Μια σύγχρονη πολιτική «Ιερά Εξέταση» ξετυλίγεται στις ψηφιακές πλατείες των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο δολοφονημένος ακροδεξιός ακτιβιστής Charlie Kirk έχει μετατραπεί σε κεντρικό σύμβολο μιας συντονισμένης καμπάνιας φίμωσης όσων τον επικρίνουν, θυμίζοντας ανατριχιαστικά μία από τις πιο σκοτεινές σελίδες της αμερικανικής ιστορίας.
Όσοι τον κατηγορούν δημόσια ή κάνουν σχόλια που θεωρούνται «ανάρμοστα» για τον θάνατό του απειλούνται, απολύονται ή στοχοποιούνται με doxing (η πρακτική του να δημοσιοποιούνται στο διαδίκτυο προσωπικά δεδομένα κάποιου —όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο, χώρος εργασίας, οικογενειακά στοιχεία— χωρίς τη συναίνεσή του, με σκοπό να εκτεθεί, να παρενοχληθεί ή να απειληθεί). Δάσκαλοι και πανεπιστημιακοί έχασαν τις δουλειές τους επειδή έγραψαν ότι ο Kirk υπήρξε ρατσιστής, μισογύνης και νεοναζί· άλλοι επειδή τον χαρακτήρισαν «ναζί που διασπείρει μίσος». Δημοσιογράφοι απολύθηκαν για σχόλιά τους γύρω από τη δολοφονία του, ενώ το ίδιο συνέβη και με τον παρουσιαστή των late-night shows Jimmy Kimmel.
Ένας ιστότοπος με τίτλο Expose Charlie’s Murderers δημοσίευε ονόματα, διευθύνσεις και χώρους εργασίας όσων τολμούσαν να μιλήσουν επικριτικά, προτού κατέβει. Ο αντιπρόεδρος JD Vance κάλεσε ανοιχτά τον κόσμο να συμμετάσχει σε αυτή τη δημόσια στοχοποίηση, προτρέποντας «να τους ξεμπροστιάσετε … καλύτερα, να πάρετε τηλέφωνο το αφεντικό τους».
Πρόκειται για μια ακροδεξιά εκδοχή της “cancel culture”, την πιο σκληρή που έχουν δει οι ΗΠΑ από την εποχή του Μακαρθισμού τη δεκαετία του ’50.
Η γέννηση του Μακαρθισμού, ξανά
Ναι, μπορεί η εποχή του Μακαρθισμού να έχει κιτρινίσει στις σελίδες των βιβλίων ιστορίας, αλλά η μυρωδιά της παραμένει αν βάλεις τη μύτη σου λίγο πιο κοντά. Τότε ήταν σεναριογράφοι του Χόλιγουντ και αριστερίζοντες δάσκαλοι που σέρνονταν στη λάσπη, σήμερα είναι όποιος τολμήσει να γράψει το «λάθος» σχόλιο για το «λάθος» πρόσωπο. Από τη δεκαετία του ’50, ο όρος «Μακαρθισμός» έγινε συνώνυμο με πολιτικά πογκρόμ στηριγμένα σε κατηγορίες χωρίς αποδείξεις, στον τρόμο και στη δημόσια ταπείνωση. Αντικατάστησε τη μαύρη λίστα με ένα hashtag λιντσάρισμα, την επιτροπή ακροάσεων με ένα viral TikTok, και θα δεις: η τεχνολογία άλλαξε, αλλά η δίψα για αίμα παραμένει ίδια.
