Η μεσαία τάξη αποτελεί εδώ και χρόνια τον ακρογωνιαίο λίθο της ελληνικής οικονομίας, καθώς λειτουργεί ως ο κύριος «σταθεροποιητής». Αυτή η κοινωνική τάξη βασίζεται κυρίως στους μισθούς της, παρέχοντας σταθερό εργατικό δυναμικό ή νέους επιχειρηματίες. Αποτελεί την κύρια πηγή καταναλωτών, δανείζεται χρήματα και ενισχύει τη ζήτηση στην αγορά. Με αυτόν τον τρόπο, απορροφά την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, αποφέροντας κέρδη στους παραγωγούς, που με τη σειρά τους επενδύουν μέρος αυτών των κερδών.

Καθώς ωστόσο ο πληθωρισμός καλπάζει, πολλές οικογένειες δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο. Τα τελευταία χρόνια, πολλά άτομα και οικογένειες έχουν βρεθεί να αγωνίζονται να παραμείνουν εντός των ορίων της μεσαίας τάξης λόγω της στεγαστικής κρίσης, της ακρίβειας, των ιδιωτικοποιήσεων στην περίθαλψη και την εκπαίδευση και των χαμηλόμισθων θέσεων εργασίας και άλλων παραγόντων.

Αυτές οι ανεπαίσθητες αλλαγές μπορεί να κάνουν δύσκολη την αναγνώριση του πότε κάποιος έχει ξεφύγει από αυτή την οικονομική τάξη. Σε αυτό το άρθρο, θα διερευνήσουμε πέντε βασικούς δείκτες που υποδηλώνουν ότι μπορεί να μην ανήκετε πλέον στη μεσαία τάξη και τι σημαίνουν αυτές οι αλλαγές για την οικονομική σας κατάσταση.

1. Ζείτε μήνα με τον μήνα: Ένα οικονομικό red flag που δεν πρέπει να αγνοήσετε

Ένα από τα πιο ενδεικτικά σημάδια ότι μπορεί να έχετε εκπέσει από τη μεσαία τάξη είναι ο συνεχής αγώνας του να ζείτε από επιταγή σε επιταγή. Αυτή η οικονομική δυσκολία εμφανίζεται όταν ολόκληρο το εισόδημά σας καταναλώνεται από τα έξοδα, αφήνοντας ελάχιστο έως καθόλου περιθώριο για αποταμίευση ή για προαιρετικές δαπάνες.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας «2024 Gen Z και Millennial» της Deloitte, που εκπονήθηκε με σχεδόν 23.000 συμμετέχοντες από 44 χώρες (300 εξ’ αυτών από την Ελλάδα), για τρίτη συνεχή χρονιά, το κόστος ζωής αποτελεί την κύρια ανησυχία της Gen Z και των millennials. Ειδικά για την Ελλάδα, οι Gen Zs κατά 40% αλλά και οι millennials κατά 48% κατατάσσουν το κόστος διαβίωσης στην πρώτη θέση των ανησυχιών τους. Παγκοσμίως, περίπου έξι στους δέκα Gen Zs (56%) και millennials (55%) ζουν μήνα με τον μήνα – πέντε μονάδες παραπάνω για τους Gen Zsσυγκριτικά με πέρυσι και αντίστοιχα τρεις μονάδες παραπάνω για τους millennials, ενώ περίπου τρεις στους δέκα δηλώνουν ότι δεν αισθάνονται οικονομικά ασφαλείς.

Για τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης, η αποταμίευση ενός μέρους του εισοδήματός τους είναι ζωτικής σημασίας. Παρέχει ένα εφεδρικό απόθεμα για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων εξόδων και επιτρέπει τον μακροπρόθεσμο οικονομικό προγραμματισμό. Όταν ζείτε από μισθό σε μισθό, αυτό το δίχτυ ασφαλείας εξαφανίζεται.

