Την ξεχωριστή παράσταση «Οι γυναίκες επιστρέφουν», μία αληθινή αλλά ξεχασμένη ιστορία ηρωισμού, παρουσιάζουν στην Πειραιώς 260 (15-16 Ιουνίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου) δύο Κύπριες δημιουργοί – η Μαγδαλένα Ζήρα και η Νέδη Αντωνιάδη. Το έργο αναφέρεται σε πραγματικά γεγονότα που συνέβησαν στην Κύπρο μετά την τουρκική εισβολή, από το 1975 έως το 1989 και έχουν ως πρωταγωνίστριες γυναίκες. Πρόκειται για μια παράσταση ντοκουμέντο, στην οποία έξι ηθοποιοί ενσαρκώνουν ένα πλήθος ρόλων, ζωντανεύοντας προσωπικές μαρτυρίες και αφηγήσεις.
Η υπόθεση του έργου
Το 1975, έναν χρόνο μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, 30.000 γυναίκες βαδίζουν σιωπηλά προς την κατεχόμενη Αμμόχωστο. Το 1987 και το 1989, χιλιάδες γυναίκες περνούν την «πράσινη γραμμή» και έρχονται αντιμέτωπες με τον κατοχικό στρατό. Το 1988, εκατό γυναίκες της Κύπρου καταλαμβάνουν την Ακρόπολη της Αθήνας ως πράξη διαμαρτυρίας.
Στις δεκαετίες του 1970 και 1980, το κίνημα «Οι γυναίκες επιστρέφουν», διοργάνωσε αντικατοχικές ειρηνικές πορείες στην Κύπρο, με στόχο να σπάσουν τη γραμμή αντιπαράταξης στο νησί, να κυκλοφορούν ελεύθερα στη γη τους καθώς και να διεθνοποιήσουν το Κυπριακό.
Μια πρωτότυπη μέθοδος
Έπειτα από έρευνα δυο χρόνων, η Μαγδαλένα Ζήρα και η Νέδη Αντωνιάδη της ομάδας «ΣΕΖΟΝ Γυναίκες», ζωντανεύουν τις αφηγήσεις των γυναικών που έλαβαν μέρος στις πορείες της κίνησης «Οι γυναίκες επιστρέφουν». Οι ζωντανές αφηγήσεις συμπληρώνονται από ιστορικό αρχειακό υλικό, κυρίως αποσπάσματα από τον Τύπο της εποχής. Οι δημιουργοί της παράστασης θέλησαν μέσα από τη δραματοποίηση των ιστοριών, να φωτίσουν τον ηρωισμό, την αυτοθυσία και το όραμα αυτών των γυναικών.
«Είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός της ιστορίας μας, που δυστυχώς περιθωριοποιήθηκε. Νιώσαμε δέος μπροστά στον ηρωισμό των γυναικών αυτών. Παράλληλα θέλουμε να αγγίξουμε το διαχρονικό θέμα της διαγραφής της γυναικείας εμπειρίας από την επίσημη Ιστορία», δηλώνουν χαρακτηριστικά.
Βασισμένο σε αυθεντικές μαρτυρίες αποτυπωμένες με τη μέθοδο verbatim, το έργο καλεί τους θεατές να σταθούν με κριτική ματιά απέναντι στην ιστορία, εστιάζοντας στην απουσία της γυναικείας οπτικής από τον δημόσιο βίο. Η δραματουργία ακολουθεί εν πολλοίς τα ιστορικά γεγονότα, αλλά με μια βασική ανατροπή, που προέρχεται από τη φύση του θεάτρου verbatim: βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με το παρόν και με το σημερινό κοινό.
«Αυτή είναι η πρωτιά της παράστασης. Όσα ακούγονται είναι verbatim, δηλαδή όπως ειπώθηκαν τότε. Δύσκολο εγχείρημα γιατί οι ηθοποιοί επί σκηνής είχαν ως ρόλο να μεταφέρουν στους θεατές αυτολεξεί τη γλώσσα και τον ψυχισμό των γυναικών που μετείχαν στις πορείες», αναφέρουν οι δημιουργοί.
Σύμφωνα με τις ίδιες, η πλοκή του έργου έχει να κάνει με το πραγματικό κόστος, σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο, του αγώνα αυτών των γυναικών. Έχει να κάνει με τη διελκυστίνδα ανάμεσα στην ελπίδα και την απογοήτευση, ανάμεσα σε ένα όραμα για ειρήνη και μια ιστορία βίας και τραύματος. Έχει να κάνει με τη γυναίκα τότε και τώρα.
«Η παράσταση μιλά σε ένα παγκόσμιο κοινό θίγοντας οικουμενικά θέματα για την περιθωριοποίηση της γυναίκας. “Το τοπικό είναι και οικουμενικό” λέμε. Ειλικρινής μας πρόθεση είναι να αποτυπώσουμε το πνεύμα της κίνησης αυτών των γυναικών, που νομίζουμε ότι μπορεί να μιλήσει στους ανθρώπους κάθε εθνικότητας», σημειώνουν η Μαγδαλένα Ζήρα και η Νέδη Αντωνιάδη.