Kάποια βράδια το μόνο που θέλουμε είναι να σβήσουμε τα πάντα γύρω μας, να βυθιστούμε σε μια καλή ιστορία και να αφήσουμε τον χρόνο να σταματήσει. Μια καρέκλα, ένα βιβλίο, ένα φως που πέφτει γλυκά πάνω στη σελίδα κι ας καίγεται ο κόσμος γύρω μας. Κάπου ανάμεσα στις λέξεις, ανάμεσα σε φράσεις που δεν μας ανήκουν αλλά μας περιγράφουν, αρχίζει ένα ιδιότυπο είδος θεραπείας. Μπορεί λοιπόν η λογοτεχνία να μας κάνει πραγματικά πιο ευτυχισμένους;
Η λογοτεχνία μας επανασυνδέει με κάτι βαθιά ανθρώπινο, την ικανότητα να νιώθουμε. Να αναγνωρίζουμε τη λύπη, την ομορφιά, την απώλεια, τη νίκη μέσα από τα μάτια κάποιου άλλου. Η μετατόπιση είναι η αρχή της ενσυναίσθησης.
«Όταν διαβάζω, νιώθω να αναπνέω ξανά», λέει ένας άνθρωπος που το βιβλίο είναι το “γιατρικό” ενάντια στις νόσους της εποχής. Οι μελέτες συμφωνούν: η ανάγνωση μυθοπλασίας μπορεί να μειώσει τα επίπεδα άγχους, να αυξήσει την ψυχική ανθεκτικότητα και να προσφέρει αίσθημα ευφορίας και πληρότητας.
Η λογοτεχνία είναι μια μορφή “βιβλιοθεραπείας”. Δεν είναι απλώς ψυχαγωγία, αλλά ένα ασφαλές πεδίο εξερεύνησης του εαυτού. Στις σελίδες ενός μυθιστορήματος μπορείς να ζήσεις πολλές ζωές, να πεθάνεις και να ξαναγεννηθείς, να αγαπήσεις, να προδώσεις, να χαθείς και να βρεις τον δρόμο πίσω. Από τον Ντέιβιντ Κόπερφιλντ του Ντίκενς μέχρι το Demon Copperhead της Μπάρμπαρα Κινγκσόλβερ οι ήρωες που παλεύουν ενάντια στη φτώχεια, στη βία, στην απόρριψη, γίνονται καθρέφτης της δικής μας προσπάθειας για αντοχή και αξιοπρέπεια.
Η ψυχολόγος Janina Scarlet έχει εισαγάγει τον όρο “Superhero Therapy”: χρησιμοποιεί τους υπερήρωες για να βοηθήσει ανθρώπους που πάσχουν από άγχος ή τραύμα να αναγνωρίσουν τη δική τους δύναμη. «Κάθε υπερήρωας έχει μια τραγική αφετηρία. Αυτό που τον κάνει σπουδαίο δεν είναι η απουσία αδυναμίας, αλλά το πως τη μετατρέπει σε κίνητρο». Μήπως τελικά οι ήρωες των βιβλίων δε διαφέρουν τόσο από εμάς; Μόνο που εκείνοι έχουν το προνόμιο να βλέπουν τη δική τους ιστορία ολοκληρωμένη, ενώ εμείς τη ζούμε ακόμα.
Η λογοτεχνία δε θεραπεύει το άγχος με συνταγές, αλλά με κατανόηση. Η ανάγνωση μειώνει το στρες και βελτιώνει την ικανότητά μας να κατανοούμε τους άλλους. Η λεγόμενη “θεωρία του νου”, δηλαδή η ικανότητα να αντιλαμβανόμαστε ότι οι άλλοι έχουν διαφορετικές σκέψεις, συναισθήματα και επιθυμίες ενισχύεται μέσα από τη λογοτεχνική αφήγηση. Κάθε φορά που μπαίνουμε στο μυαλό ενός ήρωα μαθαίνουμε λίγο καλύτερα πως να ακούμε, πως να μπαίνουμε στη θέση του άλλου.
Η αληθινή λογοτεχνία μας κάνει να αναμετρηθούμε με το σκοτάδι και να βρούμε φως εκεί που δεν το περιμέναμε. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αναγνώστες λογοτεχνίας εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα ενσυναίσθησης, κοινωνικότητας και αυτοπεποίθησης. Όταν μπαίνεις στην ιστορία κάποιου άλλου, αυτό σε ελευθερώνει.
Ο Ray Bradbury το είπε κάποτε με τρόπο που παραμένει επίκαιρος: «Δεν χρειάζεται να κάψεις βιβλία για να καταστρέψεις έναν πολιτισμό. Αρκεί να κάνεις τους ανθρώπους να σταματήσουν να τα διαβάζουν». Όταν παύουμε να διαβάζουμε, σταματάμε να φανταζόμαστε κι όταν σταματάμε να φανταζόμαστε, σταματάμε να ελπίζουμε.
Η λογοτεχνία δεν προσφέρει πάντα εύκολες απαντήσεις, αλλά με έναν τρόπο δίνει χώρο. Δεν υπόσχεται ευτυχία, αλλά την πιθανότητα της ανακούφισης. Σε έναν κόσμο που προσπαθεί να μας πείσει πως η ευτυχία είναι ένα προϊόν, η λογοτεχνία ψιθυρίζει κάτι διαφορετικό: ότι είναι μια σχέση. Μια σχέση ανάμεσα σε σένα και τον κόσμο, ανάμεσα σε σένα και τον εαυτό σου.
«Ο αναγνώστης ζει χίλιες ζωές πριν πεθάνει. Ο άνθρωπος που δεν διαβάζει, ζει μόνο μία», λόγια του George R. R. Martin. Ίσως, λοιπόν, η ευτυχία να κρύβεται κάπου εκεί, στη στιγμή που ανοίγεις ένα βιβλίο και αφήνεις μια νέα ζωή να ξεκινήσει, γιατί η λογοτεχνία δεν είναι απόδραση από την πραγματικότητα, αλλά πιο όμορφος τρόπος να επιστρέψεις σε αυτήν λίγο πιο δυνατός.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.





