Είναι πάντοτε ευχάριστο να συζητάμε, ως συγκάτοικοι αυτής της πόλης/χώρας/ηπείρου/οικουμένης όλα εκείνα τα θέματα που μας προβληματίζουν. Ως κοινωνίες, βρίσκουμε πάντοτε κάτι να μας βάλει σε σκέψεις, να μας κάνει να νιώσουμε. Μπορεί να είναι αντλημένο αυτό το κάτι από την πραγματικότητα, από την ζωή δηλαδή, ή από την τέχνη. Η μία, άλλωστε, έχει την τάση να μιμείται την άλλη. Όχι πάντα με ευεργετικά για τον άνθρωπο αποτελέσματα.
Τι ακριβώς συζητάμε
Αυτό το Σαββατοκύριακο συζητήσαμε, νευριάσαμε, αντιδράσαμε με πολλά. Ένα από αυτά, ίσως το προεξάρχον για τον ελληνικό/ελλαδικό μας μικρόκοσμο, ήταν το περιστατικό της Ρόδου. Σερβιτόρος, μπιτς μπαρ, σέρβις μέσω βουτιάς στο νερό και, εν συνεχεία, καταγγελίες, Άδωνις Γεωργιάδης, επιστολή εργαζομένου και συναδέλφων του, εξηγήσεις εργοδότη.
Δεν είχαμε δει και πολλές φορές μια αντίστοιχη εικόνα, δηλαδή ενός ανθρώπου να σερβίρει με τον θώρακα μόνο έξω από το νερό. Έχουμε δει ανθρώπους στο λιοπύρι (στα χωριά, συνήθως) να επιδίδονται σε αγροτικές εργασίες, έχουμε δει ντελιβεράδες στην βροχή και το ψοφόκρυο, έχουμε δει νιάτα να καίνε τα πόδια τους στις πλαζ για να σερβίρουν ξαπλώστρες, ανήλικους Ρομά με ταμπούρλο να επαιτούν, φίλους μας ηθοποιούς να στάζουν ιδρώτα σε απλήρωτες, πολύωρες πρόβες με νευρωσικούς, ναρκίσσους σκηνοθέτες, τους εαυτούς μας να ταλαιπωρούνται εν μέσω εργασίας (ψυχικά ή/και σωματικά) είτε είμαστε κομμώτριες, είτε δικηγόροι, είτε νοικοκυρές, είτε τραγουδίστριες.
Ας ξακαθαρίσουμε ένα πράγμα: το βάσανο είναι κατάσταση της ανθρώπινης μοίρας και, μάλιστα, τελείως νόμιμο-με κάποιες εξαιρέσεις και όρια, που αφορούν συνήθως στην προστασία της παιδικότητας, της ανθρώπινης ζωής και της αξιοπρέπειας. Πολύ πρόχειρα και γενικά, όταν κάποιος συναινεί σε κάτι, αυτό δεν είναι παράνομο. Κάποια πράγματα, κατ’ εξαίρεση, είναι παράνομα ακόμα και αν κάποιος συναινεί, γιατί παύουν να αφορούν την ιδιωτική σφαίρα και αποκτούν δημόσια χροιά και ενδιαφέρον.
Εν προκειμένω, στην υπόθεση της Ρόδου, η μόνη παρανομία είναι κατασκευαστικής φύσης. ο σχετικός έλεγχος από το Λιμενικό έδειξε παραβάσεις όσον αφορά στις εξέδρες που είχαν τοποθετηθεί μέσα στο νερό. Διαπιστώθηκε, ειδικότερα, παράνομη κατάληψη θαλάσσιου χώρου από επικαθήμενες κατασκευές, ενώ γνωστοποιήθηκε πως το ίδιο κατάστημα είχε λάβει πρόστιμα πριν από λίγο διάστημα για ανάλογες παραβάσεις.
Επίσης, εργατολόγος μιλώντας στον Alpha σημείωσε ότι η νομοθεσία περιλαμβάνει διατάξεις που προστατεύουν τον εργαζόμενο, καθώς, όπως είπε, προκύπτουν διάφοροι κίνδυνοι – όπως το ότι ώρες στο νερό και το σώμα του απορροφά πολύ υγρασία.
