Υπάρχει μια φράση που τα τελευταία χρόνια σιγοψιθυρίζεται στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά πίσω της κρύβει ιστορίες ολόκληρων ζωών: no contact”. Μια επιλογή που σημαίνει την πλήρη διακοπή σχέσεων με την οικογένεια. Δεν μιλάμε για έναν καβγά που θα καταλαγιάσει με τον χρόνο ούτε για μια προσωρινή ψυχρότητα. Μιλάμε για μια οριστική απόφαση: να μη σηκώνεις το τηλέφωνο, να γυρίζεις πίσω τις κάρτες, να μη λες στους φίλους που μένεις. 

Κάποτε το να διακόψει κανείς κάθε επαφή με τους γονείς του ακουγόταν σχεδόν αδιανόητο. Η κοινωνία το θεωρούσε αχαριστία, προδοσία, ακόμα και αμαρτία. «Τι κι αν είναι δύσκολοι; Είναι οι γονείς σου» ήταν το μόνιμο επιχείρημα. Σήμερα όμως κάτι αλλάζει. Στις κοινότητες του Reddit, στα βίντεο του TikTok, σε ομάδες υποστήριξης όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι μιλούν ανοιχτά για την αποξένωση. Δεν τη βλέπουν πια σαν ντροπή, αλλά σαν πράξη αυτοπροστασίας. 

Η ιστορία της Γεωργίας είναι χαρακτηριστική. Μεγάλωσε σε ένα σπίτι με θρησκευτικές καταβολές, διδάχτηκε ότι οι παππούδες της θα πάνε στην κόλαση, έμαθε πως η γυναίκα πρέπει να υπακούει, πως η εξέλιξη είναι ψέμα. Στο πανεπιστήμιο ανακάλυψε έναν άλλο κόσμο. Διάβασε για τη θεωρία της εξέλιξης, προβληματίστηκε με το “πρόβλημα του κακού”, ένιωσε ότι δεν μπορεί να βλέπει τη ζωή με τα μάτια των γονιών της. Οι συγκρούσεις άρχισαν: πρώτα για την ομοφυλοφιλία, μετά για τον φεμινισμό, αργότερα για την πολιτική. Σιγά σιγά, οι επισκέψεις στο πατρικό της λιγόστεψαν, ώσπου ήρθε η στιγμή που γύρισε οριστικά την πλάτη. 

Δεν είναι η μόνη. Σύμφωνα με έρευνα του κοινωνιολόγου Karl Pillemer στο Cornell, περίπου το 27% των χωρών του δυτικού κόσμου είναι σήμερα αποξενωμένοι από κάποιο συγγενικό πρόσωπο. Στην πράξη όλοι γνωρίζουμε κάποιον. Μπορεί να είναι μια φίλη που δεν μιλά με τη μητέρα της, ένας ξάδελφος που έχει χαθεί από το πατρικό, ένας συμφοιτητής που δεν στέλνει πια ούτε μήνυμα στους γονείς του. 

Το φαινόμενο αυτό έχει βέβαια πολλές όψεις. Για κάποιους είναι ζήτημα ασφάλειας: περιπτώσεις κακοποίησης, σωματικής ή σεξουαλικής που καθιστούν αδύνατη κάθε επανασύνδεση. Για άλλους η αιτία είναι πιο θολή: χρόνια συναισθηματική πίεση, τοξικές συμπεριφορές, απόρριψη της ταυτότητάς τους. Υπάρχουν και οι πολιτικές συγκρούσεις, υπάρχουν οι ιδεολογικές: παράδειγμα μια κόρη δηλώνει φεμινίστρια, οι γονείς της θεωρούν ότι πρόδωσε την πίστη τους. 

Η κοινωνία όμως αλλάζει. Οι παλιότερες γενιές είχαν μάθει πως “η οικογένεια αντέχει τα πάντα”. Ακόμα κι αν υπήρχε βία ή δυσλειτουργία, το καθήκον υπαγόρευε να μην μιλάς, να υπομένεις. Οι νεότεροι όμως μεγαλώνουν με την ιδέα ότι οι σχέσεις πρέπει να είναι υγιείς για να αξίζουν. Δε βλέπουν τους δεσμούς αίματος ως κάτι ιερό από μόνο του. Αν η σχέση τους καταστρέφει, τότε δεν είναι υποχρεωμένοι να τη διατηρήσουν. 

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Σε forum δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι μοιράζονται εμπειρίες, ανταλλάσσουν συμβουλές, επινοούν μια καινούρια γλώσσα: LC για “low contact”, NC για “no contact”. Εκεί πολλοί ανακαλύπτουν πως δεν είναι μόνοι, πως δεν είναι τρελοί ούτε αχάριστοι. «Το να διαβάσω άλλες ιστορίες ήταν ο λόγος που βρήκα τη δύναμη να το κάνω» υποστηρίζει μια φοιτήτρια. 

Όμως η αποξένωση έχει και τη σκοτεινή της πλευρά. Για κάθε παιδί που νιώθει ανακούφιση, υπάρχει ένας γονιός που βυθίζεται στο πένθος. Ο ψυχολόγος Joshua Coleman μιλά για μητέρες που κλαίνε καθημερινά στο τηλέφωνο μαζί του, για γονείς που δεν ξέρουν πού βρίσκεται το παιδί τους, αν ζει καλά, αν είναι ασφαλές. «Είναι ένας πόνος αδιανόητος» και δεν είναι σπάνιο το σενάριο όπου η αποξένωση δεν ξεκινά από κακοποίηση αλλά από σωρεία παρεξηγήσεων, από μια συσσώρευση μικρών συγκρούσεων που κάποτε γίνονται βουνό. 

Έπειτα είναι και το ζήτημα της “τοξικότητας”. Σήμερα η λέξη ακούγεται εύκολα: «τοξικός γονιός», «τοξική σχέση». Αλλά ποιος αποφασίζει; Ο κοινωνιολόγος Pillemer προειδοποιεί: το να κολλάς την ταμπέλα “τοξικός” σε κάποιον μπορεί να κλείσει κάθε δρόμο συμφιλίωσης. Κανείς δεν αυτοπροσδιορίζεται έτσι και αν δεις τον άλλο μόνο ως “τοξικό”, παύεις να τον βλέπεις ως άνθρωπο. 

Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις επανασύνδεσης. Ο ίδιος ο Coleman που είχε αποξενωθεί από την κόρη του, ξαναβρήκε τη σχέση μαζί της με πολύ κόπο και με ειλικρινή συγγνώμη. Συχνά οι ψυχολόγοι ζητούν από τους γονείς να γράψουν επιστολές μεταμέλειας, να αναγνωρίσουν τα λάθη τους, να δείξουν σεβασμό στα όρια των παιδιών τους. Δεν είναι εύκολο, ούτε πάντα εφικτό, αλλά μερικές φορές πιάνει. 

Η αλήθεια είναι ότι η αποξένωση λειτουργεί σαν παύση στον χρόνο. Οι σχέσεις παγώνουν εκεί που διακόπηκαν. Όσο περνούν τα χρόνια, η σιωπή βαραίνει, αλλά η ανάγκη για επαφή δεν σβήνει εντελώς. Η Γεωργία που σήμερα ετοιμάζεται να κάνει οικογένεια με τον σύντροφό της, παραδέχεται ότι συχνά νιώθει την έλλειψη μιας μητρικής φιγούρας, έστω και σαν σκιά. «Υπάρχουν πράγματα που μοιάζουν, που πλησιάζουν, αλλά τίποτα δεν είναι το ίδιο». 

Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι μόνο γιατί τόσος κόσμος διακόπτει σχέσεις με τους γονείς του. Είναι και τι σημαίνει αυτό για το μέλλον της οικογένειας. Αν οι δεσμοί αίματος δεν είναι πια δεδομένοι, αν η συγγένεια δεν είναι ανεξάλειπτη υποχρέωση, τότε ίσως βαδίζουμε σε έναν κόσμο όπου η οικογένεια θα είναι επιλογή, όχι μοίρα. 

Ίσως αυτό να είναι απελευθερωτικό για κάποιους και τρομακτικό για άλλους. Ίσως να σημαίνει ότι οι οικογένειες θα πρέπει να κερδίζουν καθημερινά την αγάπη και την εμπιστοσύνη, αντί να την απαιτούν. Μπορεί αυτή η γενιά να μας διδάσκει ότι η αληθινή οικογένεια δεν είναι πάντα εκείνη που μας έφερε στον κόσμο, αλλά εκείνη που στέκεται δίπλα μας με σεβασμό, κατανόηση και αγάπη. 

*Mε στοιχεία από το New Yorker.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.