Δηλαδή, αν ζούσε σήμερα ο Τζόζεφ Μακάρθι (Joseph McCarthy), δεν θα κρατούσε λίστες σε κίτρινα χαρτιά· θα έκανε livestream στο TikTok με τίτλο “10 προδότες που πρέπει να ξέρετε σήμερα”. Θα είχε χορηγό έναν ενεργειακό καφέ και θα μάζευε superchats από εξαγριωμένους followers. Η «Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων» θα γινόταν podcast στο Spotify, και η κουτσομπολίστικη καταγγελία θα είχε emoji αντιδράσεις. Ποια είναι μεγάλη ειρωνεία εδώ; Ο κόσμος θα τον ακολουθούσε φανατικά, όπως τότε, μόνο που σήμερα θα χειροκροτούσε σε stories αντί για αίθουσες Κογκρέσου. Το θέαμα είναι το ίδιο: δημόσιο ξεγύμνωμα, καταστροφή φήμης, θρίαμβος του φόβου πάνω στη λογική. Απλώς τώρα πατάει πάνω σε notifications και shares.
Ο Μακαρθισμός και η κληρονομιά του
Ο όρος προέρχεται από τον γερουσιαστή Joseph McCarthy, Ρεπουμπλικανό που υπήρξε ο αρχιτέκτονας ενός αμείλικτου κυνηγιού μαγισσών στις ΗΠΑ, με στόχο τον εντοπισμό «κομμουνιστών» και «ανατρεπτικών» σε θεσμούς και οργανισμούς.
Η εκστρατεία αυτή περιλάμβανε δημόσιες και ιδιωτικές διώξεις από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 ως τις αρχές του ’50, με ακροάσεις στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων και στη Μόνιμη Υποεπιτροπή Ερευνών της Γερουσίας. Εκατομμύρια ομοσπονδιακοί υπάλληλοι κλήθηκαν να συμπληρώσουν έντυπα «ελέγχου νομιμοφροσύνης», ενώ εκατοντάδες απολύθηκαν ή δεν προσλήφθηκαν ποτέ. Στο Χόλιγουντ, δεκάδες καλλιτέχνες πέρασαν σε «μαύρες λίστες».
Παράλληλα, στο στόχαστρο βρέθηκε και η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα που εργαζόταν στην κυβέρνηση, το λεγόμενο “Lavender Scare”. Και, όπως το σημερινό doxing, μάρτυρες στις ακροάσεις καλούνταν να δώσουν ονόματα «συμπαθούντων», ενώ ερευνητές διοχέτευαν λίστες πιθανών μαρτύρων στον Τύπο. Μεγάλες εταιρείες προειδοποιούσαν τους εργαζόμενους ότι αν επικαλεστούν την Πέμπτη Τροπολογία και αρνηθούν να καταθέσουν, θα απολυθούν.
Ίσως όμως το βαρύτερο πλήγμα του Μακαρθισμού να ήταν στο δημόσιο λόγο: μια βαριά σκιά σιώπης σκέπασε την αμερικανική πολιτική ζωή, καθώς οι άνθρωποι φοβούνταν να εκφράσουν άποψη που θα μπορούσε να θεωρηθεί «αμφισβητική».
Ένα νέο κυνήγι μαγισσών επί Τραμπ
Σήμερα, μια παρόμοια εκστρατεία βρίσκεται σε εξέλιξη από την κυβέρνηση Τραμπ και άλλους κύκλους της Δεξιάς, που καλλιεργούν τον φόβο για τον «εχθρό εκ των έσω». Πρόκειται για μια νέα εκδοχή «μαύρων λιστών» εναντίον επικριτών της κυβέρνησης, που ακολουθεί το ίδιο μοτίβο με τον Μακαρθισμό, αλλά εξαπλώνεται πολύ πιο γρήγορα χάρη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και στοχεύει πλέον πολύ πιο συνηθισμένους Αμερικανούς.
Ακόμα και πριν από τη δολοφονία του Kirk, υπήρχαν ανησυχητικά σημάδια για μια αναβίωση του μακαρθισμού στις πρώτες μέρες της δεύτερης θητείας Τραμπ. Μετά την εντολή του να διαλυθούν όλα τα δημόσια προγράμματα Διαφορετικότητας, Ισότητας και Ένταξης (DEI), πιέστηκαν θεσμοί, πανεπιστήμια, εταιρείες και νομικά γραφεία να κάνουν το ίδιο. Ορισμένοι απειλήθηκαν με έρευνες ή με πάγωμα ομοσπονδιακών κονδυλίων.
