Τέσσερις πρεμιέρες και τρεις ελκυστικές επανεκδόσεις προβάλλονται από σήμερα στους κινηματογράφους της χώρας, καθώς οδεύουμε προς την καρδιά του καλοκαιριού, μπαίνοντας στον καυτό Ιούλιο
Από τις νέες ταινίες ξεχωρίζει το δράμα “Η Χαμένη Σκηνή” του διάσημου Κινέζου σκηνοθέτη Ζανγκ Γιμού, ενώ αρκετά εισιτήρια αναμένεται να κόψουν η υπερηρωική περιπέτεια “Marvel Thor: Love and Thunder“, με τους Κρις Χέμσγουορθ, Νάταλι Πόρτμαν, Κρίστιαν Μπέιλ και το τρίτο σίκουελ της γαλλικής εμπορικής κωμωδίας “Θεέ μου τι σου Κάναμε; 3“, με τον Κριστιάν Κλαβιέ.
Οι φίλοι του κλασικού σινεμά μπορούν να επιλέξουν ανάμεσα στο γαλλικό φιλμ νουάρ “Ασανσέρ για Δολοφόνους” του Λουί Μαλ, το ψυχολογικό θρίλερ “Το Μαχαίρι στο Νερό” του Ρομάν Πολάνσκι και το θρίλερ “Υποψίες” του Άλφρεντ Χίτσκοκ, με πρωταγωνιστικό ζευγάρι Κάρι Γκραντ και Τζόαν Φοντέιν.
Η Χαμένη Σκηνή (One Second)
Δραματική ταινία, κινεζικής παραγωγής του 2020, σε σκηνοθεσία Ζανγκ Γιμού, με τους Τσανγκ Γι, Φαν Γουέι, Χάοσουν Λιου, Λι Γιουνγκ κ.ά.
Η τελευταία και ταλαιπωρημένη, από λογοκριτικές παρεμβάσεις, ταινία του Ζανγκ Γιμού, που τελευταία στιγμή αποσύρθηκε από το Φεστιβάλ του Βερολίνου, αποτελεί μία ωδή στη μαγεία του σινεμά, στην επίδραση που είχε στις μεταπολεμικές γενιές και φυσικά μια υπενθύμιση για τις σκληρές εποχές της Πολιτιστικής Επανάστασης.
Ο Γιμού (“Ιπτάμενα Στιλέτα”, “Σήκωσε τα Κόκκινα Φανάρια”) θυμάται τα νιάτα του, την εποχή της περιβόητης Πολιτιστικής Επανάστασης του Μάο, βλέποντας την ιστορία από την πλευρά των κινηματογραφικών του αισθημάτων, της αγάπης του για το σινεμά -ακόμη και για τις αίθουσες που το πλήθος, μετέτρεπε σε λαϊκό πανηγύρι, ξεχνούσε τα βάσανά του, λάμβανε τη μαγεία της λευκής οθόνης και την επέστρεφε πίσω σαν σε θαύμα.
Για μια ακόμη φορά, ωστόσο, το φιλμ του Γιμού, πατάει πάνω σε ένα αδύναμο σενάριο, που δεν μπορεί να καλύψει ούτε τα 100 λεπτά της διάρκειάς του, παρά την καλή αρχική ιδέα. Το στόρι θέλει έναν δραπέτη από στρατόπεδο εργασίας να διασχίζει την έρημο Γκόμπι, για να δει τη χαμένη του κόρη σε ένα καρέ που υπάρχει σε κάποιο φιλμάκι επικαίρων. Κι εκεί που πιστεύει ότι βρήκε την κινηματογραφική μπομπίνα με τα επίκαιρα, θα βρεθεί ένα ορφανό κορίτσι, να του την κλέψει, για τους δικούς της σκοπούς.
Από το πρώτο πλάνο ως το τελευταίο -και τις δυο φορές στην κυματιστή έρημο Γκόμπι- η εικαστική γοητεία τής ταινίας κλέβει τη ματιά, ενώ οι σκηνές εντός του κινηματογράφου είναι μαγικές, θυμίζοντας το “Σινεμά Παράδεισος” του Τορνατόρε. Αντιθέτως, η αφήγηση αγκομαχά, ορισμένες φορές πλατειάζει αδικαιολόγητα, ενώ το ιστορικό διακύβευμα της εποχής, εξετάζεται μονοδιάστατα και μπαίνει κάτω από δυο ώρες ψυχαγωγίας, την αγάπη για το σινεμά.
