Με αφορμή ένα καταπληκτικό κείμενο του Guardian σε σχέση με την ομοιομορφία στα νέας γενιάς καφέ, αυτά στα οποία σύχναζαν (και συχνάζουν ακόμα) πολύ οι millenials. Βέβαια, θα είναι εκριβέστερο να πούμε ότι καθώς οι μιλένιαλς 35ρισαν και 40ρισαν, βγαίνουν περισσότερο σε εστιατόριο ή σε μαγαζιά με φαγητό ατάκτως εριμμένο μεταξύ πρωινού, μπραντς και all time νεου-μεζέδε. Η αθηναϊκή εστίαση γέμισε αρίφνητες σελίδες φρι πρες, μελάνι στα δάχτυλά μας, ευσεβείς πόθους στην αρχική μας στο Instagram, σχέδιά μας για Σαββατοκυριακάτικες εξορμήσεις, η αθηναϊκή εστίαση μπήκε στις συζητήσεις μας, στις ζωές μας. Μάθαμε την τελευταία δεκαετία να πίνουμε μοριακά κοκτέιλ, να επιλέγουμε καφέ που δεν είναι καμένος, να μιμούμαστε αισθητικές στεκιών μας για τα σπίτια και τα σαλόνια μας, συνηθίσαμε να τρώμε αυγά σε κάθε πιθανή εκδοχή τους, είδαμε πόσο νόστιμο μπορεί να είναι ένα vegan πιάτο και ας μην είμαστε vegan. Ξοδέψαμε αρκετά λεφτά για να δοκιμάσουμε το τάδε και το δείνα πιάτο/γλυκό/ποτό, στην τάδε και τη δείνα ταράτσα/αυλή/πλατεία, στείλαμε τους φίλους μας στ’ αγαπημένα μας μαγαζιά, φωτογραφίσαμε και φωτογραφηθήκαμε, μας κατέλαβε έντονο FOMO ,τελικά, μπορεί και να ανοίξαμε οι ίδιες εμείς, οι ίδιοι εμείς το δικό μας εγχείρημα: καφέ, εστιατόριο, καφεμπάρ, εστιατοριομπαρ, μπαρεστιατόριο, ολαμαζικαιτίποτα. Και καλά κάναμε.
Αλλά, κάπου γκώσαμε. Κι εσείς γκώσατε, ομολογήστε το. Πόσα Instagram walls και πόσο πουδρένιο ροζ στα έπιπλα; Πόσες μπάρες μαρμάρινες και ξύλινες με ωραία αποστάγματα και θεσπέσια κοκτέιλ για τα οποία δεν ξαναγυρνάς ποτέ όμως, γιατί ένα μαγαζί δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, οι σπιτικοί πουρέδες του και τα μοσχοβολιστά μυρώνια του και η θεσπέσια, ελεγχόμενης προέλευσης πρώτη ύλη του -ένα μαγαζί είναι οι άνθρωποί του και, πλέον, το ανθρώπινο στοιχείο χάνεται πίσω από τον χειροποίητο ζωμό του ονείρου και πίσω από το θολό, φυσικό κρασί. Όσο πλουτίζει ο ουρανίσκος μας και πραγματικά γευόμαστε πολύ καλά πράγματα (καμιά φορά σε υπερβολικά υψηλές τιμές, ακόμα και γι’ αυτό το τέλειο πράγμα που είναι), τόσο αρχίζει να χάνεται το ανθρώπινο στοιχείο -μην πείτε ότι δεν το έχετε προσέξει. Μπορεί να πέρασαν οι εποχές που είχε ύφος ο κολαριστός σερβιτόρος που στεκόταν σαν μπάστακας πάνω από το γκουρμεδιάρικο τραπέζι μας, αλλά και η τύπισσα με τα τατού και το σκουφάκι στο καφέ που μας έπρηξε να πάμε η κολλητή μας δεν είναι και καλύτερη: βαριεστημένη είναι, μπλαζέ και ξινή. Απλώς, δεν είναι πολιτικά ορθό και θα μπορούσε να θεωρηθεί άκρως παρεξηγήσιμο να τα βάλει κανείς φυσιολογικός, γαμάτος τύπος σαν εμάς κι εσάς με μια τέρμα αγενή και υφακίου καρδιναλίων μπαρίστα -είναι εργαζόμενη. Ας μην συζητήσουμε ότι το Insta του μαγαζιού στο οποίο δουλεύει, αλλά και τα πληρωμένα κείμενα σε γνωστά περιοδικά κάνουν λόγο για χαμόγελα, θετικές ενέργειες και τα τοιαύτα.
