Για δεκαετίες οι ειδικοί του HIV ονειρεύονταν ένα άπιαστο εμβόλιο που θα μπορούσε να σταματήσει την αλυσίδα των νέων μολύνσεων, οι οποίες εξακολουθούν να ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο ετησίως παγκοσμίως. Η Bekker, μία 62χρονη καθηγήτρια Ιατρικής από το Πανεπιστήμιο του Κέιπ Τάουν είχε συμβάλει στην ανακάλυψη ενός φαρμάκου που θα μπορούσε να το πετύχει αυτό. Λόγω των εκτελεστικών διαταγμάτων της κυβέρνησης Τραμπ όμως είναι αβέβαιο το πότε—ή ακόμα και αν—αυτό το επαναστατικό φάρμακο θα μπορέσει να φτάσει στο κοινό.
Στο συνέδριο AIDS 2024 που πραγματοποιήθηκε στο Μόναχο τον περασμένο Ιούλιο, η Bekker παρουσίασε με θριαμβευτικό τρόπο τα αποτελέσματα μιας σημαντικής κλινικής δοκιμής που ηγήθηκε με την ονομασία PURPOSE 1. Τα ευρήματα έδειξαν ότι το Lenacapavir, ένα αντιρετροϊκό φάρμακο που αναπτύχθηκε από τη φαρμακευτική εταιρεία Gilead Sciences μπορούσε να αποτρέψει τη σεξουαλική μετάδοση του HIV με 100% αποτελεσματικότητα διαταράσσοντας τη λειτουργία της πρωτεΐνης του καψιδίου του ιού που του επιτρέπει να αναπαράγεται.
Ακόμα πιο εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι σε σύγκριση με τα υπάρχοντα καθημερινά χάπια προφύλαξης πριν από την έκθεση (PrEP), τα οποία έχουν παρόμοια λειτουργία, οι ενέσεις απαιτούνται μόνο κάθε έξι μήνες. Αν και δεν είναι αυστηρά ένα εμβόλιο, το Lenacapavir υπόσχεται να είναι η καλύτερη λύση στην εποχή μας. Πήρε τον τίτλο της «Επιστημονικής Ανακάλυψης της Χρονιάς» για το 2024 από το έγκριτο περιοδικό Science και η Gilead δεσμεύτηκε άμεσα να κατασκευάσει 10 εκατομμύρια δόσεις μέχρι το 2026—αρκετές για να καλύψουν 2,5 εκατομμύρια ανθρώπους—ενόψει της αναμενόμενης ρυθμιστικής έγκρισης αργότερα φέτος.
Μια συνεργασία μεταξύ της πρωτοβουλίας χρηματοδότησης φαρμάκων The Global Fund και του PEPFAR του παγκόσμιου προγράμματος των ΗΠΑ για τον HIV/AIDS είχε δεσμευτεί να προμηθευτεί 2 εκατομμύρια από αυτές τις δόσεις σε διάστημα τριών ετών με προορισμό χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά HIV κυρίως στην υποσαχάρια Αφρική. Με την απόφαση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ έχει παγώσει όλη τη χρηματοδότηση εξωτερικής βοήθειας κι αυτό το σχέδιο έχει καταρρεύσει.
«Υπάρχει απογοήτευση και μια αίσθηση τραγωδίας» λέει η Bekker. «Γιατί ακριβώς τη στιγμή που κάναμε αυτή την ανακάλυψη βλέπουμε τους πόρους να στερεύουν. Είχαμε χαρτογραφήσει ένα σχέδιο όπου το φάρμακο θα διανεμόταν μέσω του PEPFAR και του The Global Fund, ενώ περιμέναμε να γίνουν διαθέσιμες οι γενόσημες εκδόσεις του lenacapavir, κάτι που θα απαιτήσει 18 μήνες έως δύο χρόνια. Και αυτή τη στιγμή βλέπουμε αυτό το σχέδιο να διαλύεται μπροστά στα μάτια μας».
