Αν και έχουν περάσει μερικά καλοκαίρια -όχι πολλά- από εκείνο το βράδυ, οι αναμνήσεις μου ξεκινάνε αφότου έπεσε ο ήλιος.
Φλέρταρα για λίγο με τους δίσκους στο σαλόνι. Δεν είμαι σίγουρος ποιος έριξε την πρώτη ματιά, αλλά το αποτέλεσμα μάλλον τους απογοήτευσε. Δεν το συνέχισα πολύ, πιστός σε μένα και στα όρια μου εκείνη την στιγμή, αποφάσισα να απομακρυνθώ. Υπήρχε επιθυμία για επικοινωνία, αφήγηση μικρών ιστοριών, τσιγάρα και κάτι απρόοπτο. Αποφάσισα να μπω για μπάνιο «και βλέπουμε».
Βερμούδα, μπλούζα, άνοιξα παράθυρα και laptop. Πριν ανάψω τσιγάρο, αποφάσισα να πάρω τηλέφωνο τον Β. να δω τι κάνει, που βρίσκεται. Ήταν κάπου στα Εξάρχεια. Στο βαθύ background ομιλίες που χανόντουσαν και γενικά “ζωή πόλης”. Τα είπαμε λίγο, «Τι κάνεις ρε μαλάκα; Πού είσαι;», «Πέρνα αν σε ψήνει», «Δεν ξέρω θα το δω ρε συ» και άλλα τέτοια οικεία στοιχεία επικοινωνίας σε επίπεδο Μ.Κ.Φ. [σ.σ. Μη Κερδοσκοπική Φιλία].
Κλείνοντας το τηλέφωνο, σε μια στιγμή απόλυτης διαύγειας ήξερα τι ήθελα (!) αλλά και τι δεν ήθελα.
Δεν ήμουν σε φάση να περάσω απ’ τα κλασσικά στάδια γνωριμίας με άγνωστες φάτσες, να ζήσω ένα βράδυ σε rock n’ roll ταχύτητες, να αφεθώ στις παρορμητικές -αλλά και νωχελικές ταυτόχρονα, λόγω Αυγούστου- διαθέσεις του κέντρου της Αθήνας.
Είχα ανάγκη να βγω έξω και να αφήσω τις αισθήσεις μου ελεύθερες, να με οδηγήσουν αυτές. Μόνος μου. Μόνες τους. Και κάπου να συναντηθούμε. Θα το βρίσκαμε. Ήμουν σίγουρος.
Και είχα δίκιο. «Θερινό», μονολόγησα. Έψαξα λίγο στο internet, κοίταξα το ρολόι, «OK προλαβαίνω», πήρα τα κλειδιά του αμαξιού και έφυγα.
Έφτασα νωρίτερα. Το “Chinatown” ξεκινούσε 22:50 και εγώ έβγαλα εισιτήριο κατά τις 22:10. Κανένα πρόβλημα, καμία δυσανασχέτηση. Είχα χρόνο να επεξεργαστώ σημεία, ανθρώπους, μυρωδιές. Θυμήθηκα πως είμαι μέλος της ακαθόριστης «περιπατητικής σχολής του κέντρου» και πως αρκετά μπαλκόνια της Αθήνας έχουν περισσότερο ενδιαφέρον από το εσωτερικό των σπιτιών. Ηλιακά λαμπάκια σε τοίχους, μεγάλες γλάστρες στις γωνίες και μικρότερες που κρέμονται, σπασμένοι σοβάδες, ανακαινισμένα παντζούρια, πατούσες σε κάγκελα, ένας ανεμιστήρας οροφής, παρέες που συζητάνε, ρούχα απλωμένα. Στον δρόμο περπατάνε άνθρωποι διάφορων εθνικοτήτων, ηλικιωμένοι που δεν γερνάνε, πιτσιρικάδες σε εγρήγορση, κοπέλες σε απελευθέρωση.
Κατέληξα σε ένα μικρό παρκάκι, από αυτά που δεν προσφέρουν τίποτα στους περαστικούς αλλά πολλά στους κατοίκους. Αναρωτιέμαι «Μα γιατί;» και προφανώς η απάντηση είναι «Μα τι άλλο;». Κατά μήκος του, μικρές καφετέριες και ένα σουβλατζίδικο. Όλων τα τραπέζια γεμάτα, άνθρωποι όλων των ηλικιών και φύλων. Ίσως και φυλών. Ο φωτισμός παρέπεμπε σε μια αισθητική ’80s και στις τηλεοράσεις ένας αγώνας ποδοσφαίρου.
Σήκωσα λεφτά και επέστρεψα στο Εκράν. Χάζεψα τις αφίσες των ταινιών που έχουν προβληθεί. Λίγο ξεθωριασμένες από τον καλοκαιρινό ήλιο, αλλά έδιναν σημάδια ζωντάνιας στην γειτονιά. Πως εδώ κάτι γίνεται. Κάτι παίζεται, πιο σωστά. Ο ήχος της ταινίας που παιζόταν, ακουγόταν και έξω από το σινεμά. Αν ζούσες σε κάποιο απ’ αυτά τα διαμερίσματα που το περιτριγυρίζουν, τι ωραίο νανούρισμα που θα ήταν ε;
Για κάποιον λόγο θεωρούσα πως θα ήμουν σχεδόν μόνος μου στην προβολή, αλλά σιγά σιγά είχε αρχίσει να μαζεύεται κόσμος. Πήγαιναν στο κυλικείο, αγόραζαν τα απαραίτητα εφόδια και γυρνούσαν στις παρέες τους. Μια κοπέλα, αρκετά όμορφη αλλά με μπόλικη επιτήδευση και λίγο εκτός κλίματος, έφτιαχνε κάτι στις γόβες της και στην συνέχεια κοιτούσε την μορφή της στο τζάμι, όπου προστάτευε μια αφίσα ταινίας της Αγκάθα Κρίστι. Έβγαλε το κραγιόν και συμπλήρωσε. Όπως συμπληρωματικός φάνηκε να είναι και ο φίλος της.
