Πριν λίγες μέρες έπεσα πάνω σε ένα story της σπουδαίας Εβραίας ηθοποιού Miriam Margoyles, η οποία μιλούσε σε μια συνέντευξη. Η κυρία Margolyes δήλωσε ότι η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα της θυμίζει το Ολοκαύτωμα και πρόσθεσε: «Το τρομακτικό για μένα είναι πως ο Χίτλερ νίκησε. Μας άλλαξε. Μας έκανε σαν κι αυτόν».
Θα προσπεράσω το γεγονός πως η οργάνωση Campaign Against Antisemitism (CAA) απάντησε στις δηλώσεις της κυρίας Margolyes, χαρακτηρίζοντάς τις «αποτρόπαιες», αναφέροντας εμφατικά πως «Το γεγονός ότι γεννήθηκε Εβραία δεν της δίνει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη δημόσια πλατφόρμα της για να διασπείρει αντισημιτικό δηλητήριο. Αυτό πρέπει να είναι το τέλος της ανοχής. Ο κόσμος της showbiz, που μέχρι τώρα την αποθέωνε, πρέπει πλέον να την απομονώσει» και θα εστιάσω σε κάτι άλλο: βλέπω όλο και περισσότερους Εβραίους (ηθοποιούς, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκούς, ακόμη και ραβίνους) να σηκώνονται όρθιοι απέναντι στην κρατική βία που συντελείται στη Γάζα. Μιλούν, γράφουν, διαδηλώνουν, και γενικά αρνούνται να σωπάσουν. Όχι για να εκπροσωπήσουν τους Παλαιστίνιους (δεν θα τολμούσαν) αλλά για να αρνηθούν τη σιωπή τους. Πιθανόν για να μην επιτρέψουν, στο όνομα του δικού τους λαού, να τελείται μια άλλη εκδοχή τελικής εξάλειψης.
Οι Ισραηλινοί φιλελεύθεροι αρχίζουν (επιτέλους) να νιώθουν άβολα με τη γενοκτονία. Όχι πως θα το ονομάσουν έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων Ισραηλινών δεν θα διανοούνταν να χρησιμοποιήσει τη λέξη που ξεκινά με «Γ» για να περιγράψει τις ενέργειες της χώρας τους στη Γάζα τους τελευταίους 21 μήνες. Κι όμως, τα κοινωνικά δίκτυα δείχνουν πώς η αμηχανία είναι πολύ πιο εμφανής απ’ ό,τι ήταν πριν μερικές μόλις εβδομάδες. Ίσως να φταίνε οι εικόνες. Αυτές των σκελετωμένων παιδιών, των άψυχων βλεμμάτων, των κορμιών που μοιάζουν ήδη νεκρά από την πείνα, προτού προλάβει να τα τελειώσει καλά καλά ο πόλεμος. Ίσως να ήταν αυτές που έσπασαν το φράγμα της αποστασιοποίησης. Γιατί κάποια στιγμή, όσο καλά κι αν έχεις εκπαιδευτεί να μη βλέπεις, έρχεται μια εικόνα που σου μοιάζει υπερβολικά γνώριμη, θυμίζοντάς σου τη δική σου ιστορία. Και πάνω σε αυτές τις εικόνες, διακεκριμένοι σχολιαστές σκοντάφτουν στα λόγια τους όταν καλούνται να σχολιάσουν τις ειδήσεις από τη Λωρίδα, με τα παιδιά και τους ενήλικες σκελετωμένους να αργοσβήνουν από την πείνα.
Λίγο-πολύ, όλα αυτά τα ξέρουμε. Ίσως όχι στην πλήρη εικόνα τους, αλλά τα βλέπουμε να περνούν καθημερινά από μπροστά μας, σε δελτία ειδήσεων, σε stories, σε scrolls γεμάτα θάνατο. Και όμως, κανένα μέσο, κανένα πλάνο, καμία στατιστική δεν μπορεί να χωρέσει το βάθος αυτής της καταστροφής. Η Γάζα δεν έχει βομβαρδιστεί απλά, έχει κατεδαφιστεί μέσα της κάθε δυνατότητα να υπάρχει. Έχει “φάει” τόσες βόμβες, που θα αρκούσαν για να ισοπεδώσουν έξι Χιροσίμες. Και ό,τι στηρίζεται στη ζωή (σχολεία, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, σπίτια, ναοί, δρόμοι, δεξαμενές, αγροί) δεν υπάρχει πια. Πάνω από 57.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, στην πλειονότητά τους άμαχοι. Επτά στους δέκα από αυτούς ήταν γυναίκες ή παιδιά. Πολλές δεκάδες χιλιάδες ακόμη έχουν τραυματιστεί, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες παλεύουν να επιβιώσουν σε πρόχειρες σκηνές, λιμοκτονούν εξαιτίας της καταστροφής οποιασδήποτε αγροτικής παραγωγής αλλά και της ισραηλινής παρεμπόδισης κάθε ανθρωπιστικής βοήθειας.
