Ζούμε σε εποχές που θυμίζουν κακόγουστο σενάριο δυστοπικής ταινίας. Ίσως, όχι με σκοτεινά χολιγουντιανά μοτίβα και κυβερνοπάνκ αισθητική, αλλά γεμάτες πανδημίες, οικονομικές κρίσεις, γεωπολιτικές κρίσεις και αστείρευτη πολιτική αστάθεια – όλα αυτά τα στοιχεία φτιάχνουν ένα σκηνικό που μοιάζει να μας τραβάει μακριά από την ουσία της ύπαρξής μας. Η καθημερινότητα μοιάζει με έναν ασταμάτητο αγώνα επιβίωσης, και μέσα σε αυτό το χαοτικό τοπίο, το ερώτημα παραμένει: «πώς μπορείς να σκέφτεσαι τη ζωή σου όταν όλα γύρω σου μοιάζουν να καταρρέουν;». Ή τουλάχιστον, μας κάνει να αναρωτιόμαστε πώς να σκεφτόμαστε τη ζωή μας μέσα σε όλο αυτό το χάος με έναν τρόπο που να έχει νόημα;

Καταρχάς, ας μιλήσουμε για το ψέμα της κανονικότητας. Το σύστημα προσπαθεί να μας πείσει πως, παρά την καταστροφή, μπορούμε – και πρέπει – να συνεχίσουμε να ζούμε σαν να μην συμβαίνει τίποτα. Εργασία, κατανάλωση, κοινωνική επιτυχία: όλα παρουσιάζονται ως «φυσιολογικά». Αλλά πόσο φυσιολογικό είναι να ζεις σε μια κοινωνία που σε μαθαίνει να αγνοείς τον πόνο γύρω σου, τη φθορά της φύσης, την ίδια σου την ανάγκη για βαθύτερο νόημα; Και κάπως έτσι καλλιεργείται μια παράξενη ψευδαίσθηση: ότι η ζωή είναι ένα προϊόν προς κατανάλωση. Όλα είναι νούμερα: τα likes, τα views, οι ώρες δουλειάς. Κάθε στιγμή μετριέται σε απόδοση, κάθε εμπειρία αξιολογείται με γνώμονα το πόσο «αξίζει» στο καθημερινό χρηματιστήριο των κοινωνικών δικτύων. Το ερώτημα όμως είναι: Αξίζει η ζωή μόνο όταν μπορεί να μετρηθεί;

Η αλήθεια είναι ότι η ζωή μας χρειάζεται έναν επαναπροσδιορισμό. Δεν μιλάω για μια ουτοπική φυγή από την πραγματικότητα – το να παραδεχτούμε την κατάρρευση είναι το πρώτο βήμα. Αλλά το δεύτερο, και πιο ουσιαστικό, είναι να δούμε τι μπορούμε να διασώσουμε από αυτήν την εποχή. Υπάρχει κάτι; Μπορεί να είναι μικρές, καθημερινές πράξεις: ένα βιβλίο που μας κάνει να σκεφτούμε, ένας περίπατος στο μικρό πάρκο της γειτονιάς, μια ουσιαστική συζήτηση με κάποιον φίλο ή φίλη που αγαπάμε.

Ωστόσο, υπάρχει κι ένας ακόμη μεγάλος κίνδυνος: η αποχαύνωση. Τα κοινωνικά δίκτυα, οι ατέλειωτες ώρες streaming, τα ανούσια νέα μάς απορροφούν σε μια ψεύτικη πραγματικότητα. Μας «αναισθητοποιούν», κάνοντάς μας να ξεχνάμε ότι ο χρόνος είναι περιορισμένος. Η ζωή, όσο κι αν το σύστημα προσπαθεί να μας πείσει για το αντίθετο, δεν είναι άπειρη. Και κάθε στιγμή που ξοδεύουμε χωρίς συνείδηση είναι μια στιγμή που χάνεται. Οπότε αντί να τρέχουμε να πιάσουμε το άπιαστο, ίσως να είναι καλύτερα να σταθούμε για λίγο. Να ακούσουμε τους ήχους της πόλης, να νιώσουμε το κρύο άγγιγμα του αέρα στο δέρμα μας. Η ουσία της ζωής δεν βρίσκεται στα μεγαλεπήβολα σχέδια, αλλά στις μικρές στιγμές, γιατί αυτές είναι που τελικά γεμίζουν το κενό.

