Ένα Σαββατοκύριακο “φωτιά” ήταν αυτό που πέρασε για την Αττική και τους φυσικούς πνεύμονες της Περιφέρειας και της Αθήνας, με μεγάλες εστίες στη Σταμάτα, τη Ριτσώνα και την Κερατέα. Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τα τελευταία διάθεσιμα στοιχεία και τα σχετικά ρεπορτάζ, όλες έχουν τεθεί υπό ελέγχο και οι περισσότερες έχουν σβήσει. Ωστόσο, σήμερα Δευτέρα 1 Ιουλίου, ο κίνδυνος φωτιάς παραμένει υψηλός και όλα δείχνουν πώς για ακόμα μια χρονιά ό,τι πράσινο έχουμε γύρω μας πρόκειται να παραδοθεί στις φλόγες.
Όσο και να μην το επιθυμούμε, όσο και να μας στεναχωρεί βαθιά αυτή η κατάσταση άλλο τόσο φαίνεται να είναι μη αναστρέψιμη. Με τον ήχο του 112 να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του καλοκαιρινού μας soundtrack τα τελευταία χρόνια και με τις καθημερινές προειδοποιήσεις και συστάσεις της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης & Πολιτικής Προστασίας να παίζουν ως πρώτο θέμα, ο φόβος μεταξύ των πολιτών μεταδίδεται σε λίγα δευτερόλεπτα και δημιουργεί μια φλεγόμενη συνθήκη ανησυχίας, αφού «όλα θα τα κάψουν», όπως ακούγεται να λέγεται παντού. Και ακριβώς αυτή η αποδοχή, που δεν αφήνει πλέον πολλά περιθώρια αμφισβήτησης, είναι η πιο τρομακτική.
Προς το παρόν, η ζωή των ανθρώπων αυτής της πόλης -στο μεγαλύτερο ποσοστό της- δεν έχει αλλάξει και πάρα πολύ. Η καθημερινότητα στην Αθήνα, είτε είναι καλοκαίρι είτε χειμώνας, κυλάει στους συνήθεις ρυθμούς μιας πρωτεύουσας που έχει πολυάριθμα φεστιβάλ και εκδηλώσεις αλλά σταδιακά ξεμένει από πράσινο, ένα απά τα βασικά στοιχεία για παρουσία και διατήρηση της ζωής. Φυσικά, οι άνθρωποι των περιοχών που έχουν πληγεί τα τελευταία χρόνια από τις καταστροφικές πυρκαγιές (βλ. Μάτι, Βαρυμπόμπη κ.α.), δεν ανήκουν σε αυτή την προνομιακή κατηγορία πολιτών που δεν έχουν δει να καίγεται -ακόμη- το σπίτι τους και νιώθουν άτρωτοι περιστοιχιζόμενοι από τσιμέντο – όταν δίπλα σου δεν έχεις δάσος και δέντρα, δε φοβάσαι τη φωτιά και μόνο συμπονείς. Παρ’ όλα αυτά, ποιος από εμάς δεν έχει προβληματιστεί με τις πυρκαγιές στην Αττική; Ποιος δεν έχει μονολογήσει «Δε θα μπορούμε να αναπνεύσουμε σε λίγο»; Ποιος δεν έχει νιώσει έναν στιγμιαίο φόβο όταν πηγαίνει για μπάνιο σε κάποια κοντινή παραλία της Αθήνας που βρίσκεται ανάμεσα σε Πεύκα (βλ. Σχοινιάς); Ποιος δεν έχει δημιουργήσει νοητά ένα σχέδιο απόδρασης όταν επισκέπτεται καταπράσινες παραθάλασιες περιοχές όπως το Πόρτο Γερμενό, γιατί στο πίσω μέρος του μυαλού του παίζουν οι εικόνες από το Μάτι; Αναρωτιέμαι, πόσο ήσυχα μπορούν να κοιμούνται τα βράδια τους καλοκαιρινούς μήνες οι κάτοικοι της Πεντέλης;
Σύμφωνα με την εταιρεία ΥΛΗ – Διαχείριση και Προστασία Περιβάλλοντος, η οποία παραθέτει στοιχεία από το ευρωπαϊκό σύστημα Copernicus, η εικόνα της Πάρνηθας μετά τις τελευταίες μεγάλες πυρκαγιές είναι αποκαρδιωτική. Το 2007, η πυρκαγιά κατέστρεψε 43.860 στρέμματα, με 24.527 από αυτά εντός της προστατευόμενης περιοχής “Όρος Πάρνηθα”. Το 2023, οι πυρκαγιές στη Φυλή και τη Μάνδρα έκαψαν συνολικά 177.190 στρέμματα, με 31.044 στρέμματα εντός της προστατευόμενης περιοχής. Συνολικά, αυτές οι πυρκαγιές στέρησαν από την Πάρνηθα 320.000 στρέμματα δάσους, επηρεάζοντας το πράσινο της Αττικής και το κλίμα της περιοχής, με τις προστατευόμενες περιοχές να έχουν καεί κατά 37%.