Ο σερβιτόρος όμως (και η εργοδοσία) είπαν ότι δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, ότι δεν καταπιέζει κανείς κανέναν, ότι βγαίνει ικανοποιητικός μισθός σε καλά πουρμπουάρ (3.000 μισθός και περίπου άλλα τόσα σε πουρμπουάρ). Κοινώς, πλανήθηκε ένα «τι ασχολείστε; θα κρίνετε εσείς αν μια ιδιωτική συμφωνία τηρείται όπως τηρείται και ικανοποιεί ή δεν ικανοποιεί αυτούς που εμπλέκονται».
Όση ώρα ποστάρονταν δυσαρεστημένες αντιδράσεις στα social, είναι πιθανό δεκάδες νεαρά άτομα να έστελναν αιτήσεις για εργασία στο συγκεκριμένο μαγαζί, μιας που, σύμφωνα με πληροφορίες του Olafaq.gr, είναι περιζήτητο και πολλοί νέοι ντόπιοι και όχι μόνο θέλουν να εργαστούν εκεί για να βγάλουν καλά λεφτά.
Ο Παναγιώτης Μαρκεζίνης, δημοσιογράφος και content creator, έγραψε το εξής εύστοχο:
«Χιλιάδες αναλύσεις για να βγει ο σερβιτόρος να πει “Δε με νοιάζει καθόλου, ούτε με ντροπιάζει, παίρνω μια διακοσαρου σε tips” Κι εγώ είμαι μαζί του. Δεν καταλαβαίνω γιατί βγάζουμε από το κάδρο τα προσωπικά θέλω του οποιουδήποτε. Το αγόρι αυτό δεν ονειρεύεται ούτε να αλλάξει τον κόσμο, ούτε να τον καλυτερεύσει. Γουστάρει να είναι δούλος γιατί ονειρεύεται να έχει δούλους σε 15 χρόνια Δεν θαυμάζει τον Τσε Γκεβάρα, αλλά τον Λύκο της Wall Street.
Γούστο του και καπέλο του, πρώτος μάγκας. Εύχομαι να έχει ωραίες πατούσες για να ανοίξει Only Fans του χρόνου, είναι πιο εύκολο. Και μην πέφτετε από τα σύννεφα. Η εξαθλίωση που ζήσαμε για 15 χρόνια, μόνο τέτοια φαινόμενα γεννά. Τα παιδιά αυτά, είδαν τους γονείς τους να δουλεύουν κανονικά και να τρέμουν να ανοίξουν τους λογαριασμούς στο τέλος του μήνα, να μην φτάνει ο μισθός για το δάνειο, να τους κόβουν τις σπουδές σε μακρινές πόλεις κλπ κλπ.
Είναι στον πάτο και πρέπει κάπως να φύγουν από εκεί. Βάλε στο μυαλό σου κάτι σαν την πυραμίδα αναγκών του Maslow. Δεν είναι και πρωτόγνωρο. Το ξαναζήσαμε με τους μετανάστες παππούδες μας. Απλώς τώρα δεν χρειάζεται να πανε στην Νέα Υόρκη να πλύνουν πιάτα, αλλά στις Κυκλάδες ή στη Γλυφάδα. Όταν πάνε 70 θα σου λένε πως δεν δουλεύουν σήμερα οι Έλληνες είναι τεμπέληδες. Θα τους ρωτάς θέατρο, θα απαντάνε Σεφερλής. Θα τους ρωτάς μουσική, θα απαντάνε Light και Οικονομόπουλος. Θα τους λες διάβασα ένα βιβλίο, θα σου λένε τραβά ρε τεμπέλη για δουλειά. Ό,τι σπέρνεις, θερίζεις. Ακραίο; Δεν ξέρω. Ειλικρινά, μακάρι να λέω ανοησίες».
O δικηγόρος Λευτέρης Αθανασόπουλος έγραψε, μεταξύ, άλλων στο FΒ του:
«Οι μισές δουλειές είναι αναξιοπρεπείς για τους μισούς και οι υπόλοιποι μισοί τις κάνουν και νιώθουν μια χαρά.