Η ουσία της ζωής δεν είναι ούτε η επιτυχία ούτε η κατοχή πραγμάτων. Είναι η σύνδεση – με τον εαυτό μας, με τους άλλους, με τον κόσμο γύρω μας. Σκεφτείτε το: πόσο συχνά κοιτάζουμε τον ουρανό μέσα από τις πολυκατοικίες; Πόσο συχνά αφήνουμε τον εαυτό μας να αισθανθεί αληθινά, να αγαπήσει χωρίς φόβο, να ζήσει χωρίς την ανάγκη να αποδείξει κάτι, να εκφραστεί χωρίς νεύρα, να μιλήσει ευγενικά σε έναν άγνωστο στο δρόμο, να «βοηθήσει», αν μπορεί, έναν φτωχό που κοιμάται σε ένα παγκάκι στο κρύο;

Η κατάρρευση του κόσμου που βλέπουμε γύρω μας δεν είναι απλώς μια καταστροφή ή μια σταδιακή εξαφάνιση. Είναι και ένα μήνυμα. Μια υπενθύμιση ότι η ζωή είναι εύθραυστη, ότι οι βεβαιότητες είναι ψεύτικες, ότι το νόημα δεν βρίσκεται στα εξωτερικά επιτεύγματα αλλά στη βαθύτερη κατανόηση του εαυτού μας και του κόσμου. Σε αυτή την εποχή της ανασφάλειας, έχουμε την ευκαιρία – ίσως και την υποχρέωση – να δώσουμε στις ζωές μας μια νέα, πιο αυθεντική κατεύθυνση. Μπορούμε;

Βλέπετε, ζούμε σε έναν διαφορετικό κόσμο. Η ομοιόσταση του παλιού κόσμου και οι αντοχές του χάνονται πλέον, μέρα με τη μέρα. Ο τρόπος που πρέπει να σκεφτούμε για τον κόσμο σήμερα είναι ότι υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες να μην επανέλθουν τα πράγματα στην παλιά κανονικότητα τους παρά να επανέλθουν. Αυτό σημαίνει έναν σημαντικό «πολιτισμικό κίνδυνο» σε προσωπικό επίπεδο και σε κοινωνικό επίπεδο. Είναι ένα είδος βηματικής αλλαγής στη φύση κάθε μεταβλητότητας αλλά και της ίδιας της πιθανότητας για αλλαγή. Οπότε, αν τα πράγματα έχουν πλέον καλύτερες πιθανότητες να μην επανέλθουν ποτέ στην κανονικότητα παρά να ομαλοποιηθούν, τότε και οι συμπεριφορές μας πρέπει να υποστούν ριζική αλλαγή.

Όταν τα πράγματα αποσταθεροποιούνται, η σωστή απάντηση δεν είναι να κάνουμε ό,τι θα κάναμε στον παλιό κόσμο. Να σφίξουμε τα δόντια και να προσπαθήσουμε να περάσουμε μέσα από την καταιγίδα. Να προσδεθούμε για να «ανακουφιστούμε» από τις αναταράξεις, να οχυρωθούμε κάπου και να περιμένουμε να περάσει η καταιγίδα. Σε αυτή την εποχή, η σωστή απάντηση, δεδομένης της βήμα-βήμα αλλαγής προς την ουσιαστική φύση του κινδύνου, είναι να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο: όταν τα πράγματα αρχίσουν να αποσταθεροποιούνται, να αναλάβουμε ριζική ευθύνη, να κατανοήσουμε τη ριζική ελευθερία και να αναλάβουμε ριζική δράση.

Ο καπιταλισμός της εξαφάνισης

Υπήρχε κάποτε μια φράση που έγινε μόδα: «Καπιταλισμός στο τελευταίο στάδιο». Ακούγεται σαν διάγνωση αρρώστιας, σωστά; Στην πραγματικότητα, πρόκειται για έναν “ακαδημαϊκό” όρο που προσπαθεί να συνοψίσει τη σημερινή φάση της ιστορίας μας. Αλλά ξέρετε κάτι; Νομίζω ότι έχουμε ήδη περάσει στο επόμενο στάδιο. Καλωσορίσατε στον “Καπιταλισμό της Εξαφάνισης”.

Τώρα, πιθανόν να σκέφτεστε πως αναφέρομαι στον πλανήτη. Ναι, εννοείται ότι το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής είναι σημαντικό κομμάτι αυτού του νέου φαινομένου. Οι επιστήμονες έχουν αρχίσει να ξύνουν το κεφάλι τους, βλέποντας ότι βρισκόμαστε πλέον σε «αχαρτογράφητα νερά» – η υπερθέρμανση γίνεται τόσο γρήγορα που ούτε τα γραφήματά τους δεν προλαβαίνουν. Είναι σαν να βλέπεις το τρένο να πέφτει από το γκρεμό, αλλά δεν μπορείς καν να φωνάξεις «φρένο!» γιατί το έδαφος έχει ήδη εξαφανιστεί.