Ικανοποιητικές οι ερμηνείες, αλλά ορισμένες φορές υπερβολικές, ενώ σίγουρα όλα τα μπράβο πρέπει να πάνε στον διευθυντή φωτογραφίας και τακτικό συνεργάτη του Γιμού, Ζάο Ξιαοντίνγκ.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Κίνα, Πολιτιστική Επανάσταση. Ένας κρατούμενος δραπετεύει από το στρατόπεδο εργασίας μόνο και μόνο για να παρακολουθήσει τα Επίκαιρα στον κινηματογράφο, αλλά δεν προλαβαίνει. Ένα ορφανό κορίτσι έχει κλέψει το καρούλι της ταινίας. Εντωμεταξύ, οι χωρικοί περιμένουν ανυπόμονα να αρχίσει η προβολή.
Το Μυστικό της Μαντλίν Κόλινς (Madeleine Collins)
Θρίλερ, γαλλοβελγικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Αντουάν Μπαρό, με τους Βιρζινί Εφιρά, Κιμ Γκουτιέρες, Μπρουνό Σαλομόν, Φρανσουά Ρονστάν, Ζακλίν Μπισέ κ.ά.
Αν και διαφημίστηκε ως ένα ψυχολογικό θρίλερ στα πρότυπα της χιτσκοκικής σχολής, το φιλμ του Αντουάν Μπαρό παραμένει περισσότερο πιστό στην γαλλική παράδοση, αλλά μακριά από τις μεγάλες στιγμές της.
Το μόνο στοιχείο, που παραπέμπει σε Χίτσκοκ, είναι η ξανθιά ηρωίδα, η θελκτική, ζουμερή και υποκριτικά, Βιρζινί Εφιρά, η οποία ζει μια διπλή ζωή, με δυο οικογένειες, μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας, λόγω και του επαγγέλματός της -είναι μεταφράστρια- που δικαιολογεί πολλά ταξίδια.
Η εύθραυστη ισορροπία, στηριζόμενη στα μυστικά και στα ψέματα, πολλά ψέματα, σταδιακά θα καταρρεύσει και η μόνη διέξοδος για την ηρωίδα είναι η φυγή.
Η παγίδα, στην οποία πέφτουν πολλές φορές, αυτού του είδους οι ταινίες, είναι η απομάκρυνση από την απλότητα, το μέγεθος των θεμάτων που θίγουν, καθώς θέτουν υπαρξιακά ή και φιλοσοφικά ερωτήματα, που αδυνατούν να απαντήσουν ή ακόμη και να τα μεταφέρουν ξεκάθαρα στον θεατή. Επιπροσθέτως, είναι φανερό ότι το εύρημα, η ιδέα, να μεταφερθεί σε γυναίκα η διπλή ζωή -εν αντιθέσει με ό,τι συνηθίζεται, δηλαδή να αφορά άνδρα- λειτουργεί αρνητικά σε όλο το στόρι.
Όπως εδώ, όπου ο Μπαρό παίζει με τα ψέματα και τα μυστικά, την αναζήτηση της ταυτότητας και για το αν η ζωή είναι ένα ψέμα. Όμως, οι συνεχόμενες ανατροπές, μοιάζουν έωλες και στο τέλος ο σκηνοθέτης περιορίζεται σε συμβατικές ευκολίες, ενώ ο χαρακτήρας και ο ψυχισμός της ηρωίδας παραμένει θολός, σχεδόν επιφανειακός.
