Η επικαιρότητα είναι αδυσώπητη. Όχι τόσο αδυσώπητη όσο η ανάγκη των πάντων να σχολιάσουν επ’ αυτής. Είναι βασικός μοχλός της δημοκρατίας, βεβαίως, η ανταλλαγή απόψεων. Αλλά οι αιμοδιψείς, άτεγκτοι πολίτες που κουνούν δάχτυλα και που, αν και ορμώμενοι από ημιμάθεια ή αδιαβασιά, εξαπολύουν θέσφατα αμφιβόλου εγκυρότητας, μοιάζει να είναι η πλειοψηφία-ειδικά μέσα από το αδηφάγο πρίσμα των social media.
Ανάμεσα σε απόψεις με τις οποίες ταυτιστήκαμε, διαφωνήσαμε κάθετα, επεξεργαστήκαμε, ανάμεσα σε επόψεις που μας ξάφνιασαν ή μας εντυπωσίασαων, διαβάσαμε και την άποψη του καθηγητή Φιλοσοφίας Δικαίου και έγκριτου αρθρογράφου Αριστείδη Χατζή.
Ο λόγος που την δημοσιεύουμε δεν είναι κατ’ ανάγκην η ταύτισή μας στα λεγόμενά του, αλλά το ότι μάς φώτισε σκέψεις που κι εμείς αναλύσαμε ως δημοσιογραφική ομάδα, θέτοντάς τις στην στέρεη βάση του δομημένου, ορθού-αλλά όχι χωρίς ανθρωπιά ή συναίσθημα!-λόγου του.
Η ευαισθησία, η νηφαλιότητα και η επιχειρηματολογία επί θεμελίων είναι στοιχεία που όλο και σπανιότερα χαρακτηρίζουν τον δημόσιο λόγο-ακόμα και τον δικό μας, καμιά φορά.
Διαβάστε τι δημοσίευσε ο Αριστείδης Χατζής στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook, με αποτέλεσμα να γίνει viral, λαμβάνοντας εκατοντάδες like και δεκάδες κοινοποιήσεις:
Δύο πράγματα πρέπει οπωσδήποτε να ειπωθούν για το θέμα Πολάκη. Επειδή πρόκειται να σας στεναχωρήσω όλους (σχεδόν όλους) πάρα πολύ, σας συνιστώ να μην συνεχίσετε.
(α) Η αυτεπάγγελτη παρέμβαση της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών είναι απαράδεκτη και άστοχη. Αυτό είναι προφανές για όποιον έχει κατανοήσει τι σημαίνει πραγματικά η ελευθερία του λόγου, ποιο είναι το νόημα και η ουσία της. Θα μου πείτε κάποιοι νομικοί (και κάποιοι γιαλαντζί νομικοί): μα δεν παραβιάστηκαν τα άρθρα τάδε και τάδε του ΠΚ; Αυτά τα κακορίζικα άρθρα που έχετε υπόψη σας, μιας και υπάρχουν, πρέπει να ερμηνεύονται όσο πιο συσταλτικά γίνεται – και σίγουρα όχι από εσάς. Ήταν μια ατυχής αντανακλαστική αντίδραση του προϊσταμένου της Εισαγγελίας που (ορθώς και φυσιολογικά) αγανάκτησε με τη στοχοποίηση συναδέλφων του. Αλλά αυτό, ευτυχώς, δεν αρκεί.
(β) Κρατηθείτε τώρα.