Αν αναλογιστούμε ότι η Σιγκαπούρη έχει συνολική έκταση 176 χιλιάδων στρεμμάτων και ότι τα 320 χιλιάδες στρέμματα που έχει χάσει η Πάρνηθα αντιστοιχούν σε 379 Central Park, το ιστορικό πάρκο της Νέας Υόρκης, αντιλαμβάνεστε για τι μέγεθος καταστροφής μιλάμε.
Τα επόμενα χρόνια δεν αποκλείεται οι κάτοικοι της Αθήνας να είναι οι πρώτοι κλιματικοί μετανάστες μιας ιστορικής ευρωπαϊκής πρώτεύουσας. Μπορεί το Παγκράτι, τα Πατήσια, το Κουκάκι, η Νέα Ιωνία, το Αιγάλεω, η Μεταμόρφωση και άλλοι δήμοι της Αθήνας να μην κινδύνευουν από φωτιές -αυτό μας έλειπε, να βλέπουμε μια πυρκαγιά να διασχίζει την Κηφισίας-, αλλά πόσο οξυγόνο θα έχουν για να αναπνεύσουν οι κάτοικοί τους τα επόμενα χρόνια; Η έλλειψη φυσικών πνευμόνων σε μια πόλη που βράζει το καλοκαίρι και πνίγεται τον χειμώνα, σηματοδοτεί ένα επικείμενο τέλος, μια αναπόφευκτη ερημοποίηση, η οποία δε θα είναι η μοναδική στα χρονικά καθώς αντίστοιχες αλλαγές έχουν βιώσει αρκετές περιοχές και πόλεις ανά τον κόσμο.
Η πόλη Lytton της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά, για παράδειγμα, έγινε στάχτη από καταστροφική πυρκαγιά στις 30 Ιουνίου 2021. Τρία χρόνια αργότερα, η διαδικασία ανοικοδόμησης μοιάζει να είναι αργή, με μόνο πέντε σπίτια να βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση από τα περίπου 250 που υπήρχαν κάποτε, αφήνοντας την κοινότητα σε μεγάλο βαθμό εκτοπισμένη. Ομοίως, οι ιστορικές πόλεις Shasta και Helena στην Καλιφόρνια αποδεκατίστηκαν από απρόβλεπτες πυρκαγιές, με τις ξηρές συνθήκες και τους θυελλώδεις ανέμους να ισοπεδώνουν αυτές τις τοποθεσίες και να αφήνουν μόνο τούβλινες προσόψεις και σιδερένια παντζούρια από τα λίγα μη ξύλινα κτίρια. Στη νοτιοανατολική Τουρκία, οι πυρκαγιές στις περιοχές Diyarbakır (Amed) και Mardin (Mêrdîn), όπου πλειοψηφούν οι Κούρδοι, κατέστρεψαν χωριά, προκαλώντας ανησυχία για ένα νέο κύμα μετανάστευσης, καθώς οι κάτοικοι αγωνίζονται για την ανοικοδόμηση των περιοχών. Η πόλη Greenville της Καλιφόρνιας σχεδόν καταστράφηκε από την πυρκαγιά Dixie το 2021, με το 75% των κτιρίων να καίγεται, με αποτέλεσμα πολλοί κάτοικοι να μην επιστρέφουν και η πόλη να μείνει σε μεγάλο βαθμό εγκαταλελειμμένη. Ομοίως, μια καταστροφική πυρκαγιά τον Απρίλιο του 2014 σάρωσε τους λόφους του Valparaíso, στη Χιλή, καταστρέφοντας πάνω από 2.000 σπίτια, σκοτώνοντας 15 ανθρώπους και αφήνοντας ολόκληρες γειτονιές εγκαταλελειμμένες. Τέλος, η πυρκαγιά Camp Fire τον Νοέμβριο του 2018 κατέστρεψε το 95% των κτιρίων στο Paradise της Καλιφόρνια, σκοτώνοντας 85 ανθρώπους. Τρία χρόνια αργότερα, μόνο το ήμισυ περίπου του πληθυσμού έχει επιστρέψει, ενώ πολλοί εξακολουθούν να ζουν σε προσωρινά καταλύματα και ο κεντρικός δρόμος της πόλης παραμένει σε μεγάλο βαθμό άδειος.
