Στη φιλοσοφία του Κίρκεγκωρ η λέξη-κλειδί όταν συζητάμε για την ελεύθερη και αυθεντική ζωή είναι η επιλογή. Πρέπει να επιλέξετε τον εαυτό σας!
Ωστόσο, είναι σημαντικό να θυμηθούμε, την αναφορά του Γιοχάνες Σλόκ στο βιβλίο του για τον Κίρκεγκωρ:
«Δεν επιλέγεις ανάμεσα σε διαφορετικές δυνατότητες- δεν είναι η περίπτωση ότι θα μπορούσες να είχες επιλέξει και κάτι άλλο. Επιλέγεις τον εαυτό σου, επιλέγεις αυτό το συγκεκριμένο πράγμα που είσαι εσύ ο ίδιος. Δεν επιλέγεις λοιπόν τι θέλεις να γίνεις, ότι θέλεις να γίνεις συγγραφέας ή αγρότης ή κάτι τέτοιο- ούτε είναι ότι επιλέγεις πώς θέλεις να είσαι, ότι θέλεις να είσαι εργατικός ή ευγενικός ή ενάρετος. Καθόλου, γιατί επιλέγετε αυτό που πραγματικά είστε, ο εαυτός σας. Και δεν έχετε, στην πραγματικότητα, άλλες δυνατότητες εκτός από τον εαυτό σας».
Η λέξη «αυτοπραγμάτωση» αποτυπώνει επακριβώς τις φιλοσοφικές προθέσεις του Κίρκεγκωρ: Ο άνθρωπος καλείται πρώτα να βρει στη ζωή τον εαυτό του, και αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ο «ίδιος», δηλαδή με βάση τις δικές του πρακτικές αποφάσεις. Οι θεωρητικές αποφάσεις μπορούν να παίξουν απλώς τον ρόλο του εφαλτηρίου. Μόνο μια αλήθεια την οποία ο άνθρωπος υιοθετεί στη ζωή του με πρακτικό τρόπο μπορεί να είναι σημαντική γι’αυτόν. Ό,τι αντιλαμβανόμαστε θεωρητικά, αλλά δεν έχει καμία συνέπεια στη ζωή μας για τον Κίρκεγκωρ είναι σαν να χτίζουμε ένα σπίτι, αλλά να μην το κατοικούμε.
Η σκέψη του να επιλέγεις τον εαυτό σου μπορεί να φαίνεται λίγο παράξενη: γιατί, τι σημαίνει να μην έχεις άλλες δυνατότητες από το να γίνεσαι ο εαυτός σου; Ωστόσο, είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου ότι για τον Κίρκεγκωρ το να επιλέγεις σημαίνει να θέλεις.
Το να επιλέγεις τον εαυτό σου ισοδυναμεί με το να θέλεις και να αποδέχεσαι τον εαυτό σου. «Ο εαυτός είναι μια σχέση που σχετίζεται με τον ίδιο της τον εαυτό- …ο εαυτός δεν είναι η σχέση, αλλά ότι η σχέση σχετίζεται με τον ίδιο της τον εαυτό», γράφει ο Κίρκεγκωρ στο βιβλίο «Η ασθένεια προς θάνατον». Κεντρικό θέμα του βιβλίου είναι η απελπισία ιδωμένη ως πνευματική ασθένεια. Η διατύπωση του τίτλου έχει αντληθεί από το βιβλικό χωρίο Κατά Ιωάννην 11, 4, σύμφωνα με το οποίο όταν έμαθε ο Ιησούς ότι ο στενός του φίλος Λάζαρος αρρώστησε, είπε: «Αὕτη ἡ ἀσθένεια οὐκ ἔστι πρὸς θάνατον, ἀλλ’ ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ».Ο εαυτός συγκροτείται από την ενέργεια της σχέσης με τον εαυτό του.
Ο Κίρκεγκωρ προσδιορίζει την απελπισία ως πνευματική ασθένεια που αφορά τον ανθρώπινο εαυτό. Η απελπισία έχει τρεις μορφές: α) να μην έχει κάποιος συνειδητοποιήσει τον εαυτό του, β) να μη θέλει να είναι ο εαυτός του, και γ) να θέλει απελπισμένα να είναι ο εαυτός του. Υπάρχουν λοιπόν ποικίλα επίπεδα αυτής της ασθένειας, ανάλογα με τον αν κάποιος συνειδητοποιεί ή θέλει τον εαυτό του. Αυτός που εγκαθίδρυσε την αυτοσυνείδηση είναι όμως ο Θεός, και όποιος σχετίζεται με τον εαυτό του βρίσκεται ήδη σε σχέση προς τον Θεό.
