Υπάρχουν εποχές που ο άνθρωπος νοσταλγεί κάτι που δεν έχει χαθεί πραγματικά, αλλά έχει αλλοιωθεί σε τέτοιο βαθμό που μοιάζει ξένο. Το “παλιό διαδίκτυο” ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Δεν ήταν ποτέ αγνό, ποτέ απολύτως αθώο, ήταν όμως διαφορετικό. Ήταν χώρος ανοιχτής έκφρασης, παιχνιδιού και ερασιτεχνικής δημιουργίας, ένας ψηφιακός κόσμος όπου η κοινότητα έμοιαζε να προηγείται της αγοράς. Σήμερα μια νέα γενιά νεοφυών επιχειρήσεων επιχειρεί να ξαναφέρει στο προσκήνιο εκείνη την αίσθηση ελευθερίας και αμεσότητας, προτείνοντας πλατφόρμες που θυμίζουν το Myspace, το Tumblr, ακόμη και το StumbleUpon, λες και θέλουν να ξαναγράψουν το αφήγημα της τεχνολογικής κουλτούρας.
Ο όρος “παλιό διαδίκτυο” λειτουργεί σαν κλειδί μνήμης. Για τους νεότερους που γεννήθηκαν μαζί με τα smartphones, ίσως μοιάζει με μια αόριστη μυθολογία. Για τους σημερινούς τριαντάρηδες ή σαραντάρηδες είναι μια ανάμνηση: προφίλ που γέμιζαν με glitter, playlists που δήλωναν ταυτότητα, ιστοσελίδες “χειροποίητες”, άγαρμπες αλλά ζωντανές. Οι νεοφυείς επιχειρήσεις που αναδύονται σήμερα αντιλαμβάνονται ότι αυτή η νοσταλγία μπορεί να γίνει εργαλείο και το μετατρέπουν σε αφήγημα: εφαρμογές που αναμειγνύουν τη δομή του Myspace με την αισθητική του Tumblr, πλατφόρμες που προβάλλουν το τυχαίο και το αυθόρμητο σαν να θέλουν να θυμίσουν στον χρήστη ότι η χαρά βρίσκεται στην ανακάλυψη και όχι στην ατελείωτη κατανάλωση “προτεινόμενου περιεχομένου”.
Δεν είναι ωστόσο, μόνο το μάρκετινγκ που υποκινεί αυτή την επιστροφή. Πρόκειται για πολιτισμική ανάγκη. Οι μεγάλες πλατφόρμες των τελευταίων ετών, Facebook, Instagram, TikTok έχουν μετατρέψει την κοινωνική δικτύωση σε αλγοριθμική κούρσα. Ο χρήστης αισθάνεται πως η παρουσία του μετριέται, πως η εικόνα του προσαρμόζεται ώστε να γίνει πιο «ελκυστική» για το engagement, ενώ ο αυθορμητισμός χάνεται μέσα σε αλγόριθμους που δίνουν προτεραιότητα στην εμπορική απόδοση. Στατιστικά δεδομένα δείχνουν ότι η κατανάλωση περιεχομένου φίλων μειώνεται δραματικά στο Instagram. Για παράδειγμα μόλις ένα μικρό ποσοστό του χρόνου προβάλλεται πλέον σε αναρτήσεις οικείων. Αυτό που κάποτε ήταν κοινωνικό δίκτυο έχει γίνει πια πλατφόρμα διαφήμισης.
Γι’ αυτό και οι νέες startups επιχειρούν να εκμεταλλευτούν ένα ρεύμα κόπωσης. Ο χρήστης δεν ψάχνει απαραίτητα την τελειότητα, ψάχνει την οικειότητα. Θέλει να δει το αδέξιο, το χειροποίητο, το αληθινό. Εφαρμογές όπως το Perfectly Imperfect ή το Noplace επαναφέρουν την έννοια του προσαρμόσιμου προφίλ, όπου η μοναδικότητα δεν ορίζεται από τον αλγόριθμο αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο. Άλλες όπως το Cosmos πειραματίζονται με τη λογική της ανακάλυψης περιεχομένου, θυμίζοντας περισσότερο το Tumblr ή το Pinterest της πρώτης δεκαετίας του 2000. Ακόμη και η ίδια η Meta, με τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ να μιλά για “επιστροφή στο OG Facebook” αναγνωρίζει την έλξη αυτής της νοσταλγίας.