Αν κάποτε υπήρχε μια σκέψη για αποκέντρωση, ένα άτυπο δίλημμα μεταξύ πόλης και περιφέρειας, τώρα πια στο μυαλό υπάρχει μόνο στάχτη. Ποιος θα εγκαταλλείψει το τσιμέντο για να πάει δίπλα σε δάσος αφού θα έχει τον φόβο της φωτιάς; Θα μείνουμε εδώ, κυκλοφορώντας μεταξύ Πετραλώνων και Νέου Ηρακλείου, Χαϊδαρίου και Χολαργού, αναπνέοντας όσο καθαρό αέρα μπορούν να παράξουν τα πάρκα μας. Μετά θα μας προτείνουν τις υπόγειες πόλεις, έτσι, για να περάσουμε στο επόμενο level της απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής.
Ένα Σαββατοκύριακο “φωτιά” ήταν αυτό που πέρασε για την Αττική και τους φυσικούς πνεύμονες της Περιφέρειας και της Αθήνας, με μεγάλες εστίες στη Σταμάτα, τη Ριτσώνα και την Κερατέα. Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τα τελευταία διάθεσιμα στοιχεία και τα σχετικά ρεπορτάζ, όλες έχουν τεθεί υπό ελέγχο και οι περισσότερες έχουν σβήσει. Ωστόσο, σήμερα Δευτέρα 1 Ιουλίου, ο κίνδυνος φωτιάς παραμένει υψηλός και όλα δείχνουν πώς για ακόμα μια χρονιά ό,τι πράσινο έχουμε γύρω μας πρόκειται να παραδοθεί στις φλόγες.
Όσο και να μην το επιθυμούμε, όσο και να μας στεναχωρεί βαθιά αυτή η κατάσταση άλλο τόσο φαίνεται να είναι μη αναστρέψιμη. Με τον ήχο του 112 να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του καλοκαιρινού μας soundtrack τα τελευταία χρόνια και με τις καθημερινές προειδοποιήσεις και συστάσεις της Γενικής Γραμματείας Πολιτικής Προστασίας του Υπουργείου Κλιματικής Κρίσης & Πολιτικής Προστασίας να παίζουν ως πρώτο θέμα, ο φόβος μεταξύ των πολιτών μεταδίδεται σε λίγα δευτερόλεπτα και δημιουργεί μια φλεγόμενη συνθήκη ανησυχίας, αφού «όλα θα τα κάψουν», όπως ακούγεται να λέγεται παντού. Και ακριβώς αυτή η αποδοχή, που δεν αφήνει πλέον πολλά περιθώρια αμφισβήτησης, είναι η πιο τρομακτική.
