Φαντάσου να μετράς τα φοιτητικά σου χρόνια όχι με εξεταστικές, αλλά με κύκλους. Όχι της ζωής, της τηλεόρασης. Όλα μου τα φοιτητικά απογεύματα, τα βράδια με μακαρόνια σε βαθιά πιάτα και οι Κυριακές με βλέφαρα βαριά από ύπνο και ανασφάλεια, διασχίστηκαν από έξι γνώριμα πρόσωπα: τη Rachel, τη Monica, τη Phoebe, τον Chandler, τον Ross και τον Joey. Τα “Φιλαράκια”. Οι “Φίλοι”. Όχι με εισαγωγικά, κυριολεκτικά φίλοι. Επί τέσσερα χρόνια, τους έβλεπα ξανά και ξανά. Έφτανα στο τέλος της δέκατης σεζόν και ξανάρχιζα απ’ την αρχή, σαν ιεροτελεστία αυτο-παρηγοριάς.
Ήξερα πώς θα καταλήξει κάθε ερωτική ίντριγκα, πότε θα μπει ο Gunther με το μόνιμο βλέμμα εγκατάλειψης, πότε θα ακουστεί το «we were on a break». Κι όμως, τίποτα δεν έμοιαζε παλιό. Τα επεισόδια ήταν κάτι παραπάνω από αφήγηση: ήταν το soundtrack μιας εποχής που δεν ήθελα να τελειώσει.
Τώρα, έχω να δω “Friends” σχεδόν δύο χρόνια. Κι όμως, δεν απεξαρτήθηκα – απλώς αντικατέστησα τη δόση. Το καινούργιο μου καταφύγιο είναι το “Sex and the City”. Οι τέσσερις γυναίκες με τα εξωφρενικά παπούτσια και τις ακόμη πιο εξωφρενικές ατάκες έχουν γίνει η απογευματινή μου ιεροτελεστία. Η Carrie Bradshaw είναι η φαντασιακή μου σύμβουλος, μού έμαθε ότι ένα ζευγάρι Manolos μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξη ακόμα κι ενός ερωτικού ναυαγίου.
Κι έτσι φτάνω στο μεγάλο ερώτημα: αφού ξέρουμε απ’ έξω κι ανακατωτά την πλοκή, γιατί επιστρέφουμε σε αυτά τα σύμπαντα ξανά και ξανά;
Ίσως γιατί δεν είναι απλώς σειρές. Είναι μικρές, καθημερινές μεταφυσικές ζώνες. Ο χρόνος εκεί δεν σε πληγώνει. Οι ήρωες δεν γερνούν, δεν αλλάζουν δουλειά, δεν μετακομίζουν στην επαρχία. Μένουν εκεί, πιστοί στην πρώτη τους σκηνή, όπως ακριβώς θα θέλαμε να μείνουν και κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας.
Και μέσα σ’ έναν κόσμο που τρέχει, όπου η δουλειά αλλάζει, οι σχέσεις αλλάζουν, κι εμείς οι ίδιοι παλεύουμε να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, το να βυθίζεσαι στην ίδια φωνή, στο ίδιο χαμόγελο, στο ίδιο αστειάκι, γίνεται τελετουργικό σταθερότητας. Μια επανάληψη που σε ηρεμεί. Όπως η ανάγνωση του ίδιου ποιήματος που, που όσο κι αν το ξέρεις, κάθε φορά σε βρίσκει σε άλλο σημείο. Κι έτσι, σε συγκινεί αλλιώς.
Το comfort viewing ως πράξη αυτοσυντήρησης
Η αλήθεια είναι πως στις μέρες μας δεν ζητάμε καταφύγιο, όπου μπορούμε. Και κάπου εκεί, οι σειρές που ξέρουμε απέξω κι ανακατωτά λειτουργούν σαν κουβέρτα ασφαλείας, σαν τη μακαρονάδα της μαμάς, σαν εκείνη την παλιά μπλούζα που έχει ξεχειλώσει αλλά δεν τολμάς να την πετάξεις. Δεν απαιτούν τίποτα. Δεν διεκδικούν την προσοχή σου με βία, δεν σου πετούν στην οθόνη cliffhangers και ψυχολογικά τραύματα κάθε δέκα λεπτά. Σου λένε απλά: «Ξέρεις πού είσαι, και σ’ αγαπάμε έτσι όπως είσαι, κουρασμένος, χαμένος, ή με το κουμπί της παύσης μόνιμα πατημένο».