Ο κ. Πολάκης δεν αποτελεί μια sui generis περίπτωση, μια εξαίρεση, ένα μαύρο πρόβατο. Το μόνο στο οποίο διαφέρει είναι πως είναι πιο απρόσεκτος από τους άλλους. Την ίδια προσέγγιση απέναντι στους θεσμούς έχει ένα μεγάλο (η πλειονότητα φοβάμαι) κομμάτι του ΣΥΡΙΖΑ που αν και δεν το εκφράζει πάντα ανοιχτά και αυθόρμητα, όπως ο κ. Πολάκης, στην πραγματικότητα πιστεύει ακριβώς τα ίδια με αυτόν. Αν ο κ. Πολάκης αντί να τα γράψει τα έλεγε και τα έδειχνε όλα αυτά σε μια κλειστή κομματική εκδήλωση, το μέσο στέλεχος θα κουνούσε επιδοκιμαστικά το κεφάλι του και θα χειροκροτούσε. Αλλά επειδή στην πολιτική πρέπει να είσαι υποκριτής, τώρα αυτό το μέσο στέλεχος δυσανασχετεί – καθώς αισθάνεται ότι κοστίζει να δείχνεις το αληθινό σου πρόσωπο και η πιθανότητα επιστροφής στην εξουσία απομακρύνεται.
Δυστυχώς το πρόβλημα είναι δομικό για την Αριστερά. Ένα μεγάλο μέρος της (αυτό που προέρχεται από την κομμουνιστική Αριστερά) ποτέ δεν αποδέχτηκε τη φιλελεύθερη δημοκρατία, ποτέ δεν εσωτερικοποίησε τους θεσμούς της, ποτέ δεν κατανόησε τι είναι το κράτος δικαίου. Είναι αναμενόμενο και συνεπές για κάποιον που ενηλικιώθηκε πολιτικά πιστεύοντας πως οι «αστικοί θεσμοί» και το «αστικό κράτος» εξυπηρετούν τα συμφέροντα της μπουρζουαζίας. Είναι, βέβαια, μια αφελής και ντετερμινιστική εικόνα του κόσμου αλλά περιέχει και στοιχεία αλήθειας (επιπλέον δεν θέλω να αδικήσω μερικές ενδιαφέρουσες αναλύσεις σχετικά με το πρόβλημα της πολιτικής αλλοτρίωσης του ίδιου του Καρλ Μαρξ).
Ένα άλλο μέρος της ελληνικής Αριστεράς έμαθε τη χρησιμότητα των θεσμών στη διάρκεια της ανάπηρης δημοκρατίας (1949-1967). Αλλά το ζήτημα είναι τι ακριβώς έμαθε. Πολλοί έμαθαν απλώς πώς να χρησιμοποιούν εργαλειακά τους θεσμούς προς όφελος του εκάστοτε κόμματος στο οποίο συμμετέχουν. Έγιναν θετικιστές γιατί ο θετικισμός αποτελούσε ασπίδα κατά του παρακράτους. Αυτοί απλώς προστέθηκαν στους παραπάνω. Πολιτικά και ηθικά δεν τους ξεχωρίζει τίποτα.
Προσθέστε και το μεγάλο πλήθος της λούμπεν Αριστεράς με την ανεπεξέργαστη ωμή σκέψη και τα επιθετικά ένστικτα που δεν αναζητά δικαιολογίες, ούτε έχει ανάγκη τις υπεκφυγές.
Όλοι αυτοί πλειοψηφούν στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ. Το είδαμε αυτές τις ημέρες. Ήταν αδύνατον να συγκρατηθεί το κύμα «αγάπης», «συμπαράστασης», «οργής», «συντροφικότητας». Ακόμα και όσοι «καταδίκασαν» ήταν έτοιμοι να προσθέσουν κάτι θετικό για τον πρωταγωνιστή, για τον χαρακτήρα του, για τη συνεισφορά του, για το θάρρος του κλπ. Όχι τόσο για να δικαιολογηθούν στους υπόλοιπους ή για να καλύψουν τα νώτα τους αλλά γιατί πραγματικά τα πιστεύουν. Δεν τους έκανε καρδιά να μην πουν τον καλό τους τον λόγο για κάποιον που έλεγε πάντα ανοιχτά αυτό που θα ήθελαν να πουν οι ίδιοι αλλά φοβούνται ή ντρέπονται ή και τα δύο.
