Το καλό με τα παζλ είναι ότι οξύνουν το μυαλό. Απαιτείται τεράστιος κόπος μέχρι να καταλάβει κανείς ποιο κομματάκι κολλάει με ποιο, ποιο κομματάκι πρέπει να μπει ακριβώς δίπλα στο άλλο και ποιο κομματάκι δεν γίνεται σε καμία απολύτως περίπτωση να μπει δίπλα σε ένα άλλο κομματάκι. Αυτός ο τεράστιος κόπος είναι κατ’ αρχάς πνευματικός κόπος γιατί, έτσι όπως τα βλέπεις τα κομματάκια, πριν μπεις στην οποιαδήποτε διαδικασία προσπάθειας ένωσης αυτών των κομματιών, κατ΄αρχάς τα φαντάζεσαι το ένα δίπλα στο άλλο· πράγμα που σημαίνει ότι, στην προκειμένη περίπτωση, όταν μιλάμε για πνευματικό κόπο, αναφερόμαστε σε έναν κόπο που έχει να κάνει με τις δυνατότητες της φαντασίας μας. Είναι, σαν να λέμε, ένας φανταστικός κόπος. Σε κάτι περιπτώσεις σαν κι αυτή, πνεύμα και φαντασία συμπορεύονται. Εκτός, όμως, από τον πνευματικό κόπο που απαιτείται μέχρι να επιτελεστεί η εύρεση, η γειτνίαση και η πιθανή συνεύρεση των κατάλληλων κομματιών, απαιτείται και ένας άλλος κόπος. Ένας κόπος σωματικός. Αυτός ο σωματικός κόπος, εάν θέλουμε να ακριβολογούμε, δεν θα έπρεπε να ονομάζεται σωματικός κόπος αλλά χειρωνακτικός. Κι αυτό διότι, σε αυτόν τον σωματικό κόπο, το μόνο μέρος του σώματος που συμμετέχει είναι τα χέρια. Τα χέρια είναι αυτά που δοκιμάζουν αυτό που το πνεύμα φαντάστηκε. Και ούτε καν τα χέρια στο σύνολό τους παρά μόνο τα δάχτυλα. Τα δάχτυλα και οι κινήσεις των δαχτύλων είναι αυτές που θα δώσουν την τελική απάντηση στο κατά πόσο αυτό που το πνεύμα φαντάστηκε ήταν σωστό. Πιάνεις, λοιπόν, προσεκτικά με τα δαχτυλάκια σου τα δύο κομματάκια για τα οποία υποψιάζεσαι: ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΟΧΙ;, τα σέρνεις όσο πιο προσεκτικά μπορείς το ένα δίπλα στο άλλο και μόνο τότε βλέπεις. Χωρίς χέρια, χωρίς συμμετοχή των δαχτύλων είναι εντελώς αδύνατον να φτάσεις σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα. Καλό είναι, επίσης, τα δάχτυλα να μην είναι χοντροκομμένα. Τα χοντροκομμένα δάχτυλα δεν ενδείκνυνται καθόλου για κάποιου είδους κινήσεις. Αντιθέτως, μολονότι το συγκεκριμένο στάδιο της εργασίας είναι κατά βάση χειρωνακτικό, καλό είναι τα δάχτυλα να είναι όσο το δυνατόν πιο λεπτεπίλεπτα. Ναι, σωστά είναι όλα αυτά. Μόνο που, συχνά, λησμονούμε μία άλλη, πολύ βασική παράμετρο. Αγνοούμε ότι για να ολοκληρωθεί ένα παζλ, θα πρέπει να έχουμε μία εικόνα της εικόνας που πρέπει να φτιάξουμε. Ας φέρουμε ένα πολύ απλό και εμπειρικό παράδειγμα: Όταν μπαίνεις σε ένα κατάστημα παιχνιδιών και πας να ψάξεις στα παζλ, πάντοτε έξω από το κουτί υπάρχει με σαφήνεια η εικόνα που πρέπει να σχηματιστεί. Υπάρχει σκοπός επομένως. Σαφής σκοπός. Ορατός. Ευδιάκριτος. Ξέρεις ότι θα παλέψεις αλλά όχι στα τυφλά. Ξέρεις ότι, ναι, υπάρχει κάποια συγκεκριμένη εικόνα στην οποία πρέπει να φτάσεις. Όταν, όμως, το κουτί δεν έχει απ’ έξω καμία εικόνα, κοινώς: πάρε τα κομμάτια και κάνε ό,τι σε φωτίσει ο Θεός, τότε δύο ενδεχόμενα ανοίγονται μπροστά σου. Το ένα είναι να φτιάξεις μία εικόνα, ένα Όλον που να μην έχει εικαστικό και αισθητικό νόημα παρά στα δικά σου και μόνο στα δικά σου μάτια και να πάνε να γαμηθούνε όλοι, ποτέ μη σώσει και καταλάβουνε· και το άλλο ενδεχόμενο είναι ότι, εφόσον δεν υπάρχει μία σαφής και κοινά αποδεκτή οδηγία για την τελική εικόνα που πρέπει να σχηματιστεί, να καταλάβεις τον εμπαιγμό αυτής της εκδοχής του παιχνιδιού: ΕΝΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΧΩΡΙΣ ΣΑΦΗ ΣΚΟΠΟ, και τότε να αδιαφορήσεις απολύτως για την υποτιθέμενη γενική εικόνα, και να σταθείς με τον πλέον αυτιστικό και με τον πλέον ερωτικό τρόπο απέναντι στο κομματάκι εκείνο, το ταπεινό εκείνο κομματάκι που ερέθισε, έστω και κομματιαστά την όρασή σου, να το πάρεις με αγάπη μέσα στα λεπτεπίλεπτα αλλά άκρως δουλεμένα χέρια σου, να το προσέχεις σαν να είναι το τελευταίο πράγμα στον Κόσμο, όταν λέω στον Κόσμο, εννοώ στον δικό σου και μόνο στον δικό σου Κόσμο, και, σιγά σιγά, να το μεταποιήσεις σε Ολότητα. Πολύ φοβάμαι πως τέρμα τα παζλ. Τα παζλ προϋποθέτουν ένα όραμα, ένα συλλογικό όραμα μιας συλλογικής Εικόνας. Ζήτω τα κομματάκια. Όλα εκείνα τα μικρά, αυτιστικά, ερωτικά, απομονωμένα κομματάκια.