Αυτό, λοιπόν, δεν είναι πόλεμος. Είναι τιμωρία. Είναι μια μεθοδική συντριβή ενός λαού, όχι μόνο στο σημερινό του σκελετωμένο σώμα, αλλά και στη δυνατότητά του να ονειρευτεί ότι θα ξανασηκωθεί.
Πέρα, όμως, από αυτές τις τεκμηριωμένες πράξεις βίας, σκεφτόμουν ότι αυτή η καταστροφή που έχει επιβληθεί στον λαό της Γάζας οδηγεί στην απώλεια της ιστορίας του. Όχι της αρχαιολογικής κληρονομιάς ή των μνημείων που βρίσκονται θαμμένα στο έδαφος ή πιθανόν φυλαγμένα σε μουσεία, αλλά μιας ιστορίας που δεν έχει γραφτεί ακόμη: των τεκμηρίων, των συλλογικών και προσωπικών αφηγήσεων που ως είθισται οι ιστορικοί χρησιμοποιούν για να ανασυνθέσουν το παρελθόν.
Αυτό που παρακολουθούμε θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί “ιστοριοκτονία”: η απόπειρα εξάλειψης της δυνατότητας να υπάρξει μελλοντικά ιστορική εργασία για έναν τόπο, έναν λαό, μια ζωή. Όπως οι τελευταίοι 21 μήνες ανελέητου βομβαρδισμού αποτελούν συνέχεια της διαρκούς ισραηλινής πολιτικής απέναντι στους Παλαιστίνιους, έτσι και η καταστροφή της μνήμης εντάσσεται σε μια ιστορική καμπύλη που ξεκινά από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Γιατί η Ιστορία δεν πεθαίνει όταν τελειώνουν τα γεγονότα, πεθαίνει όταν κανείς δεν μπορεί πια να τα θυμηθεί. Δεν πρόκειται, λοιπόν, μόνο για σωματική εξόντωση, αλλά για διαγραφή κάθε νοήματος: η καταστροφή βιβλιοθηκών, η εξαφάνιση οικογενειακών φωτογραφιών, η απώλεια των αρχείων, των τοίχων με τα γραμμένα ονόματα. Μια κατάσταση στην οποία δεν μένουν μόνο οι νεκροί χωρίς τάφους, αλλά και οι ζωντανοί χωρίς παρελθόν.
Ψάχνοντας λίγο στο ίντερνετ, θα καταλάβει κανείς ότι είναι πολύ δύσκολο να καταγραφούν όλες οι «-κτονίες» που έχουν διαπραχθεί στη Γάζα. 21 μήνες μετά την έναρξη αυτής της ολοκληρωτικής εκστρατείας εναντίον μιας στενής λωρίδας γης, η αντίσταση στη χρήση του όρου «γενοκτονία» εξασθενεί, και τα γεγονότα έχουν γίνει πλέον πολύ έντονα για να αγνοηθούν. Ο αριθμός των αδιάκριτων θανάτων που προκλήθηκαν άμεσα από τη στρατιωτική δράση και η πρόθεση πίσω από αυτούς αποτελούν μόνο ένα μέρος του φορτίου που φέρει ο όρος. Η στοχοποίηση νοσοκομείων, διασωστών και του ιατρικού προσωπικού, η επιβολή λιμού μέσω της παρεμπόδισης ανθρωπιστικής βοήθειας, και η καταστροφή του εξοπλισμού διάσωσης ανθρώπων από τα ερείπια, συνθέτουν αυτό το σύνθετο πλέγμα μεθοδευμένης εξολόθρευσης.
Από νωρίς, ερευνητές και αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών μίλησαν για ένα άλλο είδος καταστροφής: τη δολοφονία των σχολείων (scholasticide), δηλαδή τη στοχευμένη εξόντωση εκπαιδευτικών και τη συστηματική κατεδάφιση της υποδομής της εκπαίδευσης. Τον Απρίλιο του 2024, εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ σημείωσαν ότι πάνω από το 80% των σχολείων είχε υποστεί ζημιές ή είχε καταστραφεί ολοσχερώς, συμπεριλαμβανομένων σχολείων του ίδιου του ΟΗΕ, στα οποία κατέφευγαν άμαχοι. Τον περασμένο Μάρτιο του 2025, ο διανοούμενος και κριτικός πολιτισμού Henry A. Giroux έγραψε σε ακαδημαϊκό άρθρο: «Η σκόπιμη καταστροφή της εκπαιδευτικής και πολιτιστικής υποδομής της Γάζας είναι μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας εξάλειψης της παλαιστινιακής ιστορίας και ταυτότητας, μια διαδικασία που ορίζεται ως scholasticide».