Προς το παρόν, η ζωή των ανθρώπων αυτής της πόλης -στο μεγαλύτερο ποσοστό της- δεν έχει αλλάξει και πάρα πολύ. Η καθημερινότητα στην Αθήνα, είτε είναι καλοκαίρι είτε χειμώνας, κυλάει στους συνήθεις ρυθμούς μιας πρωτεύουσας που έχει πολυάριθμα φεστιβάλ και εκδηλώσεις αλλά σταδιακά ξεμένει από πράσινο, ένα απά τα βασικά στοιχεία για παρουσία και διατήρηση της ζωής. Φυσικά, οι άνθρωποι των περιοχών που έχουν πληγεί τα τελευταία χρόνια από τις καταστροφικές πυρκαγιές (βλ. Μάτι, Βαρυμπόμπη κ.α.), δεν ανήκουν σε αυτή την προνομιακή κατηγορία πολιτών που δεν έχουν δει να καίγεται -ακόμη- το σπίτι τους και νιώθουν άτρωτοι περιστοιχιζόμενοι από τσιμέντο – όταν δίπλα σου δεν έχεις δάσος και δέντρα, δε φοβάσαι τη φωτιά και μόνο συμπονείς. Παρ’ όλα αυτά, ποιος από εμάς δεν έχει προβληματιστεί με τις πυρκαγιές στην Αττική; Ποιος δεν έχει μονολογήσει «Δε θα μπορούμε να αναπνεύσουμε σε λίγο»; Ποιος δεν έχει νιώσει έναν στιγμιαίο φόβο όταν πηγαίνει για μπάνιο σε κάποια κοντινή παραλία της Αθήνας που βρίσκεται ανάμεσα σε Πεύκα (βλ. Σχοινιάς); Ποιος δεν έχει δημιουργήσει νοητά ένα σχέδιο απόδρασης όταν επισκέπτεται καταπράσινες παραθάλασιες περιοχές όπως το Πόρτο Γερμενό, γιατί στο πίσω μέρος του μυαλού του παίζουν οι εικόνες από το Μάτι; Αναρωτιέμαι, πόσο ήσυχα μπορούν να κοιμούνται τα βράδια τους καλοκαιρινούς μήνες οι κάτοικοι της Πεντέλης;
Σύμφωνα με την εταιρεία ΥΛΗ – Διαχείριση και Προστασία Περιβάλλοντος, η οποία παραθέτει στοιχεία από το ευρωπαϊκό σύστημα Copernicus, η εικόνα της Πάρνηθας μετά τις τελευταίες μεγάλες πυρκαγιές είναι αποκαρδιωτική. Το 2007, η πυρκαγιά κατέστρεψε 43.860 στρέμματα, με 24.527 από αυτά εντός της προστατευόμενης περιοχής “Όρος Πάρνηθα”. Το 2023, οι πυρκαγιές στη Φυλή και τη Μάνδρα έκαψαν συνολικά 177.190 στρέμματα, με 31.044 στρέμματα εντός της προστατευόμενης περιοχής. Συνολικά, αυτές οι πυρκαγιές στέρησαν από την Πάρνηθα 320.000 στρέμματα δάσους, επηρεάζοντας το πράσινο της Αττικής και το κλίμα της περιοχής, με τις προστατευόμενες περιοχές να έχουν καεί κατά 37%.
Αν αναλογιστούμε ότι η Σιγκαπούρη έχει συνολική έκταση 176 χιλιάδων στρεμμάτων και ότι τα 320 χιλιάδες στρέμματα που έχει χάσει η Πάρνηθα αντιστοιχούν σε 379 Central Park, το ιστορικό πάρκο της Νέας Υόρκης, αντιλαμβάνεστε για τι μέγεθος καταστροφής μιλάμε.
Τα επόμενα χρόνια δεν αποκλείεται οι κάτοικοι της Αθήνας να είναι οι πρώτοι κλιματικοί μετανάστες μιας ιστορικής ευρωπαϊκής πρώτεύουσας. Μπορεί το Παγκράτι, τα Πατήσια, το Κουκάκι, η Νέα Ιωνία, το Αιγάλεω, η Μεταμόρφωση και άλλοι δήμοι της Αθήνας να μην κινδύνευουν από φωτιές -αυτό μας έλειπε, να βλέπουμε μια πυρκαγιά να διασχίζει την Κηφισίας-, αλλά πόσο οξυγόνο θα έχουν για να αναπνεύσουν οι κάτοικοί τους τα επόμενα χρόνια; Η έλλειψη φυσικών πνευμόνων σε μια πόλη που βράζει το καλοκαίρι και πνίγεται τον χειμώνα, σηματοδοτεί ένα επικείμενο τέλος, μια αναπόφευκτη ερημοποίηση, η οποία δε θα είναι η μοναδική στα χρονικά καθώς αντίστοιχες αλλαγές έχουν βιώσει αρκετές περιοχές και πόλεις ανά τον κόσμο.