Ας τολμήσουμε να ονειρευτούμε έναν ιδεώδη δεκάλογο για πράγματα που θα προτιμούσαμε να αρχίσουν να εκλείπουν από τα μαγαζιά στις γειτονιές μας:
1. Τεράστια, δαιδαλώδη μενού
Θέλουμε απλές, ωραίες κάρτες με νόστιμα, και αναλυμένα επαρκώς πιάτα, γιατί δεν είναι καθείς υποχρεωμένος να ξέρει τι είναι το ράμεν ή το εστραγκόν.
2. Ύφος και attitude
Απλώς, don’t. Εκ των ων ουκ άνευ ότι πρωτίστως εμείς, ως πελάτες, οφείλουμε να είμαστε ευγενείς, υπομονετικοί και καλόβολοι. Αλλά… don’t, παιδιά. Τα ωραία μας τα λεφτάκια σας αφήνουμε.
3. Λάδι τρούφας παντού
Όχι, όχι, όχι. Είναι ήδη last year. Γιατί το συνεχίζουν τόσο έντονα κάποια μαγαζιά; Παίρνουν μυρωδιά όλα τα υπόλοιπα φαγητά εξαιτίας αυτού του αμφιλεγόμενου παρασκευάσματος.
4. Κούλνες, αυτοκόλλητα και βρώμικες τουαλέτες
Το στιλάκι all over the place και η πώληση (πολύ ακριβά) του street εστέτ δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από κατουρημλενες τουαλέτες χωρίς χαρτί. Η μικροζυθοποίηση σας μάρανε.
5. Άβολα (πραγματικά άβολα) καθίσματα
Μπορεί να ”γράφουν” καλύτερα στις φωτογραφίες, να είναι ινσταγκραμικά, να δίνουν touch ή ό, τι άλλο, αλλά είναι ά-βο-λα. Ναι, οκ, η νέα λογική μάς θέλει φευγάτους σχετικά νωρίς, να πίνουμε, να τρώμε, να φεύγουμε, αλλά κάπου μάς έλειψαν και οι cosy πολυθρόνες των καγκουροκαφέ της νιότης μας στις σχολικές και φοιτητικές μας κοπάνες, ρε παιδιά. Ένας συνδυασμός δεν παίζει;
6. Φτηνό πάγο
Τα επιδέξια βρακιά, θέλουν επιδέξιους πωπούς. Και οι κοκτεϊλάρες σας καλής ποιότητας πάγο, να μη νερώνουν στα 10 λεπτά, παίδες.
7. Προτηγανισμένες πατάτες πλάι σε μπέργκερ των 8 ευρώ
Ουδέν περαιτέρω σχόλιο εδώ πέρα. Όποιος διαφωνεί, να’ ναι καλά.
8. Μαγαζιά που δεν ξέρουμε τι είναι
Πείτε συντηρούκλα, αλλά, ναι, όχι άλλα concept stores. Χαβιάρα, γραβιέρα, φίκοι, γαρίδες, γαριδάκια, είδη καπνού, ρετρό κόμικ και μαύρες μπίρες μαζί; Χαωθήκαμε κάπου. Όσα έχουμε καλά είναι, δεν σας φτάνουν;
9. Ασυνόδευτα ποτά
Τα ποτά είναι σαν τα παιδιά, θέλουν συνοδεία. Φιστίκια, πατατάκια ή ό, τι άλλο (αγγουράκια, τηγανιτοί γίγαντες, τσιπς γαρίδας, ενταμάμι) καλοδεχούμενο και σχεδόν αναγκαίο. Αφού μπορείτε να το απορροφήσετε αυτό το έξοδο. Φιλέψτε μας, μωρέ.
10. Ακατάδεκτοι DJ’s
Δεν είπα να παίζεις μέταλ και να σου παραγγείλω Βανδή. Αλλά αν παίζεις soul και ροκιές, μπορείς νομίζω να μου βάλεις κάπου εκεί ανάμεσα έναν Santana. Κι αν δεν μπορείς, να μου απαντήσεις ευγενικά στην δική μου ευγένεια και θάρρος να σου αιτηθώ την επιθυμία μου.
