Ο «Επίτιμος πρόξενος» του Γκράχαμ Γκριν, που κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πόλις, σε υποδειγματική μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη, δημοσιεύτηκε το 1973 και αποδείχθηκε με την πάροδο του χρόνου ένα από τα σημαντικότερα μυθιστορήματά του. Η πολιτική βία, η τρομοκρατία κυβερνήσεων και επαναστατικών ομάδων στη Λατινική Αμερική προ πενήντα ετών,οι δικτατορίες του Αλφρέδο Στρέσνερ στην Παραγουάη (μεταξύ 1954 και 1984) και του «βρόμικου πολέμου» στην Αργεντινή (από το 1974 μέχρι το 1983), οι ερωτικές διεκδικήσεις, οι υπαρξιακές συγκρούσεις, όπως προκύπτουν από την αντίθεση μεταξύ θρησκείας και πολιτικής, αλλά και η αρσενική κουλτούρα ενός επηρμένου, αν όχι και καταστροφικού, ανδρισμού αποτελούν τα χαρακτηριστικά με τα οποία μας συστήνεται ο «Επίτιμος πρόξενος» ενόσω κινείται ανάμεσα στην πολιτική περιπέτεια, το θρίλερ χαρακτήρων και τη μαύρη κωμωδία.
Ποιοι ακριβώς είναι οι μυθιστορηματικοί πρωταγωνιστές; Ένας επίτιμος πρόξενος της Βρετανίας, χωρίς καμία επίσημη διπλωματική ιδιότητα, βυθισμένος στο αλκοόλ, στην κρίση της ηλικίας και στις κρίσεις αυτολύπησης, ο Τσάρλι Φόρτναμ. Είναι ακόμα η άλλοτε επαγγελματίας πόρνη σύζυγός του, η Κλάρα, και ο γιατρός Εδουάρδο Πλαρ, Βρετανός από την πλευρά του πατέρα του και Παραγουανός από την πλευρά της μητέρας του, με τον πατέρα του να έχει φυλακιστεί επί δεκαπενταετία προτού να δολοφονηθεί. Να προσθέσουμε τον πρώην ιερέα Λεόν Ρίβας, δευτεροβάθμιο ηγέτη μιας μικρής ομάδας ανταρτών από την Παραγουάη. Ο τόπος είναι το Κορριέντες, μια παρόχθια πόλη του ποταμού Παρανά, που χωρίζει την Αργεντινή από την Παραγουάη. Σε αυτό το περιβάλλον, ο Πλαρ, ο οποίος ήταν συμμαθητής με τον Ρίβας σε σχολείο Ιησουιτών, ερωτεύεται την Κλάρα, την οποία και αφήνει έγκυο εν αγνοία του Φόρτναμ. Η ομάδα του Ρίβας θέλει να απαγάγει τον Αμερικανό πρέσβη προκειμένου να ζητήσει την επιστροφή φυλακισμένων συναγωνιστών της, ενώ ο Πλαρ μπλέκεται στην υπόθεση γιατί ο Ρίβας του υπόσχεται πως θα βρει τον πατέρα του μεταξύ των κρατουμένων, διαψεύδοντας πως έχει δολοφονηθεί. Οι αντάρτες, όμως, μπερδεύουν τον Αμερικανό πρέσβη με τον Βρετανό επίτιμο πρόξενο και ο χορός των παρεξηγήσεων και των εντάσεων ξεκινάει. Το μόνο που μένει στην ομάδα να κάνει είναι να σκοτώσει τον επίτιμο πρόξενο ύστερα από το λάθος της, διαφυλάσσοντας το κύρος της. Ο επικείμενος σκοτωμός του πρόξενου από τον Ρίβας φέρνει τα πάνω κάτω. Ο υποψήφιος εκτελεστής αμφιβάλλει, ως πρώην παπάς, για το εγχείρημα, χωρίς πάντως να βγάζει έξω από τον λογαριασμό της τρομοκρατίας τη θεϊκή χείρα, ο πρόξενος θρηνεί γιατί θα τον χάσει η γυναίκα του, αν και αποκαλύπτεται πως ξέρει ότι το παιδί είναι του Πλαρ, ο Πλαρ διακηρύσσει ότι η αγάπη δεν σημαίνει για τους ανθρώπους το παραμικρό, μολονότι μάχεται να σώσει τον πρόξενο, και οι δυνάμεις της κρατικής καταστολής τον σκοτώνουν μαζί με τον Ρίβας, ρίχνοντας το βάρος της ευθύνης για τον θάνατό του στον τελευταίο.