Αυτό το είδος επαναληπτικής θέασης είναι κάτι σαν επιβίωση, δεν είναι τεμπελιά ή έλλειψη περιέργειας για κάτι καινούργιο. Όταν ο κόσμος απαιτεί συνεχώς την ανανέωση, την παραγωγικότητα και τη μάχη για να μην μείνεις πίσω, το να επιλέξεις το οικείο είναι σχεδόν επαναστατικό. Είναι σαν να λες: «Όχι, δεν θα κάψω άλλο ένα βράδυ για να αποδείξω ότι είμαι ενημερωμένος. Θα περάσω χρόνο με τον Joey που κάνει τα ίδια λάθη ξανά και ξανά, όπως κι εγώ».
Η συναισθηματική αποτελεσματικότητα που αναφέρεις είναι, στην πραγματικότητα, μια ανάγκη βαθιά ανθρώπινη: να πιάνεις κάπου πάτο χωρίς να χρειάζεται να σκάψεις άλλο. Να νιώθεις πως κάτι στον κόσμο αυτό παραμένει ίδιο, έστω κι αν είναι μια σειρά του ’90 με κεντρικό θέμα… τον καφέ και τα ραντεβού.
Ας το παραδεχτούμε: η βαρεμάρα δεν είναι έλλειψη ενδιαφέροντος, είναι αντίσταση. Η επαναληπτική παρακολούθηση δεν είναι απλώς ένα νευρολογικό hack για να ρυθμίσεις τα συναισθήματά σου, είναι μια σιωπηλή πράξη αυτοάμυνας απέναντι σε έναν κόσμο που απαιτεί συνεχώς περισσότερα. Έναν κόσμο που σε θέλει σε ετοιμότητα, σε αγωνία, σε ανταγωνισμό, ακόμα και την ώρα που κάθεσαι στον καναπέ.
Σκέψου το: όταν ξέρεις ότι αύριο ξυπνάς για να επιβιώσεις σε ένα εργασιακό τοπίο γεμάτο burnout, χαμηλούς μισθούς ή fake ευελιξία, όταν κάθε scroll στο feed σου δείχνει πολέμους, κρίσεις και φιλοτεχνημένες ζωές με φίλτρα, το να επιλέξεις για άλλη μια φορά το επεισόδιο που ο Chandler λέει εκείνο το αστείο με τα παπούτσια δεν είναι αφέλεια. Είναι ανάκτηση ελέγχου.
Η ψυχολόγος Pamela Rutledge εξηγεί ότι η προβλεψιμότητα και η τάξη μιας γνώριμης αφήγησης προσφέρουν μια αίσθηση ασφάλειας σε αρχέγονο επίπεδο. Και ναι, η φράση “τάξη στον κόσμο” ακούγεται σχεδόν κωμική, όταν ζούμε στην εποχή της διαρκούς πολιτικής αποσταθεροποίησης και της υπαρξιακής αβεβαιότητας. Όμως ακριβώς γι’ αυτό, η αναπαραγωγή του γνώριμου είναι μια μορφή καθησυχαστικού μανιφέστου.
Μπορεί να μην κατεβαίνουμε σε πορείες καθημερινά, αλλά με το να λέμε “όχι σήμερα” σε άλλη μία συναισθηματικά εξουθενωτική νέα σειρά, κάνουμε μια μικρή επανάσταση: διεκδικούμε την ησυχία μας σε έναν κόσμο που φωνάζει.
Και κάπως έτσι, ναι, καταλήγουμε να βλέπουμε ξανά και ξανά τη Rachel να τρέχει στο αεροδρόμιο και τον Ross να ουρλιάζει «We were on a break!», όχι επειδή ξεμένουμε από επιλογές, αλλά γιατί έχουμε καταλάβει πια το κόλπο: όταν όλα γύρω σου μοιάζουν έτοιμα να καταρρεύσουν, το μόνο που θες είναι να θυμηθείς ποιος κάθεται στον καναπέ του Central Perk και σε κοιτά με κατανόηση. Αυτά τα επεισόδια είναι το “closest thing” που έχουμε σε εθνικό νόμισμα σταθερότητας. Οπότε ναι, μπορεί να μην έχεις σχέδιο πενταετίας, αλλά ξέρεις ποιο επεισόδιο να βάλεις όταν θες να ξεχάσεις την ύπαρξη των world news.
Γιατί, όπως σοφά το έθεσε ο Joey (με στόμφο και στόφα φιλόσοφου της καθημερινής καψούρας): «Girlfriends and boyfriends comes and goes, but this is for life».