Η «οικοκτονία» του σπιτιού και της γης
Η “domicide”, δηλαδή η καταστροφή του σπιτιού, αποτυπώνεται με τρομακτική σαφήνεια στα στοιχεία του ΟΗΕ: το 92% των κατοικιών στη Γάζα έχει καταστραφεί ή έχει υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Ο Ammar Azzouz, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του Domicide: Architecture, War and the Destruction of Home, το περιγράφει ως μια πράξη εξόντωσης μέσω της αρχιτεκτονικής. Όπως γράφει: «Η καταστροφή της αρχιτεκτονικής δεν είναι απλή παράπλευρη απώλεια. Είναι η σκόπιμη προσπάθεια να εξαφανίσεις έναν λαό, να σκοτώσεις τη μνήμη του και να ξαναγράψεις την ιστορία του».
Παράλληλα, σε κάθε σύγχρονο πόλεμο υπάρχει και η λεγόμενη “ecocide”, η σιωπηλή καταστροφή του περιβάλλοντος, συχνά ως ανεπίσημη παρενέργεια. Στη Γάζα, όμως, τα μεγέθη των τελευταίων 21 μηνών υπερβαίνουν τα όρια του «παρεμπιπτόντως». Σύμφωνα με τη Forensic Architecture, ένα ερευνητικό κέντρο του Goldsmiths University υπό τον Eyal Weizman, έως και το 40% της γης που χρησιμοποιούνταν για καλλιέργειες είχε καταστραφεί μέχρι τον Μάρτιο του 2024. Επίσης, η οικολογική καταστροφή δεν ξεκινά από τώρα. Είναι συνέχεια δεκαετιών κατοχής: ραντίσματα με ζιζανιοκτόνα για τη δημιουργία νεκρών ζωνών, συστηματική στέρηση πρόσβασης σε καλλιεργήσιμη γη, ισοπέδωση των ελαιώνων και μια γη που δεν αξίζει να καλλιεργηθεί, επειδή οι κάτοικοί της δεν θεωρούνται άξιοι να τραφούν.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η καταστροφή του σπιτιού και της γης σκοτώνει κάθε πιθανότητα να υπάρξει μέλλον.
Η “ιστοριοκτονία”, λοιπόν, δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά μέρος ενός πολύ ευρύτερου σχεδίου: να καταστεί η Παλαιστίνη μη βιώσιμη ως κρατική οντότητα. Κι αυτή η εξόντωση δεν αφορά μόνο τη φυσική καταστροφή· αφορά τη ρήξη κάθε δεσμού των Παλαιστινίων με τη γη τους, μεταξύ τους, και με τη συλλογική τους ιστορία. Και έτσι αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η ιδέα της Παλαιστίνης ως κοινότητα, ως μνήμη, ως αφήγηση. Γιατί όταν κόβεις τα νήματα που ενώνουν έναν λαό με το παρελθόν και τον εαυτό του, δεν τον καταστρέφεις μόνο στο σήμερα, αλλά τον καθιστάς αδύνατο να υπάρξει στο μέλλον. Και έτσι η μεγάλη εικόνα που παραμένει είναι αυτή της εσκεμμένης διαγραφής, μιας πολυμέτωπης επίθεσης που στοχεύει σε ανθρώπους, κτίρια, γη και ιστορία.
Η μεγαλύτερη ιστορική διαγραφή απ’ όλες είναι εκείνη ολόκληρων χωριών, μια σιωπηλή, αλλά καθαρή πρόθεση ενός σχεδίου που δεν αφορά μόνο την κατάκτηση της γης, αλλά και την ιδιοποίηση της ιστορίας. Από το 1948 πάνω από 400 χωριά καταστράφηκαν ή ερημώθηκαν. Τα ονόματά τους εξαφανίστηκαν από τους ισραηλινούς χάρτες αλλά κατά κάποιον τρόπο ζουν ακόμη, όχι μόνο σε παλαιούς γεωγραφικούς άτλαντες, αλλά και στα ονόματα δρόμων των προσφυγικών καταυλισμών σε όλο τον αραβικό κόσμο. Οι Παλαιστίνιοι κρατούν αυτά τα ονόματα ζωντανά, μαζί με τα κλειδιά από τα γκρεμισμένα σπίτια τους και ό,τι κατάφεραν να πάρουν μαζί το 1948. Αυτή η παρόρμηση διατήρησης μέσα στη συνθήκη της εξάλειψης παραμένει ισχυρή, ίσως μάλιστα δυναμώνει όσο μεγαλώνει και η καταστροφή.
Ακόμη και σήμερα, με τόσους νεκρούς, οι κάτοικοι της Γάζας προσπαθούν να διασώσουν ό,τι απομένει, πάντα με την υποστήριξη συναδέλφων στη Δυτική Όχθη και από την διεθνή κοινότητα. Αυτή η αντίσταση της μνήμης δεν είναι σπάνια σε εμπόλεμες ζώνες. Το να διασώσεις μια λέξη, ένα όνομα, ένα κομμάτι πέτρας ή μνήμης, γίνεται πράξη αντίστασης και ίσως, είναι ο μόνος τρόπος να αποδείξεις ότι υπήρξες. Επίσης, για τους ανθρώπους αυτού του τόπου, η διάσωση της ιστορίας έχει ένα υπαρξιακό βάρος. Οι Παλαιστίνιοι είναι καταδικασμένοι να ζουν σε ένα διαρκές παρόν, αποκομμένοι από το παρελθόν τους και αποκλεισμένοι από τη δυνατότητα να σκεφτούν οποιοδήποτε εναλλακτικό μέλλον.