Πειρασμοί για φόνο που αλλάζουν δρόμο την εσχάτη ώρα, επιμονή στη χριστιανική πίστη ακόμα κι όταν ο πιστός έχει αρνηθεί την οποιαδήποτε εξωτερική ή εσωτερική δέσμευση, άντρες που διεκδικούν τις γυναίκες, προσπαθώντας να ανταγωνιστούν μέχρι τέλους τους άλλους διεκδικητές τους, πολιτική και θρησκευτική ηθική του φόνου, εκμηδενισμός και αποθέωση της αγάπης (με την Κλάρα να λατρεύει και τους δύο αρσενικούς του βίου της), πικρό χιούμορ με πλήρη απομυθοποίηση της κρατικής, αλλά και της επαναστατικής εξουσίας, διάλογοι με σπαρακτικό ύφος και τόνο, που αναδεικνύουν την κρυφή δυναμική της μυθιστορηματικής αφήγησης, εις βάθος ανάλυση και προβολή των πρωταγωνιστικών προσώπων, τα οποία από ένα σημείο και μετά κερδίζουν την αμέριστη προσοχή μας, αίμα, πόνος και έρωτας σε μια Λατινική Αμερική η οποία σπαράσσεται από τις πολιτικές και τις κοινωνικές αντιθέσεις και ένας μεταφραστής άξιος του ονόματός του. Αυτή είναι η περίπτωση του «Επίτιμου προξένου», που ευτύχησε στον κινηματογράφο το 1983 με το ομώνυμο φιλμ του Τζον Μακένζι με τον Ρίτσαρντ Γκιρ στον ρόλο του Πλαρ και τον Μάικλ Κέιν στον ρόλο του Τσάρλι Φόρτναμ.
Μπορεί να έχουν περάσει τριάντα και πλέον χρόνια από τον θάνατο του Γκράχαμ Γκριν (1904-1991), αλλά μέχρι και σήμερα παραμένει ένας από τους ισχυρότερους και τους πλέον διαβασμένους συγγραφείς ανά τον κόσμο. Κι αυτό όχι μόνο γιατί έχει ταυτιστεί με σημαντικές στιγμές του κατασκοπικού μυθιστορήματος (από την εμπειρία του ως πράκτορα της βρετανικής ΜΙ6 κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), αλλά και επειδή όλα τα μυθοπλαστικά του έργα (υπήρξε επίσης δημοσιογράφος, θεατρικός συγγραφέας και κριτικός) ξέρουν πώς να στήσουν έναν ιδιαιτέρως στέρεο σκελετό για την αναπάντεχη δράση τους, καθώς και πώς να διοργανώσουν μια συναρπαστική πλοκή για τα πάντοτε απρόσμενα και ανατρεπτικά συμφραζόμενά τους. Ο Γκριν εκδήλωνε έντονα τη δυσφορία του όταν τον ονόμαζαν καθολικό συγγραφέα, αποτελεί, όμως, γεγονός πως ένα μεγάλο (ίσως και το πιο ουσιαστικό) μέρος του έργου του καταγίνεται, όπως το παρακολουθήσαμε και στον «Επίτιμο πρόξενο», με ζητήματα του καθολικισμού και της θρησκείας. Ο Γκριν, παρόλα αυτά, δεν επιδιώκει να βγάλει με τη λογοτεχνία του διδακτικά συμπεράσματα για το καθολικό του δόγμα, αλλά να θέσει ερωτήματα και να ανακινήσει κρίσιμα ηθικά διλήμματα. Ο «Επίτιμος πρόξενος» αποδεικνύει για άλλη μια φορά του λόγου το αληθές.