*Δείτε επίσης και: «Αυτήν την πόλη την συνθλίβει ο χρόνος. Γιατί πόλη είναι τα στέκια μας κι οι άνθρωποί μας»
Με αφορμή ένα καταπληκτικό κείμενο του Guardian σε σχέση με την ομοιομορφία στα νέας γενιάς καφέ, αυτά στα οποία σύχναζαν (και συχνάζουν ακόμα) πολύ οι millenials. Βέβαια, θα είναι εκριβέστερο να πούμε ότι καθώς οι μιλένιαλς 35ρισαν και 40ρισαν, βγαίνουν περισσότερο σε εστιατόριο ή σε μαγαζιά με φαγητό ατάκτως εριμμένο μεταξύ πρωινού, μπραντς και all time νεου-μεζέδε. Η αθηναϊκή εστίαση γέμισε αρίφνητες σελίδες φρι πρες, μελάνι στα δάχτυλά μας, ευσεβείς πόθους στην αρχική μας στο Instagram, σχέδιά μας για Σαββατοκυριακάτικες εξορμήσεις, η αθηναϊκή εστίαση μπήκε στις συζητήσεις μας, στις ζωές μας. Μάθαμε την τελευταία δεκαετία να πίνουμε μοριακά κοκτέιλ, να επιλέγουμε καφέ που δεν είναι καμένος, να μιμούμαστε αισθητικές στεκιών μας για τα σπίτια και τα σαλόνια μας, συνηθίσαμε να τρώμε αυγά σε κάθε πιθανή εκδοχή τους, είδαμε πόσο νόστιμο μπορεί να είναι ένα vegan πιάτο και ας μην είμαστε vegan. Ξοδέψαμε αρκετά λεφτά για να δοκιμάσουμε το τάδε και το δείνα πιάτο/γλυκό/ποτό, στην τάδε και τη δείνα ταράτσα/αυλή/πλατεία, στείλαμε τους φίλους μας στ’ αγαπημένα μας μαγαζιά, φωτογραφίσαμε και φωτογραφηθήκαμε, μας κατέλαβε έντονο FOMO ,τελικά, μπορεί και να ανοίξαμε οι ίδιες εμείς, οι ίδιοι εμείς το δικό μας εγχείρημα: καφέ, εστιατόριο, καφεμπάρ, εστιατοριομπαρ, μπαρεστιατόριο, ολαμαζικαιτίποτα. Και καλά κάναμε.
Αλλά, κάπου γκώσαμε. Κι εσείς γκώσατε, ομολογήστε το. Πόσα Instagram walls και πόσο πουδρένιο ροζ στα έπιπλα; Πόσες μπάρες μαρμάρινες και ξύλινες με ωραία αποστάγματα και θεσπέσια κοκτέιλ για τα οποία δεν ξαναγυρνάς ποτέ όμως, γιατί ένα μαγαζί δεν είναι, δεν μπορεί να είναι, οι σπιτικοί πουρέδες του και τα μοσχοβολιστά μυρώνια του και η θεσπέσια, ελεγχόμενης προέλευσης πρώτη ύλη του -ένα μαγαζί είναι οι άνθρωποί του και, πλέον, το ανθρώπινο στοιχείο χάνεται πίσω από τον χειροποίητο ζωμό του ονείρου και πίσω από το θολό, φυσικό κρασί. Όσο πλουτίζει ο ουρανίσκος μας και πραγματικά γευόμαστε πολύ καλά πράγματα (καμιά φορά σε υπερβολικά υψηλές τιμές, ακόμα και γι’ αυτό το τέλειο πράγμα που είναι), τόσο αρχίζει να χάνεται το ανθρώπινο στοιχείο -μην πείτε ότι δεν το έχετε προσέξει. Μπορεί να πέρασαν οι εποχές που είχε ύφος ο κολαριστός σερβιτόρος που στεκόταν σαν μπάστακας πάνω από το γκουρμεδιάρικο τραπέζι μας, αλλά και η τύπισσα με τα τατού και το σκουφάκι στο καφέ που μας έπρηξε να πάμε η κολλητή μας δεν είναι και καλύτερη: βαριεστημένη είναι, μπλαζέ και ξινή. Απλώς, δεν είναι πολιτικά ορθό και θα μπορούσε να θεωρηθεί άκρως παρεξηγήσιμο να τα βάλει κανείς φυσιολογικός, γαμάτος τύπος σαν εμάς κι εσάς με μια τέρμα αγενή και υφακίου καρδιναλίων μπαρίστα -είναι εργαζόμενη. Ας μην συζητήσουμε ότι το Insta του μαγαζιού στο οποίο δουλεύει, αλλά και τα πληρωμένα κείμενα σε γνωστά περιοδικά κάνουν λόγο για χαμόγελα, θετικές ενέργειες και τα τοιαύτα.