Η γνώση, ωστόσο, δεν καταστρέφεται ούτε περιορίζεται τόσο εύκολα, και σίγουρα όχι σήμερα, χάρη στην τεχνολογία. Ταξιδεύει στον κόσμο με όλο και πιο πολυδιάστατους τρόπους. Η συλλογή χειρογράφων από το Μεγάλο Τέμενος Ομάρι καταστράφηκε, αλλά είχε ήδη ψηφιοποιηθεί από τη Βρετανική Βιβλιοθήκη, σε ένα έργο που ολοκληρώθηκε το 2023. Ηχητικά μηνύματα, φωτογραφίες, βίντεο και μαρτυρίες φεύγουν καθημερινά από τη Γάζα μέσω εφαρμογών μηνυμάτων, κοινωνικών δικτύων και εκπομπών. Αυτό το ψηφιακό υλικό είναι εύκολο να αποθηκευτεί και να διαμοιραστεί, με αποτέλεσμα η έννοια του αρχείου να έχει διευρυνθεί ριζικά. Οποιοσδήποτε μπορεί πια να αποθηκεύσει και να διατηρήσει αυτό που κάποτε χρειαζόταν έναν φυσικό χώρο και θεσμικό κύρος.
Αυτή η γενοκτονία συμβαίνει σε μια εποχή όπου οι νέοι βγάζουν διαρκώς φωτογραφίες και μοιράζονται stories. H πράξη της τεκμηρίωσης είναι κάτι οικείο για τους νέους. Είναι εύκολη, και πάνω απ’ όλα είναι ισχυρή. Από την αρχή της σύγκρουσης υπήρξαν πρωτοβουλίες για την αρχειοθέτηση αναρτήσεων στα social media με διάφορους τρόπους και πολλά από αυτά τα υλικά θα είναι κρίσιμα όχι μόνο για την ιστορική ανακατασκευή της ιδέας αυτού του πολέμου, αλλά και της ίδιας της ζωής, στο μέλλον.
Έτσι, μέσα σε όλα αυτά, κάτι επιμένει.
Μέσα στα ερείπια, κάποιοι σώζουν ιστορίες αντί για σώματα, λόγια αντί για τοίχους. Νέοι με τη μνήμη στα screenshots και το βλέμμα στο αύριο. Ηχογραφήσεις σε κινητά που κρύβονται ανάμεσα σε κουβέρτες. Παιδιά που αντιγράφουν ποιήματα του Μαχμούντ Νταρουίς σε σελίδες τετραδίου, ενώ έξω πέφτουν βόμβες. Γιατί αυτός ο λαός, όσο κι αν του στερούν τη γη, δεν εγκαταλείπει τον χρόνο. Συνεχίζει να γράφει, να θυμάται, να σκάβει μέσα στη σιωπή και να βρίσκει τη δική του συνέχεια ως πράξη καθαρής αντίστασης.
Αν αυτό που συντελείται είναι μια γενοκτονία του σώματος, του μυαλού, και της γλώσσας, τότε η απάντηση βρίσκεται σε κάθε πράξη που επανατοποθετεί τον άνθρωπο εκεί που τον αρνούνται: στη γραφή, στη φωνή, στην ιστορία. Πρόσφατα, κινηματογραφικά πλάνα κατά την περίοδο της Βρετανικής Εντολής της Παλαιστίνης (1920-1948) ήρθαν στο φως στα Εθνικά Αρχεία της Σκωτίας. Ο σκηνοθέτης Theo Panagopoulos (με καταγωγή από Ελλάδα, Λίβανο και Παλαιστίνη) τα αξιοποίησε για να δημιουργήσει τη μικρού μήκους ταινία “The Flowers Stand Silently, Witnessing.”, η οποία δημιουργήθηκε για λογαριασμό του προγράμματος “Bridging the Gap” του Scottish Documentary Institute και έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Εδιμβούργου, κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους στο IDFA του Άμστερνταμ και το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Sundance, ενώ ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA.
Αν υπάρχει μια ελπίδα, λοιπόν, αυτή δεν βρίσκεται μόνο στην καταδίκη. Βρίσκεται και σε κάθε συνείδηση που ξυπνά, και σε κάθε φωνή που αρνείται να ξεχάσει, και κυρίως αρνείται να σωπάσει.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Πριν λίγες μέρες έπεσα πάνω σε ένα story της σπουδαίας Εβραίας ηθοποιού Miriam Margoyles, η οποία μιλούσε σε μια συνέντευξη. Η κυρία Margolyes δήλωσε ότι η στρατιωτική εκστρατεία του Ισραήλ στη Γάζα της θυμίζει το Ολοκαύτωμα και πρόσθεσε: «Το τρομακτικό για μένα είναι πως ο Χίτλερ νίκησε. Μας άλλαξε. Μας έκανε σαν κι αυτόν».