Παρόλο που εκδόθηκε προσωρινή 90ήμερη εξαίρεση για τη χρηματοδότηση του PEPFAR, αυτή αποκατέστησε μόνο τη χρηματοδότηση για τις σωτήριες αντιρετροϊκές θεραπείες για τα άτομα που ζουν με HIV. Οι υπάρχουσες μορφές PrEP εξακολουθούν να καλύπτονται, αλλά μόνο για έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες. Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η προγραμματισμένη αγορά του Lenacapavir θα προχωρήσει.
Σύμφωνα με τον Kenneth Ngure, ειδικό στην πρόληψη του HIV στην Κένυα και εκλεγμένο πρόεδρο της International AIDS Society η απώλεια της χρηματοδότησης του PEPFAR για την πρόληψη αποτελεί τεράστιο πλήγμα στην παγκόσμια προσπάθεια ελέγχου του HIV.
Οι ενέσιμες θεραπείες μακράς δράσης θεωρούνται εδώ και καιρό η καλύτερη λύση και το 2021 η παγκόσμια κοινότητα ενθουσιάστηκε από τα ενθαρρυντικά αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών για το cabotegravir, μια ενέσιμη μορφή PrEP που χορηγείται κάθε δύο μήνες. Οι δοκιμές έδειξαν ότι όσοι λάμβαναν το συγκεκριμένο φάρμακο είχαν 90% χαμηλότερο κίνδυνο να μολυνθούν από HIV σε σύγκριση με εκείνους που έπαιρναν χάπια. Ωστόσο το μεγαλύτερο εμπόδιο παραμένει η πρόσβαση.
Τον περασμένο μήνα τα δεδομένα έδειξαν ότι ενώ οι ρυθμιστικές αρχές σε 53 χώρες έχουν εγκρίνει το Cabotegravir, η διάθεσή του είναι απελπιστικά αργή. Οι γενόσημες εκδοχές του εμβολίου αναμένεται να γίνουν διαθέσιμες μόλις το 2027. Στην Αφρική και την Ασία όπου το Cabotegravir είναι πιο απαραίτητο η μόνη πρόσβαση μέχρι στιγμής έχει γίνει μέσω των λεγόμενων μελετών Φάσης 4 ή μελετών εφαρμοσμένης επιστήμης, οι οποίες προσπαθούν να κατανοήσουν τις προκλήσεις της διάθεσης ενός νέου φαρμάκου στον πραγματικό κόσμο, χορηγώντας το σε μερικές χιλιάδες άτομα.
Η απογοήτευση για ερευνητές όπως η Bekker αφορά το γεγονός ότι ενώ οι ενέσιμες θεραπείες μακράς δράσης είναι εξαιρετικά αποτελεσματικές στην πρόληψη της μετάδοσης του HIV για να τεθεί ένα τέλος στην επιδημία κι η διάθεσή τους πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο γρήγορη και ευρείας κλίμακας, αυτό δε συμβαίνει. Επισημαίνει ότι για να αποτραπούν πάνω από ένα εκατομμύριο νέες μολύνσεις ετησίως, αυτά τα εμβόλια πρέπει να στοχεύουν τις περιοχές υψηλού κινδύνου και να χορηγούνται σε εκατομμύρια άτομα—ακριβώς όπως προέβλεπε το σχέδιο για το Lenacapavir.
Με το PEPFAR να επικεντρώνεται πλέον κυρίως στη θεραπεία των υφιστάμενων ασθενών εις βάρος της πρόληψης, κλινικοί γιατροί όπως η Nomathemba Chandiwana από το Desmond Tutu Health Foundation στη Νότια Αφρική ανησυχούν ότι ο ρυθμός μόλυνσης θα αρχίσει να αυξάνεται αντί να μειώνεται, κάτι που θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία σε ολόκληρη την αφρικανική ήπειρο και πέρα από αυτήν.
«Είναι απίστευτο ότι αυτό συμβαίνει ακριβώς τη στιγμή που έχουμε μια τεράστια πρόοδο. Νομίζω ότι αυτό θα μας καθυστερήσει πολλά χρόνια και τελικά θα κοστίσει περισσότερα χρήματα στη δημόσια υγεία. Γιατί αν μπορέσουμε να ελέγξουμε γρηγορότερα αυτή την επιδημία, θα εξοικονομήσουμε χρήματα και ζωές», λέει η Bekker.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Inst agram.