Αλλά αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι. Γιατί, όσο περίεργο κι αν ακούγεται, αυτός ο “Καπιταλισμός της Εξαφάνισης” δεν αφορά μόνο το περιβάλλον. Αφορά τα πάντα.

Εξαφάνιση #1: Η Δημοκρατία

Η δημοκρατία, αυτή η γλυκιά παρεξήγηση, βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο 20% του πλανήτη. Είκοσι τοις εκατό! Με ρυθμό πτώσης 10% ανά δεκαετία, θα έχει εξαφανιστεί μέσα στις ζωές όσων μπορεί να διαβάζουν αυτό το άρθρο. Δεν είναι συγκινητικό, αυτό; Η ιδέα ότι «ο λαός αποφασίζει» γίνεται κάτι σαν vintage meme. Κάτι σαν τους δίσκους βινυλίου: λίγοι το αγαπάνε, αλλά κανείς δεν επενδύει πραγματικά σε αυτό.

Εξαφάνιση #2: Η ανοδική κινητικότητα

Θυμάστε εκείνη τη φαντασίωση ότι κάθε γενιά θα ζει καλύτερα από την προηγούμενη; Ξεχάστε την. Τώρα οι νέες γενιές δεν έχουν καν την πολυτέλεια να ονειρευτούν ένα καλύτερο μέλλον. Είμαστε στη φάση όπου το «έχω μια δουλειά και πληρώνω το νοίκι μου» είναι ο νέος ορισμός της επιτυχίας. Η ιδέα της προόδου; Εξαφανίστηκε. Όπως και οι ευκαιρίες για όσους δεν κληρονόμησαν τα πάντα.

Εξαφάνιση #3: Η ευημερία

Προσπαθήστε να το χωνέψετε: η πλειοψηφία του κόσμου γίνεται φτωχότερη. Ναι, δεν μιλάμε πια για το να «κλείσει η ψαλίδα της ανισότητας». Τώρα απλά κατρακυλάμε όλοι μαζί. Η ευημερία, αυτή η τόσο θεμελιώδης ιδέα του σύγχρονου πολιτισμού, γίνεται σπάνιο, συλλεκτικό είδος. Και δεν είναι μόνο οι φτωχότερες χώρες που το νιώθουν. Στις πιο «ανεπτυγμένες» κοινωνίες, οι πολίτες βιώνουν κάτι καινούργιο: την απώλεια του εδάφους κάτω από τα πόδια τους.

Ο “Καπιταλισμός της Εξαφάνισης”, φίλοι μου, είναι σαν εκείνο το πάρτι που το αλκοόλ έχει τελειώσει, οι καλεσμένοι φεύγουν, αλλά ο οικοδεσπότης δεν θέλει να παραδεχτεί ότι το πάρτι πέθανε. Στεκόμαστε εδώ, στη μέση των αποτυχημένων μας συστημάτων, και κοιτάμε γύρω, σαν να περιμένουμε ότι κάποιος θα φέρει ένα νέο μπουκάλι ουίσκι.

Η πραγματικότητα; Όλα εξαφανίζονται. Αλλά η ειρωνεία είναι ότι ενώ βλέπουμε τα πάντα να καταρρέουν, συνεχίζουμε να παίζουμε το παιχνίδι. Γιατί; Επειδή ο “Καπιταλισμός της Εξαφάνισης” δεν είναι απλώς ένα σύστημα. Είναι ψυχολογία. Είναι ο τρόπος που μάθαμε να βλέπουμε τον κόσμο, να πιστεύουμε πως ακόμα κι αν όλα καταρρέουν, «εμείς», θα είμαστε οι τυχεροί που θα τα καταφέρουμε.

Και τώρα τι;

Λοιπόν, ίσως να είναι τώρα η ώρα να αναρωτηθούμε: πώς γίνεται να παίζουμε αυτό το παιχνίδι όταν κανείς δεν κερδίζει; Ή καλύτερα: πότε θα σταματήσουμε να χειροκροτούμε το πλοίο που βυθίζεται, περιμένοντας ότι κάποιος, κάπου, θα μας πετάξει ένα σωσίβιο; Γιατί το σωσίβιο δεν έρχεται (και δεν πρόκειται να έρθει) από κανέναν. Ό,τι απέμεινε είναι να μάθουμε να κολυμπάμε – και να σκεφτούμε έναν νέο τρόπο να υπάρχουμε πριν εξαφανιστούμε κι εμείς.

Καλή τύχη με αυτό!

 

➥ Διαβάστε ακόμα: Πώς ο καπιταλισμός κατέστρεψε τον ύπνο μας