Θα προσπεράσω το γεγονός πως η οργάνωση Campaign Against Antisemitism (CAA) απάντησε στις δηλώσεις της κυρίας Margolyes, χαρακτηρίζοντάς τις «αποτρόπαιες», αναφέροντας εμφατικά πως «Το γεγονός ότι γεννήθηκε Εβραία δεν της δίνει το δικαίωμα να χρησιμοποιεί τη δημόσια πλατφόρμα της για να διασπείρει αντισημιτικό δηλητήριο. Αυτό πρέπει να είναι το τέλος της ανοχής. Ο κόσμος της showbiz, που μέχρι τώρα την αποθέωνε, πρέπει πλέον να την απομονώσει» και θα εστιάσω σε κάτι άλλο: βλέπω όλο και περισσότερους Εβραίους (ηθοποιούς, καλλιτέχνες, ακαδημαϊκούς, ακόμη και ραβίνους) να σηκώνονται όρθιοι απέναντι στην κρατική βία που συντελείται στη Γάζα. Μιλούν, γράφουν, διαδηλώνουν, και γενικά αρνούνται να σωπάσουν. Όχι για να εκπροσωπήσουν τους Παλαιστίνιους (δεν θα τολμούσαν) αλλά για να αρνηθούν τη σιωπή τους. Πιθανόν για να μην επιτρέψουν, στο όνομα του δικού τους λαού, να τελείται μια άλλη εκδοχή τελικής εξάλειψης.
Οι Ισραηλινοί φιλελεύθεροι αρχίζουν (επιτέλους) να νιώθουν άβολα με τη γενοκτονία. Όχι πως θα το ονομάσουν έτσι. Η συντριπτική πλειοψηφία των Εβραίων Ισραηλινών δεν θα διανοούνταν να χρησιμοποιήσει τη λέξη που ξεκινά με «Γ» για να περιγράψει τις ενέργειες της χώρας τους στη Γάζα τους τελευταίους 21 μήνες. Κι όμως, τα κοινωνικά δίκτυα δείχνουν πώς η αμηχανία είναι πολύ πιο εμφανής απ’ ό,τι ήταν πριν μερικές μόλις εβδομάδες. Ίσως να φταίνε οι εικόνες. Αυτές των σκελετωμένων παιδιών, των άψυχων βλεμμάτων, των κορμιών που μοιάζουν ήδη νεκρά από την πείνα, προτού προλάβει να τα τελειώσει καλά καλά ο πόλεμος. Ίσως να ήταν αυτές που έσπασαν το φράγμα της αποστασιοποίησης. Γιατί κάποια στιγμή, όσο καλά κι αν έχεις εκπαιδευτεί να μη βλέπεις, έρχεται μια εικόνα που σου μοιάζει υπερβολικά γνώριμη, θυμίζοντάς σου τη δική σου ιστορία. Και πάνω σε αυτές τις εικόνες, διακεκριμένοι σχολιαστές σκοντάφτουν στα λόγια τους όταν καλούνται να σχολιάσουν τις ειδήσεις από τη Λωρίδα, με τα παιδιά και τους ενήλικες σκελετωμένους να αργοσβήνουν από την πείνα.
Λίγο-πολύ, όλα αυτά τα ξέρουμε. Ίσως όχι στην πλήρη εικόνα τους, αλλά τα βλέπουμε να περνούν καθημερινά από μπροστά μας, σε δελτία ειδήσεων, σε stories, σε scrolls γεμάτα θάνατο. Και όμως, κανένα μέσο, κανένα πλάνο, καμία στατιστική δεν μπορεί να χωρέσει το βάθος αυτής της καταστροφής. Η Γάζα δεν έχει βομβαρδιστεί απλά, έχει κατεδαφιστεί μέσα της κάθε δυνατότητα να υπάρχει. Έχει “φάει” τόσες βόμβες, που θα αρκούσαν για να ισοπεδώσουν έξι Χιροσίμες. Και ό,τι στηρίζεται στη ζωή (σχολεία, νοσοκομεία, πανεπιστήμια, σπίτια, ναοί, δρόμοι, δεξαμενές, αγροί) δεν υπάρχει πια. Πάνω από 57.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί, στην πλειονότητά τους άμαχοι. Επτά στους δέκα από αυτούς ήταν γυναίκες ή παιδιά. Πολλές δεκάδες χιλιάδες ακόμη έχουν τραυματιστεί, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες παλεύουν να επιβιώσουν σε πρόχειρες σκηνές, λιμοκτονούν εξαιτίας της καταστροφής οποιασδήποτε αγροτικής παραγωγής αλλά και της ισραηλινής παρεμπόδισης κάθε ανθρωπιστικής βοήθειας.
