συνηθίζουμε να λέμε, σπίνιαρε, γκάζωνε και «τραβούσε χειρόφρενο» ανάμεσα στον κόσμο. Με τη Μ. δεν είχαμε πολύ ώρα που είχαμε φτάσει στο σχετικό σημείο, εκεί δηλαδή που παρκάρουν όλοι τα αυτοκίνητά τους με τη μούρη να αντικρύζει την εξαιρετική -ίσως την καλύτερη- θέα προς την Αθήνα, και ήδη είχαμε διαπιστώσει πως τίποτα δεν έχει αλλάξει: Οι λόφοι με θέα (εξακολουθούν να) ανήκουν στις κάγκουρες.
Ο λόφος του Λυκαβηττού ανέκαθεν ήταν ένα σημείο αντιθέσεων και άλλαζε χαρακτήρα κατά τη διάρκεια της ημέρας. Κάποια στιγμή παραλίγο να γίνει καζίνο, κάποτε ήταν βοσκοτόπι, ενώ σε κάποιο άλλο χρονικό σημείο αποτέλεσε βάση αντιαεροπορικής άμυνας της πόλης. «Το μπαλκόνι της Αθήνας», λέγανε, και αφού ο ήλιος βυθιζόταν στην τσιμεντένια πρωτεύουσα τα ζευγαράκια ανηφόριζαν σε αυτό για να έρθουν «πιο κοντά», με ό,τι αυτό συνεπάγεται… Δεν ήταν αστικός μύθος πως οι ερωτευμένοι καθόντουσαν αγκαλιά στη χαμηλή πετρόχτιστη μάντρα, με τα πόδια τους να κρέμονται και τα χείλια τους ενωμένα. Εννοείται πως υπήρχαν και τα αυτοκίνητα με τα θολωμένα τζάμια από τις ανάσες απόλαυσης και ηδονής. Οι φήμες για «ματάκηδες» που κρυβόντουσαν στα σκοτάδια, πίσω από τα δέντρα, ήταν ένας λόγος που αρκετοί φοβόντουσαν να πάνε στον Λυκαβηττό για μερικές ρομαντικές ή ερωτικές στιγμές, ωστόσο, προσωπικά δεν έχω γνωρίσει άνθρωπο με αντίστοιχο βίωμα -παρόλα αυτά, δεν το αποκλείω πως κάτι τέτοιο θα συνέβαινε ή θα συμβαίνει ακόμη και τώρα.
Φυσικά, ο Λυκαβηττός συνδέθηκε και με την ποπ κουλτούρα της πόλης. Από το φημισμένο ανοιχτό Θέατρο Λυκαβηττού, το οποίο θα αναγεννηθεί από τις στάχτες του το επόμενο διάστημα, πέρασαν μεγάλα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας σε παγκόσμιο και εγχώριο επίπεδο: B.B. King, Joan Baez, Ray Charles, Bob Dylan, Peter Gabriel, Radiohead, Massive Attack, Τρύπες, Γιώργος Νταλάρας, Λουκιανός Κηλαηδόνης, Νίκος Παπάζογλου μερικοί εξ αυτών. Επίσης οι «Απαράδεκτοι», η σειρά του MEGA που διαμόρφωσε την ελληνική κωμωδία στα ‘90s, έμεναν στον Λυκαβηττό, στη φανταστική οδό Αδάμαντος 4. Η Δήμητρα (Παπαδοπούλου), ο Σπύρος (Παπαδόπουλος), ο Γιάννης (Μπέζος) και ο Βλάσσης (Μπονάτσος) άφησαν τόσο έντονα το στίγμα τους που, όσοι έχουμε παρακολουθήσει τη σειρά, πιστεύαμε ότι όντως υπήρχαν και ζούσαν στα πέριξ του λόφου. Τέλος, ο Λυκαβηττός δεν θα μπορούσε να λείπει και από τον κινηματογράφο, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την τελευταία σκηνή στην ταινία «Επιχείρησις Απόλλων» (1968), που ο Γερμανός πρίγκιπας Γιαν (Τόμας Φριτς) πετάει με το ελικόπτερό του στον λόφο για να βρει την ξεναγό Έλενα (Έλενα Ναθαναήλ) που είχε ερωτευτεί παράφορα.
