Δεν θα ήθελα να ακουστώ (ή να αναγνωσθώ) ως καμία απεγνωσμένη νοσταλγός πραγμάτων που γίνονταν ή ίσχυαν παλαιότερα, αλλά, καμιά φορά αυτό είναι αναπόφευκτο. Η Άννα Βίσση έβγαλε ένα καινούργιο τραγούδι με τίτλο Χρυσόψαρα που ξεκινάει με τον εξής στίχο, γραμμένο από το Νίκο Καρβέλα: ”Τα γκομενάκια του 21ου αιώνα/χρυσόψαρα στη γυάλα είναι μόνα.”
Είναι δεδομένο ότι το overthinking γύρω από τις σχέσεις και το υπερβολικό therapy talk (όροι και έννοιες της ψυχολογίας που έχουν γλιστρήσει στα καφέ, στα μπαρ και τις πλατφόρμες και αναπαράγονται συχνά άτσαλα, εσφαλμένα και πρόχειρα) θα οδηγούσε σε μια επιπλέον απομάκρυνση των ανθρώπων. Από εκεί που είχαμε όσους λόγους είχαμε να φοβόμαστε την δέσμευση, την δημιουργία σχέσης, αργότερα οικογένειας, την έναρξη συγκατοίκησης, τώρα έχουμε άλλους τόσους. Αν περάσετε μία μέρα στο Internet, σιγά που δεν το έχετε ήδη ανακαλύψει αυτό, θα μπείτε σε σκέψεις σχετικά με το αν είστε σε μια τοξική σχέση, αν η μάνα σας ήταν νάρκισσος γι’ αυτό σας κατέστρεψε, αν το μέλλον του γάμου σας είναι μεγάλο, αν έχετε Καλαζάρ ή Τακαμούρι, λόγω ορισμένων συμπτωμάτων σας.
Οι hot λέξεις της εποχής μας είναι, πάνω κάτω και ανάμεσα σε άλλες παρεμφερείς, οι εξής: τοξικός, χειριστικός, ενσυναίσθηση, όρια, ναρκισσισμός, μη συναισθηματικά διαθέσιμος και, βεβαίως, love bombing. Καμιά φορά, γκουγκλάρω διάφορα και λαχταρώ να βρω κάποιες συμβουλές για να μην είμαστε χειριστικοί ή τι να κάνουμε για να την παλέψουμε με τον ναρκισσισμό ή την τοξικότητά μας. Ό, τι διαβάζω, όμως, μοιάζει να αφορά τα θύματα των καταστάσεων αυτών. Λες και όλοι έχουμε κάποιον τοξικό τύπο ή τύπισσα στην ζωή μας και πρέπει να μάθουμε πώς να τον αποφύγουμε. Μα αν είμαστε όλοι θύματα τοξικότητας, οι τοξικοί πού είναι κρυμμένοι, τέλος πάντων; Και αν η κοινωνία μας επιθυμεί να ψυχοθεραπευτεί τόσο εντατικά, γιατί δεν τα βρίσκουμε όλοι μεταξύ μας; Γιατί δεν είναι πιο εύκολο παρά ποτέ να κάνουμε δεσμούς και να μπούμε σε σχέσεις;
Γιατί κάτι δεν πάει καλά, γι’ αυτό. Φοβάμαι πως οδηγούμαστε με ταχύτητες τρομερές στην κοινωνία των Ατόμων-πάλαι ποτέ μοναδικών, σύντομα (αν όχι ήδη) μοναχικών. Άτομα που θα μπορούν, βεβαίως, να αυτοπροσδιορίζονται όπως μα όπως θέλουν (από non binary μέχρι ωδικά πτηνά), αλλά που θα είναι μόνα ή θα ενώνονται με άλλα μόνο για άγρα ηδονής, ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τις προσωπικότητές τους, με μηδαμινή αίσθηση ”ανήκειν” και ελάχιστη ή καθόλου πολιτική συνείδηση, μιας που το διακύβευμα θα είναι μάλλον να μην ενοχλεί κανείς κανέναν, όχι να συνδημιουργούν, να συγκρούονται, να συνεργάζονται, να διαφωνούν γόνιμα. Μια κοινωνία που θα έχει δαιμονοποιήσει πια τον έρωτα, ως γενεσιουργό συναισθημάτων θλίψης, αναστάτωσης, ως κατάσταση τοξική, που απομακρύνει το άτομο από την προσωπική του ευημερία, τις καθημερινές αναπνοές του, αλλά και την δυνατότητά του να είναι πλήρως απελευθερωμένο από οιουδήποτε τύπου δεσμεύσεις, προσδοκίες, όνειρα. Αυτά θα θεωρούνται κάποτε κριντζ και εύχομαι, αν αυτό το κείμενο διαβάζεται ας πούμε, το 2054, να θεωρείται ξεπερασμένο, βλακώδες και σκοταδιστικό.