Η αδυναμία αποταμίευσης για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης μπορεί να οδηγήσει σε συνεχές οικονομικό άγχος, καθώς οποιαδήποτε απρόβλεπτη δαπάνη απειλεί να εκτροχιάσει ολόκληρο τον προϋπολογισμό σας. Επιπλέον, η έλλειψη διαθέσιμου εισοδήματος σημαίνει ότι δεν μπορείτε να επενδύσετε σε εμπειρίες ή αγορές που συμβάλλουν στην ποιότητα ζωής σας – ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της άνεσης της μεσαίας τάξης.

Αυτή η οικονομική σχοινοβασία επηρεάζει τον τρόπο ζωής σας και θέτει σε κίνδυνο τη μελλοντική οικονομική σας σταθερότητα. Χωρίς τη δυνατότητα αποταμίευσης για τη συνταξιοδότηση ή επένδυσης σε περιουσιακά στοιχεία που δημιουργούν πλούτο με την πάροδο του χρόνου, το χάσμα μεταξύ της οικονομικής σας κατάστασης και της μεσαίας τάξης μπορεί να διευρυνθεί.

2. Οι πιστωτικές κάρτες ως το ταμείο εκτάκτων αναγκών σας

Το να βασίζεστε στις πιστωτικές κάρτες για την κάλυψη των έκτακτων δαπανών είναι μια άλλη ένδειξη ότι μπορεί να έχετε ξεφύγει από τη μεσαία τάξη. Ενώ οι πιστωτικές κάρτες μπορούν να αποδειχθούν χρήσιμα οικονομικά εργαλεία όταν χρησιμοποιούνται με υπευθυνότητα, η εξάρτησή σας από αυτές για την κάλυψη αναπάντεχων δαπανών υποδηλώνει έλλειψη ρευστού και αποταμιεύσεων – ένα βασικό χαρακτηριστικό της οικονομικής ευρωστίας της μεσαίας τάξης.

Η συνεχής χρήση πιστωτικών καρτών σε περιπτώσεις ανάγκης μπορεί να επιφέρει σοβαρές μακροπρόθεσμες συνέπειες. Μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το πιστωτικό σας όριο, δυσχεραίνοντας την εξασφάλιση μελλοντικών ευνοϊκών όρων για δάνεια ή υποθήκες. Επιπλέον, τα υψηλά επιτόκια που συνδέονται με το χρέος των πιστωτικών καρτών μπορεί να οδηγήσουν σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η εξόφληση του υπολοίπου γίνεται όλο και πιο περίπλοκη, επηρεάζοντας περαιτέρω την οικονομική σταθερότητα.

Επίσης, το αυξανόμενο χρέος μειώνει την οικονομική ευελιξία, περιορίζοντας την ικανότητά σας να λαμβάνετε σημαντικές αποφάσεις ζωής ή επενδύσειςπου θα μπορούσαν να βελτιώσουν την οικονομική σας κατάσταση.

3. Το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης μετατρέπεται σε βάρος

Η ικανότητα να αντέχει κανείς οικονομικά την απαραίτητη υγειονομική περίθαλψη χωρίς σοβαρή οικονομική επιβάρυνση θεωρείται συχνά χαρακτηριστικό γνώρισμα της μεσαίας τάξης. Ωστόσο, με την αύξηση του κόστους υγειονομικής περίθαλψης στην Ελλάδα, πολλά άτομα δυσκολεύονται να διαχειριστούν αυτά τα έξοδα, γεγονός που υποδηλώνει μια πιθανή μετακίνηση από τη μεσαία τάξη.

