Η εκδημοκρατικοποίηση παρουσιάστηκε για δεκαετίες ως το μεγάλο ιστορικό στοίχημα. Περισσότερες φωνές, πρόσβαση, συμμετοχή, ισότητα. Μια κοινωνία όπου όλοι μπορούν να μιλήσουν, να ψηφίσουν, να κρίνουν, να εκφραστούν. Στο συλλογικό φαντασιακό ο εκδημοκρατισμός ταυτίστηκε με την πρόοδο κι όμως κάπου στην πορεία αυτό που υποτίθεται ότι θα μας απελευθέρωνε άρχισε να λειτουργεί σαν παγίδα. 

Φυσικά η δημοκρατία δεν είναι το πρόβλημα ως προς τη σύλληψη της έννοιας της. Ως διαδικασία η εκδημοκρατικοποίηση όμως παρερμηνεύτηκε. Αντί να σημαίνει βαθύτερη κατανόηση, θεσμική ωριμότητα και συλλογική ευθύνη, μεταφράστηκε σε άκριτη ισοπέδωση. Σε μια αντίληψη όπου όλες οι απόψεις θεωρούνται εξ ορισμού ισότιμες, ανεξαρτήτως γνώσης, εμπειρίας ή συνεπειών. Εκεί αρχίζει το ρήγμα. 

Η σύγχρονη κοινωνία δε φοβάται πια την εξουσία όσο φοβάται την ιεράρχηση. Κάθε διάκριση αντιμετωπίζεται ως αυθαιρεσία, κάθε ειδικός ως ύποπτος, κάθε θεσμική φωνή ως καταπιεστική. Στο όνομα της δημοκρατίας, η αυθεντία καταρρέει. Ο γιατρός γίνεται “μια άποψη”, ο επιστήμονας “μία αφήγηση”, ο δημοσιογράφος “άλλος ένας παίκτης”. Όλοι μιλούν, αλλά λίγοι ακούν και κυρίως λίγοι αναλαμβάνουν την ευθύνη του λόγου τους. 

Η ψηφιακή εποχή επιτάχυνε αυτή την παρεξήγηση. Τα κοινωνικά δίκτυα λειτούργησαν ως μηχανές εκδημοκρατισμού της έκφρασης. Κάθε χρήστης απέκτησε βήμα, κοινό, ορατότητα. Θεωρητικά αυτό είναι πρόοδος. Στην πράξη όμως η ισοπέδωση του πλαισίου αφαίρεσε τα φίλτρα που διαχωρίζουν την άποψη από τη γνώση, την κριτική από τη στοχοποίηση, τη διαφωνία από τον θόρυβο. Ο αλγόριθμος δεν ενδιαφέρεται για το αν κάτι είναι σωστό ή λάθος, αλλά για το αν προκαλεί αντίδραση κι ο θυμός είναι το πιο δημοκρατικό συναίσθημα: ανήκει σε όλους. 

Έτσι η εκδημοκρατικοποίηση μετατράπηκε σε αγορά εντυπώσεων με στόχο τη χειραγώγηση των συαισθημάτων. Σ’ αυτό το περιβάλλον η φωνή που ακούγεται περισσότερο δεν είναι απαραίτητα εκείνη που έχει κάτι να πει κι όμως αποκτά δύναμη. Δεν πείθει απαραίτητα, αλλά σε κατακλύζει. Η δημοκρατία του θορύβου αντικαθιστά τη δημοκρατία του διαλόγου. Ο εκδημοκρατισμός δεν περιορίστηκε στη δημόσια σφαίρα. Πέρασε στις σχέσεις, στην εργασία, στην κουλτούρα, ακόμη και στην ταυτότητα. Όλα διαπραγματεύσιμα, όλα ρευστά, όλα ανοιχτά. Αυτό ακούγεται απελευθερωτικό, αλλά συχνά παράγει το αντίθετο αποτέλεσμα: ανασφάλεια. Όταν δεν υπάρχουν κοινά σημεία αναφοράς, όταν κάθε κανόνας θεωρείται καταπίεση και κάθε όριο αυταρχισμός, η κοινωνία χάνει τον εσωτερικό της ρυθμό.  

Η δημοκρατία ιστορικά δεν ήταν ποτέ απλώς ζήτημα συμμετοχής. Ήταν και ζήτημα παιδείας. Απαιτούσε πολίτες ικανούς να ακούν, να αμφισβητούν τον εαυτό τους, να αποδέχονται ότι δε γνωρίζουν τα πάντα. Το βλέπουμε στην πολιτική. Ο λαϊκισμός δε γεννήθηκε από την έλλειψη δημοκρατίας, αλλά από τη στρεβλή της εκδοχή. Από την ιδέα ότι η πλειοψηφία έχει πάντα δίκιο, ακόμη κι όταν βασίζεται σε φόβο, παραπληροφόρηση ή οργή. Η εκδημοκρατικοποίηση, όταν δεν συνοδεύεται από θεσμούς και κανόνες γίνεται εργαλείο χειραγώγησης από εκείνους που ξέρουν να παίζουν με το συναίσθημα. 

Η παγίδα της εκδημοκρατικοποίησης δεν είναι ότι δώσαμε φωνή στους πολλούς. Είναι ότι ξεχάσαμε να καλλιεργήσουμε την ευθύνη της φωνής κι αν θέλουμε κοινωνίες πραγματικά δημοκρατικές, οφείλουμε να θυμηθούμε ότι η δημοκρατία δεν είναι μόνο δικαίωμα. Είναι και άσκηση κι απαιτεί πειθαρχία, γνώση και την ταπεινότητα να παραδεχτείς ότι δεν είσαι μόνος σου στον κόσμο. 

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.