Όλα δείχνουν ότι φέτος η Ελλάδα θα γνωρίσει τη μεγαλύτερη τουριστική επίσκεψη στην ιστορία της. Κι αυτό παρά τη δυσμενή κατάσταση που συνεχίζει να προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία. Ταυτόχρονα με αυτό, η έκρηξη της επέκτασης της κουλτούρας από την Περιφέρεια του πλανήτη, ένα φαινόμενο που πρωτο-παρατηρήθηκε σε μεγάλο βαθμό στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, σήμερα μοιάζει να αγγίζει το ζενίθ του. Ο Αφροφουτουρισμός, ένας κάποτε περιθωριακός όρος που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει τη μουσική και τη στάση του μουσικού της τζαζ, Sun Ra, σήμερα όχι είναι πια οικείος σε όλο τον πλανήτη και κομμάτι του Mainstream (κυρίως μετά την ταινία “Black Panther”) αλλά, το κυριότερο, φαίνεται να επηρεάζει εικαστικούς και μουσικούς στην Ήπειρο της προέλευσής του.
Η ανάλογη έκρηξη ενδιαφέροντος για τη Street Art παγκοσμίως επιτέλους επιστρέφει στις ρίζες του φαινομένου: τους μεξικανούς Muralistas. Ένα φαινόμενο που τις προηγούμενες δεκαετίες προκαλούσε τη χλεύη των Ελλήνων διανοουμένων, η δημοφιλία των τουρκικών τηλεοπτικών σειρών, σήμερα μοιάζει να αγγίζει σημεία ωρίμανσης τη στιγμή που είναι πλέον η δεύτερη τηλεοπτική βιομηχανία στον κόσμο, αμέσως μετά αυτή του Hollywood.
Η επίδραση της Νότιας Κορέας στη μαζική κουλτούρα, από την Κ-Pop έως τον κινηματογράφο, την τηλεόραση και τα video games δε φαίνεται να έχει σταματημό αφού, πλέον, σαρώνει και τα έγκυρα βραβεία της βιομηχανίας. Είναι μάλλον περιττό να θυμίσει κανείς την επίδραση που έχουν τα ιαπωνικά Manga, Anime και βιντεοπαιχνίδια ή ο κινηματογράφος του Bollywood. Έχει ίσως μεγαλύτερο ενδιαφέρον να αναλογιστεί κανείς τι θα συμβεί όταν ξυπνήσει ο οικονομικός γίγαντας που λέγεται Κίνα και επιδράμει στον τομέα του Πολιτισμού. Θα ήταν ίσως έγκυρη αναλογία να υποθέσουμε ότι θα συμβεί κάτι ανάλογο με τη μεταπολεμική κυριαρχία των Η.Π.Α. με τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό στη ζωγραφική (με τη βοήθεια της C.I.A.).
Αν τα παραπάνω είναι γενικώς γνωστά στους πάντες, πιο σημαντικές ίσως ζυμώσεις συμβαίνουν στις περιορισμένες αλλά επιδραστικές τάξεις των ψαγμένων νέων και χίπστερς. Εκεί δεν κάνει καμιά εντύπωση η εξοικείωση και το ενδιαφέρον τους για πολιτισμικά φαινόμενα όπως ένας, μέχρι πρόσφατα ταξιτζής, οργανίστας από την Αιθιοπία, ένας τραγουδιστής Πανηγυριών από τη Συρία ή κολεκτίβες από την Κινσάσα του Κονγκό που ανακυκλώνουν μεταβιομηχανικά σκουπίδια. Η πρόσφατη ιστορία μας έχει διδάξει ότι όταν αυτές οι δημιουργικές κοινότητες ακολουθούν μια τάση, λίγο αργότερα το Mainstream θα ακολουθήσει.
