Αν ο Θουκυδίδης περνούσε το κατώφλι του 21ου αιώνα δε θα τρόμαζε από τα iPhone, τα drones ή την τεχνητή νοημοσύνη. Θα τρόμαζε από το πως ο άνθρωπος, παρότι «μαθητής της ιστορίας», συνεχίζει να αγνοεί τα διδάγματά της. Ο Αθηναίος ιστορικός, που κατέγραψε τον Πελοποννησιακό Πόλεμο όχι σαν χρονικογράφος αλλά σαν ψυχαναλυτής του πολιτικού ήθους δε θα μας έγραφε κάτι πολύ διαφορετικό από εκείνο που έγραψε τότε. Μόνο τα ονόματα θα άλλαζαν. Η αλαζονεία, η ύβρις, η χειραγώγηση του δήμου, η διάβρωση της αλήθειας, παραμένουν τα ίδια. Εμείς αλλάξαμε – κι όχι πάντα προς το καλύτερο. 

Θα άνοιγε λοιπόν το λάπτοπ του, θα έπιανε μια ταπεινή γωνιά σε κάποιο καφέ της Μητροπόλεως στη Θεσσαλονίκη ή του Παγκρατίου στην Αθήνα και θα ξεκινούσε με μια φράση που ήδη ξέρουμε: «Τα γεγονότα της ιστορίας επαναλαμβάνονται διότι η ανθρώπινη φύση παραμένει η ίδια». Θα άρχιζε να παρατηρεί, όχι πια με παπύρους και κυλίνδρους, αλλά με hashtags και headlines και θα σήκωνε το φρύδι, όχι από ειρωνεία, αλλά από βαθύ, μετρημένο σκεπτικισμό. Θα έπαιρνε την απαιτούμενη απόσταση από τα γεγονότα, θα “σηκωνόταν” ψηλά και θα σκεφτόταν με σύνεση και ψυχραιμία.

Ο Θουκυδίδης δεν πίστευε στις φανφάρες των δημαγωγών. Ούτε στις ανακουφιστικές αυταπάτες των αφελών. Έβλεπε την πολιτική ως πεδίο σκληρής δύναμης, όπου οι λέξεις δεν ήταν ποτέ αθώες, αλλά εργαλεία, ίσως κι όπλα. Αν μας κοιτούσε σήμερα, σε μια Ευρώπη που ξαναζεί τον πειρασμό του εθνικισμού και μια Δύση που αναρωτιέται τι σημαίνει δημοκρατία μετά το TikTok, θα έλεγε κάτι που μοιάζει πολύ σύγχρονο: 

«Μην περιμένετε η Δημοκρατία να επιβιώσει από μόνη της. Δεν είναι θεσμός. Είναι ήθος και όταν το ήθος λείψει, οι θεσμοί γίνονται κουφάρια». 

Θα παρακολουθούσε τον δημόσιο λόγο, θα άκουγε τις αντιπαραθέσεις για το μεταναστευτικό, την ασφάλεια, τα πανεπιστήμια, τον πληθωρισμό, την ακρίβεια και θα σημείωνε στο Word: «Όπου η αλήθεια χάνεται στον καπνό της προπαγάνδας, εκεί αρχίζει ο εσωτερικός πόλεμος των πόλεων». Όχι με σπαθιά και τείχη – αλλά με ακροδεξιά memes, δολοφονίες χαρακτήρων και αναλγησία ως κανονικότητα. Μέσα του η πάλη θα ήταν μεγάλη για τον “εκμαυλισμό” της κοινωνίας, αλλά και πάλι θα έμενε στην καταγραφή και θα άφηνε στην κρίση των αναγνωστών τα συμπεράσματα.

Ο Θουκυδίδης δεν θα είχε αυταπάτες. Δεν θα περίμενε τη σωτηρία από κανέναν Μεσσία. Δεν θα εμπιστευόταν το timeline μας. Θα κοιτούσε κάτω από τις λέξεις. Όπως έκανε με τη Μήλο: όταν οι Αθηναίοι κατέσφαξαν μια ουδέτερη πόλη, λέγοντας πως «οι δυνατοί κάνουν ό,τι μπορούν και οι αδύναμοι υπομένουν ό,τι πρέπει». 

Το ίδιο θα έκανε και σήμερα: θα κατέγραφε τις συζητήσεις για την Ουκρανία, τη Γάζα, την Τεχνητή Νοημοσύνη, το «δικαίωμα στην ασφάλεια», τα στρατόπεδα των memes, την ανακύκλωση της μισαλλοδοξίας – όχι για να διαλέξει πλευρά, αλλά για να δείξει τι λέμε όταν πιστεύουμε πως κανείς δεν μας ακούει. 

Ο Θουκυδίδης δε θα έγραφε για την πολιτική όπως γράφουμε εμείς. Δεν θα τον ενδιέφερε η επόμενη εκλογή, το επόμενο κόμμα, η επόμενη δημοσκόπηση. Θα έγραφε για το βάθος, όχι την επιφάνεια για τα ρήγματα, όχι τις ρυτίδες. Θα μας καλούσε να δούμε την ιστορία όχι σαν αφήγηση, αλλά σαν εργαλείο αυτογνωσίας. Εκεί που οι λέξεις δεν λένε πια την αλήθεια, αλλά τη βολική εκδοχή της εξουσίας. 

Θα κοιτούσε τους νέους με ελπίδα, αλλά όχι με ρομαντισμό. Θα έβλεπε τις πλατφόρμες, τις αντιστάσεις, τις αγωνίες τους για τον πλανήτη και θα έλεγε: «Αυτός ο κόσμος δεν αλλάζει με ρυθμιστικά πλαίσια, αλλάζει με ήθος που καλλιεργείται».  

Συχνά ξεχνάμε πως η μεγαλύτερη τραγωδία δεν είναι να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, αλλά να τα βαφτίζουμε «πρόοδο» και να συνεχίζουμε σα να μη συνέβη τίποτα. Η ανθρώπινη φύση αλλάζει δύσκολα, γι’ αυτό και η Δημοκρατία θέλει κάτι παραπάνω από ψήφους, απαιτεί χαρακτήρα και μνήμη … 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.