Πώς λοιπόν από το ένα άκρο φτάσαμε στο άλλο; Προσπαθώ να σκεφτώ τους λόγους που συνέβη αυτό, αλλά οδηγούμαι σε ένα σχετικό αδιέξοδο.
Ίσως μια εξήγηση του φαινομένου να είναι πως οι κάγκουρες προτιμούν τους λόφους γιατί, όπως και αυτοί που κάνουν αναρρίχηση, νιώθουν την αδρεναλίνη τους να ανεβαίνει, αισθάνονται πως είναι δυνατοί και αυξάνεται η αυτοπεποίθησή τους. Όπως ο Jack (Leonardo DiCaprio) στον «Τιτανικό» φώναξε «I’m the King of the world» (Είμαι ο Βασιλιάς του κόσμου) όταν στάθηκε με την Rose (Kate Winslet) στην πρύμνη του διάσημου κρουαζιερόπλοιου αντικρύζοντας το αχανές του ωκεανού, πιθανόν, έτσι να νιώθουν και οι κάγκουρες. Βασιλιάδες της πόλης. Ή, καλύτερα, «εξουσιαστές».
Σε αντίθεση βέβαια με τους ανθρώπους που κατακτούν τις κορυφές των βουνών του κόσμου ή της χώρας, οι κάγκουρες δεν πιστεύω ότι βιώνουν μια πνευματική αναγέννηση ή ότι διευρύνονται οι ορίζοντές τους. Αυτό που εσωτερικά επιβεβαιώνεται είναι η πεποίθησή τους ότι μπορούν να κάνουν, κυριολεκτικά, ό,τι γουστάρουν. Τους το απαγορεύει κανείς; Όχι. Μπορούν λοιπόν να κάνουν «μπαντιλίκια», να βάλουν τέρμα μουσική -με τα είδη να κυμαίνονται από ελαφρολαϊκό σε τσιφτετελοτραπ-, να βγάζουν άναρθρες κραυγές σαν παιδιά των σπηλαίων, να κάνουν σούζες με τις μοτοσυκλέτες τους και όσοι έχουν μηχανάκια να «σκάνε» την εξάτμισή τους με «ξερόγκαζα», να πίνουν μπύρες και να τις παρατάνε όπου να ‘ναι, να «γυρίζουν» το τσιγάρο και να κινούνται στον υπαίθριο χώρο σαν να τους ανήκει.
Μια βόλτα στον Λυκαβηττό, στα υψώματα του Παπάγου, στα Λιμανάκια της Βουλιαγμένης και στα Τουρκοβούνια (κυρίως στο σημείο επάνω από το Γαλάτσι) θα σας πείσει. Ακόμα και στα «βραχάκια» της Ακρόπολης, τις περισσότερες φορές, οι κάγκουρες είναι περισσότεροι από τους τουρίστες.
Η αλήθεια είναι πως τα τελευταία χρόνια βιώνουμε μια επέλαση της τσογλαναρίας και της καγκουριάς και εμείς, στην αντίθετη πλευρά αυτού του φαινομένου, προσπαθούμε να βρούμε τις ισορροπίες μας και σημεία της πόλης που μπορούμε να ερωτευτούμε ξανά, κάτω από τον Αττικό ουρανό, σε ένα ειδυλλιακό περιβάλλον ησυχίας.
Η απροσδόκητη ομορφιά ενός τοπίου, όπως αυτή φανερώνεται από υψώματα και λόφους, προκαλεί μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων. Οι άνθρωποι εμπνέονται από τη θέα. Θαυμάζουν αυτό που αντικρύζουν και τους κατακλύζει μια αίσθηση γαλήνης, ευτυχίας και ευφορίας. Όλα μοιάζουν πιθανά και εφικτά όταν συνειδητοποιείς πόσο μικρός είσαι μπροστά στο απέραντο. Μπορεί ανεβαίνοντας σε έναν λόφο να δώσεις όρκους αγάπης, να πεις λόγια που αργότερα θα μετανιώσεις, να δώσεις το καλύτερο φιλί που έδωσες ποτέ, να συζητήσεις με τ@ φίλ@ σου για όλα αυτά που δεν τολμήσατε ποτέ. Αλλά όσο υπάρχουν woofer που παίζουν Macarena, είναι όνειρα θερινής νυκτός. Καλύτερα λοιπόν μια βόλτα από McDrive και μετά στο σπίτι με Netflix.