Στο Τέξας, μια δασκάλα κατηγορήθηκε ότι καθοδήγησε τις ομάδες μετανάστευσης και τελωνείων (ICE) προς υπόπτους χωρίς χαρτιά σε λύκειο. Η ομάδα Canary Mission ταυτοποίησε κατόχους πράσινης κάρτας φιλο-παλαιστινιακών θέσεων για απέλαση. Και μόλις αυτή την εβδομάδα, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια στο Μπέρκλεϋ παραδέχτηκε ότι παρέδωσε τα ονόματα μελών του προσωπικού που κατηγορούνταν για αντισημιτισμό.
Η υποκρισία σε πρώτο πλάνο
Οι υποστηρικτές αυτής της σταυροφορίας παρουσιάζουν το κυνήγι επικριτών του Kirk σαν μια δήθεν «πατριωτική» άμυνα απέναντι σε «αντιαμερικανικές» και woke ιδεολογίες. Στην πραγματικότητα, είναι η ίδια παλιά συνταγή: διαίρει και βασίλευε. Ο κόσμος χωρίζεται σε «καλούς ανθρώπους» και στη «διεφθαρμένη αριστερή ελίτ». Ακόμα χειρότερα, βλέπουμε από τη μία προσπάθειες να φιμωθεί κάθε κριτική στη διχαστική ιδεολογία του Kirk και από την άλλη πλήρη ανοχή στις πιο αισχρές του δηλώσεις. Ας μην ξεχνάμε πως ο ίδιος χαρακτήρισε τον George Floyd (έναν μαύρο άντρα που δολοφονήθηκε από την αστυνομία) «σκουπίδι». Αυτά, βέβαια, δεν θεωρούνται «τοξικά»· το πρόβλημα είναι πάντα όποιος τολμήσει να σηκώσει φωνή αντίδρασης.
Και εδώ είναι το πιο επικίνδυνο σημείο: όταν ο γείτονας μετατρέπεται σε εχθρό και ο διάλογος κλείνει, ο δρόμος προς τη βία ανοίγει διάπλατα. Οι ιστορικοί παραλληλισμοί με την άνοδο του φασισμού στη Γερμανία δεν είναι υπερβολές — είναι προειδοποιήσεις. Κι όταν ακούγεται όλο και πιο ανοιχτά η πιθανότητα εμφυλίου πολέμου στις ΗΠΑ, δεν μιλάμε πια για σενάριο επιστημονικής φαντασίας αλλά για το επόμενο στάδιο μιας βαθιάς κοινωνικής αποσύνθεσης.
Οι παραλληλισμοί ανάμεσα στον Μακαρθισμό και στις σύγχρονες εκδοχές του δεν περιορίζονται στην Αμερική. Η ίδια λογική διαποτίζει ήδη την πολιτική και κοινωνική ζωή σε πολλά μέρη του κόσμου: η διαφωνία εξισώνεται με προδοσία, η κριτική με εχθρότητα, και το διαφορετικό με απειλή. Όταν οι κοινωνίες συνηθίζουν στην αγριότητα και στην καχυποψία, όταν η συζήτηση αντικαθίσταται από λίστες “εχθρών”, τότε το έδαφος για τον αυταρχισμό είναι ήδη καλλιεργημένο.
Η δημοκρατία δεν είναι δεδομένη ούτε αυτονόητη. Ζει μόνο όσο υπάρχει διάλογος και αντιπαράθεση απόψεων. Χωρίς αυτά, το κενό το καταλαμβάνει η βία, η πόλωση και η ανελευθερία. Κι αυτό δεν είναι μόνο ένα αμερικανικό πρόβλημα· είναι η σκιά που απλώνεται σε ολόκληρο τον κόσμο.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.