Έτσι, η ταινία, που ξεκινά ελπιδοφόρα, με καλή ατμόσφαιρα, μυστήριο και υποσχέσεις, πολύ γρήγορα ξεμένει από δυνάμεις, η ένταση δίνει τη θέση της στη νευρικότητα, η αγωνία σε ξεκρέμαστες σκηνές και καταλήγει σε ένα φινάλε που μοιάζει ανεξήγητο και ο θεατής θα μείνει με την απορία: Γιατί όλα αυτά;
Η ταινία, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ερμηνεία της ανερχόμενης ταλαντούχας Βιρζινί Εφιρά, που είδαμε προσφάτως στην προκλητική ταινία του Βερχόφεν “Μπενεντέτα”, που το παλεύει όσο μπορεί για να δώσει ψυχή και σάρκα στο ρόλο της, αλλά μένει αβοήθητη από το σενάριο και ορισμένες φορές από τον Μπαρό.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Μια μεταφράστρια, εκμεταλλευόμενη τη φύση τής δουλειάς της που της επιβάλλει να ταξιδεύει συχνά, ζει μια διπλή ζωή. Η ηρωίδα έχει δύο άντρες -και δύο οικογένειες: τον Αμπντέλ στην Ελβετία, και τον Μελβίλ στη Γαλλία. Καθώς είναι όμως εγκλωβισμένη στα μυστικά της και βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στα ψέματα, η ζωή της, που ήδη είναι υπερβολικά περιπεπλεγμένη, αρχίζει να καταρρέει.
Θεέ μου τι σου Κάναμε; 3 (Qu’est-ce qu’on a tous fait au bon Dieu?)
Κωμωδία, γαλλικής παραγωγής του 2021, σε σκηνοθεσία Φιλίπ ντε Σοβερόν, με τους Κριστιάν Κλαβιέ, Σαντάλ Λομπί, Εμιλί Καέν, Αλίς Νταβίντ, Αρί Αμπιτάν, Μεντί Σαντούν κ.ά.
Ακόμη ένα σίκουελ, το τρίτο, για την τεράστια εμπορική επιτυχία στη Γαλλία, με την αστική οικογένεια Βερνέιγ, της οποίας ηγείται ο Κριστιάν Κλαβιέ. Η συνταγή της λαϊκής κωμωδίας, που μπορεί να χαρίζει κάποιο γέλιο, να βλέπεται ανώδυνα, ταιριαστή με τον αττικό έναστρο ουρανό, ξεπέφτει και πάλι στην χοντροκομμένη κωμωδία, με τα φαρσικά στοιχεία να δίνουν και να παίρνουν και τους διαλόγους να μοιάζουν με αποσπασματικά ανέκδοτα. Απ’ αυτά τα ανέκδοτα, που αφού πρώτα έχεις γελάσει μαζί με την παρέα σου, μετά τα ξανασκέπτεσαι και αρχίζεις να νιώθεις μία μικρή ενοχή.
Αυτή τη φορά, το ζεύγος Βερνέιγ, συμπληρώνει 40 χρόνια γάμου και οι τέσσερις κόρες του, οργανώνουν πάρτι έκπληξη, προσκαλώντας τα πεθερικά τους. Ακόμη μία συνάντηση της “λευκής καθολικής Γαλλίας” με την πολυπολιτισμική Γαλλία, τη συνύπαρξη, για την οποία πρέπει να προσπαθήσουν όλοι, αλλά περισσότερο οι μετανάστες από Αφρική, Κίνα κλπ, καταλαβαίνοντας την ανωτερότητα της απέναντι πλευράς. Τελικά, το πιο αστείο της ταινίας είναι ότι οι αιχμές κατά του ρατσισμού γίνονται μέσα από τα πιο διαδεδομένα κλισέ του και αυτό μάλλον δεν είναι ό,τι καλύτερο για μια οικογενειακή κωμωδία που τραβά εκατομμύρια θεατές στη Γαλλία κι έχει τεράστια απήχηση σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Κλοντ και η Μαρί σύντομα θα συμπληρώσουν 40 χρόνια γάμου. Για να γιορτάσουν την περίσταση, οι τέσσερις κόρες τους οργανώνουν ένα πάρτι έκπληξη, προσκαλώντας η κάθε μια τα πεθερικά της.
Thor: Love and Thunder
Περιπέτεια φαντασίας, αμερικανικής παραγωγής του 2022, σε σκηνοθεσία Τάικα Γουαϊτίτι, με τους Κρις Χέμσγουορθ, Νάταλι Πόρτμαν, Κρις Πρατ, Κρίστιαν Μπέιλ, Τέσα Τόμσον, Ράσελ Κρόου, Σαμ Νιλ κ.ά.