Μήπως, όμως, ο έρωτας θεωρείται ΗΔΗ κριντζ, λίγο πολύ;
«Το love bombing», διαβάζω, «είναι μια από τα βασικές χειριστικές συμπεριφορές, τοξικών συντρόφων και νάρκισσων». Οι ειδικοί, πράγματι, περιγράφουν τον βομβαρδισμό αγάπης (πόσο παράξενο, αλήθεια, στα ελληνικά!) ως «την υπερβολική έκφραση επαίνου και αγάπης σε μια σχέση, σε ένα επίπεδο που είναι ασυνήθιστο για το στάδιο της σχέσης, με σκοπό να επιταχύνει τη δέσμευση του άλλου». Οι love bombers, συνήθως άνδρες από ό, τι αναφέρεται σε όλα μα όλα τα άρθρα, αν και χωρίς σχετική έρευνα που να το αποδεικνύει, γιατί, πώς να καταμετρήσεις, γαμώ την τρέλα μου, το love το bombing, χρησιμοποιούν διάφορες τακτικές, οι οποίες δεν εμφανίζονται απαραίτητα όλες μαζί, όμως, με λίγη προσοχή κάνουν, λέει, «μπαμ». Όπως η βόμβα της αγάπης προφανώς (sic).
Λίγο πολύ, το love bombing συνίσταται σε πολύ γρήγορα βήματα στην αρχή της γνωριμίας, με υπερβολικά δώρα, υποσχέσεις, κουβέντες όπως ”σ’ αγαπώ” και ”είσαι το άτομο που έψαχνα όλη μου την ζωή” σε συνδυασμό, όμως, με σύντομη απομάκρυνση ανά διαστήματα, για να κρατιέται το ”θύμα” σε εγρήγορση. Αν, ας πούμε, είσαι με έναν άνθρωπο που δείχνει ότι κάνει τα πάντα για εσένα και σε συμπεριλαμβάνει σε μελλοντικά σχέδια, αλλά εξαφανίζεται για μέρες ή αλλάζει ξαφνικά στάση, μιλάμε για εγγυημένο love bombing. Για παράδειγμα, ο Μήτσος γνωρίζει την Μαρία και για ένα μήνα τής εκφράζει έρωτα, πάθος, εκτίμηση, θαυμασμό, της λέει ότι θέλει το καλοκαίρι να πάνε μαζί διακοπές, αλλά, επειδή του κόβουν ένα μέρος του μισθού του απροειδοποίητα, παύει να κάνει πολλές κουβέντες για τις διακοπές αυτές, προσπαθώντας να βρει άλλη λύση και πιθανά νιώθοντας ντροπή και θλίψη. Η Μαρία διαβάζει Internet, βλέπει και λίγα βιντεάκια στο Tik Tok και, μετά από συνέδριο με τις φίλες της, αποφαίνεται ότι ο Μήτσος τής κάνει love bombing. Ο Μήτσος πληγώνεται που τον παρατάει μια κοπέλα που τον έκανε να ανοίξει επιτέλους την καρδιά του και, στην επόμενη σχέση του, ας πούμε με την Κατερίνα, είναι επιφυλακτικός, ζητά χρόνο και κάνει πιο αργά βήματα. Η Κατερίνα, μετά από ενδελεχή μελέτη, τον βρίσκει-μαντέψτε-συναισθηματικά μη διαθέσιμο.