Ο Κίρκεγκωρ αναλύει τη σημασία του να είσαι ειλικρινής απέναντι στον εαυτό σου και να αναλαμβάνεις τις ευθύνες σου. Ως μέρος της επιλογής αναλαμβάνουμε την πλήρη ευθύνη για τον εαυτό μας – ακόμη και για τις προϋποθέσεις, την κληρονομιά και τη θέση μας στην κοινωνία.
Δεν υπάρχουν δικαιολογίες, του τύπου «Δεν μπορώ αλλάξω τη συμπεριφορά μου, επειδή είχα μια φρικτή παιδική ηλικία» ή «Έχω κληρονομήσει την τάση του εθισμού από τον πατέρα μου – δεν μπορώ να κάνω τίποτα γι’ αυτό».
Και σίγουρα δεν υπάρχει: «Απλώς λειτουργώ σύμφωνα με τη νόρμα, όταν αγοράζω διάφορα φθηνά προϊόντα και τα χρησιμοποιώ για πολύ σύντομο χρονικό διάστημα προτού τα πετάξω- δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να αλλάξω αυτό το κοινωνικό πρότυπο. Δεν είναι στο χέρι μου».
Ως μέρος της επιλογής – η οποία γίνεται άνευ όρων – αναλαμβάνουμε την πλήρη ευθύνη για ό,τι κάνουμε. Και, με αυτόν τον τρόπο γινόμαστε ελεύθεροι.
Δεν μπορούμε ποτέ να γίνουμε τίποτα άλλο παρά ο εαυτός μας. Γι’ αυτό το λόγο, και προκειμένου να ξεπεράσει την υποβόσκουσα απελπισία και την αποχαυνωμένη δυστυχία της ύπαρξης, το άτομο πρέπει να συμφιλιωθεί με τον εαυτό του και με όλες τις πτυχές της ταυτότητάς του – αρνητικές και θετικές.
Η αυτοαποδοχή είναι προϋπόθεση για την ανθρώπινη αρμονία και ευτυχία.
Λίγες παραγράφους πιο κάτω από την παραπάνω διατύπωση που αναλύθηκε σχετικά με τον εαυτό που είναι μια οντότητα σχέσης με τον εαυτό του στην «Η ασθένεια προς θάνατον», ο Κίρκεγκωρ συνεχίζει γράφοντας ότι ο εαυτός δεν ορίζεται μόνο από τη σχέση με τον εαυτό του, αλλά και από τη σχέση με τους άλλους εαυτούς. Το να γίνεις εαυτός ή να γίνεις ο εαυτός σου, προϋποθέτει την κατανόηση και την αναγνώριση του άλλου – και αντίστροφα, το άτομο πρέπει να έχει αυτογνωσία ώστε να κατανοήσει τον άλλο.
Το να γίνεις ο εαυτός σου απαιτεί διορατικότητα στη διαφορά μεταξύ του «εγώ» και των «άλλων» – στην ανθρωπιά, στα δανέζικα (στη μητρική γλώσσα του Κίρκεγκωρ) menneskelighed – που μεταφράζεται ως «ανθρωπιά» ή κάτι που μοιάζει με τον άνθρωπο.
Παρά το γεγονός ότι ο Κίρκεγκωρ περιγράφει την ανθρώπινη σχέση ως μια σχέση αναγνώρισης, ο ίδιος δεν τονίζει τη σημασία της αμοιβαίας αναγνώρισης. Αντίθετα, η επίκληση προς το άλλο άτομο είναι ηθική. Μπορείς να επιλέξεις τον εαυτό σου ως ολότητα, με αποτέλεσμα να πετύχεις την αυτοπραγμάτωση, μόνο μέσω της αναγνώρισης των άλλων ανθρώπων ως αυτοδύναμων, διακριτών ατόμων, και όχι ως μέσου για προσωπική απόλαυση.
Στη φιλοσοφία του Κίρκεγκωρ, η εποικοδομητική συμφιλίωση μεταξύ του ατόμου και της ανθρωπότητας εμφανίζεται στα Στάδια στο δρόμο της ζωής ως ο ηθικός τρόπος ζωής, που προσωποποιείται από τον δικαστή Βίλχελμ.
