«Σε ένα από τα τελευταία χρονογραφήματά του στο Panorama,o Αντριάνο Σόφρι προέβλεψε ότι (μιας και καλύτερα να ξεχάσουμε πια τη σιωπή) η γραμμή του μέλλοντος θα είναι ο αντιθόρυβος, ευχάριστοι θόρυβοι που θα σκεπάζουν τους δυσάρεστους». Αυτό γράφει ο σπουδαίος Ιταλός σημειολόγος, Ουμπέρτο Έκο, σε ένα κεφάλαιο του βιβλίου του, Χρονικά μιας Ρευστής Κοινωνίας, για να συνεχίσει πιο κάτω: «Φτάνουμε στο σημείο που όποιος δεν μπορεί να αντέξει τον θόρυβο, θα μπορεί να αγοράσει πακέτα σιωπής, μια ώρα σε ένα δωμάτιο μονωμένο όπως του Προυστ, με αντίτιμο όσο και το εισιτήριο μιας θέσης στη Σκάλα… Όλοι οι άλλοι μπορούν ακόμα να βρουν την ησυχία τους μπροστά στη φωτεινή οθόνη, μέρα και νύχτα, σβήνοντας τον ήχο με μια εντολή. Το αντίτιμο αυτής της σιωπής θα είναι η άρνηση της επαφής με τους όμοιούς μας. Μα αυτό έκαναν και οι ερημίτες».
Η ζοφερή επικαιρότητα κόβεται σε κυβάκια και μοιράζεται από τις τηλεοπτικές ειδήσεις σαν τον άρτον τον επιούσιον. Μόνο που δεν είναι ούτε άρτος, ούτε επιούσιος. Είναι θόρυβος, ταραχή, πανδαιμόνιο, κοσμοχαλασιά. Οι ειδήσεις τεμαχίζονται όπως το πτώμα της Ζωής Γαρμανή από τα χέρια του άντρα της, Παναγιώτη Φραντζή, το 1987, εμφανιζόμενο στα σοκαρισμένα τότε μάτια της ελληνικής κοινωνίας μέσα από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Έθνος και χαραγμένο για πάντα στη συλλογική μνήμη ολόκληρης της χώρας -ένα ακόμα έγκλημα που συγκλόνισε συθέμελα την έννοια της πυρηνικής, ελληνικής οικογένειας.
Τη θέση των ανελέητων premières pages πήραν σταδιακά και μεθοδικά τα σόσιαλ μίντια με τη συνειδητή περιδίνησή τους στην κατακερματισμένη σκέψη, στην υποκειμενική ορθότητα, στην αυθαίρετη διαπίστωση, την ακόρεστη υπερβολή.
Ευτυχώς, η δεοντολογία του Τύπου απομάκρυνε αυτού του είδους την οπτική σκληρότητα από τα πρωτοσέλιδά του αν και οι εικόνες των νεκρών Ουκρανών γυναικών πεσμένων στο έδαφος ντυμένων με ρούχα από αλυσίδες fast fashion και ημιμόνιμο μανικιούρ στα νύχια δεν είναι κάτι που μπορείς να ξεχάσεις εύκολα. Τη θέση των ανελέητων premières pages πήραν σταδιακά και μεθοδικά τα σόσιαλ μίντια με τη συνειδητή περιδίνησή τους στην κατακερματισμένη σκέψη, στην υποκειμενική ορθότητα, στην αυθαίρετη διαπίστωση, την ακόρεστη υπερβολή.
«Κάθε ανάρτηση, κάθε σχόλιο και κάθε μήνυμα στο twitter φαινόταν να εκφράζει μια τοξική συμπεριφορά, ασχέτως αν αυτό ίσχυε πράγματι ή όχι. Εκείνος ο θυμός ήταν κάτι καινούργιο για μένα, κάτι που δεν είχα ξαναζήσει-και συνδυαζόταν με μια ανησυχία, με μία καταπίεση» σχολιάζει ο Μπρεντ Ίστον Έλις στο βιβλίο του, Λευκός, μιλώντας για την τυραννία της ταυτότητας στη σύγχρονη εποχή.
Το ίδιο εφέ με το τεμαχισμένο πτώμα της Ζωής, του 1987, ζούμε με την οικογένεια της Πάτρας, σήμερα, σε μια υπόθεση που ζητά εξιχνίαση, γινόμαστε θεατές μιας απόκοσμης συνθήκης, μιλάμε για συναισθήματα παρακολουθώντας ψυχρούς, αποκομμένους από το πλαίσιό τους, διαλόγους, καταγράφοντας πληροφορίες από ανθρώπους-δορυφόρους της μάνας και του πατέρα, ένας τατουατζής που κάτι διέκρινε, μια κομμώτρια που κάτι ερμήνευσε, μια αδερφή που περί άλλων ετύρβαζε. Και κάπως έτσι το χάσταγκ #patra ξεπέρασε σε δημοφιλία το #ukraine και πιο πριν το #covid19, μπροστά από τα οποία γράφτηκαν ουσιαστικές αλλά και πλήθος ανούσιες ειδήσεις.
Ο θεός, λέει ο Μπλέιν Ρέινινγκερ των θρυλικών Tuxedomoon, βρίσκεται στις λεπτομέρειες. Στα απειροελάχιστα σωματίδια της ύλης ή στις ανεπαίσθητες συσχετίσεις μεταξύ των εννοιών, σε ό,τι δεν ακούγεται αλλά υποδηλώνεται, στα υπεράνω καθέκαστα. Εκεί, σύμφωνα με τον Μπλέιν και θεωρητικά πάντα, φωλιάζει η αλήθεια. Σίγουρα δεν εννοεί τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της ειδησεογραφίας μέσα στις οποίες κολυμπάμε καθημερινά. Σίγουρα όχι αυτές.