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις σερβιτόρος στο λιοπύρι σερβίροντας αραχτούς στις ξαπλώστρες στην άμμο χωρίς να μπαίνεις στη θάλασσα για 800 ευρώ και δεν είναι αξιοπρεπές όταν μπαίνεις στη θάλασσα και να παίρνεις 6.000;
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις ως δικηγόρος για 800 ευρώ γυρίζοντας όλο το πρωί υπηρεσίες και περιμένοντας σε ουρές;
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις ειδικευόμενος ιατρός για 1.200 ευρώ με τόσα ξενύχτια και εφημερίες;
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις ηθοποιός με εκατοντάδες ώρες πρόβας απλήρωτες, επειδή μόνο και μόνο κάνεις τέχνη;
Είναι αξιοπρεπές το επάγγελμα της πορνείας;
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις τηλεφωνητής σε κέντρα ενημέρωσης (πίεσης) οφειλών και να τρως τα μπινελίκια του καθενός;
Είναι αξιοπρεπές το επάγγελμα της λουλουδούς που καραδοκεί τον μεθυσμένο που θέλει να κάνει επίδειξη πετώντας λεφτά σε λουλούδια στα μπουζούκια;
Είναι αναξιοπρεπής κάθε δουλειά που υπηρετεί πολυτέλειες πλουσίων;
Είναι αξιοπρεπές να δουλεύεις σε οποιαδήποτε δουλειά για 800 ευρώ που είναι ο βασικός μισθός και είναι γνωστό ότι με αυτά δεν βγαίνεις με τίποτα αν έχεις ενοίκιο να πληρώσεις;
Τι και ποιος ορίζει την αξιοπρέπεια;»
Δύο αναρτήσεις τροφή για σκέψη. Η περιγραφή της πραγματικότητας. Άλλωστε, όσο και να στενοχωρηθήκαμε ορισμένες και ορισμένοι με το θέαμα του σερβιτόρου να πλατσουρίζει, όσο κι αν θυμώσαμε, τι κάναμε; Συνεχίσαμε τις ζωές μας. Πιο ήσυχοι; Μπορεί. Ότι σκεφτήκαμε το σωστό, ότι σχολιάσαμε το δίκαιο, ότι στηλιτεύσαμε το άδικο. Στο μεταξύ, μπορεί αύριο να παραγγείλουμε μέσω Wolt τρεις εξάδες μεγάλα νερά και ένας κακομοίρης να μας τα ανεβάσει στον τρίτο-α, ναι, είναι χαλασμένο το ασανσέρ. Ε, σιγά, θα του αφήσουμε και κάτι. Δουλειά του είναι.
Μήπως όλα αυτά είναι κατά κάποιον τρόπο αδιέξοδα του συστήματος; Και κάποιοι είναι οκ με αυτά, άλλοι όχι και τόσο; Η φάση μοιάζει να πηγαίνει εντελώς εξατομικευμένα. Έγκειται λίγο στην τύχη. Κι από την άλλη, μπροστά στην οικονομική ανάγκη, υποχωρούν οι ιδέες μας. Όλοι έχουμε δουλέψει για μαύρα, για να επιβιώσουμε, κι ας διαφωνούμε με την μαύρη εργασία. Όλοι έχουμε πάρει ένα μπλουζάκι από φθηνό, μαζικό brand (μπλουζάκι που φτιάχτηκε από χέρια ανήλικου ίσως σε συνθήκες άθλιες κάπου μίλια μακριά μας), επειδή δεν έχουμε τα χρήματα να πάρουμε κάτι άλλο και χρειαζόμαστε ένα μπλουζάκι. Εμείς ή το παιδί μας.
Όμως, υπάρχουν αυτή την στιγμή, τρία πράγματα που μπορούμε να εξετάσουμε και να σκεφτούμε σοβαρά.