Κι ενώ το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης αποτελεί πρωταρχικό μέλημα των ελληνικών οικογενειών εδώ και δεκαετίες, με την πρόσβαση σε ιατρικές υπηρεσίες όλο και πιο απρόσιτες για τη μεσαία τάξη. Επιπλέον, υπάρχει μεγάλο πρόβλημα ελλείψεων φαρμάκων, παιδικών εμβολίων, και μάλιστα για φαρμακευτικά ιδιοσκευάσματα μεγάλης ζήτησης, μια έλλειψη που δεν έχει προηγούμενο. Παρά τις διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης, ότι το κράτος θα βοηθήσει τους ασφαλισμένους να πληρώσουν λιγότερα, με την καταπόνηση των νοσοκομείων να εντείνεται λόγω και των αναστολών, με το υγειονομικό προσωπικό λιγότερο και εξαντλημένο, έχει συμβεί το ακριβώς αντίθετο, με αποτέλεσμα οι πολίτες να καλούνται να βάλουν βαθειά το χέρι στην τσέπη, για να αγοράσουν τα φάρμακά τους.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, το κόστος υγειονομικής περίθαλψης αυξάνεται με ρυθμό που ξεπερνά κατά πολύ την αύξηση των μισθών για τους περισσότερους εργαζόμενους της μεσαίας τάξης. Αυτό σημαίνει ότι ένα σημαντικότερο μέρος του εισοδήματος μιας οικογένειας πρέπει να αφιερώνεται κάθε χρόνο για τα έξοδα υγειονομικής περίθαλψης, αφήνοντας λιγότερα χρήματα για άλλες βασικές ανάγκες. Καθώς το κόστος αυτό συνεχίζει να αυξάνεται, πολλές οικογένειες της μεσαίας τάξης μπορεί να αναγκαστούν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις σχετικά με την υγειονομική τους περίθαλψη, όπως να προηγηθούν αναγκαίων θεραπειών ή φαρμάκων.

Χωρίς σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, η πρόσβαση σε ποιοτική, οικονομικά προσιτή περίθαλψη μπορεί να γίνει όλο και πιο απρόσιτη για τη μεσαία τάξη. Οι υψηλές ιδιωτικές δαπάνες για την υγεία στερούν αναλογικά περισσότερους πόρους στα νοικοκυριά, με δυσμενείς επιδράσεις στο επίπεδο διαβίωσής τους. Επίσης, οι δαπάνες αυτές αυξάνουν σημαντικά το ποσοστό αλλά και το χάσμα της φτώχειας στην Ελλάδα.

Ως εκ τούτου πολλοί συμπολίτες μας καθυστερούν την αναγκαία ιατρική περίθαλψη λόγω οικονομικών δυσκολιών, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει σοβαρά την υγεία και την ευημερία τους. Αυτή η καθυστέρηση μπορεί να οδηγήσει σε πιο σοβαρά προβλήματα υγείας στη συνέχεια, με πιθανό αποτέλεσμα ακόμη υψηλότερες ιατρικές δαπάνες και περαιτέρω οικονομική επιβάρυνση.

Ο αντίκτυπος των εξόδων υγειονομικής περίθαλψης εκτείνεται πέρα από τις άμεσες ιατρικές ανάγκες. Η επιβάρυνση του οικογενειακού προϋπολογισμού μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των δαπανών σε άλλους τομείς, επηρεάζοντας τη συνολική ποιότητα ζωής. Επιπλέον, το άγχος της διαχείρισης αυτών των δαπανών μπορεί να επιβαρύνει την ψυχική υγεία, δημιουργώντας έναν κύκλο υγειονομικών και οικονομικών δυσκολιών που δύσκολα μπορεί να σπάσει.

4. Εργασιακή αστάθεια και μείωση του εισοδήματος

Η σταθερή απασχόληση και η σταθερή αύξηση του εισοδήματος παραδοσιακά αποτελούν καθοριστικά στοιχεία της ζωής της μεσαίας τάξης. Ωστόσο, η εργασιακή αστάθεια και η μείωση του εισοδήματος έχουν γίνει όλο και πιο συνηθισμένες στη σημερινή ταχέως μεταβαλλόμενη οικονομία, ωθώντας πολλούςεκτός της μεσαίας τάξης.

Η άνοδος της ψηφιακής οικονομίας, ενώ προσφέρει ευελιξία, έχει επίσης δημιουργήσει νέα επίπεδα εισοδηματικής αβεβαιότητας για πολλούς εργαζόμενους.

Η μισθολογική στασιμότητα είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας. Όταν προσαρμόζονται στον πληθωρισμό, οι μισθοί για πολλές θέσεις εργασίας της μεσαίας τάξης παρέμειναν σχετικά σταθεροί τις τελευταίες δεκαετίες, παρά την αύξηση του κόστους διαβίωσης.

