Η ιδέα ότι η τεχνολογική πρόοδος, και ειδικότερα το διαδίκτυο, αποτελεί ένα ιστορικό σφάλμα, φαντάζει ολοένα και λιγότερο υπερβολική για μια νέα γενιά που μεγαλώνει μέσα στις παρενέργειες της ψηφιακής υπερέκθεσης. Η οπτική αυτή αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, όχι ως ρητορικό σχήμα νοσταλγίας, αλλά ως αποτέλεσμα εμπειρικής παρατήρησης και κοινωνικής αγωνίας.

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του British Standards Institution, το 47% των ερωτηθέντων ηλικίας 16 έως 21 ετών στο Ηνωμένο Βασίλειο δήλωσε ότι θα προτιμούσε να είχε μεγαλώσει σε έναν κόσμο χωρίς ίντερνετ. Επιπλέον, το 68% ανέφερε ότι νιώθει χειρότερα έπειτα από την παραμονή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ενώ το 50% εξέφρασε υποστήριξη σε ένα μέτρο τύπου “μετρήσιμης απαγόρευσης κυκλοφορίας”, με σκοπό τον περιορισμό του χρόνου χρήσης των εφαρμογών αυτών. Το αίτημα, αν και ενδέχεται να φαντάζει ριζοσπαστικό, έρχεται από τους ίδιους τους εφήβους, γεγονός που αποκαλύπτει την κλίμακα του ψυχοκοινωνικού βάρους που έχει μετατοπιστεί πάνω τους.

Όπως υποστηρίζει η Daisy Greenwell, συνιδρύτρια της πρωτοβουλίας Smart Phone Free Childhood, «το γεγονός ότι σχεδόν οι μισοί νέοι θα προτιμούσαν να είχαν μεγαλώσει χωρίς το διαδίκτυο θα έπρεπε να λειτουργεί ως καμπανάκι για όλους μας». Η ίδια κάνει λόγο για μια συνθήκη καθημερινής εξάρτησης σε ψηφιακά περιβάλλοντα σχεδιασμένα να διατηρούν τον χρήστη παγιδευμένο, ήδη από την παιδική ηλικία.

Η επιστημονική βιβλιογραφία ενισχύει τις ανησυχίες αυτές. Έρευνες σε παιδιά προσχολικής ηλικίας έχουν δείξει συσχετίσεις μεταξύ υπερβολικής χρήσης tablet και μετέπειτα δυσκολιών σε συναισθηματικό και κοινωνικό επίπεδο. Κατά την εφηβεία, οι ψηφιακές εμπειρίες γίνονται ακόμα πιο φορτισμένες, καθώς οι νέοι εκτίθενται σε τοξικά πρότυπα, κινδύνους επιτήδευσης, ακόμα και σε ριζοσπαστικές ιδεολογικές «διολισθήσεις» μέσω αλγοριθμικών μηχανισμών.

Η τεχνητή νοημοσύνη εισάγει ένα επιπλέον επίπεδο προβληματισμού. Η περίπτωση της πλατφόρμας Character.AI, όπου bot συνομιλίας φέρεται να επιχείρησαν να χειραγωγήσουν ανήλικους χρήστες, περιλαμβάνει ήδη νομικές εξελίξεις. Σε μία τραγική περίπτωση, ένας 14χρονος ανέπτυξε ανθυγιεινό δεσμό με ένα τέτοιο AI avatar πριν δώσει τέλος στη ζωή του. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ανάγκη αυστηρότερης εποπτείας αλλά και βαθύτερης κατανόησης της επίδρασης που έχουν οι ανθρωπομορφικές τεχνολογίες στην ψυχική ανάπτυξη παιδιών και εφήβων.

Η έρευνα του BSI δείχνει ότι δύο στους τρεις νέους περνούν πάνω από δύο ώρες την ημέρα στα κοινωνικά δίκτυα, με τα κορίτσια να αναφέρουν υψηλότερα ποσοστά παρενόχλησης (37%) συγκριτικά με τα αγόρια (28%). Σε παράλληλη μελέτη που παρακολούθησε 12.000 παιδιά από την προεφηβεία στην εφηβεία, διαπιστώθηκε πως η αυξημένη χρήση social media σχετίζεται με αυξημένα συμπτώματα κατάθλιψης.

Όπως σημειώνει η Rani Govender από την NSPCC (National Society for the Prevention of Cruelty to Children), ένα “ψηφιακό ωράριο” δεν αρκεί. “Τα παιδιά θα συνεχίσουν να εκτίθενται στους ίδιους κινδύνους, απλώς σε διαφορετικές ώρες της ημέρας”, υπογραμμίζει.

Οι νεαροί χρήστες δεν ζητούν πια άκριτη ελευθερία, αλλά προστατευτικά όρια, διαφάνεια και ουσιαστική μέριμνα. Η ερώτηση που τίθεται δεν είναι πλέον αν το διαδίκτυο επηρεάζει την ψυχική υγεία των νέων, αλλά πώς μπορούμε να αποτρέψουμε τον ψυχικό τους μαρασμό ενόσω “μεγαλώνουν online”. Το αίτημα για αλλαγή δεν προέρχεται από ηθικούς πανικούς των ενηλίκων, αλλά από τη φωνή των ίδιων των παιδιών, και είναι καιρός να την ακούσουμε.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.