Η επιστροφή στο “παλιό διαδίκτυο” δεν είναι μόνο τεχνολογικό φαινόμενο, είναι κυρίως πολιτισμικό και ψυχολογικό. Η νοσταλγία λειτουργεί σαν αντίδοτο στην αβεβαιότητα της εποχής της τεχνητής νοημοσύνης. Οι άνθρωποι αισθάνονται ότι τα εργαλεία που χρησιμοποιούν σήμερα είναι πιο δυνατά, πιο έξυπνα, αλλά και πιο ξένα. Αντίθετα, οι μέρες όπου το διαδίκτυο ήταν γεμάτο gifs, χαοτικές σελίδες και pixel art, μοιάζουν, έστω και στη μνήμη με εποχή αθωότητας. Ήταν οι εποχές που ο χρήστης δεν σκεφτόταν την αγορά του data, την εμπορική εκμετάλλευση του εαυτού του, αλλά τη χαρά του να φτιάχνει και να μοιράζεται.
Βέβαια υπάρχει και η κριτική ματιά. Ορισμένοι ακαδημαϊκοί θυμίζουν πως το “παλιό διαδίκτυο” δεν ήταν ποτέ απαλλαγμένο από σκοπιμότητες ή από την προοπτική εμπορικής εκμετάλλευσης. Ήδη από τις πρώτες μέρες οι μεγάλες εταιρείες αναζητούσαν τρόπους να κεφαλαιοποιήσουν την ανθρώπινη δραστηριότητα online. Η αίσθηση κοινότητας και ανεμελιάς υπήρχε, αλλά ποτέ δεν ήταν η μοναδική διάσταση. Το να αναπολεί κανείς εκείνη την εποχή ως “αγνή” ίσως είναι μια παγίδα της μνήμης, μια επιλογή να θυμάται μόνο το δημιουργικό και το παιχνιδιάρικο, παραβλέποντας τα υπόλοιπα.
Το κενό που άφησε η εξέλιξη των κοινωνικών δικτύων είναι υπαρκτό. Η κουλτούρα της διαρκούς αυτοπροβολής και του engagement έχει κουράσει ένα κοινό που επιθυμεί να “ξεφύγει”. Το γεγονός ότι σχεδόν οι μισοί νέοι δηλώνουν πως θα προτιμούσαν τα σημερινά κοινωνικά δίκτυα να μην είχαν εφευρεθεί, δείχνει την ένταση αυτής της κόπωσης και αυτή ακριβώς η αίσθηση είναι που προσφέρει έδαφος στις νέες startups: να υποσχεθούν έναν ψηφιακό χώρο πιο ζεστό, πιο άμεσο, πιο ανθρώπινο.
Είναι άραγε εφικτό να επιστρέψει το “παλιό διαδίκτυο”; Πιθανότατα όχι με την ίδια μορφή. Η τεχνολογία έχει αλλάξει, η κοινωνία έχει ωριμάσει, οι οικονομικές δυνάμεις που καθορίζουν την ψηφιακή σφαίρα είναι πολύ ισχυρότερες, αλλά ίσως να μην πρόκειται για επιστροφή με την κυριολεκτική έννοια. Ίσως πρόκειται για αναζήτηση ενός νέου μοντέλου που θα ενσωματώνει το καλύτερο από εκείνη την εποχή: την ελευθερία της έκφρασης, την αξία της κοινότητας, την αποδοχή του ατελούς.
Σε αυτό το πλαίσιο οι νεοφυείς επιχειρήσεις δεν παίζουν απλώς με τη νοσταλγία. Δοκιμάζουν να δώσουν απάντηση σε μια υπαρξιακή αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου: πως μπορεί να βρει χώρο για να είναι αυθεντικός, σε έναν κόσμο που μετρά τα πάντα με likes, impressions και metrics. Αν θα πετύχουν, μένει να φανεί. Το γεγονός και μόνο ότι υπάρχει αυτή η δίψα, δείχνει πως η συζήτηση γύρω από το μέλλον του διαδικτύου δεν έχει κλείσει.
Ίσως, τελικά, το “παλιό διαδίκτυο” να μην είναι προορισμός, αλλά αφορμή. Ένας καθρέφτης που μας θυμίζει τι χάσαμε και τι θα θέλαμε να ξαναβρούμε κι αν οι νέες αυτές πλατφόρμες καταφέρουν να το μετατρέψουν σε βίωμα, τότε ίσως οι glitter γραμματοσειρές και τα ακατάστατα layouts να μην είναι απλώς διακοσμητικές λεπτομέρειες, αλλά σύμβολα μιας ανάγκης για επιστροφή στην απλότητα και στη χαρά της ψηφιακής συνύπαρξης.
*Με στοιχεία από το Βusiness Insider.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.