Ο Σκανδιναβός υπερήρωας Θορ επιστρέφει σε νέες περιπέτειες, αλλά και φουλ ερωτευμένος με την Τζέιν Φόστερ, γνωστή και ως Mighty Thor, δηλαδή την Νάταλι Πόρτμαν, η οποία ανεβαίνει για πρώτη φορά στο άρμα της Marvel. Άλλωστε, απ’ ό,τι φαίνεται θα είναι ελάχιστοι αυτοί που θα αρνηθούν μία πρόταση από την θυγατρική της Walt Disney Studios. Όπως έγινε και με τον Κρίστιαν Μπέιλ, που παρότι αρχικά είχε αρνηθεί, αλλά στο τέλος υπέκυψε, παίρνοντας τον ρόλο του κακού, του Γκορ, Χασάπη των Θεών, ενός σεσημασμένου γαλαξιακού δολοφόνου.
Η ταινία που σκηνοθετεί ο δημοφιλής, εσχάτως, Τάικα Γουαϊτίτι, έπειτα και από την υποψηφιότητά του στα Όσκαρ για το άνισο “Τζότζο”, ξεχωρίζει ελαφρώς από τις δοκιμασμένες συνταγές της Marvel, καθώς το χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός και το ερωτικό αεράκι σπάνε το χαλύβδινο μοντέλο των υπερηρωικών ταινιών, με τις θεαματικές σκηνές, τα χορευτικά των μαχών, το εντυπωσιακό ψηφιακό σύμπαν, την καταιγιστική δράση.
Ο Θορ, που πρέπει να αντιμετωπίσει τον Γκορ, ο οποίος θέλει την εξαφάνιση των Θεών, αυτή τη φορά περνά μία κρίση μέσης ηλικίας, προσπαθώντας να καταλάβει γιατί είναι ήρωας. Η συνάντησή του με την πρώην φίλη του και κρυφό ερωτικό του πόθο, Τζέιν Φόστερ, θα αλλάξουν τη διάθεσή του και μαζί θα ενώσουν τις δυνάμεις τους για να βάλουν τέλος στα καταχθόνια σχέδια του γαλαξιακού δολοφόνου.
Η ταινία του Γουαϊτίτι, ο οποίος τα πάει καλύτερα με ανώδυνες περιπέτειες, είναι κεφάτη, κερδίζει πόντους με τις πλάκες και την σκωπτική στάση του ορισμένες φορές έναντι των υπερηρώων, βάζει σε πρώτο πλάνο το συναίσθημα και εκμεταλλευόμενος την υποκριτική εμπειρία του Μπέιλ στον ρόλο του Γκορ, που παραπέμπει ελαφρώς στον Νοσφεράτου, θα καταφέρει να πετάξει πάνω από την ταινία αρκετά απ’ τα γνώριμα κλισέ του είδους και να παραδώσει μία αξιοπρεπώς ευχάριστη περιπέτεια, για το νεανικό κοινό. Πάντως, τα ποπκόρν κρίνονται απαραίτητα, καθώς η διάρκεια των 2,5 ωρών ορισμένες φορές θέλει το συμπλήρωμά της.
Ο Κρις Χέμσγουορθ, στον πρωταγωνιστικό ρόλο συμπαθής, όπως και η Νάταλι Πόρτμαν, αλλά αυτός που ξεχωρίζει είναι ο Κρίστιαν Μπέιλ, που παρότι σχεδόν αγνώριστος, δίνει κάτι παραπάνω, από τα συνηθισμένο μονοδιάστατο χαρακτήρα του κακού.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Θορ διανύει μια περίοδο πολύ διαφορετική σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη στο παρελθόν: αυτή τη φορά αναζητά την εσωτερική γαλήνη. Η απόσυρσή του διακόπτεται από έναν γαλαξιακό φονιά γνωστό ως Γκορ, ο οποίος επιδιώκει την εξαφάνιση των Θεών. Για να αντιμετωπίσει την απειλή, ο Θορ ζητά τη βοήθεια της Βαλκυρίας, του Κοργκ και της πρώην φίλης του, Τζέιν Φόστερ, η οποία – προς έκπληξη του Θορ – χειρίζεται ανεξήγητα καλά το μαγικό σφυρί του, Μγιόλνιρ, ως Mighty Thor. Μαζί, ξεκινούν μια κοσμική περιπέτεια για να αποκαλύψουν το μυστήριο πίσω από την εκδίκηση του Γκορ και να τον σταματήσουν πριν να είναι πολύ αργά.