Όχι ακριβώς. Όπως κάθε φιλόσοφος, έτσι και ο Κίρκεγκωρ προσπαθεί να μεταδώσει στον αναγνώστη τα συμπεράσματα της σκέψης του. Το κάνει έμμεσα όμως. Επιλέγει τη μορφή της ποιητικής φιλοσοφίας, επειδή αυτό που έχει να πει ούτε διδάσκεται ούτε μαθαίνεται θεωρητικά. Τον ενδιαφέρει πολύ περισσότερο η στάση ζωής, η «μορφή» που πρέπει να δώσουμε στη ζωή μας. Η λέξη «αυτοπραγμάτωση» αποτυπώνει επακριβώς τις φιλοσοφικές προθέσεις του Κίρκεγκωρ: Ο άνθρωπος καλείται πρώτα να βρει στη ζωή τον εαυτό του, και αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ο «ίδιος», δηλαδή με βάση τις δικές του πρακτικές αποφάσεις. Οι θεωρητικές αποφάσεις μπορούν να παίξουν απλώς τον ρόλο του εφαλτηρίου. Μόνο μια αλήθεια την οποία ο άνθρωπος υιοθετεί στη ζωή του με πρακτικό τρόπο μπορεί να είναι σημαντική γι’αυτόν. Ό,τι αντιλαμβανόμαστε θεωρητικά, αλλά δεν έχει καμία συνέπεια στη ζωή μας για τον Κίρκεγκωρ είναι σαν να χτίζουμε ένα σπίτι, αλλά να μην το κατοικούμε.
Στο Είτε – Είτε ο Κίρκεγκωρ παρουσιάζει δύο εκ διαμέτρου αντίθετους τρόπους ζωής: Στον «αισθητικό» τρόπο ζωής, ο οποίος περιγράφεται με πολλές παραλλαγές στις σημειώσεις του «Α», κυριαρχεί η απόλαυση, είτε με μια απλή αισθησιακή μορφή είτε με μια εκλεπτυσμένη πνευματική μορφή. Και στις περιπτώσεις αυτές ο ερωτισμός παίζει μεγάλο ρόλο ως μέρος της συγκεκριμένης απόλαυσης. Τα πάντα εξετάζονται σύμφωνα με το πόσο «ενδιαφέροντα» είναι και με τo πόσο αυξάνουν το αίσθημα ευχαρίστησης. Ο Κίρκεγκωρ ονομάζει αυτόν τον τρόπο ζωής «αισθητικό», επειδή παρουσιάζει μεγάλες ομοιότητες με τον τρόπο που σχετιζόμαστε με την τέχνη. Αποτελεί και η τέχνη αντικείμενο απολαυστικής αισθητικής και πνευματικής διέγερσης. Ο λάτρης της αισθητικής ζει για το παρόν, οι αποφάσεις για το μέλλον ή η ενασχόληση με το παρελθόν τον αφήνουν παντελώς αδιάφορο.
Στον αντίποδα αυτού του τρόπου ζωής βρίσκεται ο «ηθικός» τρόπος, ο οποίος παρουσιάζεται στο δεύτερο μέρος από τον «Β». Σκοπός του συγκεκριμένου τρόπου ζωής δεν είναι μόνο η εκπλήρωση των επιθυμιών του παρόντος αλλά και του μέλλοντος, χαρακτηρίζεται δε από το ότι ο άνθρωπος συνάπτει δεσμευτικές σχέσεις με άλλους ανθρώπους. Ως ιδιαίτερο παράδειγμα του ηθικού τρόπου ζωής αναφέρει ο Κίρκεγκωρ στο Είτε – Είτε τον γάμο. Με την πρώτη ματιά φαίνεται πιο ανιαρός και λιγότερο εντυπωσιακός, στο άστατο παιχνίδι των απολαύσεων όμως αντιτάσσει έναν ενιαίο «τρόπο» ζωής, δημιουργώντας έτσι ένα είδος ταυτότητας για τον άνθρωπο. Ο τίτλος «Είτε – Είτε» σημαίνει λοιπόν: είτε επιλέγει κανείς τον αισθητικό τρόπο ζωής είτε τον ηθικό.
Ο Β δεν θεωρεί ότι ο ηθικός και ο αισθητικός τρόπος ζωής βρίσκονται σε απόλυτη αντίθεση μεταξύ τους. Ο ηθικός τρόπος ζωής αποτελεί γι’ αυτόν περισσότερο μια περαιτέρω εξέλιξη του αισθητικού. Έχει υιοθετήσει τις θετικές πλευρές της αισθητικής στάσης ζωής. Η αισθητική στάση ζωής είναι ενδιαφέρουσα, και μάλιστα απαραίτητη για μια ζωή με πληρότητα, δεν πρέπει όμως να σταματάμε σε αυτή. Έτσι ο γάμος δεν αποτελεί για τον Β μια δέσμευση λογικής και σκοπιμότητας, αλλά μια σχέση που βασίζεται στην αγάπη, κατά την οποία ο ερωτισμός του ρομαντικού ενθουσιασμού μετατρέπεται σε βαθιά εμπιστοσύνη που αντέχει στον χρόνο. Όλα τα θετικά χαρακτηριστικά του αισθητικού τρόπου ζωής -η αισθητική απόλαυση, η λεπτότητα, το «στοιχείο του ενδιαφέροντος»- πραγματώνονται μέσα στον γάμο, εφόσον εδραιώνονται στο πλαίσιο ενός κοινωνικού δεσμού. Με τη σύναψη ενός τέτοιου ερωτικού και ταυτόχρονα κοινωνικού δεσμού δημιουργείται μια ταυτότητα η οποία εμπεριέχει και το παρελθόν και το μέλλον.