Αυτή η διαφορά καθιστά ολοένα και πιο δύσκολο για τα άτομα να παραμείνουν στη μεσαία τάξη, πόσο μάλλον να βελτιώσουν την οικονομική τους κατάσταση.

Οι συνέπειες της εργασιακής αστάθειας και της μείωσης του εισοδήματος είναι μακροχρόνιες. Η ενασχόληση με τον μακροπρόθεσμο οικονομικό προγραμματισμό, όπως η αποταμίευση για τη συνταξιοδότηση ή την εκπαίδευση των παιδιών, καθίσταται δύσκολη.

Η μειωμένη ικανότητα οικοδόμησης πλούτου με την πάροδο του χρόνου μπορεί να έχει επιπτώσεις σε ολόκληρη τη νέα γενιά, δυσχεραίνοντας τη διατήρηση ή τη βελτίωση της οικονομικής κατάστασης των οικογενειών.

Επιπλέον, αυτή η αστάθεια καθιστά τα άτομα πιο ευάλωτα στις οικονομικές κρίσεις, με αποτέλεσμα σε δύσκολους καιρούς να επιταχύνεται η έξοδός τους από τη μεσαία τάξη.

5. Το χαμένο όνειρο της ιδιοκατοίκησης

Η ιδιοκατοίκηση θεωρείται εδώ και πολύ καιρό βασικό ορόσημο των επιτευγμάτων της μεσαίας τάξης στην Αμερική. Ωστόσο, αυτό το όνειρο γίνεται όλο και πιο απρόσιτο για πολλούς, σηματοδοτώντας μια πιθανή έξοδο από το καθεστώς της μεσαίας τάξης.

Σύμφωνα με έρευνα της Eurostatτο 2019 το ποσοστό ιδιοκατοίκησης ήταν 75,4%, το 2020 κυμάνθηκε στο 73,9%, το 2021 στο 73,3% και το 2022 στο 72,8%. Δηλαδή, η ιδιοκατοίκηση στη χώρα μας μειώθηκε κατά 2,6 ποσοστιαίες μονάδες το χρονικό διάστημα 2019-2022.

Συνεπώς, πάνω από 100.000 κατοικίες έχουν χαθεί στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Ένα μεγάλο μέρος των άνωθεν κατοικιών μπορεί να «χάθηκαν» λόγω της έναρξης των πλειστηριασμών -ακόμη και για οφειλές κάτω των 30.000 ευρώ, καθώς και λόγω της πανδημίας. Παράλληλα, μέρος ιδιοκτητών ακινήτων με οφειλές σε τραπεζικά ιδρύματα θέλησαν να εξοφλήσουν το ποσό οφειλής πουλώντας την ιδιοκτησία τους, επιλέγοντας να προβούν σε μίσθωση κατοικίας.

Επιπλέον, η αδυναμία αγοράς κατοικίας ή η ανάγκη πώλησης κατοικίας λόγω οικονομικών δυσκολιών μπορεί να έχει βαθιές επιπτώσεις. Η ιδιοκατοίκηση δεν έχει να κάνει μόνο με το να έχεις ένα μέρος για να ζεις- είναι μια ζωτικής σημασίας μέθοδος συγκέντρωσης κεφαλαίων και μακροπρόθεσμου πλούτου

Χωρίς αυτό το περιουσιακό στοιχείο, τα άτομα χάνουν σημαντικές ευκαιρίες, δυνατότητες για εξέλιξη και σταθερότητα. Μια υποθήκη αντισταθμίζει επίσης τον πληθωρισμό των ενοικίων.

Η ενοικίαση, με την δυνατότητα να παρέχει ευελιξία, συχνά συνοδεύεται από οικονομικά προβλήματα. Η αύξηση των τιμών των ενοικίων σε πολλές αστικές περιοχές μπορεί να απορροφήσει μεγάλο μέρος του εισοδήματος, καθιστώντας δύσκολη την αποταμίευση για μια μελλοντική αγορά κατοικίας ή άλλους οικονομικούς στόχους. Η κατάσταση αυτή μπορεί να δημιουργήσει έναν κύκλο όπου η προοπτική της ιδιοκατοίκησης γίνεται όλο και πιο μακρινή.