Προβάλλονται ακόμη οι ταινίες
Το Μαχαίρι στο Νερό (Knife in the Water): Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Ρομάν Πολάνσκι, που γύρισε στην Πολωνία το 1962, σε σενάριο του σπουδαίου Γιέρζι Σκολιμόφσκι κι έχοντας στη διάθεσή του τη θαυμάσια ασπρόμαυρη φωτογραφία του Γιέρζι Λίπμαν. Ψυχολογικό θρίλερ, που διαδραματίζεται μέσα σε ένα μικρό ιστιοφόρο, με τρία μόνο πρόσωπα. Ένα ζευγάρι ευκατάστατων Πολωνών θα πάρουν μαζί τους έναν άγνωστο νεαρό και οι σχέσεις τους θα οδηγηθούν στα άκρα. Εντυπωσιακό ντεμπούτο από τον 29χρονο Πολάνσκι, που παραδίδει ένα μάθημα λιτότητας και μινιμαλιστικής εκφραστικότητας, αξιοποιώντας με ακρίβεια τους κινηματογραφικούς κώδικες και παράλληλα κάνει ένα αιχμηρό και πολυεπίπεδο σχόλιο για τις ανθρώπινες σχέσεις, την ανταγωνιστική διάθεση των αρσενικών. Στην ταινία, η οποία προβάλλεται με αποκατεστημένη κόπια, πρωταγωνιστούν οι Λέον Νιέμτσικ, Γιολάντα Ουμέκα και Ζίγκμουντ Μελάνοβιτς.
Ασανσέρ Για Δολοφόνους (Ascenseur pour l’ Echafaud): Κλασικό φιλμ νουάρ (1958) του Λουί Μαλ, ενός από τους βασικότερους εκπροσώπους της Nouvelle Vague. Περισσότερο, όμως, ένας συνδυασμός του γαλλικού “νέου κύματος”, με την κινηματογραφική λιτότητα, την ελαφρότητα, την απόρριψη βαρύγδουπων νοημάτων, με ένα αστυνομικό θρίλερ, όπου το έγκλημα δεν είναι ευκαιρία για ποταμούς αίματος αλλά για την ανάδειξη χαρακτήρων και μηνυμάτων. Ο Μαλ κινηματογραφεί υπέροχα σε ασπρόμαυρο, εστιάζοντας στα πρόσωπα, σε κλειστούς χώρους, αλλά και στο γκρίζο μελαγχολικό Παρίσι. Ένας πρώην ήρωας του πολέμου, σκοπεύει να σκοτώσει το αφεντικό του, έναν έμπορο όπλων, σε συνεννόηση με την ερωμένη του και σύζυγο του αφεντικού του, αλλά εγκλωβίζεται σε ένα ασανσέρ για ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο. Με τους νεαρότατους τότε και υπέροχους Μορίς Ρονέ, Ζαν Μορό, Λίνο Βεντούρα και Ζαν Κλοντ Μπριαλί και με τη εξαίσια μουσική του Μάιλς Ντέιβις.
Υποψίες (Suspicion): Κλασικό θρίλερ του 1941 από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ, με τον Κάρι Γκραντ και την Τζόαν Φοντέιν. Μια γυναίκα υποπτεύεται τον σύζυγό της ότι είναι δολοφόνος και θέλει να την σκοτώσει, αλλά το σενάριο θέλει διαφορετική κατάληξη από το μυθιστόρημα του Άντονι Μπέρκλι, χάνοντας σε μεγάλο βαθμό την αγωνία του ίσως και το πνεύμα του. Ο ίδιος ο Χιτς θα δηλώσει ανικανοποίητος από το αποτέλεσμα, παρά την καλή χημεία του πρωταγωνιστικού ζευγαριού αν και η ταινία διαθέτει αρκετές δυνατές σκηνές, όπως αυτή με το ποτήρι γάλα, στο οποίο ο μετρ είχε τοποθετήσει ένα φως! Η ταινία προτάθηκε για τρία Όσκαρ, χάνοντας αυτό της Καλύτερης Ταινίας και δικαίως από το αριστουργηματικό δράμα του Τζον Φορντ “Η Κοιλάδα της Κατάρας” και κερδίζοντας εκείνο του Καλύτερου Α’ Γυναικείου Ρόλου, με την Τζόαν Φοντέιν, τη μοναδική πρωταγωνίστρια του Χίτσκοκ, που βραβεύτηκε με το χρυσό αγαλματίδιο.
ΑΠΕ-ΜΠΕ/Χάρης Αναγνωστάκης