Αυτό, λοιπόν, δεν είναι πόλεμος. Είναι τιμωρία. Είναι μια μεθοδική συντριβή ενός λαού, όχι μόνο στο σημερινό του σκελετωμένο σώμα, αλλά και στη δυνατότητά του να ονειρευτεί ότι θα ξανασηκωθεί.
Πέρα, όμως, από αυτές τις τεκμηριωμένες πράξεις βίας, σκεφτόμουν ότι αυτή η καταστροφή που έχει επιβληθεί στον λαό της Γάζας οδηγεί στην απώλεια της ιστορίας του. Όχι της αρχαιολογικής κληρονομιάς ή των μνημείων που βρίσκονται θαμμένα στο έδαφος ή πιθανόν φυλαγμένα σε μουσεία, αλλά μιας ιστορίας που δεν έχει γραφτεί ακόμη: των τεκμηρίων, των συλλογικών και προσωπικών αφηγήσεων που ως είθισται οι ιστορικοί χρησιμοποιούν για να ανασυνθέσουν το παρελθόν.
Αυτό που παρακολουθούμε θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί “ιστοριοκτονία”: η απόπειρα εξάλειψης της δυνατότητας να υπάρξει μελλοντικά ιστορική εργασία για έναν τόπο, έναν λαό, μια ζωή. Όπως οι τελευταίοι 21 μήνες ανελέητου βομβαρδισμού αποτελούν συνέχεια της διαρκούς ισραηλινής πολιτικής απέναντι στους Παλαιστίνιους, έτσι και η καταστροφή της μνήμης εντάσσεται σε μια ιστορική καμπύλη που ξεκινά από την ίδρυση του κράτους του Ισραήλ. Γιατί η Ιστορία δεν πεθαίνει όταν τελειώνουν τα γεγονότα, πεθαίνει όταν κανείς δεν μπορεί πια να τα θυμηθεί. Δεν πρόκειται, λοιπόν, μόνο για σωματική εξόντωση, αλλά για διαγραφή κάθε νοήματος: η καταστροφή βιβλιοθηκών, η εξαφάνιση οικογενειακών φωτογραφιών, η απώλεια των αρχείων, των τοίχων με τα γραμμένα ονόματα. Μια κατάσταση στην οποία δεν μένουν μόνο οι νεκροί χωρίς τάφους, αλλά και οι ζωντανοί χωρίς παρελθόν.
Ψάχνοντας λίγο στο ίντερνετ, θα καταλάβει κανείς ότι είναι πολύ δύσκολο να καταγραφούν όλες οι «-κτονίες» που έχουν διαπραχθεί στη Γάζα. 21 μήνες μετά την έναρξη αυτής της ολοκληρωτικής εκστρατείας εναντίον μιας στενής λωρίδας γης, η αντίσταση στη χρήση του όρου «γενοκτονία» εξασθενεί, και τα γεγονότα έχουν γίνει πλέον πολύ έντονα για να αγνοηθούν. Ο αριθμός των αδιάκριτων θανάτων που προκλήθηκαν άμεσα από τη στρατιωτική δράση και η πρόθεση πίσω από αυτούς αποτελούν μόνο ένα μέρος του φορτίου που φέρει ο όρος. Η στοχοποίηση νοσοκομείων, διασωστών και του ιατρικού προσωπικού, η επιβολή λιμού μέσω της παρεμπόδισης ανθρωπιστικής βοήθειας, και η καταστροφή του εξοπλισμού διάσωσης ανθρώπων από τα ερείπια, συνθέτουν αυτό το σύνθετο πλέγμα μεθοδευμένης εξολόθρευσης.
Από νωρίς, ερευνητές και αξιωματούχοι των Ηνωμένων Εθνών μίλησαν για ένα άλλο είδος καταστροφής: τη δολοφονία των σχολείων (scholasticide), δηλαδή τη στοχευμένη εξόντωση εκπαιδευτικών και τη συστηματική κατεδάφιση της υποδομής της εκπαίδευσης. Τον Απρίλιο του 2024, εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ σημείωσαν ότι πάνω από το 80% των σχολείων είχε υποστεί ζημιές ή είχε καταστραφεί ολοσχερώς, συμπεριλαμβανομένων σχολείων του ίδιου του ΟΗΕ, στα οποία κατέφευγαν άμαχοι. Τον περασμένο Μάρτιο του 2025, ο διανοούμενος και κριτικός πολιτισμού Henry A. Giroux έγραψε σε ακαδημαϊκό άρθρο: «Η σκόπιμη καταστροφή της εκπαιδευτικής και πολιτιστικής υποδομής της Γάζας είναι μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας εξάλειψης της παλαιστινιακής ιστορίας και ταυτότητας, μια διαδικασία που ορίζεται ως scholasticide».
