Λέγονται βακτηριοφάγοι [ή απλά «φάγοι» – «phages»] και είναι μια ειδική κατηγορία ιών που προσβάλλουν βακτήρια, εξ’ ου και η, εκ της ελληνικής, διεθνής ονομασία τους. Στη κυριολεξία βακτηριοφάγος σημαίνει «αυτός που τρώει τα βακτήρια». Κάθε βακτηριοφάγος μπορεί να προσβάλλει ένα ή και περισσότερα στελέχη ή είδη βακτηρίων.
Η μελέτη τους έχει συμβάλλει πολύ στην ανάπτυξη της Μοριακής Βιολογίας. Λόγω της λιγότερο πολύπλοκης δομής και λειτουργίας τους, συγκριτικά με τα βακτήρια και τα ευκαρυωτικά κύτταρα και του τεράστιου αριθμού μεταλλαγμένων μορφών τους, οι φάγοι είναι εξαιρετικά χρήσιμοι για τη μελέτη του διπλασιασμού του DNA, της μεταγραφής και της ρύθμισης. Το 70% περίπου των θαλάσσιων βακτηρίων είναι μολυσμένο από φάγους. Βρίσκονται επίσης στο πόσιμο ύδωρ και σε ορισμένες τροφές με συντηρημένα λαχανικά και κρέατα, που ευνοούν την ανάπτυξη βακτηρίων.
Τώρα, οι βακτηριοφάγοι αυτοί μπορούν να αποτελέσουν το μέλλον των θεραπειών στην Ιατρική. Ένα νέο βιβλίο υποστηρίζει ότι, καθώς η πλειονότητα των ιών δεν βλάπτει τον άνθρωπο, έρχεται σύντομα η ώρα που ιοί θα λειτουργούν ως αντιβιοτικά για την καταπολέμηση λοιμώξεων.
«Μετά την πανδημία, όλοι οι ιοί όπως ο Sars-CoV-2 έχουν αποκτήσει μια πολύ κακή φήμη. Ωστόσο, η συντριπτική πλειοψηφία των ιών δεν κάνει κακό στον άνθρωπο. Και μια μεγάλη κατηγορία από αυτούς θα μπορούσε να αντιπροσωπεύει ακόμη και το μέλλον της ιατρικής. Κάποια μέρα, οι άνθρωποι με επίμονες λοιμώξεις μπορεί να μην παίρνουν αντιβιοτικά χάπια, αλλά ένα μικρό γυάλινο φιαλίδιο γεμάτο ιούς», αποφαίνεται το άρθρο που προσθέτει:
«Η ενστικτώδης δυσφορία μας απέναντι σε αυτή την ιδέα είναι μόνο ένα από τα προβλήματα που μένει να ξεπεραστούν, ωστόσο, προτού γίνει μια κυρίαρχη λύση στο ολοένα και πιο πιεστικό πρόβλημα της αντοχής μας στα αντιβιοτικά. Η ακατάσχετη χρήση αντιβιοτικών, όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και στα ψάρια και τις αγελάδες, έχει επιλέξει αποτελεσματικά ράτσες βακτηρίων που έχουν ανοσία σε αυτά: εξ ου και επικίνδυνα υπερβακτήρια όπως το MRSA. Καμία νέα κατηγορία αντιβιοτικών δεν έχει ανακαλυφθεί από τη δεκαετία του 1980 και οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες δεν τρέχουν να βρουν νέα, καθώς δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα σε αυτό».
Στο κάδρο όμως μπαίνει ο Tομ Αϊρλαντ, δημοσιογράφος επιστημονικών θεμάτων και επιμελητής του περιοδικού The Biologist, ο οποίος στο βιβλίο του με τίτλο «The Good Virus: The Untold Story of Phages, The Most Abundant Life Forms on Earth and What They Can Do For Us», κάνει λόγο για μια κατηγορία ιών που ενδεχομένως στο μέλλον να αποδειχτούν ιδιαιτέρως χρήσιμοι για την Ιατρική, την Βιολογία, την Ανοσολογία και κατ’ επέκταση τον ίδιο τον άνθρωπο.
Τι ακριβώς κάνουν όμως οι βακτηριοφάγοι; Οι ιοί αυτοί έχουν ως ξενιστές [δηλαδή οργανισμούς που φιλοξενούν έναν μικρότερο οργανισμό, ο οποίος μπορεί να είναι παρασιτικός ή να βρίσκεται σε σχέση αμοιβαιότητας ή να είναι φιλοξενούμενος ομοσιτιστής] κάποια βακτήρια και δεν επιτίθενται στα ανθρώπινα κύτταρα, αλλά αυτό που κάνουν είναι να διεισδύουν στη βακτηριακή μεμβράνη και είτε, με την φυσική τους «νανοτεχνολογία», να προκαλούν μια, τρόπον τινά, εσωτερική έκρηξη εντός της μεμβράνης, είτε να αναπαράγονται μεταφέροντας το γενετικό τους υλικό στο γονιδίωμα του βακτηρίου-ξενιστή.
Οι «φάγοι» ανακαλύφθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα – συγκεκριμένα, το 1917 από τον γαλλο-καναδό βιολόγο Felix d’Herelle – και φαίνεται πως είναι η πιο πολυάριθμη μορφή ζωής στη Γη. «Υπάρχουν περίπου ένα τρισεκατομμύριο φάγοι για κάθε κόκκο άμμου στη Γη», γράφει ο Αϊρλαντ και είναι όντως εξαιρετικά χρήσιμοι, καθώς ρυθμίζουν το μικροβίωμα του εντέρου μας και είναι εξαιρετικά σημασίας για τα θαλάσσια οικοσυστήματα.
«Κάποιοι βακτηριοφάγοι αποτέλεσαν την έμπνευση για την ανάπτυξη της τεχνικής Crispr, με την οποία η σύγχρονη επιστήμη παρεμβαίνει στο γονιδίωμα προσθέτοντας, αφαιρώντας ή αλλάζοντας τμήματα της αλληλουχίας του DNA», προσθέτει ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, αναφέροντας χαρακτηριστικά, και σε ιστορικό πλαίσιο, ότι οι πρώτες θεραπείες με βακτηριοφάγους δοκιμάστηκαν στη Σοβιετική Ένωση από την επιστήμονα Zinaida Yermolyeva για τη θεραπεία στρατιωτών που είχαν τραυματιστεί στην πολιορκία του Στάλινγκραντ.
Ωστόσο, οι Δυτικοί γιατροί, παρόλο που στην αρχή «φλέρταραν» με την ιδέα να τους χρησιμοποιήσουν και αυτοί, σύντομα την εγκατέλειψαν μόλις η πενικιλίνη έγινε ευρέως διαθέσιμη. Δεν είναι τυχαίο δε, ότι μέχρι σήμερα η θεραπεία με «φάγους» επιτρέπεται σε ορισμένες περιοχές της πρώην ΕΣΣΔ, όπως π.χ. μια κλινική στην Τιφλίδα της Γεωργίας, η οποία δέχεται αιτήματα από όλον τον κόσμο για φάγους που θα μπορούσαν να καταπολεμήσουν λοιμώξεις. Πλέον, οι «φάγοι», σύμφωνα με μια νέα έρευνα που αναφέρει στο βιβλίο του ο Αϊρλαντ, θα μπορούσαν να αποτελέσουν και εργαλεία για κάποιες στοχευμένες αντικαρκινικές θεραπείες ενάντια σε όγκους.