Οι αναπτυσσόμενες χώρες αμφισβητούν το πολυετές μονοπώλιο των Big Tech στα παγκόσμια δεδομένα απαιτώντας να αποθηκεύονται οι πληροφορίες των πολιτών τους εντός των εθνικών τους συνόρων. Την κίνηση αυτή υποκινεί η συνειδητοποίηση ότι τα κράτη παραχωρούσαν το πιο πολύτιμο «ορυκτό» τους, δηλαδή τα δεδομένα επιτρέποντας στους τεχνολογικούς γίγαντες να χτίσουν κεφαλαιοποιήσεις τρισεκατομμυρίων δολαρίων. 

Τον Απρίλιο η Νιγηρία ζήτησε από την Google, τη Microsoft και την Amazon να ορίσουν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα για τη δημιουργία κέντρων δεδομένων στη χώρα. Η απαίτηση αυτή διατυπώνεται εδώ και περίπου τέσσερα χρόνια όμως μέχρι στιγμής οι εταιρείες δεν έχουν τηρήσει τις υποσχέσεις τους. Πλέον η Νιγηρία έχει συγκροτήσει ομάδα εργασίας με τις εταιρείες, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα θα αποθηκεύονται εντός των συνόρων της. 

«Τους είπαμε ότι δεν θα υπάρξουν άλλες εξαιρέσεις, χρειαζόμαστε έναν οδικό χάρτη για το πότε θα έρθουν στη Νιγηρία», δήλωσε ο Κασίφου Ινούα Αμπντουλάχι, γενικός διευθυντής της Εθνικής Υπηρεσίας Ανάπτυξης Πληροφορικής της αρμόδιας ρυθμιστικής αρχής τεχνολογίας της χώρας. 

Άλλες αναπτυσσόμενες χώρες, όπως η Ινδία, η Νότια Αφρική και το Βιετνάμ έχουν υιοθετήσει παρόμοιους κανονισμούς που απαιτούν από τις εταιρείες να αποθηκεύουν τα δεδομένα τοπικά. Η κεντρική τράπεζα της Ινδίας υποχρεώνει τις εταιρείες πληρωμών να φιλοξενούν τα οικονομικά δεδομένα εντός της χώρας, ενώ το Βιετνάμ απαιτεί από ξένους παρόχους τηλεπικοινωνιών, ηλεκτρονικού εμπορίου και διαδικτυακών πληρωμών να ιδρύσουν τοπικά γραφεία και να διατηρούν τα δεδομένα χρηστών εντός των συνόρων του για τουλάχιστον 24 μήνες. 

Οι ειδικοί εκτιμούν ότι αυτή η αντίδραση των κυβερνήσεων υπογραμμίζει μια ευρύτερη συνειδητοποίηση γύρω από τα οικονομικά της εξόρυξης δεδομένων. Χώρες που άλλοτε υποδέχονταν ξένες επενδύσεις τεχνολογίας χωρίς όρους, τώρα αναζητούν απτά οφέλη για τους πολίτες τους. 

«Όλο και περισσότερες αφρικανικές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της ίδιας της Αφρικανικής Ένωσης έχουν καταλήξει σήμερα στο συμπέρασμα πως θεωρούν ότι τα δεδομένα τους, καθώς και τα οικονομικά οφέλη που απορρέουν από αυτά, πρέπει να επιστρέφουν στη χώρα», δήλωσε η Σαράντα Σρινιβάσσαν, οικονομολόγος της Παγκόσμιας Τράπεζας με έδρα την Ουάσινγκτον. «Ο φόβος είναι ότι το οικονομικό όφελος πηγαίνει μόνο στις μεγάλες πλατφόρμες, οι οποίες συχνά δεν εδρεύουν στην εκάστοτε χώρα». 

Τα περισσότερα δεδομένα που προέρχονται από Αφρικανούς χρήστες του διαδικτύου, όπως αναφέρεται, “κάθονται” σε κέντρα δεδομένων στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Ως απάντηση αρκετές αφρικανικές χώρες ξοδεύουν εκατομμύρια για να χτίσουν νέα data centers χρησιμοποιώντας κρατικά κονδύλια και διεθνή δάνεια. Η Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης έχει γίνει βασικός χρηματοδότης, βλέποντας αυτά τα έργα ως μοχλό ψηφιακής ανεξαρτησίας, σύμφωνα με τη Φολασαντέ Σουλέ, ερευνήτρια στο Blavatnik School of Government του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. 

Μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών, το Κονγκό έλαβε 77 εκατ. δολάρια για το πρώτο εθνικό data center της Κεντρικής Αφρικής, ενώ η Αφρικανική Τράπεζα Ανάπτυξης επένδυσε 52 εκατ. σε τεχνολογικό πάρκο 60 εκατ. δολαρίων στο Πράσινο Ακρωτήριο. Η Africa50, μια ηπειρωτική επενδυτική εταιρεία, διέθεσε 15 εκατ. δολάρια στο Raya Data Center της Αιγύπτου. Ο Διεθνής Οργανισμός Χρηματοδότησης (IFC) της Παγκόσμιας Τράπεζας επένδυσε 100 εκατ. Δολάρια, τη μεγαλύτερη επένδυσή του μέχρι σήμερα στην Αφρική στην εταιρεία Raxio Group που διαθέτει κέντρα δεδομένων σε τουλάχιστον έξι χώρες, όπως Ουγκάντα, Αγκόλα, Ακτή Ελεφαντοστού και Αιθιοπία. 

Η ομάδα εργασίας που συγκρότησε ο Αμπντουλάχι στη Νιγηρία είχε στόχο να επιταχύνει τη συμμόρφωση και να καταλήξει σε συμφωνία: οι εταιρείες είτε θα κατασκευάσουν δικές τους εγκαταστάσεις είτε θα βοηθήσουν ντόπιους παρόχους να αναβαθμίσουν τις υπάρχουσες και να τις χρησιμοποιήσουν. Παρά τους ισχυρισμούς των τεχνολογικών γιγάντων ότι οι τοπικές υποδομές δεν ήταν επαρκείς, δεν εξήγησαν τι ακριβώς βελτιώσεις απαιτούνταν. Οι αξιωματούχοι της Νιγηρίας το θεώρησαν τακτική υπεκφυγής για να αποφύγουν το κόστος. 

«Είπαν πως η συνεγκατάσταση με υπάρχοντα data centers θα ήταν καλό πρώτο βήμα, όμως τα κέντρα δεν κάλυπταν τις προδιαγραφές τους. Έτσι, τους είπαμε είτε να επενδύσουν σε υποδομές που θα ικανοποιούν τις εθνικές μας ανάγκες κυριαρχίας είτε θα τους κλείσουμε και θα χρησιμοποιήσουμε τους εγχώριους παρόχους». 

Αν και πολλές αφρικανικές κυβερνήσεις πιέζουν για τοπική αποθήκευση δεδομένων, αυτό δεν συνεπάγεται αυτομάτως καλύτερη προστασία. Οι ξένες εταιρείες συχνά εξακολουθούν να αποκομίζουν τα κύρια οφέλη, δημιουργώντας αντίφαση στα σχέδια ψηφιακής κυριαρχίας. «Η επικράτηση ξένων τεχνολογικών εταιρειών στην Αφρική με την πρόσβασή τους σε πολύτιμα δεδομένα χρηστών, εκθέτει κυβερνήσεις και πολίτες σε κινδύνους για την ασφάλεια των δεδομένων και την εθνική ασφάλεια», ανέφερε η Σουλέ. 

Η Google, η Amazon και η Microsoft έχουν εκμεταλλευτεί αδύναμους νόμους σε αναπτυσσόμενες χώρες χωρίς να επιστρέφουν τίποτε, δήλωσε ο καθηγητής Κόλιν Θάκουρ του Πανεπιστημίου της Νότιας Αφρικής. «Επωφελήθηκαν από έθνη που δεν αντιλήφθηκαν πόσο πολύτιμες θα γίνονταν κάποτε οι πληροφορίες των πολιτών τους». 

«Οι περισσότερες από αυτές τις διεθνείς εταιρείες, που κυριαρχούν παγκοσμίως στη συλλογή και φιλοξενία δεδομένων, εκμεταλλεύτηκαν κενά στη νομοθεσία κυβερνοασφάλειας για να ιδιοποιηθούν δεδομένα και να τα πουλήσουν χωρίς συνέπειες», δήλωσε ο Θάκουρ. «Η ώθηση προς την κυριαρχία δεδομένων, ωστόσο, επιτρέπει σε μια χώρα να ανακτήσει και να προστατέψει τα εγγενή δεδομένα που αφορούν τους πολίτες και τις εταιρείες της». 

Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες καθυστέρησαν να εκσυγχρονίσουν τους νόμους τους, καθώς η τεχνολογία προχωρούσε ραγδαία. Οι κυβερνήσεις που δεν προέβλεψαν την έκρηξη του διαδικτύου τώρα σπεύδουν να θεσπίσουν νέες ρυθμίσεις που θα μπορούν να διέπουν αποτελεσματικά τις εταιρείες. 

*Με στοιχεία από το RestΟfWorld.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.