Η «οικοκτονία» του σπιτιού και της γης
Η “domicide”, δηλαδή η καταστροφή του σπιτιού, αποτυπώνεται με τρομακτική σαφήνεια στα στοιχεία του ΟΗΕ: το 92% των κατοικιών στη Γάζα έχει καταστραφεί ή έχει υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές. Ο Ammar Azzouz, ερευνητής στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και συγγραφέας του Domicide: Architecture, War and the Destruction of Home, το περιγράφει ως μια πράξη εξόντωσης μέσω της αρχιτεκτονικής. Όπως γράφει: «Η καταστροφή της αρχιτεκτονικής δεν είναι απλή παράπλευρη απώλεια. Είναι η σκόπιμη προσπάθεια να εξαφανίσεις έναν λαό, να σκοτώσεις τη μνήμη του και να ξαναγράψεις την ιστορία του».
Παράλληλα, σε κάθε σύγχρονο πόλεμο υπάρχει και η λεγόμενη “ecocide”, η σιωπηλή καταστροφή του περιβάλλοντος, συχνά ως ανεπίσημη παρενέργεια. Στη Γάζα, όμως, τα μεγέθη των τελευταίων 21 μηνών υπερβαίνουν τα όρια του «παρεμπιπτόντως». Σύμφωνα με τη Forensic Architecture, ένα ερευνητικό κέντρο του Goldsmiths University υπό τον Eyal Weizman, έως και το 40% της γης που χρησιμοποιούνταν για καλλιέργειες είχε καταστραφεί μέχρι τον Μάρτιο του 2024. Επίσης, η οικολογική καταστροφή δεν ξεκινά από τώρα. Είναι συνέχεια δεκαετιών κατοχής: ραντίσματα με ζιζανιοκτόνα για τη δημιουργία νεκρών ζωνών, συστηματική στέρηση πρόσβασης σε καλλιεργήσιμη γη, ισοπέδωση των ελαιώνων και μια γη που δεν αξίζει να καλλιεργηθεί, επειδή οι κάτοικοί της δεν θεωρούνται άξιοι να τραφούν.
Το αποτέλεσμα είναι ότι η καταστροφή του σπιτιού και της γης σκοτώνει κάθε πιθανότητα να υπάρξει μέλλον.
Η “ιστοριοκτονία”, λοιπόν, δεν είναι ένα μεμονωμένο φαινόμενο, αλλά μέρος ενός πολύ ευρύτερου σχεδίου: να καταστεί η Παλαιστίνη μη βιώσιμη ως κρατική οντότητα. Κι αυτή η εξόντωση δεν αφορά μόνο τη φυσική καταστροφή· αφορά τη ρήξη κάθε δεσμού των Παλαιστινίων με τη γη τους, μεταξύ τους, και με τη συλλογική τους ιστορία. Και έτσι αυτό που διακυβεύεται είναι η ίδια η ιδέα της Παλαιστίνης ως κοινότητα, ως μνήμη, ως αφήγηση. Γιατί όταν κόβεις τα νήματα που ενώνουν έναν λαό με το παρελθόν και τον εαυτό του, δεν τον καταστρέφεις μόνο στο σήμερα, αλλά τον καθιστάς αδύνατο να υπάρξει στο μέλλον. Και έτσι η μεγάλη εικόνα που παραμένει είναι αυτή της εσκεμμένης διαγραφής, μιας πολυμέτωπης επίθεσης που στοχεύει σε ανθρώπους, κτίρια, γη και ιστορία.
Η μεγαλύτερη ιστορική διαγραφή απ’ όλες είναι εκείνη ολόκληρων χωριών, μια σιωπηλή, αλλά καθαρή πρόθεση ενός σχεδίου που δεν αφορά μόνο την κατάκτηση της γης, αλλά και την ιδιοποίηση της ιστορίας. Από το 1948 πάνω από 400 χωριά καταστράφηκαν ή ερημώθηκαν. Τα ονόματά τους εξαφανίστηκαν από τους ισραηλινούς χάρτες αλλά κατά κάποιον τρόπο ζουν ακόμη, όχι μόνο σε παλαιούς γεωγραφικούς άτλαντες, αλλά και στα ονόματα δρόμων των προσφυγικών καταυλισμών σε όλο τον αραβικό κόσμο. Οι Παλαιστίνιοι κρατούν αυτά τα ονόματα ζωντανά, μαζί με τα κλειδιά από τα γκρεμισμένα σπίτια τους και ό,τι κατάφεραν να πάρουν μαζί το 1948. Αυτή η παρόρμηση διατήρησης μέσα στη συνθήκη της εξάλειψης παραμένει ισχυρή, ίσως μάλιστα δυναμώνει όσο μεγαλώνει και η καταστροφή.