Η πόλη Lytton της Βρετανικής Κολομβίας στον Καναδά, για παράδειγμα, έγινε στάχτη από καταστροφική πυρκαγιά στις 30 Ιουνίου 2021. Τρία χρόνια αργότερα, η διαδικασία ανοικοδόμησης μοιάζει να είναι αργή, με μόνο πέντε σπίτια να βρίσκονται κοντά στην ολοκλήρωση από τα περίπου 250 που υπήρχαν κάποτε, αφήνοντας την κοινότητα σε μεγάλο βαθμό εκτοπισμένη. Ομοίως, οι ιστορικές πόλεις Shasta και Helena στην Καλιφόρνια αποδεκατίστηκαν από απρόβλεπτες πυρκαγιές, με τις ξηρές συνθήκες και τους θυελλώδεις ανέμους να ισοπεδώνουν αυτές τις τοποθεσίες και να αφήνουν μόνο τούβλινες προσόψεις και σιδερένια παντζούρια από τα λίγα μη ξύλινα κτίρια. Στη νοτιοανατολική Τουρκία, οι πυρκαγιές στις περιοχές Diyarbakır (Amed) και Mardin (Mêrdîn), όπου πλειοψηφούν οι Κούρδοι, κατέστρεψαν χωριά, προκαλώντας ανησυχία για ένα νέο κύμα μετανάστευσης, καθώς οι κάτοικοι αγωνίζονται για την ανοικοδόμηση των περιοχών. Η πόλη Greenville της Καλιφόρνιας σχεδόν καταστράφηκε από την πυρκαγιά Dixie το 2021, με το 75% των κτιρίων να καίγεται, με αποτέλεσμα πολλοί κάτοικοι να μην επιστρέφουν και η πόλη να μείνει σε μεγάλο βαθμό εγκαταλελειμμένη. Ομοίως, μια καταστροφική πυρκαγιά τον Απρίλιο του 2014 σάρωσε τους λόφους του Valparaíso, στη Χιλή, καταστρέφοντας πάνω από 2.000 σπίτια, σκοτώνοντας 15 ανθρώπους και αφήνοντας ολόκληρες γειτονιές εγκαταλελειμμένες. Τέλος, η πυρκαγιά Camp Fire τον Νοέμβριο του 2018 κατέστρεψε το 95% των κτιρίων στο Paradise της Καλιφόρνια, σκοτώνοντας 85 ανθρώπους. Τρία χρόνια αργότερα, μόνο το ήμισυ περίπου του πληθυσμού έχει επιστρέψει, ενώ πολλοί εξακολουθούν να ζουν σε προσωρινά καταλύματα και ο κεντρικός δρόμος της πόλης παραμένει σε μεγάλο βαθμό άδειος.
Αν κάποτε υπήρχε μια σκέψη για αποκέντρωση, ένα άτυπο δίλημμα μεταξύ πόλης και περιφέρειας, τώρα πια στο μυαλό υπάρχει μόνο στάχτη. Ποιος θα εγκαταλλείψει το τσιμέντο για να πάει δίπλα σε δάσος αφού θα έχει τον φόβο της φωτιάς; Θα μείνουμε εδώ, κυκλοφορώντας μεταξύ Πετραλώνων και Νέου Ηρακλείου, Χαϊδαρίου και Χολαργού, αναπνέοντας όσο καθαρό αέρα μπορούν να παράξουν τα πάρκα μας. Μετά θα μας προτείνουν τις υπόγειες πόλεις, έτσι, για να περάσουμε στο επόμενο level της απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής.