Τώρα που η Αθήνα αδειάζει και ο κόσμος που έχει τη δυνατότητα την εγκαταλείπει, οι αρχές του Δήμου και του Μετρό γνώριζαν ότι θα συναντήσουν τη μικρότερη δυνατή αντίδραση. Και φυσικά είχαν δίκιο.
Η πρόταση να γίνει μετρό στη Πλατεία Εξαρχείων είχε εδώ και μήνες προκαλέσει την αντίδραση των τοπικών πρωτοβουλιών των κατοίκων, που διαφωνούσαν – και δικαιολογημένα – με την επιλογή να γίνει ο σταθμός στην πλατεία. Φυσικά, και αξίζει να τονιστεί αυτό, ότι δεν διαφωνούσαν με την επιλογή του να γίνει μετρό γενικότερα, αλλά με το να γίνει μετρό στο συγκεκριμένο σημείο. Ως αντιπρόταση, πρότειναν να γίνει ο σταθμός στην Τοσίτσα, δίπλα από το αρχαιολογικό μουσείο. Εκεί υπάρχει και περισσότερος χώρος και κάτι τέτοιο βγάζει νόημα τουριστικά, που αποτελεί και το κριτήριο με το οποίο προσμετρούνται όλα πλέον στην Ελλάδα.
Οι λόγοι για τους οποίους δεν πρέπει να γίνει μετρό στην πλατεία είναι πολλοί. Κάποιοι μας αφορούν όλους ενώ άλλοι μερικούς. Ως προς τους πιο συνολικούς λόγους, ένας σταθμός μετρό προϋποθέτει σκάμμα βάθους 30 μέτρων, ξερίζωμα των δέντρων – των ελάχιστων που ήδη υπάρχουν – και ουσιαστική καταστροφή της οικονομικής ζωής πέριξ της πλατείας, ειδικά σε μια τόσο στενή πλατεία. Οι ιδιοκτήτες μαγαζιών και οι πεζοί της Θεσσαλονίκης, μπορούν να καταλάβουν πολύ καλά τι σημαίνει αυτό το ενδεχόμενο.
Από την άλλη, η επιλογή του να γίνει ο σταθμός στην Τοσίτσα, 50 μέτρα πιο κάτω, δεν έχει κανένα από αυτά τα μειονεκτήματα. Όμως όπως όλα μαρτυρούν, ο σταθμός στη πλατεία γίνεται για άλλους λόγους. Γίνεται για λίγο απ΄όλα. Λίγο για να βοηθηθεί η τουριστική και επιχειρηματική αναβάθμιση της περιοχής – η οποία βέβαια είναι ήδη τουριστική, αλλά όχι με τον τρόπο που θα ήθελε η παρούσα κυβέρνηση και διάφοροι επιχειρηματικοί κύκλοι – λίγο για να χτυπηθούν οι ελάχιστοι πολιτικοί χώροι της περιοχής, λίγο για να χτυπηθεί οριστικά το μικρό εμπόριο ουσιών. Όλα αυτά -παράγοντες φαινομενικά ανεξάρτητοι μεταξύ τους- συνέθεταν ένα πλέγμα που έκανε τα Εξάρχεια μια «προβληματική περιοχή» για τη ντόπια τουριστική και κτηματομεσιτική βιομηχανία.
Από τη Μεταπολίτευση και μετά τα Εξάρχεια είχαν πάντα μια επαναστατική κουλτούρα, που έδιναν μορφή και χώρο στην πολιτική και νεανική διαμαρτυρία αλλά και σε μορφές συλλογικοποίησης που προήγαγαν έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Αν και άλλες φορές αυτή η κουλτούρα έμενε κυριολεκτικά μόνο στη σφαίρα της κουλτούρας και δεν γινόταν ποτέ τίποτα πιο χειροπιαστό και μακροχρόνιο πέρα από σπασμωδικά ξεσπάσματα, ήταν σημείο συνάντησης ανθρώπων με κοινωνικούς προβληματισμούς. Ταυτόχρονα όμως ήταν και μια γειτονιά, που λόγω ανεκτικότητας υπήρξε και μια μίκρο-παραβατικότητα που αν και ακίνδυνη τις περισσότερες φορές πρακτικά, ήταν δύσκολα ευυπόληπτη ως εικόνα. Και φυσικά υπήρχαν και άνθρωποι μέσα στα ίδια τα Εξάρχεια που καλώς ή κακώς ήταν δυσαρεστημένοι με όλη αυτή την κατάσταση.