Ακόμη και σήμερα, με τόσους νεκρούς, οι κάτοικοι της Γάζας προσπαθούν να διασώσουν ό,τι απομένει, πάντα με την υποστήριξη συναδέλφων στη Δυτική Όχθη και από την διεθνή κοινότητα. Αυτή η αντίσταση της μνήμης δεν είναι σπάνια σε εμπόλεμες ζώνες. Το να διασώσεις μια λέξη, ένα όνομα, ένα κομμάτι πέτρας ή μνήμης, γίνεται πράξη αντίστασης και ίσως, είναι ο μόνος τρόπος να αποδείξεις ότι υπήρξες. Επίσης, για τους ανθρώπους αυτού του τόπου, η διάσωση της ιστορίας έχει ένα υπαρξιακό βάρος. Οι Παλαιστίνιοι είναι καταδικασμένοι να ζουν σε ένα διαρκές παρόν, αποκομμένοι από το παρελθόν τους και αποκλεισμένοι από τη δυνατότητα να σκεφτούν οποιοδήποτε εναλλακτικό μέλλον.
Η γνώση, ωστόσο, δεν καταστρέφεται ούτε περιορίζεται τόσο εύκολα, και σίγουρα όχι σήμερα, χάρη στην τεχνολογία. Ταξιδεύει στον κόσμο με όλο και πιο πολυδιάστατους τρόπους. Η συλλογή χειρογράφων από το Μεγάλο Τέμενος Ομάρι καταστράφηκε, αλλά είχε ήδη ψηφιοποιηθεί από τη Βρετανική Βιβλιοθήκη, σε ένα έργο που ολοκληρώθηκε το 2023. Ηχητικά μηνύματα, φωτογραφίες, βίντεο και μαρτυρίες φεύγουν καθημερινά από τη Γάζα μέσω εφαρμογών μηνυμάτων, κοινωνικών δικτύων και εκπομπών. Αυτό το ψηφιακό υλικό είναι εύκολο να αποθηκευτεί και να διαμοιραστεί, με αποτέλεσμα η έννοια του αρχείου να έχει διευρυνθεί ριζικά. Οποιοσδήποτε μπορεί πια να αποθηκεύσει και να διατηρήσει αυτό που κάποτε χρειαζόταν έναν φυσικό χώρο και θεσμικό κύρος.
Αυτή η γενοκτονία συμβαίνει σε μια εποχή όπου οι νέοι βγάζουν διαρκώς φωτογραφίες και μοιράζονται stories. H πράξη της τεκμηρίωσης είναι κάτι οικείο για τους νέους. Είναι εύκολη, και πάνω απ’ όλα είναι ισχυρή. Από την αρχή της σύγκρουσης υπήρξαν πρωτοβουλίες για την αρχειοθέτηση αναρτήσεων στα social media με διάφορους τρόπους και πολλά από αυτά τα υλικά θα είναι κρίσιμα όχι μόνο για την ιστορική ανακατασκευή της ιδέας αυτού του πολέμου, αλλά και της ίδιας της ζωής, στο μέλλον.
Έτσι, μέσα σε όλα αυτά, κάτι επιμένει.
Μέσα στα ερείπια, κάποιοι σώζουν ιστορίες αντί για σώματα, λόγια αντί για τοίχους. Νέοι με τη μνήμη στα screenshots και το βλέμμα στο αύριο. Ηχογραφήσεις σε κινητά που κρύβονται ανάμεσα σε κουβέρτες. Παιδιά που αντιγράφουν ποιήματα του Μαχμούντ Νταρουίς σε σελίδες τετραδίου, ενώ έξω πέφτουν βόμβες. Γιατί αυτός ο λαός, όσο κι αν του στερούν τη γη, δεν εγκαταλείπει τον χρόνο. Συνεχίζει να γράφει, να θυμάται, να σκάβει μέσα στη σιωπή και να βρίσκει τη δική του συνέχεια ως πράξη καθαρής αντίστασης.
Αν αυτό που συντελείται είναι μια γενοκτονία του σώματος, του μυαλού, και της γλώσσας, τότε η απάντηση βρίσκεται σε κάθε πράξη που επανατοποθετεί τον άνθρωπο εκεί που τον αρνούνται: στη γραφή, στη φωνή, στην ιστορία. Πρόσφατα, κινηματογραφικά πλάνα κατά την περίοδο της Βρετανικής Εντολής της Παλαιστίνης (1920-1948) ήρθαν στο φως στα Εθνικά Αρχεία της Σκωτίας. Ο σκηνοθέτης Theo Panagopoulos (με καταγωγή από Ελλάδα, Λίβανο και Παλαιστίνη) τα αξιοποίησε για να δημιουργήσει τη μικρού μήκους ταινία “The Flowers Stand Silently, Witnessing.”, η οποία δημιουργήθηκε για λογαριασμό του προγράμματος “Bridging the Gap” του Scottish Documentary Institute και έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Εδιμβούργου, κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Ταινίας Μικρού Μήκους στο IDFA του Άμστερνταμ και το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Sundance, ενώ ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA.
Αν υπάρχει μια ελπίδα, λοιπόν, αυτή δεν βρίσκεται μόνο στην καταδίκη. Βρίσκεται και σε κάθε συνείδηση που ξυπνά, και σε κάθε φωνή που αρνείται να ξεχάσει, και κυρίως αρνείται να σωπάσει.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.