Υπάρχουν καλλιτέχνες που στέκονται χρόνια έξω από την πόρτα της Ακαδημίας, όχι γιατί τους λείπει το ταλέντο ή η αναγνώριση, αλλά γιατί το Χόλιγουντ κοιτάζει αλλού. Ο Παρκ Τσαν-γουκ είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα. Από το 2004 όταν τοOldboy” σάρωσε στις Κάννες έχει θεωρηθεί ένας από τους μεγάλους μάστορες του παγκόσμιου σινεμά κι όμως ποτέ δεν έχει προταθεί για Όσκαρ σκηνοθεσίας, ενώ μόλις μία φορά με το Decision to Leave” το 2022 η χώρα του (Νότια Κορέα) τον έστειλε στην κατηγορία Διεθνούς Ταινίας. 

Με το νέο του φιλμ, No Other Choice” όλα δείχνουν πως η ιστορία αυτή μπορεί να αλλάξει. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο 82ο Φεστιβάλ Βενετίας και αμέσως δημιούργησε την αίσθηση πως τα Όσκαρ «δεν έχουν άλλη επιλογή». Όχι μόνο γιατί ο Παρκ θεωρείται αδικημένος εδώ και χρόνια, αλλά γιατί το ίδιο το έργο του μιλάει κατευθείαν στην εποχή μας. 

Η ταινία, διασκευή του μυθιστορήματος The Ax” του Ντόναλντ Γουέστλεϊκ αφηγείται την ιστορία ενός υπαλλήλου σε εταιρεία χαρτιού (τον υποδύεται ο Λι Μπιούνγκ-χουν του «Squid Game») που βρίσκεται άνεργος και έτοιμος να κάνει τα πάντα για να εξασφαλίσει ξανά δουλειά, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να… εξαφανίσει τους ανταγωνιστές του. Ένα σενάριο που ο Παρκ δούλευε επί 20 χρόνια και όμως μοιάζει πιο επίκαιρο από ποτέ σε μια εποχή όπου η επισφάλεια της εργασίας και ο φόβος της ανεργίας στοιχειώνουν εκατομμύρια ανθρώπους. 

Ο ίδιος ο σκηνοθέτης το εξηγεί απλά: «Όπου κι αν έλεγα την ιστορία αυτά τα χρόνια, σε όποια χώρα και αν βρισκόμουν όλοι μου απαντούσαν το ίδιο: αυτή είναι μια επίκαιρη ιστορία». Πράγματι η αγωνία του ήρωα μοιάζει να καθρεφτίζει την αγωνία μιας ολόκληρης γενιάς που παλεύει να σταθεί όρθια σε ένα καπιταλιστικό σύστημα που δε συγχωρεί. 

Υπάρχει όμως και κάτι πιο προσωπικό: ο Παρκ παραδέχεται πως ταυτίστηκε με τους απολυμένους ήρωές του γιατί κι εκείνος, ως δημιουργός ξέρει την αίσθηση της ανεργίας μετά από μια ταινία. «Κάθε φορά που τελειώνεις ένα φιλμ, δεν ξέρεις πότε ή αν θα ξεκινήσει το επόμενο. Μπορεί να μείνεις μήνες ή χρόνια χωρίς δέσμευση κι αυτό το έχω ζήσει». Μια παραδοχή που γεφυρώνει τον κόσμο του εργοστασίου με τον κόσμο του σινεμά. 

Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρωταγωνιστής του, ο διεθνής σταρ Λι Μπιούνγκ-χουν, χαρακτήρισε τοNo Other Choice” «ίσως την πιο εμπορική ταινία του Παρκ». Μία ταινία «συναρπαστική και διασκεδαστική». Το σχόλιο αυτό είναι καίριο: γιατί ενώ ο Παρκ έχει χτίσει φήμη για έργα σκοτεινά, βίαια, συχνά σκληρά για το mainstream κοινό, αυτή τη φορά καταφέρνει να ισορροπήσει τη μαύρη κωμωδία με μια πιο “προσβάσιμη” αφήγηση. Χωρίς να προδίδει την προκλητική φύση του, παραμένει ο Παρκ που ξέρουμε, αλλά σε μια μορφή πιο εύληπτη για την Ακαδημία και το ευρύ κοινό. 

Στη Βενετία η συζήτηση είναι ξεκάθαρη: αν όχι τώρα, πότε; Η Νότια Κορέα δεν έχει ακόμη αποφασίσει ποια ταινία θα στείλει στα Όσκαρ, αλλά όλα δείχνουν πως θα στηρίξει τον Παρκ. Όπως είπε ο Λι, «αν ρωτήσεις οποιονδήποτε Κορεάτη ηθοποιό αν θέλει να δουλέψει με τον Παρκ, θα πει ναι χωρίς δεύτερη σκέψη». Η εκτίμηση στο έργο του στη χώρα του είναι καθολική, κι αυτό ίσως δώσει την απαραίτητη ώθηση. 

Τα Όσκαρ αγαπούν τις ιστορίες με κοινωνικό βάρος κι εδώ έχουν μπροστά τους μια ταινία που συνδυάζει τον παλμό της εποχής με την προσωπική σφραγίδα ενός μεγάλου δημιουργού. Το “No Other Choice” είναι μαύρη κωμωδία, κοινωνικό δράμα, σάτιρα του εργασιακού τρόμου κι όλα αυτά με το στιλ του Παρκ που ξέρει να αναμειγνύει βία και τρυφερότητα, ειρωνεία και συγκίνηση.

Αν κάτι διδάσκει αυτή η διαδρομή είναι ότι οι μεγάλες ιστορίες χρειάζονται τον χρόνο τους. Ο Παρκ δούλεψε το φιλμ αυτό για δύο δεκαετίες περιμένοντας τη στιγμή που θα έβρισκε την τέλεια συγκυρία κι αν πράγματι το “No Other Choice” φτάσει στα Όσκαρ, θα είναι ίσως η δικαίωση όχι μόνο του ίδιου, αλλά και ενός σινεμά που δεν έπαψε ποτέ να τολμάει. 

Η Ακαδημία μπορεί να κάνει για άλλη μια φορά τα στραβά μάτια. Αυτή τη φορά, ίσως  όπως λέει και ο τίτλος της ταινίας να μην έχει “Καμία άλλη Επιλογή”. Γιατί όταν ένας δημιουργός σαν τον Παρκ Τσαν-γουκ αφηγείται με τέτοια δύναμη την πιο επίκαιρη αγωνία της εποχής μας, η σιωπή δεν είναι απλώς αδικία. Είναι ιστορική παράλειψη. 

*Με στοιχεία από το IndieWire.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.