1 α. Το τι λέει ο σερβιτόρος είναι σεβαστό, αλλά επί της ουσίας, αδιάφορο. Αν αυτός είναι άνετος με το να βουτά ως τον αφαλό και βάλε μέχρι το νερό για να τσιμπήσει μεγάλο πουρμπουάρ, μπορεί να δημιουργήσει εργασιακό προηγούμενο (ανάλογο με το ‘’δεδικασμένο’’) και κάποιος μελλοντικός συνάδελφός του να αναγκαστεί να κάνει το ίδιο πράγμα, ακόμα και αν δεν θέλει. Επίσης, πόσο λογικό μάς φαίνεται το να μιλά ένας εργαζόμενος στην Επιθεώρηση μπροστά στην εργοδοσία του; Θα πει οτιδήποτε δεν θα τον κάνει να απολυθεί, άρα μπορεί να βγάλει τον εργοδότη του επί γης θεό. Και να έχει κάθε δίκιο να το κάνει.
1 β. Το ότι κρίθηκε παράνομη η πλεούμενη πλατφόρμα, λίγο μας νοιάζει. Είναι κατ’ αρχήν και κατ’ αρχάς, τερατώδης ως σύλληψη, ως κατασκευή. Πλεούμενα κρεβάτια, ογκώδεις καναπέδες με τούλια στις πλαζ, σε λίγο αιώρες δεμένες στα εκατό μέτρα (και σερβιτόροι-χιμπατζήδες να σκαρφαλώνουν στα δέντρα για να μας προσφέρουν ΚΑΙ θέαμα), σε λίγο τραπέζια φτιαγμένα από ανθρώπινα, ζωντανά σώματα σαν σάρκινο installation καρφωμένο στην άμμο, για «εκείνους με ιδιαίτερα και ακριβά γούστα».
2. Αντί να κρίνουμε αυστηρά μια νεολαία που έχει χάσει τα ιδανικά της και που, όπως λέει ο Μαρκεζίνης, δεν θαυμάζει Τσε Γκεβάρα, αλλά θέλει «φράγκα και γκάνια», να κρίνουμε αυστηρότατα (ναι, να κρίνουμε, καταντά κουραστικό και άγονο αυτό το ψευτοδημοκρατικό, φιλελεύθερο «να μην κρίνουμε, καθένας έχει δικαίωμα να κάνει ό, τι θέλει») τους πελάτες, Έλληνες ή τουρίστες, που δέχθηκαν να σερβιριστούν κατ’ αυτόν τον τρόπο; Ποιος άνθρωπος, αναρωτιέμαι, με σώας τα φρένας της ψυχής του, της ανθρωπιάς του θα δεχόταν να βλέπει άνθρωπο να τους σερβίρει ποτά και φαγιά ενώ αυτοί λιάζονται ατάραχοι, με την αίσθηση του παντοδύναμου που «πλερώ»;
3. Πέραν της κοινωνίας, η Πολιτεία πρέπει να ορίσει πιο αυστηρά πλαίσια προστασίας των εργαζομένων. Η ελεύθερη οικονομία και ο καπιταλισμός είναι μια πολύ ιδανική συνθήκη για να ευδοκιμήσει η ελευθερία του λόγου, της δράσης, να κάνει καθένας ό, τι θέλει κλπ (εξ ου και βλέπουμε να ανθίζουν οικονομικά και κοινωνικά άνθρωποι που, χωρίς την ελεύθερη οικονομία, θα παρέμεναν στην ίδια τάξη με αυτή των γονιών τους), όμως χρειάζονται όρια. Ίσως, να επανοριστεί με νομικούς όρους, καθαρά, τι είναι η αξιοπρέπεια και το δικαίωμα κάθε ανθρώπου σε αυτήν. Να υποχρεούται ένας υπάλληλος σαν τον viral σερβιτόρο μας να υπογράφει ένα χαρτί που να λέει «συναινώ στην άρση των όρων εκείνων που εγγυώνται την ελάχιστη αξιοπρέπειά μου ως εργαζομένου» ή κάτι τέτοιο.