Αυτό είναι μόνο η Αριστερά; Όχι βέβαια. Αλλά αυτή η Αριστερά κυριαρχεί στον ΣΥΡΙΖΑ. Η άλλη Αριστερά, αυτή που μετά το 1974 αποδέχτηκε και διεύρυνε πραγματικά τη φιλελεύθερη δημοκρατία, που εσωτερικοποίησε και στήριξε τους θεσμούς της, που κατανόησε σε βάθος τι είναι το κράτος δικαίου και πρωταγωνίστησε στην εδραίωσή του πολιτικά και θεωρητικά, δεν χωράει στον ΣΥΡΙΖΑ εδώ και τουλάχιστον μια δεκαετία. Τον εγκατέλειψε σταδιακά και τώρα ή ιδιωτεύει ή έχει μετακινηθεί αλλού. Δεν ξέρω πόσοι απομένουν στο κόμμα. Αν υπάρχουν αναρωτιέμαι τι ακριβώς τους κρατά εκεί.
Οι Αριστεροί φίλοι μου που άντεξαν να φτάσουν μέχρι εδώ θα πνίγονται να με ρωτήσουν: δηλαδή οι Δεξιοί σέβονται τους θεσμούς περισσότερο;
Γελώ.
Όποιος με παρακολουθεί κάπως συστηματικά γνωρίζει ήδη την απάντησή μου. Αλλά ας την επαναλάβω: Ένα μεγάλο μέρος της Δεξιάς (επίσης η πλειονότητα) έχει παρόμοια σχέση με τους θεσμούς, το κράτος δικαίου, το Σύνταγμα, την ουσία της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αν υπήρχε έστω και κάποιος που είχε αμφιβολία γι’ αυτό, θα είναι πλέον βέβαιος μετά την ιστορία των υποκλοπών, που στην πραγματικότητα ενόχλησε ελάχιστα τον «πιστό οπαδό της συντηρητικής παράταξης». Αλλά δείτε και πόσο χαμηλά έπεσαν, εξευτελίζοντας την προσωπικότητά τους, όσοι είτε δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτα είτε διαστρέβλωσαν κάθε τι που μπορεί να διαστρεβλωθεί για να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα. Συχνά με χυδαιότητα και ιταμότητα.
Ας το πάρουμε απόφαση. Όλα αυτά, δηλαδή τα δικαιώματα, το κράτος δικαίου, οι ελευθερίες, οι θεσμοί, το Σύνταγμα, ήταν, είναι και θα είναι πάντα το προνομιακό πεδίο των φιλελεύθερων (που πολιτικά βρίσκονται από την κεντροδεξιά μέχρι την κεντροαριστερά, αν επιμένετε να τους αναζητήσετε στην αδόκιμη πλέον πολιτική γεωγραφία – αν και δεν έχει κανένα νόημα).
Αλλά αν δεν είσαι γνήσιος φιλελεύθερος ποτέ δεν θα καταλάβεις ποια είναι η ουσία και η φύση τους, ποτέ δεν θα κατανοήσεις ποια είναι η πραγματική μακροπρόθεσμη χρησιμότητά τους για την πολιτική κοινότητα κι ας φαίνεται να έχουν βραχυπρόθεσμο κόστος, ποτέ δεν θα αντιληφθείς τι σημαίνει η καθολικότητά τους. Το rite de passage για κάθε γνήσιο φιλελεύθερο είναι η στιγμή που θα αγωνιστεί για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του πολιτικού του αντιπάλου, που θα υπερασπιστεί ακόμα και εκείνους που απεχθάνεται, που θα τολμήσει να τα βάλει ακόμα και με ομοϊδεάτες του γιατί το απαιτούν οι αρχές του, η υπεράσπιση ενός δικαιώματος, μιας ελευθερίας. Και επειδή οι (γνήσιοι) φιλελεύθεροι θα είναι πάντα μια μικρή μειοψηφία, ποτέ δεν θα σταματήσει η σκέψη τους να είναι επαναστατική, να αποτελούν οι αγώνες τους αναγκαιότητα και καθήκον, να είναι η περιθωριοποίησή τους αναπόφευκτη.