Ας τολμήσουμε να ονειρευτούμε έναν ιδεώδη δεκάλογο για πράγματα που θα προτιμούσαμε να αρχίσουν να εκλείπουν από τα μαγαζιά στις γειτονιές μας:
1. Τεράστια, δαιδαλώδη μενού
Θέλουμε απλές, ωραίες κάρτες με νόστιμα, και αναλυμένα επαρκώς πιάτα, γιατί δεν είναι καθείς υποχρεωμένος να ξέρει τι είναι το ράμεν ή το εστραγκόν.
2. Ύφος και attitude
Απλώς, don’t. Εκ των ων ουκ άνευ ότι πρωτίστως εμείς, ως πελάτες, οφείλουμε να είμαστε ευγενείς, υπομονετικοί και καλόβολοι. Αλλά… don’t, παιδιά. Τα ωραία μας τα λεφτάκια σας αφήνουμε.
3. Λάδι τρούφας παντού
Όχι, όχι, όχι. Είναι ήδη last year. Γιατί το συνεχίζουν τόσο έντονα κάποια μαγαζιά; Παίρνουν μυρωδιά όλα τα υπόλοιπα φαγητά εξαιτίας αυτού του αμφιλεγόμενου παρασκευάσματος.
4. Κούλνες, αυτοκόλλητα και βρώμικες τουαλέτες
Το στιλάκι all over the place και η πώληση (πολύ ακριβά) του street εστέτ δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από κατουρημλενες τουαλέτες χωρίς χαρτί. Η μικροζυθοποίηση σας μάρανε.
5. Άβολα (πραγματικά άβολα) καθίσματα
Μπορεί να ”γράφουν” καλύτερα στις φωτογραφίες, να είναι ινσταγκραμικά, να δίνουν touch ή ό, τι άλλο, αλλά είναι ά-βο-λα. Ναι, οκ, η νέα λογική μάς θέλει φευγάτους σχετικά νωρίς, να πίνουμε, να τρώμε, να φεύγουμε, αλλά κάπου μάς έλειψαν και οι cosy πολυθρόνες των καγκουροκαφέ της νιότης μας στις σχολικές και φοιτητικές μας κοπάνες, ρε παιδιά. Ένας συνδυασμός δεν παίζει;
6. Φτηνό πάγο
Τα επιδέξια βρακιά, θέλουν επιδέξιους πωπούς. Και οι κοκτεϊλάρες σας καλής ποιότητας πάγο, να μη νερώνουν στα 10 λεπτά, παίδες.
7. Προτηγανισμένες πατάτες πλάι σε μπέργκερ των 8 ευρώ
Ουδέν περαιτέρω σχόλιο εδώ πέρα. Όποιος διαφωνεί, να’ ναι καλά.
8. Μαγαζιά που δεν ξέρουμε τι είναι
Πείτε συντηρούκλα, αλλά, ναι, όχι άλλα concept stores. Χαβιάρα, γραβιέρα, φίκοι, γαρίδες, γαριδάκια, είδη καπνού, ρετρό κόμικ και μαύρες μπίρες μαζί; Χαωθήκαμε κάπου. Όσα έχουμε καλά είναι, δεν σας φτάνουν;
9. Ασυνόδευτα ποτά
Τα ποτά είναι σαν τα παιδιά, θέλουν συνοδεία. Φιστίκια, πατατάκια ή ό, τι άλλο (αγγουράκια, τηγανιτοί γίγαντες, τσιπς γαρίδας, ενταμάμι) καλοδεχούμενο και σχεδόν αναγκαίο. Αφού μπορείτε να το απορροφήσετε αυτό το έξοδο. Φιλέψτε μας, μωρέ.
10. Ακατάδεκτοι DJ’s
Δεν είπα να παίζεις μέταλ και να σου παραγγείλω Βανδή. Αλλά αν παίζεις soul και ροκιές, μπορείς νομίζω να μου βάλεις κάπου εκεί ανάμεσα έναν Santana. Κι αν δεν μπορείς, να μου απαντήσεις ευγενικά στην δική μου ευγένεια και θάρρος να σου αιτηθώ την επιθυμία μου.
*Δείτε επίσης και: «Αυτήν την πόλη την συνθλίβει ο χρόνος. Γιατί πόλη είναι τα στέκια μας κι οι άνθρωποί μας»