Όπως μας έλεγε και η Θέκλα Τσελεπή πριν λίγο καιρό εδώ στο OLAFAQ: «Το [το μετρό στην πλατεία] θεωρώ μια εκ του πονηρού απόφαση, γιατί θα μπορούσαν ωραιότατα να το κάνουν πέντε δρόμους πιο κάτω ή προς το Μουσείο ή κάπου εκεί. Να μην καταστρέψουν δηλαδή έναν χώρο με την ιστορία του που αποτελεί κέντρο συνάντησης με έναν ισχυρό συμβολισμό. Εδώ παιδί μου πάνε και ξηλώνουν τα παγκάκια από τις πλατείες. Αυτοί οι άνθρωποι δεν θέλουν τίποτα το κοινωνικό. Δεν θέλουν οι άνθρωποι να συναντιούνται, να συνομιλούν και να συναποφασίζουν. Θέλουν ο καθένας να είναι μόνος στο σπίτι του, μπροστά σε μια τηλεόραση, μέσα στις υποχρεώσεις και στα χρέη, να μην προλαβαίνει να κάνει «Κιχ», να προλαβαίνει μόνο να δουλεύει, αν είναι τυχερός να έχει δουλειά, που τα λεφτά δεν του φτάνουν να ζήσει, και να τον έχουν σε μια ομηρία, στην ομηρία των υποσχέσεων και του φόβου»
Για χρόνια τα Εξάρχεια παρουσιάζονταν σαν το «άντρο» της «κοινωνικής παρέκκλισης», ένα «άβατο» όπως τα χαρακτήριζαν επί δεκαετίες, κυρίως επειδή στο μικροαστικό φαντασιακό της ελληνικής κοινωνίας δε χώραγε ο πλουραλιστικός τρόπος ζωής. Η επιλογή να γίνει ο σταθμός στην πλατεία είναι μια καλοζυγισμένη επιλογή από την πλευρά των αρχών. Ξέρει ότι από την τοπική κοινωνία, κάποιους θα τους πάρει μαζί της και κάποιους θα τους χτυπήσει, διώχνοντας τους οριστικά από την περιοχή.
Τώρα λοιπόν που η πόλη απογυμνώνεται σιγά-σιγά από τις ιστορικές και κοινωνικές της δραστηριότητες κι ο δημόσιος χώρος αλλάζει χέρια, έρχονται οι μπουλντόζες του Μετρό και της εταιρείας Ανάπλαση Αθήνας Α.Ε., να σπάσουν και την βιωματική συνέχεια στο χώρο και στο χρόνο που χαρακτηρίζουν τα Εξάρχεια. Όλο αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με την επιλογή μιας κήρυξης πολέμου από την πλευρά των δημοτικών αρχών ενάντια σε έναν πολιτικό χώρο – αν και υπάρχει αυτή η πλευρά – αλλά περισσότερο με την κήρυξη ενός πολέμου ενάντια στην εικόνα της αστικής φτώχειας, ενάντια σε κάθε τι που δεν φαίνεται γκλαμουράτο, δεν έχει φαντεζί ονόματα όπως «Μεγάλος περίπατος», ενάντια σε κάθε τι που χαλάει την εικόνα μιας χώρας που μοιάζει με βιτρίνα προς πώληση. Κι αυτό περιλαμβάνει μια σειρά από παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο, όπως τον Λόφο Φιλοπάππου, τον Εθνικό Κήπο, τον Λόφο του Στρέφη κ.α. Και ναι, αυτό είναι το ζουμί και στη συγκεκριμένη περίπτωση αλλά και σε γενικότερο επίπεδο με την παρούσα κυβέρνηση.