Θα ακολουθήσει όμως; Η Ναυαρχίδα πλέον του ελλαδικού πολιτισμού, η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση φιλοξένησε εκθέσεις και συναυλίες για τον Αφροφουτουρισμό ενώ ετοιμάζει πολυχώρο αφιερωμένο στον αφρικανικό πολιτισμό στο κέντρο της Αθήνας. Γεγονότα που, παρά την πρωτοφανή καμπάνια προβολής τους, μάλλον δεν αγγίζουν την πολυπληθή αφρικανική κοινότητα της Αθήνας. Με τον ίδιο τρόπο που η πρόσφατη μανία των Free Press με την «έθνικ» κουζίνα συνήθως περιορίζεται σε εστιατόρια περουβιανής, μεξικανικής, ιαπωνικής, βιετναμέζικης ή ταϊλανδέζικης κουζίνας, χώρες που δεν αντιπροσωπεύονται από κοινότητες μεταναστών στη χώρα μας και που ανήκουν σε έλληνες ιδιοκτήτες (που συχνά δεν έχουν καν πατήσει το πόδι τους σε αυτές τις μακρινές χώρες). Την ίδια στιγμή πολυπληθείς κοινότητες από τη Συρία, το Πακιστάν, την Κίνα, τις Φιλιππίνες, τη Νιγηρία, την Αιθιοπία, τη Γεωργία, τη Ρωσία και την Ουκρανία δραστηριοποιούνται και αναζωογονούν το κέντρο της Αθήνας με εστιατόρια και άλλα μαγαζιά, εν αγνοία αυτών των life style σελίδων. Με εξαίρεση τη μάλλον άγαρμπη πολιτική συνδήλωση της Προέδρου της Δημοκρατίας να επισκεφτεί ένα ουκρανικό εστιατόριο (και να καλέσει τους φωτορεπόρτερ να καταγράψουν τις μπουκιές της), η ντόπια ελίτ σπανίως συγχρωτίζεται με τους μετανάστες και την κουλτούρα τους. Ασφαλώς μια παράδοξη εθνική υπερηφάνεια τους διαπερνά όταν μιλούν για τον μπασκετμπολίστα Αντετοκούμπο, όμως σπανίως ασχολούνται με τη δραστηριότητα αυτών των κοινοτήτων.
Στα τέλη του Εικοστού Αιώνα ο κόσμος δεν ήταν πλέον ευρωκεντρικός. Όπως γράφει ο Eric Hobsbawm: «Έφερε την παρακμή και πτώση της Ευρώπη, που στην αρχή του αιώνα ήταν ακόμα το αναμφισβήτητο κέντρο ισχύος, πλούτου, φαιάς ουσίας και ‘δυτικού πολιτισμού’. Οι Ευρωπαίοι και οι απόγονοί τους περιορίστηκαν σήμερα από το ένα τρίτο περίπου της ανθρωπότητας στο ένα έκτο. Πρόκειται για μια φθίνουσα μειοψηφία που ζει σε χώρες οι οποίες στοιχειωδώς (ή και καθόλου) αναπαράγουν τον πληθυσμό τους και στην πλειοψηφία των περιπτώσεων –με ορισμένες εξαιρέσεις όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες στη δεκαετία του ’90- ορθώνουν φράγματα απέναντι στην πίεση της μετανάστευσης από τις περιοχές των φτωχών. Οι βιομηχανίες στις οποίες κάποτε η Ευρώπη πρωτοπορούσε, μετανάστευσαν και εγκαταστάθηκαν αλλού.» Στο βιβλίο του Οριενταλισμός ο Edward Said προσπαθεί να καταρρίψει την ιδεοληπτική αξιολόγηση της Ανατολής από τη Δύση: «Κάθε Ευρωπαίος ταξιδιώτης ή κάτοικος της Ανατολής έχει βρεθεί στην ανάγκη να προστατεύσει τον εαυτό του από τις ενοχλητικές επιρροές», έγραφε προσθέτοντας ότι ιδιαίτερα το σεξ αναστάτωνε πολύ τους Ευρωπαίους του 19ου αιώνα. «Μα υπήρχαν και απειλές εκτός από το σεξ. Όλες εξαφάνιζαν την ευρωπαϊκή διακριτικότητα και εκλογίκευση του χρόνου, του χώρου και της προσωπικής ταυτότητας».