Μα είναι οι φιλελεύθεροι οι εκλεκτοί, ο «περιούσιος λαός»; Όχι βέβαια. Από την ίδια λάσπη είναι φτιαγμένοι κι εκείνοι όπως όλοι οι άνθρωποι. Και καθώς οι ιδέες τους είναι τόσο αντιδιαισθητικές (ανοχή, αμεροληψία, «φιλελεύθερη ουδετερότητα», αυτοκτησία, προτεραιότητα της ελευθερίας), ώστε να καταντούν τη συνεπή τήρησή τους σχεδόν υπεράνθρωπη, οι φιλελεύθεροι «σπάνε» εύκολα. Ιδιαίτερα οι πολιτικοί. Έσπαγαν πάντοτε, από την αρχή. Δείτε την ελληνική περίπτωση, από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον Επαμεινώνδα Δεληγεώργη και τον Χαρίλαο Τρικούπη, μέχρι τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Βρίσκουν συνήθως διάφορες φθηνές δικαιολογίες που όλες μπαίνουν στην κατηγορία του «πολιτικού ρεαλισμού». Αλλά στην πραγματικότητα ενώ δεν αποδίδουν ποτέ, πάντοτε σε λερώνουν.
Τι απομένει; Σχεδόν τίποτα. Μόνο η ατομική ευθύνη του καθενός από εμάς που ισχυρίζεται πως πιστεύει σ’ αυτές τις αρχές, να τις τηρήσει με όση συνέπεια αντέχει.
Λίγα λόγια για τον Αριστείδη Χατζή:
Είναι Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου & Θεωρίας Θεσμών στο Τμήμα Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, Δικηγόρος, Διδάκτωρ Δικαίου & Οικονομικών του Πανεπιστημίου του Σικάγου. Είναι επίσης Διευθυντής Ερευνών στο Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚεΦιΜ), Fellow του Institute for Research in Economics and Fiscal Issues, μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της Society of European Contract Law, της Διοικούσας Επιτροπής του European Network for Better Regulation και των Επιστημονικών Συμβουλίων του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) και του Ινστιτούτου για τη Δικαιοσύνη και την Ανάπτυξη (EPLO). Υπηρέτησε ως μέλος της Διοικούσας Επιτροπής της European Association of Law & Economics (2001-5) και του Εθνικού Συμβουλίου Έρευνας και Τεχνολογίας (2014-6).
Είναι μέλος της Εθνικής Επιτροπής «Ελλάδα 2021». Έχει τιμηθεί με υποτροφίες και ακαδημαϊκά βραβεία, εργασίες του έχουν δημοσιευθεί σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά και συλλογικούς τόμους, έχει διδάξει και έχει δώσει πλήθος διαλέξεων, σεμιναρίων και ομιλιών σε συνέδρια στην Ευρώπη, στη Βόρειο Αμερική, στην Αφρική και στην Άπω Ανατολή. Συμμετείχε σε επιτροπές του Αμερικάνικου Δικηγορικού Συλλόγου καθώς και στο διάλογο για τη σύνταξη του Ευρωπαϊκού Αστικού Κώδικα. Είναι μέλος της επιστημονικής επιτροπής του European Review of Contract Law.
Τα βιβλία του Φιλελευθερισμός και Επιχειρήματα Ελευθερίας, κυκλοφόρησαν το 2017 και οι Θεσμοί το 2018, από τις Εκδόσεις Παπαδόπουλος. Είναι επίσης ο επιμελητής του διεθνούς συλλογικού τόμου Law and Economics: Philosophical Issues and Fundamental Questions (London/New York: Routledge, 2015). Το βιβλίο του για την Επανάσταση του 1821 θα κυκλοφορήσει το 2021 στις Η.Π.Α. Είναι τακτικός συνεργάτης της εφημερίδας Καθημερινή και του Protagon, έχει αρθρογραφήσει σε εφημερίδες και έντυπα στην Ελλάδα και σε μεγάλα ξένα μέσα ενημέρωσης ενώ έχει παραχωρήσει συνεντεύξεις σε ελληνικούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς και διεθνή μέσα ενημέρωσης .