Μια τέτοια ταυτότητα όμως δεν δημιουργείται τόσο απλά, βασίζεται σε συγκεκριμένη επιλογή. Και με την έννοια της «επιλογής» φτάνουμε στο επίκεντρο της φιλοσοφίας του Κίρκεγκωρ. Η κατά Κίρκεγκωρ «επιλογή» δεν είναι μια τυχαία «εκλογή», αλλά η σύλληψη εκείνου του στοιχείου που ήδη διαθέτει κανείς. Ο άνθρωπος πραγματώνεται μόνο όταν επιλέγει, που σημαίνει ότι αναλαμβάνει την ευθύνη του εαυτού του και όλων όσα αυτό συνεπάγεται. Η εν λόγω ανάληψη ευθύνης συμπεριλαμβάνει φυσικά και τη δέσμευση προς άλλους ανθρώπους, που με την επιλογή αυτή αναγνωρίζονται ως συνάνθρωποι και παύουν πια να θεωρούνται αντικείμενα. Συμπεριλαμβάνει και το παρελθόν κάθε ατόμου και τα σχέδια που κάνει για το μέλλον. Μέσω της επιλογής του ο άνθρωπος μπαίνει συνειδητά στη σφαίρα του χρόνου και αναπτύσσει μια σχέση με την ιστορία.
Η επιλογή κάνει τον άνθρωπο να συνειδητοποιεί την ελευθερία του, την ελευθερία που έχει να κατευθύνει και να διαμορφώνει υπεύθυνα τη ζωή του. Και με τον τρόπο αυτό αποχαιρετά μια ζωή που είναι «αδιακρίτως» παραδομένη στις απολαύσεις. Η συνειδητοποίηση της δυνατότητας επιλογής, η αξιοποίηση της δυνατότητας επιλογής ως αξιοποίηση της ελευθερίας και της υπευθυνότητας είναι για τον Κίρκεγκωρ πιο σημαντική από το εκάστοτε περιεχόμενο της επιλογής.
Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο ο αισθητικός τύπος ανθρώπου βρίσκεται πιο ψηλά στη σκάλα της ύπαρξης ή της ανάπτυξης της συνειδητοποίησης από ηθικό τύπο ανθρώπου. Διότι, παρόλο που ο αισθητικός τύπος ζει σε απόγνωση, υπάρχει πολύ υψηλότερος βαθμός συνειδητότητας από ό,τι στη ζωή του ηθικιστή, και μπορεί να κατανοήσει καλύτερα τη σημασία του πάθους.
Το πάθος του αισθητικού τύπου ανθρώπου, ωστόσο, είναι ανεξέλεγκτο και ατίθασο- δεν έχει στόχο. Ο ηθικιστής έχει προσδώσει στο πάθος έναν στόχο. Οι ηθικιστές διεκδικούν με πάθος τον εαυτό τους – πράγμα που δεν είναι το ίδιο με την εγωκεντρική αυτάρκεια του ηδονιστή. Ηθικά, το να διεκδικείς με πάθος τον εαυτό σου, περιλαμβάνει την εμπλοκή σου σε ό,τι και όποιον επιλέξεις. Και, περιλαμβάνει την πολιτική ανυπακοή, ακόμα κι αν οι κοινωνικοί κανόνες είναι θεμελιωδώς αντίθετοι με τις αξίες και τα πιστεύω του ατόμου.
Αυτή είναι και η πραγματική σημασία του «Είτε – είτε». Αν και αρχικά μοιάζει σαν να πρόκειται για την επιλογή ανάμεσα σε δυο μορφές αυτοπραγμάτωσης, πρόκειται τελικά για την επιλογή ή τη μη επιλογή, για την αυτοπραγμάτωση ή τη μη αυτοπραγμάτωση. Το «Είτε – Είτε» σημαίνει επομένως: είτε προχωρά κανείς σε μια επιλογή, όπως κάνει ο ηθικός τύπος ανθρώπου, και δημιουργεί έναν εαυτό, μια ταυτότητα, είτε αποφεύγει την επιλογή, όπως κάνει ο αισθητικός τύπος, και ζει απλώς τη ζωή του κυνηγώντας τη στιγμή. Μόνο με την επιλογή, μόνο με την ηθική μορφή ύπαρξης ζει κανείς ουσιαστικά, αναλαμβάνοντας ευθύνες και υπερασπιζόμενος ως άτομο τις πράξεις του.
Δείτε ακόμα: To “carpe diem”, o Κλεόβουλος και ο στωικισμός ως φιλοσοφία ζωής