Είναι υπέροχο πράγμα να είσαι γυναίκα

 

Να περιγελάς την θάλασσα με μάτι που λέει «σε περιλαμβάνω»

Να χαϊδεύεις τους κροτάφους των αντρών

Να τσακώνεσαι, κουβάρι κλωστών στους αιώνες, με την Μητέρα

Είναι ένα ελάφι στο δάσος που τρέχει άπιαστο το να νιώθεις γυναίκα

Πώς νιώθει, κανείς, γυναίκα;

Πώς νιώθει, κανείς, το οτιδήποτε;

Μηχανές και αστροπελέκια ύφαναν και ράψανε στην πιο βαθιά μου φλέβα όλη την φύση την πανώρια μου που πρέπει να δικάσω

Γιατί σφάλλω και πονώ, απαιτώ υποταγές και υπογράφω λάθη

Είμαι, κάπου βαθιά μου, άντρας

όπως όλοι άντρες που αγάπησα-κάπου βαθιά τους γυναίκες

και στων ουρανών τα καλειδοσκόπια το Φύλο καταργείται

το Φύλο είναι λάφυρο της πρόσκαιρης ζωής μας

για να πουλούν τα μαγαζιά κι εικόνες να δακρύζουν

για να σηκώνεται ελαφρώς η φούστα μιας Μαλένας

και να γεννιέται διαρκώς η ανθρώπινη γενιά μας

Δέκα φορές να γεννηθώ, γυναίκα ας πεθάνω

γυναίκα πέτρα, φυλακή, αράχνη, πεταλούδα

γυναίκα θρήνος, ιαχή, ρεμπέτικο και γάτα

γυναίκα προγιαγιά παλιά κι αυριανή μου κόρη, άστρα, σκοτάδια, ψέματα

γροθιά στραμμένη επάνω

 

Όχι, ναι

 

Είναι υπέροχο πράγμα να είσαι γυναίκα

ακόμα και μες στο κενό, σε κόσμο πηγαδίσιο

εκεί που χάσκουν στόματα θηλέων και αρρένων να σε κακολογούν πικρά για κάθε βηματάκι

εκεί που ο ίδιος σου ο εαυτός, τατού μες στον καθρέφτη, σε κρίνει ανάλγητα κι ωμά

για έναν μαύρο κύκλο

Ό, τι αγάπησα πολύ το φτιάξανε γυναίκες

Μες στ’ απαλά τα χέρια τους, την κοφτερή ματιά τους στήσαν ανάκλιντρο ακριβό για ό, τι με πεθαίνει

Παιδί εγώ του έρωτα, αυτού τ’ Αρσενικού

Αγάπη θα βαπτίζομαι όσο γυρνάει ο κόσμος