Άραγε το μέλλον θα είναι το πολυεθνικό υβρίδιο που μας παρουσιάζει ο σκηνοθέτης Ridley Scott στο “Blade Runner” ή μήπως το απρόσωπο ομογενοποιημένο, εξελιγμένα μοντερνίστικο σύνολο που δείχνουν σχεδόν όλες οι υπόλοιπες μελλοντολογικές ταινίες (για την ακρίβεια, κυρίως αυτές που γυρίστηκαν κατά τη δεκαετία του ‘70); Θα ευχόμασταν το πρώτο. Τα υβρίδια κάνουν τον κόσμο μας πλουσιότερο, οι κλώνοι όμοιο και βαρετό. Παρ’ όλα αυτά το φαινόμενο της Παγκοσμιοποίησης σπρώχνει τα πράγματα προς τη δεύτερη κατεύθυνση. Κι όμως υπάρχουν σημαντικοί διανοητές που δεν υποστηρίζουν καμία από τις δύο εκδοχές. Ο Jean Baudrillard υποστηρίζει ότι κάποια τμήματα της περιφέρειας θα επιβιώσουν σχεδόν ανέγγιχτα από τη μητροπολιτική κουλτούρα: «Η αδιάλλακτη αυτή δύναμη παίζει σ’ όλες τις κουλτούρες και σήμερα ακόμα στις σχέσεις του Τρίτου Κόσμου με τη Δύση, της Ευρώπης με την Αμερική και μάλιστα στο εσωτερικό κάθε κουλτούρας, στις μοναδικότητες που καταλήγουν να την επιφέρουν. Το Μαρόκο, η Ιαπωνία, το Ισλάμ δεν θα γίνουν ποτέ δυτικά. Η Ευρώπη δεν θα γεμίσει ποτέ την τάφρο της μοντερνικότητας που τη χωρίζει από την Αμερική. Ο κοσμοπολίτικος εξελικτισμός είναι μια αυταπάτη και λάμπει παντού ως αυταπάτη. Δεν υπάρχει λύση στην ξενότητα. Είναι αιώνια και ριζική. Δεν τίθεται μάλιστα θέμα να θέλουμε να είναι έτσι, γιατί είναι πράγματι».
Eίχαν ελπίδα οι τοπικές κουλτούρες της περιφέρειας να σώσουν την καθαρότητα τους; Τόσο αργά όσο τη δεκαετία του ‘30 άνθρωποι σαν τον Πικιώνη προσπάθησαν αρχικά να προσδιορίσουν και στη συνέχεια να σώσουν τα δείγματα του τοπικού πολιτισμού μπρος στην επερχόμενη επέλαση των Δυτικών προτύπων. O Levi Strauss πρόλαβε να μελετήσει εντελώς «παρθένους», «πρωτόγονους» πολιτισμούς. Ίσως υπάρχουν μερικοί τέτοιοι ακόμη σε απομονωμένες περιοχές του Bόρνεο, της Ίριαν Tζάϊα ή του Aμαζονίου, όμως το ερώτημα είναι: Υπάρχει κάτι που μπορεί να σταματήσει την ομογενοποίηση που μας επιφυλάσσει η ολοένα αυξανόμενη επιβολή ενός και μόνο μητροπολιτικού πολιτισμού σε όλο τον κόσμο; Tο να μιλήσει κανείς σήμερα για «κυριαρχία της Aμερικής» είναι μάλλον ανεπαρκές ως εξήγηση της κατάστασης. Iαπωνικοί κολοσσοί κατέχουν την πλειοψηφία των εταιρειών παραγωγής του Xόλιγουντ, εταιρείες όπως η Sony ή η Tοyοτα και πολιτισμικά προϊόντα όπως το Pokemon σήμερα σαρώνουν τη διεθνή (και την αμερικανική) αγορά. Kανείς όμως δεν μιλάει για «Kυριαρχία της Iαπωνίας επάνω μας» -εκτός ίσως από τους ίδιους τους Aμερικανούς που αρχίζουν να νοιώθουν την «απειλή».