Η αποχή μου από τα social media, με μια μικρή εξαίρεση, πλέον μετρούσε κάποιες ώρες. Ελεύθερος.
Η ταινία θα ξεκινούσε. Είχα αποφασίσει αυτό το βράδυ να πιώ αλκοόλ. Πάλι με μια μικρή εξαίρεση, είχα να πιώ από τον Ιούλιο. Κάπου εκεί πρέπει να ήταν δηλαδή. Μια παγωμένη μπύρα στο τραπέζι λοιπόν, ένα νερό, ο καπνός και τα ποπ κορν. Πέφτουν τίτλοι αρχής. Μαγικό. Τι εξέλιξη και αυτή, πλέον οι ταινίες να ξεκινάνε απευθείας με μια σκηνή; Έχουν ξεπετάξει τους συντελεστές στο τέλος, “πέφτουν” τα γράμματα -έτσι λέμε οι περισσότεροι- τη στιγμή που έχεις σηκωθεί από την πολυθρόνα ή τον καναπέ σου και δεν τους δίνεις καμία σημασία. Ευτυχώς υπάρχει και το IMDb.
Για πρώτη φορά κατά την διάρκεια της ταινίας σε σινεμά, ένιωσα πως θα με πάρει ο ύπνος. Σίγουρα δεν έφταιγε η καρέκλα και καμία ευθύνη δεν είχε ο Roman Polanski. Πιθανόν η αγωγή που έπαιρνα για τις ημικρανίες ήταν αυτή που πάλι με βύθιζε. Κάποια στιγμή σκέφτηκα πόσο υπέροχο θα ήταν αφού τελείωνε η προβολή, να με άφηναν εκεί και να ξυπνούσα νωρίς το πρωί αντικρίζοντας το αναρριχώμενο φυτό που έχει αγκαλιάσει τρυφερά την οθόνη.
Τελικά, η κοπέλα που παρακολουθούσε και αυτή μόνη της ταινία, στο δίπλα τραπέζι, ήρθε στο τέλος και κάθισε δίπλα μου. «Δε θέλω να σε τρομάξω, αλλά κοιμόσουν τόσο ωραία, που θεώρησα πως θα ήταν λάθος μου να σε ξυπνήσω για μερικά χαρτάκια. Και μετά σκέφτηκα πως θα ήταν μεγαλύτερο λάθος μου, αν δεν σου πω ότι θα ήθελα έτσι γλυκά να κοιμηθείς και δίπλα μου απόψε».
Plot twist: Αυτή η σκηνή δεν συνέβη ποτέ και την σκέφτηκα αφού γύρισα σπίτι.
Βλέπεις, η απόσταση μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας είναι πολύ μικρή και μου αρέσει να κινούμαι επάνω σε αυτό το αχνό σύνορο που της διαχωρίζει, αλλά, ενίοτε, εξαφανίζεται και δεν ξέρεις σε ποια πλευρά ανήκει αυτό που ζεις ή διαβάζεις.
Πίσω σε εκείνο το βράδυ, εκείνες τις ώρες. Ήμουν “αλλού”. Ή μάλλον, ήμουν στο “εδώ”. Για μένα.
Γύρισα σπίτι χαμογελαστός. Ένα τελευταίο τσιγάρο, πλύσιμο δοντιών, ξάπλωσα και σκέφτηκα πως δε θέλω να ξεχάσω αυτό το αυτοσχέδιο βράδυ.
Πριν κλείσουν τα μάτια μου, ο ήχος από μία ειδοποίηση στο κινητό μου, ακούστηκε σαν τον τύπο που απομακρύνει τον Jack Nicholson από το σημείο δολοφονίας της Faye Dunaway στην τελευταία σκηνή της ταινίας.
Ποιο είναι το δίδαγμα αυτής της ιστορίας; Να μην αφήνετε τον χρόνο να περνάει, να φεύγει και να εξαφανίζεται στη λήθη. Η Αθήνα έχει αδειάσει –όχι όσο κάποτε, αλλά είμαστε λίγοι όσοι κυκλοφορούμε στην πόλη. Μπορεί οι φίλοι σας να κάνουν διακοπές, ο/η σύντροφός σας να λείπει, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορείτε να βγείτε εκεί έξω, να κυκλοφορήσετε σε μία άδεια πόλη που περιμένει να την ανακαλύψετε (ξανά).
Έριξα λοιπόν μια ματιά στις ταινίες που παίζονται αυτό το Σ/Κ/Δ στα θερινά της πόλης και σας προτείνω τις παρακάτω προβολές:
- Η Απόδραση του ’77: ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ – Αθήνα | Σάββατο 12 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 23:00
- Δύο Εγκλήματα Κάτω από τον Ήλιο (Ψηφιακή 4Κ Επανέκδοση): ΦΛΕΡΥ – Αθήνα | Κυριακή 13 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 20:45
- The Big Lebowski (25th Anniversary Reissue): ΑΜΙΚΟ – Αθήνα | Κυριακή 13 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 23:00
- Aftersun: ΒΟΞ Europa Cinema – Αθήνα | Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 23:00
- Asteroid City: ΕΚΡΑΝ – Αθήνα | Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 23:10
- Διακοπές στη Ρώμη (Επετειακή Ψηφιακή Επανέκδοση): ΡΙΒΙΕΡΑ Europa Cinema – Αθήνα | Δευτέρα 14 Αυγούστου 2023 | Ώρες προβολής: 20:45