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Φαντάσου να μετράς τα φοιτητικά σου χρόνια όχι με εξεταστικές, αλλά με κύκλους. Όχι της ζωής, της τηλεόρασης. Όλα μου τα φοιτητικά απογεύματα, τα βράδια με μακαρόνια σε βαθιά πιάτα και οι Κυριακές με βλέφαρα βαριά από ύπνο και ανασφάλεια, διασχίστηκαν από έξι γνώριμα πρόσωπα: τη Rachel, τη Monica, τη Phoebe, τον Chandler, τον Ross και τον Joey. Τα “Φιλαράκια”. Οι “Φίλοι”. Όχι με εισαγωγικά, κυριολεκτικά φίλοι. Επί τέσσερα χρόνια, τους έβλεπα ξανά και ξανά. Έφτανα στο τέλος της δέκατης σεζόν και ξανάρχιζα απ’ την αρχή, σαν ιεροτελεστία αυτο-παρηγοριάς.
Ήξερα πώς θα καταλήξει κάθε ερωτική ίντριγκα, πότε θα μπει ο Gunther με το μόνιμο βλέμμα εγκατάλειψης, πότε θα ακουστεί το «we were on a break». Κι όμως, τίποτα δεν έμοιαζε παλιό. Τα επεισόδια ήταν κάτι παραπάνω από αφήγηση: ήταν το soundtrack μιας εποχής που δεν ήθελα να τελειώσει.
Τώρα, έχω να δω “Friends” σχεδόν δύο χρόνια. Κι όμως, δεν απεξαρτήθηκα – απλώς αντικατέστησα τη δόση. Το καινούργιο μου καταφύγιο είναι το “Sex and the City”. Οι τέσσερις γυναίκες με τα εξωφρενικά παπούτσια και τις ακόμη πιο εξωφρενικές ατάκες έχουν γίνει η απογευματινή μου ιεροτελεστία. Η Carrie Bradshaw είναι η φαντασιακή μου σύμβουλος, μού έμαθε ότι ένα ζευγάρι Manolos μπορεί να δικαιολογήσει την ύπαρξη ακόμα κι ενός ερωτικού ναυαγίου.
Κι έτσι φτάνω στο μεγάλο ερώτημα: αφού ξέρουμε απ’ έξω κι ανακατωτά την πλοκή, γιατί επιστρέφουμε σε αυτά τα σύμπαντα ξανά και ξανά;
Ίσως γιατί δεν είναι απλώς σειρές. Είναι μικρές, καθημερινές μεταφυσικές ζώνες. Ο χρόνος εκεί δεν σε πληγώνει. Οι ήρωες δεν γερνούν, δεν αλλάζουν δουλειά, δεν μετακομίζουν στην επαρχία. Μένουν εκεί, πιστοί στην πρώτη τους σκηνή, όπως ακριβώς θα θέλαμε να μείνουν και κάποιοι άνθρωποι στη ζωή μας.
Και μέσα σ’ έναν κόσμο που τρέχει, όπου η δουλειά αλλάζει, οι σχέσεις αλλάζουν, κι εμείς οι ίδιοι παλεύουμε να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη, το να βυθίζεσαι στην ίδια φωνή, στο ίδιο χαμόγελο, στο ίδιο αστειάκι, γίνεται τελετουργικό σταθερότητας. Μια επανάληψη που σε ηρεμεί. Όπως η ανάγνωση του ίδιου ποιήματος που, που όσο κι αν το ξέρεις, κάθε φορά σε βρίσκει σε άλλο σημείο. Κι έτσι, σε συγκινεί αλλιώς.
Το comfort viewing ως πράξη αυτοσυντήρησης
Η αλήθεια είναι πως στις μέρες μας δεν ζητάμε καταφύγιο, όπου μπορούμε. Και κάπου εκεί, οι σειρές που ξέρουμε απέξω κι ανακατωτά λειτουργούν σαν κουβέρτα ασφαλείας, σαν τη μακαρονάδα της μαμάς, σαν εκείνη την παλιά μπλούζα που έχει ξεχειλώσει αλλά δεν τολμάς να την πετάξεις. Δεν απαιτούν τίποτα. Δεν διεκδικούν την προσοχή σου με βία, δεν σου πετούν στην οθόνη cliffhangers και ψυχολογικά τραύματα κάθε δέκα λεπτά. Σου λένε απλά: «Ξέρεις πού είσαι, και σ’ αγαπάμε έτσι όπως είσαι, κουρασμένος, χαμένος, ή με το κουμπί της παύσης μόνιμα πατημένο».