Eίναι η Ποπ Kουλτούρα «αμερικανική»; H απάντηση ασφαλώς δεν είναι εύκολη. Σήμερα αναγκαζόμαστε να αντικαταστήσουμε τις αμερικάνικες σαπουνόπερες με τις αντίστοιχες μεξικάνικες και βραζιλιάνικε.. Όμως ως πολιτισμική γλώσσα, όλα φαίνονται ότι είναι απλώς ένα και το αυτό, μια ενιαία μητροπολιτική κουλτούρα της οποίας οι αξίες είναι η γκλαμουριά, ο καταναλωτισμός και το τεχνητό πάθος. Όλα αυτά τα σήριαλ από μια άποψη δεν είναι τίποτε άλλο από ανακατασκευές του “Όσα Παίρνει ο Άνεμος”, του απόλυτου δηλαδή επικού χολιγουντιανού μελό. Ένα εύκολο συμπέρασμα που βγαίνει από αυτή τη γρήγορη περιήγηση ανά τον κόσμο είναι ότι σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις τέχνες, συμβαίνουν μεταλλάξεις και υβρίδια των εγχώριων ιδιωμάτων με τη μητροπολιτική γλώσσα. Αυτά όμως τα προϊόντα ενδιαφέρουν τις Mητροπόλεις; Είναι διατεθειμένες οι κουλτούρες που προκάλεσαν τον «εμβολιασμό» να επανεισαγάγουν τα νόθα τέκνα τους; Είναι αυτά περισσότερο ή λιγότερο «εξωτικά» απ’ ό,τι θα τα ήθελαν οι δυτικοί καταναλωτές κάθε είδους; Σήμερα είμαστε πιθανότατα η τελευταία γενιά αυτού του πλανήτη για την οποία το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης και των πολιτισμικών υβριδίων που αυτή παράγει μοιάζει παράξενο. Σήμερα πάλι ένας Iνδιάνος του Aμαζονίου που πίνει Coca Cola ή μια παρέα παιδιών της φυλής Nτάνι από την Ίριαν Tζάϊα που τρώνε Pizza Hut ίσως φαίνονται αλλόκοτο και αντιφατικό θέαμα σε άλλους πληθυσμούς του πλανήτη. Αύριο θα θεωρείται ίσως παράδοξο να υπάρχει έστω κι ένας κάτοικος του πλανήτη -ακόμη και της πιο απομακρυσμένης γωνιάς του- που να μη γευματίζει καθημερινά στα McDonalds ή να σκοτώνει την ώρα του παίζοντας Nintendo. Ίσως η μόνη δυνατή αντίδραση απέναντι σε όλες αυτές τις εξελίξεις στις οποίες είμαστε μάρτυρες είναι να απολαύσουμε και να παρατηρήσουμε αυτή τη μεταβατική κατάσταση. Είναι μάλλον η τελευταία.
Το 2022, η πρώτη χρονιά μετά το τέλος (;) της πανδημίας προκαλεί εύλογα τάσεις εξωστρέφειας και διαφυγής, ιδιαίτερα στους νέους. Το τουριστικό φαινόμενο θα γνωρίσει φέτος την κορυφαία επέκτασή του, παρά το πρόβλημα του πολέμου στην Ουκρανία. Η διάδοση των πολιτισμικών εξαγωγών ασιατικών, Αφρικανικών ή λατινοαμερικανικών χωρών, κάτι που θα αποτελούσε ανέκδοτο πριν μερικές δεκαετίες, αγγίζει τη μεγαλύτερη έως τώρα επίδρασή του. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα μοιάζει να στρουθοκαμηλίζει χαμένη σε ξεπλυμένους εορτασμούς περί Παλιγγενεσίας. Και όταν λοξοκοιτάει προς τα έξω, το βλέμμα της είναι μονότονα στραμμένο προς τη Δύση, αγνοώντας όχι μόνο τη γεωγραφική της γειτονία με τα Βαλκάνια, τη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική αλλά έναν πολυπολιτισμικό Πλανήτη σε κατάσταση έκρηξης.