Στην καρδιά της τεχνολογικής πρωτοπορίας, η Τεχνητή Νοημοσύνη έχει δημιουργήσει όχι μόνο νέα εργαλεία και δυνατότητες, αλλά και ένα πεδίο εργασιακής επισφάλειας που παραμένει σε μεγάλο βαθμό αθέατο. Οι εταιρείες τεχνολογίας, όπως η Google, βασίζονται σε χιλιάδες εργαζόμενους για την αξιολόγηση, την επεξεργασία και τη βελτίωση των προϊόντων AI τους. Πρόκειται για μια εργασία υψηλής εξειδίκευσης που απαιτεί γνώση, συγκέντρωση και κρίση. Όμως οι όροι της παραμένουν επισφαλείς, οι μισθοί άνισοι και η ασφάλεια εργασίας συχνά ανύπαρκτη.
Η αξιολόγηση των αποτελεσμάτων ενός chatbot ή η σύνταξη prompts ώστε οι μηχανές να παράγουν “ανθρώπινες” απαντήσεις φαίνεται εκ πρώτης όψεως μια γνώριμη και καθαρά τεχνική διαδικασία. Στην πράξη όμως οι εργαζόμενοι αυτοί λειτουργούν ως “διαμεσολαβητές” μεταξύ ανθρώπου και μηχανής. Συνεισφέρουν κρίσιμες γνώσεις που επιτρέπουν στο σύστημα να μαθαίνει και να εξελίσσεται, ενώ ταυτόχρονα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή μιας εργασιακής αβεβαιότητας που συχνά ξεπερνά κάθε προηγούμενο. Οι εργαζόμενοι, πολλοί με μεταπτυχιακούς ή διδακτορικούς τίτλους και με εμπειρία σε δημιουργικά ή εκπαιδευτικά πεδία αμείβονται με μισθούς που δεν αντιστοιχούν στην ευθύνη και την εξειδίκευση που απαιτεί η δουλειά τους.
Η επισφάλεια δεν αφορά μόνο την αμοιβή. Τα τελευταία χρόνια η αύξηση της αυτοματοποίησης δημιουργεί έναν φαύλο κύκλο, όπου οι άνθρωποι χρησιμοποιούνται για να εκπαιδεύσουν τα ίδια τα συστήματα που ενδέχεται να τους αντικαταστήσουν. Τα εργαλεία AI, τα οποία αξιολογούν οι εργαζόμενοι προορίζονται σταδιακά να αυτονομηθούν, μειώνοντας την ανάγκη για ανθρώπινη παρέμβαση. Παράλληλα η ένταση της εργασίας, η πίεση για γρήγορη εκτέλεση καθηκόντων και η παρακολούθηση της απόδοσης δημιουργούν περιβάλλοντα που συχνά προκαλούν ψυχολογική κόπωση και αίσθημα αδυναμίας.
Η απομόνωση εντείνεται από την απομάκρυνση των εργαζομένων από τον φυσικό χώρο εργασίας. Η περιορισμένη επικοινωνία, η απαγόρευση κοινωνικών διαύλων και η εξάρτηση από εικονικές πλατφόρμες αποκόπτουν την ανθρώπινη διάσταση της εργασίας, μετατρέποντας ακόμη και δημιουργικές δραστηριότητες σε μηχανιστική εκτέλεση εντολών. Σε αυτό το πλαίσιο οι εργαζόμενοι προσπαθούν να οργανωθούν συλλογικά για να διεκδικήσουν δικαιώματα, διανύοντας έναν δύσβατο δρόμο ενάντια σε συστήματα που αξιοποιούν τη συλλογικότητά τους ως απειλή.
Η κατάσταση αυτή δεν είναι μοναδική για τις ΗΠΑ ή για τη Google. Αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο στον χώρο των εργολαβικών συνεργασιών για AI. Από την Κένυα ως την Κολομβία οι εργαζόμενοι προσπαθούν να δημιουργήσουν δομές συλλογικής υπεράσπισης, ενώ παράλληλα αντιμετωπίζουν περιορισμούς, εκφοβισμό και απειλές απόλυσης. Η επισφάλεια στην εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης δεν είναι ένα τυχαίο γεγονός. Αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό ενός μοντέλου που αξιοποιεί τον ανθρώπινο παράγοντα μόνο όταν εξυπηρετεί την ανάπτυξη και την κερδοφορία.
Τελικά η εμπειρία των εργαζομένων στην Google καταδεικνύει μια ευρύτερη σύγκρουση ανάμεσα στην τεχνολογική καινοτομία και την κοινωνική δικαιοσύνη. Η Τεχνητή Νοημοσύνη υπόσχεται πρόοδο, αλλά η πρόοδος αυτή εάν δεν συνοδεύεται από υπεύθυνες πρακτικές εργασίας και διασφάλιση δικαιωμάτων, κινδυνεύει να μετατραπεί σε εργαλείο εκμετάλλευσης. Ο διάλογος για την AI δεν μπορεί να περιορίζεται σε τεχνολογικά επιτεύγματα. Οφείλει να περιλαμβάνει την ανθρώπινη διάσταση, την αξιοπρέπεια και την ασφάλεια των εργαζομένων που κάνουν δυνατή την ίδια τη λειτουργία της.
Η εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης απαιτεί περισσότερα από αλγόριθμους και δεδομένα: απαιτεί ηθική, συλλογικότητα και πολιτική βούληση για να εξισορροπηθεί η δύναμη της τεχνολογίας με τα δικαιώματα των ανθρώπων που την υπηρετούν.
*Mε στοιχεία από το Wired.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.