Ίσως το παράδειγμα φαντάζει υπερβολικό και τραβηγμένο. Δεν είναι, όμως. Είναι η καθημερινότητα στις σχέσεις των νεότερων ανθρώπων (και η γράφουσα μέσα!) εκεί έξω. Ο Πολ Ίστγουικ, καθηγητής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, του οποίου το ερευνητικό έργο εξετάζει τους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ξεκινούν μια ρομαντική σχέση και δεσμεύονται σε αυτή, τονίζει, όμως, ότι δεν πρέπει να εκλαμβάνονται όλες οι «μεγάλες χειρονομίες» ως κόκκινες σημαίες. «Σε γενικές γραμμές, ο τρόπος με τον οποίο δείχνουμε τη στοργή μας στους άλλους ανθρώπους, ο τρόπος με τον οποίο τους δείχνουμε ότι νοιαζόμαστε γι’ αυτούς, ο τρόπος με τον οποίο προσπαθούμε να τους υποστηρίξουμε τείνουν να αποτελούν καλούς οιωνούς», δηλώνει σε σχετικό, πολύ ενδιαφέρον ρεπορτάζ της Καθημερινής. Το love bombing, σύμφωνα με τον ίδιο, αντιπροσωπεύει πιθανότατα ένα «μικρό υποσύνολο» αυτής της συμπεριφοράς.
Σκέφτομαι ότι ο Ρωμαίος (ο σεξπηρικός ήρωας, ντε) ήταν love bomber. Και να ήταν μόνο ο Ρωμαίος. Πάρα πολλές παλιές ταινίες, του ελληνικού και ιταλικού και γαλλικού σινεμά, δείχνουν μπόλικους νέους-και όχι μόνο-πεθαμένους από έρωτα για κάποια, που κάνουν ό, τι περνάει από το χέρι τους για να την κατακτήσουν. Τώρα; Ποια αγόρια έχουν τις τύχες τις καλές; Φυσικά, οι ασθένειες της εποχής (η τοξικότητα, η χειριστικότητα, το love bombing) θεωρούνται αρσενικές ασθένειες. Αν αποκαλέσεις δημοσίως κάποια γυναίκα τοξική, θα κινδυνεύσεις να κατηγορηθείς για μισογυνισμό και αντι-φεμινισμό. Κι ερχόμαστε στο αδιέξοδο της εποχής: κορίτσια μόνα που παραπονούνται ότι δεν τους την πέφτει κανείς ή δεν τις φλερτάρει, τέλος πάντων, κανείς. Αγόρια μόνα που δηλώνουν φόβο να προσεγγίσουν, μην πέσουν σε κάποιο ατόπημα, μιας που το πεδίο της ερωτικής μάχης μοιάζει περισσότερο ναρκοπέδιο.
Εννοείται, κυρίες και κύριοι, πως όταν ερωτευόμαστε αληθινά (άντρες και γυναίκες/άντρες προς γυναίκες/γυναίκες προς γυναίκες/άντρες προς άντρες/άτομα προς άτομα) υπερβάλλουμε. Δεν μπορεί, δεν έχετε ποτέ σας ερωτευτεί εσείς; Εννοείται ότι ο έρωτας (που νικάει στην μάχη…) τα σαρώνει όλα και παρέχει ένα νέο φίλτρο όρασης και αντίληψης-ενδεχομένως έως και αστείο ή γραφικό για τους απ’ έξω. Εννοείται πως το σ’ αγαπώ δεν έχει χρόνο-μπορεί να λεχθεί στην πρώτη εβδομάδα και το ζευγάρι να μείνει για πάντα μαζί, μπορεί, πολύ λελογισμένα, να λεχθεί καιρό μετά τα πρώτα ραντεβού και το ζευγάρι να διαλυθεί. Όπως δεν υπάρχουν κανόνες στο πότε κάνουμε πρώτη φορά σεξ στην ζωή μας, έτσι δεν υπάρχουν κανόνες και στο πώς ερωτεύεται καθένας από εμάς. Πάντως, έρωτας με υπερβολική χρήση λογικής και υπολογισμού (να κάνω έτσι, να πω αλλιώς, να δείξω αυτό, να κρύψω εκείνο) δεν είναι έρωτας. Ας μην είμαστε τόσο στην τσίτα, λέω εγώ, σε μπακαλίστικο-συγχωρέστε με-ύφος. Υποδεκάμετρο και ελεγκτικότητα στον έρωτα; Στην αγάπη; Κι εκεί;
Τρομάζω. Αλλά, πάλι, ξεχνώ, ίσως, πως ο έρωτας όλα μα όλα μα όλα τα νικά. Και πάντα ανθίζει, όπως τα εύθραυστα λουλούδια μέσα από το τσιμέντο. Blossom bombing!