Ενδιαφέρεστε για την πολιτική; Σας αφορά αυτό που συμβαίνει γύρω σας; Παρακολουθείτε τις διεθνείς εξελίξεις; Η μήπως ανήκετε σε εκείνους που απλά κοιτάζουν από την κλειδαρότρυπα ακόμα και μια πράξη κρατικής βιαιότητας απέναντι στον πολίτη, όπως η έξωση της δημοσιογράφου Ιωάννης Κολοβού με…ένα πριόνι να κομματιάζει την πόρτα της;
Αν υπάρχει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της απαθούς κοινωνίας είναι πως εξοικειώνεται με το χειρότερο και το δέχεται ως φυσιολογικό. Στην κλινική εμπειρία, η απάθεια εντοπίζεται συχνά στην κατάθλιψη ή στην άνοια. Μήπως είμαστε μια καταθλιπτική κοινωνία που τα έχει σχεδόν χαμένα; Το βέβαιο είναι πως η απάθεια μας μεγαλώνει σε έναν κόσμο ολοένα και πιο ναρκισσιστικό και κανένας δεν δείχνει να θέλει να το καταγγείλει. Τι μας συμβαίνει; Μας απορροφά τόσο πολύ η καθημερινότητα των τετριμμένων που δεν έχουμε την ενέργεια να εστιάσουμε στον ρόλο του πολίτη; Ή οτιδήποτε δεν συμβαίνει σε εμάς και στους οικείους μας, δεν μας αγγίζει; Μήπως τελικά είμαστε ενεργά μέλη μιας απαθούς κοινωνίας;
Πριν από περίπου έξι δεκαετίες, δύο κοινωνικοί ψυχολόγοι, οι Τζον Ντάρλει και ο Μπιμπ Λατανέ (Latane, B., & Darley, J. Bystander “Apathy”, American Scientist, 1969) επιχείρησαν μέσω ενός κοινωνικού πειράματος να ερμηνεύσουν την αδιαφορία και την αδράνεια του πλήθους και να εντοπίσουν τη ρίζα της απάθειας. Κατέληξαν στο φαινόμενο της διάχυσης της ευθύνης. Πως έφτασαν σε αυτό το συμπέρασμα; Χρησιμοποίησαν μια ιστορία φόνου και διαπίστωσαν πως όσοι ήταν μάρτυρες της εγκληματικής ενέργειας, δεν παρενέβησαν για να σώσουν το θύμα. Αντιθέτως παρακολουθούσαν από τα παράθυρα τους σιωπηλοί. Για να επιβεβαιώσουν την υπόθεση εργασίας τους, οι δυο κοινωνικοί ψυχολόγοι έκαναν αναπαράσταση μιας επιληπτικής κρίσης μπροστά σε ένα κοινό φοιτητών. Το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν το ίδιο. Οι περισσότεροι δεν αντέδρασαν περιμένοντας πως κάποιος άλλος θα παρέμβει. Οι δυο ερευνητές κατέληξαν πως όσοι περισσότεροι είναι μάρτυρες κάποιου δυσάρεστου συμβάντος ,τόσο μικρότερη ευθύνη αισθανόμαστε και πως ευτυχώς η αλληλεγγύη διδάσκεται.
Με άλλα λόγια, η ευθύνη επιμερίζεται στο πλήθος και κάπως έτσι γεννιέται η απάθεια. Εκτός, κι αν κάποιος μας δείξει πως να είμαστε αλληλέγγυοι. Ίσως γιατί σε πρώτη φάση, η επιλεκτική εστίαση στον δικό μας μικρόκοσμο και η επιλογή της κοινωνικής αδιαφορίας, ως συμπεριφορική τάση, διαμορφώνει ένα πλαίσιο ασφάλειας. Ιδίως τώρα που η εποχή αμφισβήτησης και των ιδεολογικών έχει παρέλθει και στη θέση της έχει ανατείλει μια εποχή μαζικής αδιαφορίας και αποιδεολογικοποίησης. Όταν κάποιος δεν μας είναι χρήσιμος, παύει να μας αφορά, όταν η αδικία ή η συμφορά δεν χτυπά την δική μας πόρτα, θεωρούμε πως δεν υπάρχει λόγος να αντιδράσουμε. Κι αυτό εντείνεται όσο η κοινωνία κλείνεται στον εαυτό της, σκληραίνει τις αξίες, τις πεποιθήσεις και τις νόρμες της. Έτσι μπορεί να απολύουν το συνάδελφο μας και να συνεχίζουμε να πληκτρολογούμε σκυμμένοι πάνω στον υπολογιστή, να πριονίζουν την πόρτα μιας συνταξιούχου για να την πετάξουν έξω από το σπίτι της λόγω χρεών και να συνεχίζουμε να σκρολάρουμε στο κινητό μας, να χτυπούν με γκλομπ τους φοιτητές που διαδηλώνουν και να αλλάζουμε κανάλι.
Όταν επινοήθηκε το αυτόνομο και φιλελεύθερο άτομο των νεωτερικών κοινωνιών, άραγε πόσοι αναμετρήθηκαν με τη σκέψη πως κάποια στιγμή θα καταλήγαμε σε κοινωνίες μαζικής απάθειας και ομαδικής κατάθλιψης;
Η πολιτεία οφείλει να επινοήσει νέα σχήματα συλλογικότητας για να δημιουργηθούν νέες εναλλακτικές ταυτίσεις για τους πολίτες της. Κι εμείς οφείλουμε να αποφασίσουμε αν θέλουμε να παραμείνουμε απαθείς ή να γίνουμε επιτέλους ενσυναισθητικοί. Για να φτιάξουμε επιτέλους μία κοινωνία υπεύθυνων ενηλίκων.
Εάν αναγνωρίσουμε πως η απάθεια είναι συνενοχή και πως η συμμετοχή στον πόνο του άλλου είναι ευεργετική για την κάθε δική μας οδύνη, τότε ίσως να καταφέρουμε να ζήσουμε σε μια κοινωνία ενσυναίσθησης.Τότε ίσως να γίνουμε σοφότεροι στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε το δημόσιο καλό, τη συλλογική ευθύνη, το δημόσιο χώρο. Και να πάψουμε να λειτουργούμε σαν μια μη ενσυναισθητική αγέλη.