4. Η ακρίβεια, ο πληθωρισμός, οι χαμηλοί μισθοί, η εκμετάλλευση ανθρώπων, η δυσκολία όχι απλώς να ζήσεις καλά (και ας δουλεύεις σκληρά, με ή χωρίς πτυχία), αλλά να επιβιώσεις, οδηγεί κάποια νεότερα άτομα να κάνουν επιλογές ζωής που, σύμφωνα με τον τρέχοντα ορισμό για την ευφυία, είναι έξυπνες. Δουλειά σκληρή, ζωώδης σχεδόν, λεφτάρες, ταξιδάρες τον χειμώνα με την παρέα, ναρκωτικά, μπουκάλια ποτών ή, ακόμα, εξασφάλιση καλύτερης ποιότητας ζωής για τον μισό χρόνο. Κάποιοι από εμάς, μπορεί να μην βουτάμε σε νερό και να χαμογελάμε υποτακτικά στον κάθε κύριο ή κυρία, αλλά ούτε τόσα λεφτά βγάζουμε, ούτε είναι ότι μας φέρονται οι εργοδότες μας και σαν βασιλιάδες. Για τον σερβιτόρο, μπορεί και να είμαστε ηλίθιοι. Ο σερβιτόρος μπορεί να γελά με εμάς και την ηθική μας που εθίγη με την εικόνα του μες στα νερά.
Εμάς μας έθιξε και την αισθητική μας. Παραβιασθείσης της συνθήκης που ορίζεται ως «δουλεύω σέρβις», με το να κολυμπά ένας άνθρωπος για να μεταφέρει καφέδες, σοκαριστήκαμε και όχι δεν είμαστε και τόσο υποκριτές. Δεν μπορούμε να μας μαλώσουμε που σοκαριστήκαμε. Που σκεφτήκαμε ότι η έννοια «άνθρωπος» αρχίζει να μεταβάλλεται από τον πυρήνα της. Που φοβηθήκαμε μήπως κάτι μας διαφεύγει.
Καμία δουλειά δεν είναι ντροπή. Η σεξεργασία, η εργασία στην καθαριότητα, οι χειρωνακτικές δουλειές δεν είναι ντροπή. Είναι ντροπή για εκείνον τον ισχυρό που έχει πρόσβαση και έλεγχο σε ανθρώπους που κάνουν αυτές τις δουλειές, να τους απορροφά, εκουσίως ή ακουσίως (μέσω κάποιου πελάτη της επιχείρήσης του, ας πούμε) κάθε ψήγμα ανθρωπινότητας.
Να κάνει την ανάγκη του μπροστά σε μια καθαρίστρια που καθαρίζει τον καθρέφτη του μπάνιου. Να φτύνει και να υβρίζει την σεξεργάτρια μετά τις παροχές υπηρεσιών της. Να πετά μια σακούλα σκουπιδιών στα πόδια του σκουπιδιάρη, την ώρα που αυτός αδειάζει έναν κάδο. Να μην προσφέρει ένα ποτήρι νερό στον μάστορα ή τον μπογιατζή.
Ναι, είναι δουλειά τους. Αλλά δεν είναι μηχανήματα. Είναι άνθρωποι, ακόμα και αν η σκληρή ζωή κάνει τους ίδιους αυτούς ανθρώπους που ταλαιπωρούνται και βαφτίζουν την ταλαιπώρια τους επιλογή να το ξεχνούν, να το βάζουν σε δεύτερη μοίρα.
Εμείς για αρχή μπορούμε να μην πάμε σε πλωτή ξαπλώστρα ή πλατφόρμα απαιτώντας την μαργαρίτα μας. Οι πιο νόστιμες μαργαρίτες φτιάχνονται και σερβίρονται σε διαφορετικές συνθήκες. Δεν θα μας ξεδιψάσουν περισσότερο αν τις πιούμε νιώθοντας πιο δυνατοί από τον «σκλάβο» που μας τις σερβίρει.
Αν αυτό θεωρείται παρωχημένη ηθικολογία, we rest our case.
ΥΓ: «…λέει λοιπόν ο Μάρξ ‘’Η γη θα γίνει κόκκινη από την επανάσταση’’, ‘’αλλά’’, βάζει αστερίσκο ο Καστοριάδης ‘’μπορεί ο λαός να θελήσει να μείνει δούλος’’.
Υπάρχει και αυτή η επιλογή.» (Τζίμης Πανούσης)