«Έχετε ήδη μηδενική ιδιωτικότητα. Ξεπεράστε το επιτέλους».
[«You have zero privacy anyway. Get over it»]Scott McNealy, CEO της Sun Microsystems, Ιανουάριος 1999.
Σας φαίνεται κυνική αυτή η δήλωση;
Σας φαίνεται ότι ο τύπος που την εκστόμισε, που δεν είναι δα και κανάς τυχαίος, έλεγε μαλακίες;
Είδατε την ημερομηνία όπου ειπώθηκε αυτό; Τον περασμένο αιώνα συνέβη. Οι μισοί από εσάς που διαβάζετε το παρόν κείμενο δεν είχατε καν σύνδεση στο Διαδίκτυο στο σπίτι σας.
Ούτε εγώ είχα –εγώ μπήκα για πρώτη φορά στο Ιντερνετ όντας φοιτητής πανεπιστημίου στα Γιάννενα. Μιλάω για το 1998, όταν σε μια αίθουσα με 5-6 υπολογιστές με «ουρά», καθόσουν και σέρφαρες στα απειροελάχιστα sites που γνώριζες τότε (τρίχες γνώριζες, ψαχνόσουν στην πραγματικότητα, σαν να έγινε διακοπή ρεύματος στο σπίτι σου και να έπιασες τον φακό, ψάχνοντας να ανεβάσεις ξανά τον γενικό).
Εγώ πιστεύω τον Scott McNealy. Θεωρώ ότι ποτέ μας δεν είχαμε ιδιωτικότητα. Ίσως να είχαμε μια επίφαση ιδιωτικότητας όταν είχαμε σταθερό τηλέφωνο και όχι κινητό – εγώ απέκτησα κινητό το καλοκαίρι του 2000.
Ποιος ξέρει, ίσως η τελευταία φορά που είχαμε όντως μια ιδιωτικότητα στη ζωή μας, να είχαμε ακόμη κυβέρνηση Τζανή Τζαννετάκη και να ανοίγαμε ένα Αpelia.
Αν και, όπως πιθανώς να σας επιβεβαιώσουν και οι παλαιότεροι, ακόμη και το σταθερό τηλέφωνο, το λεγόμενο landline στα αγγλικά, ακόμη και αυτό παρακολουθούνταν. Δηλαδή, εσύ μιλούσες με την συννυφάδα σου και λεγάτε κουτσομπολιά για το αν ο γείτονας σας, ο Τάκης, κεράτωσε την γυναίκα του με την σύζυγο του ιδιοκτήτη του παρακειμένου μίνι-μάρκετ και στην άλλη άκρη του ακουστικού, ένας άγνωστος τύπος (ή μια άγνωστη τύπισσα) εργαζόμενος σε κυβερνητική / παρακυβερνητική υπηρεσία χασκογελούσε την ώρα που σας άκουγε και έλεγε στους διπλανούς του «καλά, ελάτε να ακούσετε και εσείς με τα αυτιά σας τι μαλακίες ακούω τώρα».
Ή και όχι, εντέλει. Και κανείς να μην ασχολείται με τα γκομενίσματα του κάθε Τάκη. Γιατί κανείς μας δεν είναι τόσο σημαντικός ώστε να παρακολουθείται.
Μερικές φορές αναρωτιέμαι: όντως παρακολουθούμαι; Πιστεύω πως ναι, κάποιες φορές, ίσως και λόγω επαγγέλματος (αν και, μεταξύ μας, ούτε κι εκεί είμαι τόσο σημαντικός ώστε να συμβαίνει αυτό).
Επόμενο ερώτημα: Με ενδιαφέρει που παρακολουθούμαι; Καθόλου, στα αρχίδια μου. Οι απόψεις μου είναι γνωστές για όλους. Είμαι δημόσιο άτομο, έχω λογαριασμό στο Facebook όπου εκφράζω δίχως φόβο και εντελώς ανερυθρίαστα την άποψη μου για τον Πρωθυπουργό (ναι, τον θεωρώ μαλάκα), την κυβέρνησή του (ναι, τους θεωρώ εξίσου μαλάκες), την Αριστερά και τα διάφορα κόμματά της (αυτοί και αν είναι μαλάκες ώρες ώρες) και για διάφορα θέματα που μας απασχολούν όλους, κοινωνικά, πολιτικά, το μπουρδέλο που έχει αφήσει ο Μπακογιάννης στην Αθήνα, το χαμό που γίνεται με το μετρό στα Εξάρχεια και την πανεπιστημιακή αστυνομία.
Ενδιαφέρει κανέναν αυτό; Δεν νομίζω. Ειλικρινά. Αν κρυβόμουν, πιθανώς και να τον ενδιέφερε. Αλλά δεν κρύβομαι. Και δεν έχω και τίποτα να κρύψω.
Θέλουν να με παρακολουθούν; Ας το κάνουν. Be my fuckin’ guests. Δεν έχω τίποτα να κρύψω. Βασικά, θα σας κάνω το έργο σας ακόμη πιο εύκολο και θα σας τα πω εγώ όλα, να μην ψάχνετε τσάμπα: πριν 13 χρόνια, έστειλα μια dick pic σε μια γυναίκα με την οποία καυλάντιζα μέσω Facebook. Μου την ζήτησε η ίδια και της την έστειλα. Οκ. Τι θα γίνει δηλαδή; Θα ανασύρουν την dick pic μου από το 2009 και θα με κάνουν βούκινο; Θα με διασύρουν δημοσίως; Για τι πράγμα; Γι’ αυτό; Που όλος ο κόσμος έχει γεμίσει πούτσες και μουνιά γύρω μας, σε site, τσοντο-site, παντού;
Τι ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ μπορεί να συμβεί από αυτό που βιώνουμε ήδη, εδώ και 15-20 χρόνια δηλαδή: την πλήρη καταπάτηση της ιδιωτικότητάς μας και την ευρεία και σχεδόν πανθομολογούμενη χρήση των δεδομένων μας από τα διάφορα Google, Facebook, υπηρεσίες, μαγαζιά κτλ για διαφημιστικούς σκοπούς. Αυτό ναι, είναι ένα θέμα που χρήζει συνταγματικής και νομικής διερεύνησης. Δεν το συζητάω καν. Προφανώς. Αλλά βλέπετε να γίνεται κάτι προς αυτή την κατεύθυνση; Ο Ζούκερμπεργκ πληρώνει, τα χώνει χοντρά πάνω και κάτω από το τραπέζι και το θέμα θεωρείται λήξαν.