Ο αντίκτυπος της αδυναμίας ιδιόκτητης κατοικίας επεκτείνεται και στον προγραμματισμό συνταξιοδότησης. Η αξία της κατοικίας αποτελεί σημαντικό μέρος της στρατηγικής συνταξιοδότησης πολλών Αμερικανών της μεσαίας τάξης. Χωρίς αυτό το περιουσιακό στοιχείο, ο σχεδιασμός για μια οικονομικά ασφαλή συνταξιοδότηση γίνεται πιο δύσκολος, μειώνοντας ενδεχομένως την ποιότητα ζωής στα επόμενα χρόνια.

Συμπέρασμα

Τα σημάδια της απομάκρυνσης από τη μεσαία τάξη είναι συχνά δυσδιάκριτα αλλά επιζήμια. Εάν ταυτίζεστε με έναν ή περισσότερους από αυτούς τους δείκτες, πρέπει να εξετάσετε συνολικά την οικονομική σας κατάσταση. Αν και τα σημάδια αυτά δεν ισχύουν απαραίτητα για όλους, αποτελούν σημαντικούς δείκτες για την αξιολόγηση της οικονομικής σας κατάστασης.

Το αυξανόμενο κόστος των βασικών υπηρεσιών και η στασιμότητα των μισθών επιβαρύνουν τις οικογένειες της μεσαίας τάξης. Καθώς οι δαπάνες αυτές συνεχίζουν να αυξάνονται, οι οικογένειες της μεσαίας τάξης μπορεί να αναγκαστούν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις σχετικά με τον τρόπο κατανομής των περιορισμένων πόρων τους, μειώνοντας ενδεχομένως το συνολικό βιοτικό τους επίπεδο.

Χωρίς σημαντικές αλλαγές για την αντιμετώπιση των υποκείμενων παραγόντων που οδηγούν σε αυτές τις αυξήσεις του κόστους, η μεσαία τάξη μπορεί να βρεθεί όλο και περισσότερο στριμωγμένη και να μην μπορεί να αντέξει οικονομικά τις υπηρεσίες που θεωρούνται εδώ και χρόνια αυτονόητες για τον ελληνικό τρόπο ζωής.

Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σε όλα τα επίπεδα πρέπει να συνεργαστούν για να βρουν λύσεις που θα βοηθήσουν να παραμείνουν αυτές οι ζωτικής σημασίας υπηρεσίες προσιτές και προσβάσιμες όχι μόνο για τη μεσαία τάξη, αλλά για όλα τα κοινωνικά στρώματα, και δη τους χαμηλόμισθους και τους άνεργους.

Αυτή η μακροοικονομική αντίληψη, η οποία είναι απαραίτητη για την εξεύρεση ενός βιώσιμου οικονομικού μοντέλου για μια χώρα και την κοινωνία της, δεν φαίνεται να είναι κατανοητή από την κυβέρνηση που λειτουργεί με λογιστική προσέγγιση, όπως η ελληνική. Η κυβέρνηση αυτή προσπαθεί συνεχώς να κλείσει «τρύπες», ή λειτουργεί εντελώς πελατειακά ή ακόμα «φιλανθρωπικά» συνήθως μέσω επιδομάτων που δεν ενισχύουν την παραγωγική διαδικασία. Έτσι, δεν αντιλαμβάνεται ότι εάν δεν βρει λύσεις για τον πληθωρισμό και την ακρίβεια που σαρώνει, η μεσαία τάξη εν τέλει θα καταρρεύσει  – παρασύροντας μαζί της και τις επιχειρήσεις, αλλά και τις υπόλοιπες τάξεις.

Εντούτοις, η άμεση αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων μπορεί να ανοικοδομήσει ένα σταθερό και ευημερούν μέλλον όχι μόνο για τη μεσαία τάξη, αλλά για όλους.

 

➥ Δείτε επίσης: Φαύλος κύκλος της φτώχειας: 6 λόγοι για τους οποίους οι φτωχοί παραμένουν φτωχοί και η μεσαία τάξη δεν γίνεται ποτέ πλούσια