Αυτό το είδος επαναληπτικής θέασης είναι κάτι σαν επιβίωση, δεν είναι τεμπελιά ή έλλειψη περιέργειας για κάτι καινούργιο. Όταν ο κόσμος απαιτεί συνεχώς την ανανέωση, την παραγωγικότητα και τη μάχη για να μην μείνεις πίσω, το να επιλέξεις το οικείο είναι σχεδόν επαναστατικό. Είναι σαν να λες: «Όχι, δεν θα κάψω άλλο ένα βράδυ για να αποδείξω ότι είμαι ενημερωμένος. Θα περάσω χρόνο με τον Joey που κάνει τα ίδια λάθη ξανά και ξανά, όπως κι εγώ».
Η συναισθηματική αποτελεσματικότητα που αναφέρεις είναι, στην πραγματικότητα, μια ανάγκη βαθιά ανθρώπινη: να πιάνεις κάπου πάτο χωρίς να χρειάζεται να σκάψεις άλλο. Να νιώθεις πως κάτι στον κόσμο αυτό παραμένει ίδιο, έστω κι αν είναι μια σειρά του ’90 με κεντρικό θέμα… τον καφέ και τα ραντεβού.
Ας το παραδεχτούμε: η βαρεμάρα δεν είναι έλλειψη ενδιαφέροντος, είναι αντίσταση. Η επαναληπτική παρακολούθηση δεν είναι απλώς ένα νευρολογικό hack για να ρυθμίσεις τα συναισθήματά σου, είναι μια σιωπηλή πράξη αυτοάμυνας απέναντι σε έναν κόσμο που απαιτεί συνεχώς περισσότερα. Έναν κόσμο που σε θέλει σε ετοιμότητα, σε αγωνία, σε ανταγωνισμό, ακόμα και την ώρα που κάθεσαι στον καναπέ.
Σκέψου το: όταν ξέρεις ότι αύριο ξυπνάς για να επιβιώσεις σε ένα εργασιακό τοπίο γεμάτο burnout, χαμηλούς μισθούς ή fake ευελιξία, όταν κάθε scroll στο feed σου δείχνει πολέμους, κρίσεις και φιλοτεχνημένες ζωές με φίλτρα, το να επιλέξεις για άλλη μια φορά το επεισόδιο που ο Chandler λέει εκείνο το αστείο με τα παπούτσια δεν είναι αφέλεια. Είναι ανάκτηση ελέγχου.
Η ψυχολόγος Pamela Rutledge εξηγεί ότι η προβλεψιμότητα και η τάξη μιας γνώριμης αφήγησης προσφέρουν μια αίσθηση ασφάλειας σε αρχέγονο επίπεδο. Και ναι, η φράση “τάξη στον κόσμο” ακούγεται σχεδόν κωμική, όταν ζούμε στην εποχή της διαρκούς πολιτικής αποσταθεροποίησης και της υπαρξιακής αβεβαιότητας. Όμως ακριβώς γι’ αυτό, η αναπαραγωγή του γνώριμου είναι μια μορφή καθησυχαστικού μανιφέστου.
Μπορεί να μην κατεβαίνουμε σε πορείες καθημερινά, αλλά με το να λέμε “όχι σήμερα” σε άλλη μία συναισθηματικά εξουθενωτική νέα σειρά, κάνουμε μια μικρή επανάσταση: διεκδικούμε την ησυχία μας σε έναν κόσμο που φωνάζει.
Και κάπως έτσι, ναι, καταλήγουμε να βλέπουμε ξανά και ξανά τη Rachel να τρέχει στο αεροδρόμιο και τον Ross να ουρλιάζει «We were on a break!», όχι επειδή ξεμένουμε από επιλογές, αλλά γιατί έχουμε καταλάβει πια το κόλπο: όταν όλα γύρω σου μοιάζουν έτοιμα να καταρρεύσουν, το μόνο που θες είναι να θυμηθείς ποιος κάθεται στον καναπέ του Central Perk και σε κοιτά με κατανόηση. Αυτά τα επεισόδια είναι το “closest thing” που έχουμε σε εθνικό νόμισμα σταθερότητας. Οπότε ναι, μπορεί να μην έχεις σχέδιο πενταετίας, αλλά ξέρεις ποιο επεισόδιο να βάλεις όταν θες να ξεχάσεις την ύπαρξη των world news.
Γιατί, όπως σοφά το έθεσε ο Joey (με στόμφο και στόφα φιλόσοφου της καθημερινής καψούρας): «Girlfriends and boyfriends comes and goes, but this is for life».
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.