(Καθόλου) συγγνώμη αν ακούγομαι κυνικός, αλλά ειλικρινά, δεν με ενδιαφέρει τίποτα από όλα αυτά.
Και δεν με ενδιαφέρει για δυο λόγους:
Α. δεν πιστεύω ότι είμαι ένας άνθρωπος που κάποιος έχει λόγους να παρακολουθεί ή να σκανάρει τα δεδομένα του (οι influencers, ας πούμε, διατρέχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο. Αν ήμουν διάσημος, θα το σκεπτόμουν πολύ σοβαρά όλο αυτό). Είμαι αδιάφορος προς όλους. Έχω απόλυτη επίγνωση του ότι είμαι ένας ανάμεσα σε 2-2.5 δισ. χρήστες του Διαδικτύου παγκοσμίως. Είμαι ένας τυχαίος κόκκος διαδικτυακής άμμου σε μια αχανή παραλία δεδομένων. Είμαι ιντερνετικά ασήμαντος. Χέστηκε ο άλλος από το Facebook να κάθεται να παρακολουθεί τι λέει και τι κάνει ο Τσάβαλος. Αν ο κάθε Τσάβαλος είναι οκ με τον εαυτό του και την καθημερινότητα του, δεν έχει να φοβάται τίποτα και από κανέναν. Στο Dark Web δεν μπαίνω να ψάχνω για νεφρά, παιδόφιλος δεν είμαι, όπλα και ναρκωτικά δεν διακινώ, τρομοκρατική οργάνωση δεν έχω, καμιά τσοντούλα βλέπω που και που, γενικά είμαι καθαρός. Bring it on.
Β. Θέλουν να μου σπάνε καθημερινά τα αρχίδια σε στοχευόμενα προϊοντικά spamαρίσματα και να μου στέλνουν της Παναγιάς τα μάτια; Ας το κάνουν. Τιμή μου. Αφενός αυτό σημαίνει ότι με παρακολουθούν πραγματικά, αλλά και αφετέρου χάρη μου κάνουν για τον χρόνο που κερδίζω από διαδικτυακές αναζητήσεις που πιθανώς να έκανα ο ίδιος μελλοντικά. Bring it on εις το τετράγωνο.
Για να το κάνω πιο λιανά: αν ήθελα να έχω απόλυτη ιδιωτικότητα, δεν θα είχα κινητό τηλέφωνο. Δεν θα είχα λάπτοπ. Δεν ξέρω καν αν θα είχα σταθερό. Δεν θα έμπαινα στο ιντερνέτ. Δεν θα άφηνα τα στοιχεία μου όπου να’ ναι. Δεν θα έγραφα προσωπικά μου δεδομένα, όπως κινητό τηλέφωνο ή ημερομηνία γέννησης, σε τυχαία sites προκειμένου να κάνω εγγραφή.
Κυρίως και πρωτίστως: δεν θα έκανα skip διαρκώς αυτά τα GDPR, πατώντας «συναινώ», «συναινώ», «συναινώ», προκειμένου να μην τα βλέπω μπροστά μου και προκειμένου να φτάσω επιτέλους κάποια στιγμή στον απώτερο στόχο μου, το επιλεγμένο site.
Γνωρίζω ότι είμαι, σε κάποιο σημείο και έως ένα επίπεδο, φακελωμένος. Έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα. Δεν ξέρω πως νιώθω, πολύ πολύ βαθιά μέσα μου, γι’ αυτό, γιατί έχω διαβάσει και πολύ Οργουελ και γνωρίζω τι σημαίνει μια κοινωνία που λειτουργεί υπό αυτόν τον τρόπο και αυτή τη σκοπιά: καταλήγει στο λεγόμενο οργουελιανό «Thoughtcrime», δηλαδή την πλήρη ποινικοποίηση μέχρι και των σκέψεών μας.
Μέχρι, ωστόσο, να φτάσουμε εκεί και οι σκέψεις μου να ποινικοποιηθούν, νιώθω ασφαλής ότι δεν πρόκειται να νιώσω υπόλογος, σε κοινωνικό ή νομικό, επίπεδο για τίποτα που πιθανώς να έχω πράξει. Όλα γυρω μου είναι μια ματαιότητα και μαζί μια τυχαιότητα. Το να ανησυχώ για όλα αυτά είναι επίσης μια ματαιότητα.
Και αν θέλετε να με παρακολουθείτε, καν’ τε το. Είστε ελεύθεροι. Δεν σας εμποδίζει τίποτα, άλλωστε -το γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό, το πόσο αληταράδες είστε μερικοί.
Και αν δεν σταματήσετε να με παρακολουθείτε εντός δεκαλέπτου από την βαρεμάρα που θα σας πιάσει από την τόσο συναρπαστική καθημερινότητα μου, να μου τρυπήσετε τη μύτη.